ΓΚΟΥΤΖΑΝΗΣ ΣΠΥΡΟΣ
Τα μηνύματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων δείχνει ότι η κυβέρνηση έχει αρχίσει να έχει φθορά και αρνητικό πρόσημο σε πάρα πολλούς ποιοτικούς δείκτες. Ένα ενδεχόμενο ποσοστό κάτω του 30% στις προσεχείς Ευρωεκλογές του Ιουνίου, δεν αποκλείεται να αποτελέσει θρυαλλίδα πολιτικών εξελίξεων.
Mε τα δημοσκοπικά ποσοστά να μειώνονται σταθερά και την εικόνα της – όπως καταγράφεται από τα λεγόμενα ποιοτικά στοιχεία – να καταρρέει, η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει περιέλθει στην φάση της αποδρομής και αν κάτι την συγκρατεί είναι η έλλειψη αξιόπιστου πολιτικού φορέα υποδοχής της ογκούμενης κοινωνικής δυσαρέσκειας.
Η ακρίβεια παραμένει πρώτη στην αρνητική αξιολόγηση των πολιτών, η εμπιστοσύνη στους θεσμούς βρίσκεται στο ναδίρ, η πλειονότητα των πολιτών ζητούν Δικαιοσύνη για το έγκλημα των Τεμπών, ενώ ακόμη το δόγμα της ασφάλειας του πολίτη – μετά και την δολοφονία της 29χρονης έξω από το αστυνομικό τμήμα – μοιάζει με κακόγουστο ανέκδοτο. Η κυβέρνηση χάνει σταθερά λαϊκά ερείσματα, στερείται ένα μέρος της επιρροής της στα ΜΜΕ λόγω αντιπαραθέσεων με ισχυρά συμφέροντα, ενώ από τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και μετά, υπάρχει ρήγμα στο εσωτερικό της.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην προσπάθεια του να συσπειρώσει ένα κρίσιμο εκλογικό κοινό, καταφεύγει στην θεωρία της χαμένης ψήφου και προβάλλει την “ανάγκη σταθερότητας της χώρας που κινδυνεύει από την τοξική αντιπολίτευση”. Αλλά το παραμύθι της αποσταθεροποίησης είναι παλιό και φθαρμένο και δεν έχει δράκο. Δεν γίνεται να αποσταθεροποιείται η χώρα από τους μέχρι πρότινος φιλικούς του επιχειρηματίες, στους οποίους στέλνει διαμεσολαβητές προς ομαλοποίηση των προσωρινά (;)διαταραγμένων σχέσεων, με ή δίχως την παρέμβαση της συζύγου του, όπως γράφτηκε.
Ο Στέφανος Κασσελάκης, σαν επανάληψη του Αλέξη Τσίπρα της περιόδου 2012-2015 – τον οποίο επιχειρούν να εμφανίσουν σαν φόβητρο – δεν πείθει ούτε τους πιο ακραιφνείς υποστηρικτές της κυβέρνησης – εκτός ίσως από τις μόνιμες θεραπαινίδες των ΜΜΕ. Ακόμη και το μότο “μην χτυπάτε την σύζυγό μου, χτυπήστε εμένα” είναι πολυπαιγμένο, πέρα από το ότι είναι μία επανάληψη της περιόδου του πατρός Μητσοτάκη του 1993.
Τα κρίσιμο 30%
Η έλλειψη ισχυρού αντίπαλου δέους είναι δίκοπο μαχαίρι: Ευνοεί την πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά παράλληλα εντείνει την αποσυσπείρωση. Στο Συνέδριο για τα 50 χρόνια της ΝΔ, το οποίο έχει στηθεί σαν μητσοτακική φιέστα, η μόνη είδηση είναι η ηχηρή σιωπή των δύο πρώην, Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά, που συγκλίνουν όλο και περισσότερο στις εκτιμήσεις τους και στην κριτική τους στην κυβέρνηση – αν και όχι αποκλειστικά σε αυτή.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γίνεται κρίσιμο το ερώτημα για το ποσοστό που θα πάρει η ΝΔ στις ευρωεκλογές και ποιο θα είναι το μέτρο: Το 41% των εθνικών εκλογών, ή το 33% των περασμένων ευρωεκλογών; Στην παρούσα συγκυρία πάντως, δύο μήνες πριν τις κάλπες, ακόμη και το εάν θα έχει “3” μπροστά το ποσοστό της ΝΔ δεν είναι δεδομένο, αλλά ζητούμενο. Το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου καταφεύγει στο σόφισμα της διαφοράς από το δεύτερο κόμμα. “Δεν έχει σημασία το ποσοστό εάν η διαφορά είναι μεγάλη και η κυβέρνηση δεν απειλείται”, λένε στις διαρροές και στα κανάλια.
Ωστόσο είναι εμφανής η αγωνία να συγκρατηθεί η μείωση, ώστε να μην εξελιχθεί σε ανεξέλεγκτη πτώση. Φυσικά εάν ο ένας παράγοντας των εξελίξεων είναι η μείωση της κυβέρνησης, ο άλλος είναι η ενίσχυση και η αποκατάσταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως δυνάμει εναλλακτικής λύσης. Μία άνοδος όμως του ΣΥΡΙΖΑ – έστω πάνω από το 17% που ήταν το ποσοστό του στις εθνικές εκλογές, με ταυτόχρονη μείωση της κυβέρνησης κάτω από το 30% – θα σηματοδοτήσει αντιστροφή της πολιτικής δυναμικής και θα είναι απαρχή πολιτικών και εσωκομματικών εξελίξεων. Είναι πολλοί στο εσωτερικό της ΝΔ που περιμένουν ένα αρνητικό αποτέλεσμα για να αμφισβητήσουν την κυριαρχία Μητσοτάκη.
Η Κεντροαριστερά
Στον χώρο της Κεντροαριστεράς τα πράγματα δείχνουν να ξεκαθαρίζουν. Το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, σύμφωνα με τις μετρήσεις, δεν κέρδισε πόντους, παρά την πρωτοβουλία της πρότασης μομφής. Η αίσθηση ότι δεν αξιοποίησε την παρατεταμένη περιδίνηση του ΣΥΡΙΖΑ για να κατοχυρώσει την δεύτερη θέση, ευνοεί την περαιτέρω μείωση. Αντίθετα ο Στέφανος Κασσελάκης, παρά τα ουκ ολίγα ολισθήματα, αξιοποιεί το επικοινωνιακό του πλεονέκτημα και την ευχέρεια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: Βελτιώνει τα ποσοστά του και βάζει τέλος στο σίριαλ της δεύτερης θέσης.
Βοηθάει και το γεγονός ότι μετά το Συνέδριο έχει μπει τέλος στις εσωκομματικές διενέξεις. Το εάν θα επαναληφθούν μετά τις ευρωεκλογές, θα εξαρτηθεί από το αποτέλεσμα που θα φέρει. Παράλληλα έχει συγκρατήσει τις διαρροές προς τη Νέα Αριστερά, η οποία επαναλαμβάνει τις επιθέσεις στον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς βρίσκεται αντιμέτωπη με τον εφιάλτη να μην πιάσει το ποσοστό για εκλογή ευρωβουλευτή. Ακόμη κι έτσι όμως ο ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη έχει πολύ δρόμο να διανύσει για να πείσει ότι αποτελεί αξιόπιστη εναλλακτική λύση διακυβέρνησης.
Το άλλο μεγάλο ερώτημα είναι το ποσοστό που θα αθροίσουν τα κόμματα στο δεξιό πολιτικό φάσμα, κυρίως η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου και η Νίκη του Δημήτρη Νατσιού, αλλά και τα μικρότερα που εμφανίζονται. Ένα ποσοστό γύρω στο 20%, όπως εικάζεται, θα είναι προάγγελος άλλου είδους εξελίξεων. Η κυβέρνηση με την τελευταία δικαστική δίωξη δείχνει ότι θέλει να τελειώσει τους Σπαρτιάτες, αλλά το ποσοστό τους αναμένεται να διαχυθεί προς άλλα κόμματα του δεξιού πολιτικού φάσματος.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου