-Θέματα ασφάλειας στο Μαγκρέμπ και οι διαμορφούμενες τάσεις-Η θέση της Ελλάδας και οι άγνωστες πτυχές
Η Βόρεια Αφρική αποτελούσε παλαιόθεν ένα από τους σημαντικότερους γεωπολιτικούς χώρους για την ασφάλεια και την ευημερία της Μεσογειακής Ευρώπης και ευρύτερα. Οι τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίστηκαν από μια πρωτοφανή δημογραφική μεγέθυνση σε συνδυασμό με την άνοδο των Ισλαμικών-εξτρεμιστικών τάσεων.
Το Μαγκρέμπ, το οποίο σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις αποτελεί φυτώριο ακραίων οργανώσεων που στρέφονται εναντίων των Ευρωπαϊκών κοινωνιών ενώ παραλλήλως το ενδεχόμενο βίαιων κοινωνικών και πολιτικών ανατροπών αποτελεί μια διαρκή πηγή ανησυχίας και για την Ελλάδα.
Η διάσταση της τρομοκρατίας
Σύμφωνα με στοιχεία που έχουν αναλυθεί και διανεμηθεί την τελευταία δεκαετία, ο Ισλαμικός εξτρεμισμός που ενυπήρχε στα κράτη της Βόρειας Αφρικής, έχει παγκοσμιοποιηθεί και αποκτήσει στέρεες δομές και διαδικτύωση σε διάφορες περιοχές του πλανήτη και κυρίως σε Ευρωπαϊκά κράτη.
Οι ειδικοί πιστεύουν ότι η Αλ Κάιντα έχει συνάψει στενές σχέσεις με προϋπάρχουσες ακραίες ισλαμικές ομάδες στην Αλγερία, την Τυνησία και το Μαρόκο, μια χώρα στην οποία οι ισλαμιστές έχουν εξελιχθεί σε ισχυρή πολιτική δύναμη, με διττό στόχο: Ο πρώτος είναι η αποσταθεροποίηση των τοπικών κυβερνήσεων. Ο επόμενος είναι να χρησιμοποιηθεί η Βόρεια Αφρική ως βάση για την εξαπόλυση τρομοκρατικών χτυπημάτων στην Ευρώπη. Υπενθυμίζουν, μάλιστα, ότι η πολύνεκρη βομβιστική επίθεση στη Μαδρίτη το Μάρτιο του 2004 πραγματοποιήθηκε από ένα κατά βάση μαροκινό πυρήνα της Αλ Κάιντα.
Η Ουάσιγκτον, θορυβημένη από την ανάδυση αυτού του νέου μετώπου, ίδρυσε τη λεγόμενη Διασαχαριακή Αντιτρομοκρατική Συμμαχία (Trans-Sahara Counter-Terrorism Partnership) στην οποία συμμετέχουν 10 χώρες και έχει επενδύσει 80 εκατομμύρια δολάρια για τον εξοπλισμό και την αντιτρομοκρατική εκπαίδευση των τοπικών ενόπλων και αστυνομικών δυνάμεων, καθώς και για τη συλλογή πληροφοριών.
Η έρημος της Σαχάρας η οποία περικλείει το μεγαλύτερο μέρος του Μαγκρέμπ, αποτελεί ένα από τα κύρια σημεία προσοχής των διεθνών αρχών ασφαλείας σε σχέση με τη τρομοκρατική δράση.
Στις 13 Ιουλίου του 2005 και μόλις μερικές ημέρες μετά τις βομβιστικές επιθέσεις στο κέντρο του Λονδίνου, στην πρωτεύουσα της Μαυριτανίας έλαβε χώρα μία συνάντηση μεγάλης σημασίας μεταξύ ανώτερων στελεχών των υπηρεσιών πληροφοριών MI6, CIA, DGSE, από τη Βρετανία, ΗΠΑ και Γαλλία αντίστοιχα. Στη συνάντηση συμμετείχαν και εκπρόσωποι της Αλγερίας, του Μαλί, της Μαυριτανίας, του Μαρόκου και του Νίγηρα. Το κύριο θέμα προς συζήτηση ήταν η αντιμετώπιση της « Αλ Κάιντα της Σαχάρας», γνωστή και ως Jama’a της ερήμου, η οποία από ότι εκτιμήθηκε έπαιξε ρόλο στη μεταφορά των εκρηκτικών που χρησιμοποιήθηκαν στο Λονδίνο. Συγκεκριμένα οι πληροφορίες ανέφεραν ότι τα πλαστικά εκρηκτικά που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονταν από τα Βαλκάνια (Κοσσυφοπέδιο) και μεταφέρθηκαν στην Αγγλία μέσω των καραβανιών που ήλεγχαν οι Ισλαμιστές στη Σαχάρα και από εκεί στην Ισπανία.
Οι τρομοκράτες συνεργάζονται με τις φυλές των Τουαρέγκ, ενώ εξασφαλίζουν εισοδήματα μέσω του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και όπλων. Ο Mukhtav bin Mukhtar (Ο μονόφθαλμος) θεωρείτε ως ο αρχηγός αυτής της ομάδας των τρομοκρατών. Πρέπει να σημειωθεί ότι η κάλυψη που παρέχουν τα καραβάνια της ερήμου και η αμφίεση με επικάλυψη ολόκληρου του προσώπου με το χαρακτηριστικό μπλε ύφασμα, παρέχει ανωνυμία και διευκολύνει την μετακίνηση υπόπτων.
Επιπλέον ένας από του κυριότερους πόρους των τρομοκρατών που διακινούνται στη Σαχάρα είναι το λαθρεμπόριο κάνναβης από το Μαρόκο στην Ισπανία και ειδικότερα στη πόλη της Μάλαγα.
Η Βόρεια Αφρική από τη δεκαετία του ’80 αποστέλλει μαχητές Μουτζαχεντίν σε «Ιερούς πολέμους» υπέρ του Ισλάμ στο Αφγανιστάν, τη Τσετσενία, τη Βοσνία, το Κόσοβο και το Ιράκ. Ακόμα ο εμφύλιος πόλεμος της Αλγερίας που κόστισε 150.000 ζωές της δεκαετία του ’90 και 30 δις. Δολάρια γονατίζοντας την κοινωνική δομή του κράτους , εκπαίδευσε μία ολόκληρη γενιά μαχητών πολλοί εκ των οποίων έχουν καταφύγει στην Ευρώπη. Αναφορές της γερμανικής υπηρεσίας πληροφοριών που είδαν το φως το 2006 αναφέρουν ότι υπάρχουν περίπου 5.500 ακραίοι ισλαμιστές στη χώρα έτοιμη για τρομοκρατική δράση, εκ των οποίων το 30% προέρχονται από τη Βόρειο Αφρική και κυρίως από Αλγερία και Μαρόκο.
Τρομοκρατικές οργανώσεις ανά χώρα
Αλγερία
Στην Αλγερία δρουν δύο οργανώσεις, η GIA και το Salafist Group for Preaching and Combat (GSPC).
Η πρώτη ομάδα ήταν ο κυρίως αντίπαλος της Αλγερινής κυβέρνησης κατά τον εμφύλιο πόλεμο αλλά σε μεγάλο βαθμό εξαρθρώθηκε με τις αλλεπάλληλες δολοφονίες των στελεχών της από τον Αλγερινό στρατό.
Η GSPC ιδρύθηκε το 1998 με την υποστήριξη της Αλ Κάιντα και έχει πλούσια δράση. Ο σκοπός της είναι η δημιουργία ενός πλήρους ισλαμικού καθεστώτος στην Αλγερία και η εκδίκηση εναντίων των απίστων πρωτίστως των Ευρωπαίων.
Το 2003, απήχθηκαν 32 τουρίστες κυρίως Γερμανοί και το Βερολίνο αναγκάστηκε να πληρώσει 5 εκ.. Ευρώ για την απελευθέρωση τους. Ο αρχηγός του GSPC Amari Saifi, γνωστός και ως Abderrezak Para, χρησιμοποίησε τα λύτρα για αγορά οπλισμού και στρατολόγηση νέων μελών στην Μαυριτανία και το Τσαντ όπου και συνεργάζεται αγαστά με τη Jama’a της ερήμου, με τη δεύτερη να αναλαμβάνει ρόλο λογιστικής υποστήριξης.
Το 2004 η αντάρτικη ομάδα του Τσαντ, Movement for Democracy and Justice in Chad (MDJC), απήγαγε το Amari Saifi, πιθανότατα μετά από προτροπή του Καντάφι που έχει υπό την επιρροή του τη συγκεκριμένη ομάδα. Προωθήθηκε στη Λιβύη και από εκεί στην Αλγερία όπου καταδικάστηκε σε ισόβια και είναι φυλακισμένος σε μία άγνωστη τοποθεσία.
Η οργάνωση αμέσως μετά τη σύλληψη όρισε ως νέο αρχηγό τον Abou Mossab Abdelouadoud, ο οποίος γεννήθηκε το 1971 στο Αλγέρι, είναι απόφοιτος πολυτεχνικής σχολής και θεωρείτε ειδικός στα εκρηκτικά. Το 2005 οι τρομοκρατικές οργάνωσαν εκστρατεία τρόμου δολοφονώντας δεκάδες πολίτες σε τυφλές βομβιστικές επιθέσεις στο Αλγέρι και την πόλη Οράν ενώ τον Ιούλιο του 2005 επιτέθηκαν σε μεθοριακό σταθμό στο έδαφος της Μαυριτανίας σκοτώνοντας 15 στρατιώτες και τραυματίζοντας άλλους 17.
Τη διετία 2006-08 δολοφόνησαν δεκάδες αστυνομικούς και απλούς πολίτες σε μπαράζ επιθέσεων στα περίχωρα των μεγάλων πόλεων της χώρας, παρά τα δρακόντεια μέτρα ασφαλείας που παρέχει η Αλγερινή αστυνομία μέσω των ειδικών μονάδων των λεγόμενων «Μαυροπρόσωπων» λόγω της χρησιμοποίησης της μπαλακλάβας από τους άνδρες αυτών των ειδικών επιχειρήσεων που είναι περιώνυμη για τη σκληρότητα που επιδεικνύουν στους ισλαμιστές.
Επίσης, πρέπει να αναφερθεί σε σχέση με τη Μαυριτανία, ότι θεωρείτε ως μία από τις χώρες που έχει προσφέρει το ελευθέρας για τις κινήσεις των Δυτικών αρχών πληροφοριών αλλά και ειδικών δυνάμεων με αποτέλεσμα να έχει στοχοποιηθεί από τους εξτρεμιστές. Στις αρχές του 2008 έκρηξη με απώλειες σημειώθηκε στη Πρεσβεία του Ισραήλ στη Μαυριτανία η οποία σύμφωνα με πολλές αξιόπιστες πηγές αποτελούσε κέντρο συλλογής πληροφοριών για το Μαγκρέμπ από τις υπηρεσίες του Τελ Αβίβ.
Ένα ακόμη αξιοσημείωτο γεγονός είναι η φαινομενική διάσπαση της GSPC σε πολλαπλές ομάδες με τις επωνυμίες: The Organization of Al Qaeda in the land of the Berbers, Al Qaeda of the Jihad in Algeria, Groupe Salafiste Libre και άλλες. Οι εμφανίσεις αυτών των ομάδων έγινε μεταξύ Δεκεμβρίου 2004 και Μάιου 2005 αποπροσανατολίζοντας τις διεθνείς αρχές. Από ότι έχει γίνει γνωστό μέχρι στιγμής ο σκοπός ήταν αυτός ακριβώς και στην πραγματικότητα οι οργανώσεις αυτές είναι απλώς συγκοινωνούντα δοχεία με κοινούς διαχειριστές, Αλγερινής κυρίως καταγωγής.
Ένα τρίτο σημείο, είναι η στρατολόγηση υποψηφίων τρομοκρατών στη Σαχάρα από μακρινές χώρες όπως η Υεμένη και η Συρία οι οποίοι συρρέουν εκεί, πολλές φορές αφότου ήδη έχουν πολεμήσει στο Ιράκ και έχουν αποκτήσει αξιόλογη πολεμική πείρα.
Για τις Ευρωπαϊκές χώρες οι Αλγερινοί τρομοκράτες αποτελούν διαρκή πηγή ανησυχίας. Το 2005 ο Mohamed Meguerba συνελήφθη στο Αλγέρι με τη κατηγορία ότι σκόπευε να δηλητηριάσει το Λονδίνο με την ισχυρή τοξική ουσία «Ρίσιν». Ο ίδιος είχε πολεμήσει στο Αφγανιστάν και διάμεινε επί έτη στην Αγγλία όπου σκόπευε να απαλείψει το ρισίν μαζί με κρέμα χεριών και να το απλώσει σε εκατοντάδες οχήματα σε πάρκινγκ της πόλης. Με αυτό τον τρόπο η ουσία θα διαχεόταν σε χιλιάδες κατοίκους με αποτέλεσμα τρομερές απώλειες. Εάν και κατάφερε να διαφύγει από την Βρετανική επικράτεια, συνελήφθη μετά από πληροφορίες της Γαλλικής υπηρεσία πληροφοριών που συντόνισε την επιχείρηση στο Αλγέρι.
Το 2003 ένας άλλος Αλγερινός ο Kemal Burgass, συνελήφθη στο Λονδίνο κατηγορούμενος για δολοφονία αστυνομικού της αντιτρομοκρατικής ομάδας που τον παρακολουθούσε. Στη συνέχεια αποκαλύφθηκε ότι ο ίδιος αποτελούσε το συντονιστή ομάδας 100 ατόμων, κυρίως Βορειοαφρικανών που ήταν έτοιμοι να χτυπήσουν το Λονδίνο και το Παρίσι με βιολογικά όπλα και συγκεκριμένα τους υπόγειους σιδηρόδρομους των δύο πόλεων όπως και το πύργο του Άιφελ. Η ομάδα διατηρούσε εργαστήριο βιολογικών υλικών σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Βόρειο Λονδίνο σε περιοχή με έντονη Τουρκική παρουσία και εκτιμάται ότι αποφευχθεί τη τελευταία στιγμή μια ανείπωτη τραγωδία με θύματα αθώους πολίτες.
Σε γενικές γραμμές οι Αλγερινή τρομοκράτες θεωρούνται από τους πλέον αδίστακτους και επικίνδυνους στην Ευρώπη και η παρακολούθηση των τάσεων που αναπτύσσονται στην Αλγερινή κοινωνία αφορά άμεσα και τις Ευρωπαϊκές χώρες.
Μαρόκο
Στη χώρα αυτή η τρομοκρατική δράση διακρίνεται από την αποκεντρωμένη και χαλαρή δομή της, όπως και τη νόμιμη δράση οργανώσεων με τρομοκρατικά παρακλάδια.
Οι κυριότερες νόμιμες εξτρεμιστικές οργανώσεις είναι οι: Hizb Al-Adala, Jama’at Al-Adl wal Ihsan, και παράνομη η Salafiyia Jihadiya. Υπάρχουν δεκάδες άλλες οι οποίες δρουν αυτόνομα χωρίς να συντονίζονται από κάποιο κέντρο.
Τη δεκαετία του ’90 οι παραπάνω οργανώσεις ίδρυσαν μία πλειάδα φιλανθρωπικών σωματείων αποκτώντας ρίζες στον πληθυσμό ενώ κράτησαν απόσταση από την Αλ Κάιντα προτιμώντας τη τοπική δυναμική παρά τη διεθνή διακλάδωση. Ως αποτέλεσμα οι διεθνείς αρχές γνωρίζουν λίγα σχετικά για τις επιδιώξεις και διασυνδέσεις των ομάδων αυτών. Από τις αρχές του 200ο και άμα το θάνατο του Βασιλέα Χασάν του Μαρόκο και την ανάδειξη του διαδόχου Μοχάμεντ του 6ου στο θρόνο, υπήρξε έντονη και βίαιη δραστηριοποίηση των ισλαμιστών.
Το Μαρόκο είναι χώρα με συγκεντρωτικό χαρακτήρα της κρατικής δομής και ο θάνατος του μονάρχη που διοικούσε με σιδερένια γροθιά το κρατικό μηχανισμό, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία φυγόκεντρων τάσεων τη περίοδο του θανάτου και μέχρι τη σταθεροποίηση του νέου βασιλέα.
Η Salafiyia Jihadiya, απέκτησε ιδιαίτερη δυναμική τη τελευταία δεκαετία όταν επεκτάθηκε στο εξωτερικό και ήρθε σε επαφή με τους Αιγυπτίους θρησκευτικούς ηγέτες Sayyid Qutb, Shaykh Umar Abd Al–Rahman, Abu Qatada οι οποίοι έφεραν σε επαφή την ομάδα με την ηγεσία της Αλ Κάιντα όπως και εξτρεμιστές ιμάμηδες στο Λονδίνο. Οι Μαροκινές αρχές υπολογίζουν ότι υπάρχουν 400 υποψήφιοι βομβιστές αυτοκτονίες στις τάξεις της οργάνωσης και 12 αρχηγοί που κατοικοεδρεύουν στη Ταγγερη και τη Καζαμπλάνκα.
Επίσης υπάρχει σύνδεση με ακραία στοιχεία της Σαουδικής Αραβίας και το 2002 συνελήφθηκαν υπήκοοι από αυτό το κράτος που σχεδίαζαν με Μαροκινούς να επιτεθούν σε εμπορικά πλοία που διασχίζουν τα στενά του Γιλβατράρ. Επιπλέον η πολύνεκρη επίθεση στη Καζαμπλάνκα το 2003 με 45 νεκρούς κυρίως πολίτες Δυτικών χωρών οργανώθηκε από αυτή την οργάνωση σε συνεργασία με άλλους πυρήνες τρομοκρατών.
Είναι ενδιαφέρον να ειπωθεί, ότι το Μαρόκο εάν και δεν διακρίνεται σε πολιτικό επίπεδο από ισλαμιστικές τάσεις, έχει παρόλα ταύτα επηρεαστεί από τις ακραίες ιδεολογίες σε πρωτογενές κοινωνικό επίπεδο. Σύμφωνα με έρευνες Αμερικανικών πανεπιστημίων το 2004, το 45% των Μαροκινών έχει θετική γνώμη για τον Μπιν Λαντεν, ενώ σύμφωνα με το υπουργείο εσωτερικών της χώρας, υπάρχουν 3.000 τρομοκράτες που διαφεύγουν από τις αρχές, παρά τις 5.000 συλλήψεις που έγιναν αμέσως μετά τις επιθέσεις στη Καζαμπλάνκα.
Τη παρούσα περίοδο το εξτρεμιστικό κίνημα στο Μαρόκο διακρίνεται για τη συγκεκαλυμμένη δράση του λόγω της έντονης αστυνομικής καταστολής. Επίσης έχει διασπαστεί σε δύο κυρίως τάσεις, μία θεολογική που αποτελείτε από ιμάμηδες και δρα στην επαρχία και μία που αποτελείτε από ομάδες εγκληματιών που ενεπλέκονται στο λαθρεμπόριο κάνναβης και διακρίνονται για τις τυφλές επιθέσεις τους. Εάν και οι τουριστικές περιοχές φυλάσσονται καλά από τις τοπικές αρχές, οι ξένοι επισκέπτες είναι καλό να είναι πληροφορημένοι για τις περιοχές που θα επισκεφτούν και να μην αποτολμούν εξορμήσεις σε μη τουριστικές περιοχές.
Οι Μαροκινή τρομοκράτες στην Ευρώπη δρουν όπως και οι Αλγερινοί σε συνδυασμό με άλλες εθνοτικές μουσουλμανικές κοινότητες στα μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα.
O Zacharia Moussaoui και ο Mounir al-Motassadeq, είναι δύο Μαροκινοί μετανάστες που ζούσαν στη Γερμανία και συμμετείχαν στην προετοιμασία της 11/9, από τη λεγομένη «Κυψέλη του Αμβούργου». Επίσης στο Τορίνο ο Ιμάμης Μαροκινής καταγωγής Bourki Bouchta οργάνωσε εξτρεμιστικές ομάδες και καλούσε ιερό πόλεμο εναντίων της Ιταλίας και τελικά απελάθηκε το 2006 από τις αρχές. Το 2005 οι Σερβικές αρχές συνέλαβαν τον Μαροκινό υπήκοο Abdelmajid Bouchar και στη συνέχεια τον εκδώσανε στην Ισπανία ως συμμέτοχο στις επιθέσεις τον Μάρτιο του 2004 στο μετρό της Μαδρίτης.
Ο τρομοκράτης αυτός είχε διαφύγει στα Βαλκάνια και βρήκε προσωρινά προστασία από τις εξτρεμιστικές κοινότητες των Βοσνίων Μουσουλμάνων. Χάρης τις Βόσνιο-Σερβικές αρχές ασφαλείας εντοπίστηκε και υπάρχουν φήμες που δεν έχουν ακόμα διασταυρωθεί ότι θα επιχειρούσε να κατέλθει μέσω Σκοπίων στην Ελλάδα και από εκεί να διαφύγει στη Μέση Ανατολή.
Λιβύη
Στη Λιβύη το καθεστώς του Καντάφι έχει καταφέρει σε μεγάλο βαθμό να ελέγξει τις τρομοκρατικές ομάδες ισλαμικής υφής που δρουν στη χώρα, εάν και Λίβυοι υπήκοοι έχουν κατά επανάληψη απασχολήσει τις Ευρωπαϊκές αρχές. Αξίζει να σημειωθεί ότι το κράτος αυτό διατηρεί μια μάλλον εχθρική στάση έναντι των λοιπών θρησκευμάτων. Στη Βεγγάζη πάλαι ποτέ κέντρο Ελληνικών και Ιταλικών κοινοτήτων λειτουργεί μία μόνο Ελληνορθόδοξη εκκλησία η οποία στην ουσίά είναι ένα παλιό κτίσμα σε ένα παράδρομο στο κέντρο της πόλης χωρίς κανένα Χριστιανικό έμβλημα προκειμένου να μη «Προκαλεί το κοινό αίσθημα», ενώ οι δημόσιες εκφράσεις άλλης θρησκείας πλην της μουσουλμανικής θέτουν σε κίνδυνο τους πολίτες που προβαίνουν σε αυτές.
Στη Λιβύη το κύριο κέντρο δράσεις των τρομοκρατών είναι τα Νοτιοδυτικά σύνορα με την Αλγερία, βαθιά μέσα στην έρημο της Σαχάρας. Υπάρχει συνεργασία με τους Αλγερινούς, ενώ το 2004 οι ειδικές δυνάμεις του Λίβυου στρατού κατάφεραν μετά από πολύωρη μάχη να εξουδετερώσουν πολλούς στη περιοχή Τιμπέστι όπου και αποκαλύφθηκε αξιόλογος οπλισμός που προερχόταν από τη μαύρη αγορά και είχε μεταφερθεί από τους Τουαρέγκ της ερήμου μέσω των ατελείωτων ανθρωπίνων δικτύων και καραβανιών που ξεκινούν από την Ερυθρά Θάλασσα και ενώνουν την Αραβική Χερσόνησο με τη Σαχάρα και στη συνέχεια με τα όρη του Άτλαντα στο Μαρόκο και εν συνεχεία στην Ιβηρική Χερσόνησο και την Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Συνεπώς η σταθερότητα του Κανταφικού καθεστώτος είναι προς το συμφέρον της ΕΕ, καθότι τυχόν αποσταθεροποίηση θα φέρει με αρνητικό τρόπο πιο κοντά τους σκληροπυρηνικούς της Μέσης Ανατολής με τις Ευρωπαϊκές πόλεις μέσω του πλέον αφιλόξενου άξονα, αυτού της Σαχάρας που δεν δύναται να ελεγχθεί. Ο άλλος δρόμος μεταφοράς ανθρώπων και εκρηκτικών είναι ο λεγόμενος Βαλκανικός, που οδηγεί από τη Τουρκία-Βαλκάνια στη Κεντρική Ευρώπη.
Υπάρχει συνεργασία κυρίως μεταξύ των Ιταλικών αρχών με τους Λίβυους που έχει αποδώσει άμεσα αποτελέσματα. Το 2005 14 άτομα Βορειοαφρικανικής καταγωγής συνελήφθηκαν στις πόλεις Κρεμόνα, Μπέργκαμο και Μιλάνο τα οποία λειτουργούσαν παράλληλα ως λαθρεμπορικό δίκτυο και ως πυρήνας της Αλ Κάιντα. Η αρχική τους βάση ήταν στην Λιβύη και οι πληροφορίες των εκεί αρχών συνετέλεσαν στην εξάρθρωση αυτού του δικτύου.
Η Λίβυα τρομοκρατική δράση στην Ευρώπη δεν είναι αξιόλογη, παραδόξως σε σχέση με τα υψηλόβαθμα στελέχη Λίβυας καταγωγής που έχουν είτε συλληφθεί είτε σκοτωθεί στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Προ διετίας οι Γερμανικές ειδικές δυνάμεις της Αστυνομία συνέλαβαν Λίβυο υπήκοο στην Καρλσρούη που ετοιμαζόταν να καταφύγει στο Ιράκ και να γίνει βομβιστής αυτοκτονίας. Ο σημαντικότερος λόγος διατήρησης χαμηλού προφίλ των υπηκόων αυτής της χώρας, είναι η ύπαρξη ενός ισχυρού δικτύου πληροφοριών του Καντάφι εντός των Ευρωπαϊκών κρατών που συνεργάζεται στον εντοπισμό αλλά και στην αποτροπή επιθέσεων από κατοίκους της χώρας του.
Τάσεις
Οι τάσεις που διαμορφώνονται αυτή την περίοδο στη Σαχάρα είναι η ολοένα και εντεινόμενη δράση των ακραίων ισλαμιστών νοτιότερα και συγκεκριμένα στη Μαυριτανία μέσω της οργάνωσης Reform Knights, η οποία αποτελείτε από μέλη της φυλής Kounta. Επίσης στο Τσαντ υπάρχει δίαυλος συνεργασίας μεταξύ των εκεί εξτρεμιστών και των Αράβων του Χαρτούμ οι οποίοι κατηγορούνται για τη γενοκτονία των μαύρων Σουδανών του Νταρφούρ. Αυτοί υποστηρίζονται από τη Σαουδική Αραβία σε ένα παίγνιο υψηλής πολιτικής με σκοπό την επέκταση της επιρροής του Ριάντ σε δύο κομβικά γεωπολιτικά χώρες της Αφρικής που όποιος τις ελέγχει αποκτά δίοδο στην Αιθιοπία, Ζαΐρ, Νιγηρία και φυσικά σε ολόκληρο το Μαγκρέμπ.
Η ΕΕ έχει ήδη αποστείλει ειρηνευτική στρατιωτική αποστολή εκεί, αλλά οι μέχρι τώρα πληροφορίες ομιλούν για κυριαρχία σε αχανείς εκτάσεις των ισλαμιστών οι οποίοι είναι εξοπλισμένοι με τζιπ Τογιότα και αντιαρματικές ρουκέτες τα οποία οι Αμερικανικές αρχές έχουν διαρρεύσει ανεπίσημα στο τύπο ότι δόθηκαν από τους Σαουδάραβες.
Σε ότι αφορά την Ευρώπη οι διαμάχες σε αυτή τη καρδιά της Σαχάρας έχουν έμμεση επίδραση σε θέματα λαθρομετανάστευσης καθότι μάζες ανθρώπων διακινούνται προς το Βορά με σκοπό το προσπορισμό παράνομου και κέρδους, όπως επίσης και κάτι ακόμα που έχει διέλθει της προσοχής: Για πρώτη φορά στην ιστορία, λόγω της τεχνολογίας (Νέοι δρόμοι, τηλεπικοινωνίες, κτλ), αλλά και της ανάμειξης τρίτων χωρών, ενώθηκε σε μεγάλο βαθμό γεωοικονομικά το κέντρο της «Μαύρης Αφρικής» δηλαδή το Ζαΐρ με τη Σαχάρα και τη Μεσόγειο. Συνεπώς από εδώ και στο εξής αναταραχές σε αυτό το σημείο του πλανήτη που είναι ένα ενδημικό φαινόμενο θα συντελούν στην αυξανόμενη είσοδο λαθρομεταναστών στις Μεσογειακές ακτές από 6 έως 18 μήνες αργότερα αναλόγως των διαδρομών που θα επιδιώξουν οι δουλέμποροι. Παράλληλα μπορεί να εκτιμηθεί ότι θα υπάρξει (Εάν δεν έχει γίνει ήδη) στρατολόγηση μαύρων Αφρικανών από Άραβες με σκοπό τη διεξαγωγή τρομοκρατικών επιχειρήσεων στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα και οι επιδράσεις του Μαγκρέμπ
Οι Βορειοαφρικανικές κοινότητες στην Ελλάδα είναι ως επί το πλείστον επικεντρωμένες στην Αθήνα και στις περιοχές της Ομόνοιας, Κυψέλης, Αιγαλέου, Μοσχάτου Πειραιά και δεν υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι ενέχονται σε εξτρεμιστικές ενέργειες. Την παρούσα περίοδο ανεπίσημο τέμενος έχει εμφανιστεί και σε διαμέρισμα των Νοτίων Προαστίων που διατηρείτε από Έλληνα προσήλυτο στο Ισλάμ και αποτελεί ένα ακόμη σημείο συνάντησης Τυνησίων κυρίως υπηκόων. Τα μη δηλωμένα τζαμιά στην Αττική ίσως να υπερβαίνουν τα 100, αρκετά εκ των οποίων στελεχώνονται από Βορειοαφρικανούς.
Τη περίοδο προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων το Ελληνικό κράτος αποδύθηκε σε ένα αγώνα δρόμου προκειμένου να καταγράψεις όλες τις Μουσουλμανικές ενώσεις και οργανώσεις που δρούσαν σε Ελληνικό έδαφος.
Σύμφωνα με ανεπίσημες πληροφορίες, 50.000 μουσουλμάνοι ελέγχθηκαν και 2.000 ετέθησαν υπό παρακολούθηση. Εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε ότι οι ενέργειες ήταν επιτυχημένες, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι λόγω της γεωγραφικής θέσης της χώρας , μάλλον δεν πρέπει να αναμένεται ανάπτυξη ακραίων ομάδων που να προέρχονται από το Μαρόκο ή την Αλγερία. Η Αίγυπτος αποτελεί ενδεχομένως μία χώρα που πρέπει να προσεχθεί, αλλά αυτό υπερβαίνει τα όρια της παρούσας μελέτης που εξετάζει κυρίως το Μαγκρέμπ και τη Σαχάρα.
Είναι χρήσιμο να σημειωθεί ότι αμέσως ύστερα από τη επίθεση στη Μαδρίτη στις 11/03/05, σύμφωνα με λίαν αξιόπιστες πηγές οι Μουσουλμανικές κοινότητες στην Αθήνα “Προειδοποιήθηκαν” από τις Ευρωπαϊκές κοινότητες τους, να κρατήσουν χαμηλό προφίλ και να μην εκτίθενται στις αρχές ασφαλείας με τη συμπεριφορά τους. Περαιτέρω τα “Ακράια κηρύγματα” στα τεμένη τέθηκαν εκτός ημερησίας διάταξης και αρκετοί μεταξύ των οποίων και Μαροκινοί εξαφάνισαν τα ίχνη τους και πιθανότατα έφυγαν από την Ελλάδα. Σε γενικές γραμμές οι κοινότητες του Μαγκρέμπ και των άλλων Μουσουλμάνων στον Ελληνικό χώρο πήραν μια σειρά προφυλάξεων, εάν και μέχρι στιγμής ουδείς έχει κατηγορηθεί για συμμετοχή σε τρομοκρατία. Από την άλλη πλευρά οι Ελληνικές αρχές κατά καιρούς συντείνουν στο να πιστεύουν ότι υπάρχουν βάσεις λογιστικής υποστήριξης στην Αθήνα, βάσιμη υποψία εάν κρίνουμε από το γεγονός ότι οι εδώ κοινότητες δέχονται οδηγίες δράσεις από τις “κεντρικές” στη Δ. Ευρώπη.
Επιπλέον, υπάρχουν ορισμένα στοιχεία και γεγονότα που αξίζουν περαιτέρω προσοχής και έρευνας. Σύμφωνα με παλαιότερο δημοσίευμα της Ελληνικής εφημερίδας Aegean Times, «Στις 02/08/2002, βρέθηκε στα Βατερά της Λέσβου κάποιος που έμοιαζε εκπληκτικά με τον Δημήτρη Κουφοντίνα. Το όνομά του συγκεκριμένου ατόμου, είναι ABBOU H… και ήταν κάτοχος του υπ αριθμόν 02Υ… διαβατηρίου που έχει εκδοθεί στη Γαλλία. Είναι σίγουρο ότι το διαβατήριο αυτό ανήκει σε πρόσφυγα από την Αλγερία που είχε καταφύγει στη Γαλλία. Το περίεργο στην υπόθεση είναι ότι ο συγκεκριμένος άνθρωπος κατείχε ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΚΟ δίπλωμα οδήγησης με τον αριθμό ΥU3…»
Η εκτίμηση των δημοσιογράφων της αποκαλυπτικής αυτής εφημερίδας είναι ότι πρόκειται για Αλγερινό που είχε προσβάσεις στο Βαλκανικό χώρο ως Μουτζαχεντίν στη Βοσνία τη δεκαετία του ’90. Πρέπει να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση του Σαράγιεβο έχει πάρει πίσω τις υπηκοότητες δεκάδων Βορειοαφρικανών μαχητών που έδωσε πριν από μερικά έτη, αλλά τα ίχνη των περισσοτέρων έχουν χαθεί και μάλλον μετακινήθηκαν ορισμένοι σε άλλα κράτη.
Ακόμα, από τον Ελληνικό τύπο και την εφημερίδα τα ΝΕΑ όπως και το Αμερικανικό κέντρο ερευνών Jamestown Foundation, ήρθαν στο φως πληροφορίες ότι συνελήφθη στο Τελωνείο Κήπων, στις 13/09/2005, ο Μαροκινός υπήκοος Ανουάρ Μαζράρ, ο οποίος καταζητούνταν από τις γαλλικές και τις μαροκινές αρχές για συμμετοχή του σε οργάνωση φανατικών μουσουλμάνων που δρούσε ως παρακλάδι της Αλ Κάιντα.
Κυνηγημένος από τη μαροκινή Αστυνομία ο Μαζράρ είχε καταφέρει να διαφύγει στη Γαλλία, όπου σύμφωνα με τις πληροφορίες των γαλλικών μυστικών υπηρεσιών φέρεται να οργάνωσε δίκτυο μουσουλμάνων εξτρεμιστών.
Λίγο πριν από τη σύλληψή του από τις γαλλικές αρχές, κατάφερε να διαφύγει σε αραβική χώρα χρησιμοποιώντας πλαστό γαλλικό διαβατήριο. Οι γαλλικές μυστικές υπηρεσίες ενημέρωσαν τις αντίστοιχες ελληνικές πως ο Μαζράρ θα προσπαθούσε να εισέλθει στην Ελλάδα από την Τουρκία με λεωφορείο που εκτελούσε το δρομολόγιο Κωνσταντινούπολη- Θεσσαλονίκη.
Ο δημοσιογράφος Στέλιος Βραδέλης αναφέρει ότι «Στο στόχαστρο των Ελληνικών διωκτικών αρχών βρίσκονται δύο Βορειοαφρικανοί που εκτελούν χρέη ιμάμη και για τους οποίους υπάρχουν πληροφορίες πως ανήκαν σε σκληρές μουσουλμανικές οργανώσεις στην Αλγερία». Ακόμα είναι ενδιαφέρον να ειπωθεί ότι τα τελευταία χρόνια συλλήψεις περίπου 20 «ελληνοποιημένων» Αράβων έχουν γίνει στη Βρετανία, την Πορτογαλία, τη Γαλλία, την Ιταλία και την Ολλανδία, ενώ όπως αποκαλύφθηκε, είχαν προμηθευτεί τα πλαστά έγγραφα από δίκτυα πλαστογράφων συμπατριωτών τους. Άρα το Ελληνικό έδαφος χρησιμοποιείτε ως ένα βαθμό ως κέντρο λογιστικής υποστήριξης ακραίων ομάδων με επίκεντρο την Αθήνα και ειδικότερα το κέντρο της πόλης.
Το ευτύχημα για την Ελλάδα, είναι ότι διαθέτει πολύ καλή φήμη στους Βορειαφρικανικούς πληθυσμούς λόγω ιστορίας, πολιτισμού, καλών αναμνήσεων από την Ελληνική Διασπορά και της έλλειψης Δυτικοκεντρικού τρόπου σκέψης που οδηγεί σε αυτό που ονομάζουμε ρατσισμός, ο οποίος δεν ενυπάρχει στην Ελληνική κοινωνία με τη φυλετική έννοια σε αντίθεση με την Ευρώπη. Ο γράφων σε συνομιλία με Τυνήσιο επαγγελματία κάτοικο Δυτικής χώρας και σκληροπυρηνικών απόψεων, διαπίστωσε ότι η Αθήνα θεωρείτε ως η πλέον φιλική και αγαπητή πόλη για την Τυνησιακή κοινωνία από όλες τις Ευρωπαϊκές μητροπόλεις όπως επίσης και πεποίθηση ότι η «Ελλάδα δεν κινδυνεύει από τους Μουσουλμάνους».
Παρόλα αυτά η ύπαρξη άρτια οργανωμένων τμημάτων ασφάλειας σε θέματα και ειδίκευση και για τη τρομοκρατίας προερχόμενη από Βορειοαφρικανούς ισλαμιστές αποτελεί μια δικλείδα ασφαλείας για την Ελληνική κοινωνία. Παρόλο που η χώρα δεν πρόκειται να οργανώσει ξανά Ολυμπιακούς αγώνες ή παρόμοιας κλίμακας διεθνές γεγονός, είναι φρόνιμο να υπάρχουν οι δομές εκείνες που είτε θα αποτρέψουν ένα μοιραίο χτύπημα είτε θα βοηθήσουν αρχές άλλων χωρών με ανταλλαγή πληροφοριών και εκτιμήσεων.
Σε γενικές γραμμές το κύριο ζητούμενο είναι οι γεωπολιτικές αναταράξεις στη Βόρειο Αφρική σε συνδυασμό με ένα ενδεχόμενο κύμα μαζικής μετανάστευσης την επόμενη δεκαετία. Σε αυτή την περίπτωση το κύριο βάρος επιμερίζεται στο Λιμενικό σώμα και το Π.Ν με επίκεντρο τη Κρήτη, τη Νότια Πελοπόννησο και τη Νοτιοδυτική Ελλάδα.
Το Μαγκρέμπ είναι μία περιοχή η οποία εάν και σχετικά εγγύς της Ελληνικής επικράτειας παραμένει Terra Incognita, συνεπώς οποιαδήποτε πρωτοβουλία κινείτε προς τη κατανόηση των εκεί διεργασιών είναι προς τη σωστή κατεύθυνση.
Δημοσίευση σχολίου