ΜΕ ΤΟΝ ΣΑΒΒΑ ΙΑΚΩΒΙΔΗ
Η επίσκεψη, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, του Πρωθυπουργού του Ισραήλ και οι πληροφορίες ότι, εκτός των άλλων, φαίνεται να έγινε συμφωνία συνεργασίας και στον αμυντικό τομέα, πυροδότησε διάφορα σχόλια και αναλύσεις. Έλληνες αναλυτές, Κύπριοι, ακόμα και η αμερικανική δεξαμενή σκέψης, «Στράτφορ», ασχολήθηκαν με αρνητικό τρόπο για τη σύσφιγξη των σχέσεων της Ελλάδας με το Ισραήλ.
Αφού ανασύρθηκαν τα γνωστά αντιϊσραηλινά σύνδρομα και κατηγορίες, η Αθήνα χλευάστηκε ότι ουσιαστικά χρησιμοποιείται από το Ισραήλ για να εξοργίσει την Τουρκία, εξαιτίας του γνωστού επεισοδίου με τους ακτιβιστές και την τραγική κατάληξή του. Ακόμα διατυπώνονται θέσεις ότι η αδύναμη, οικονομικά, Ελλάδα, δεν έχει τα ερείσματα αξιόπιστης προσέγγισης είτε των Αράβων είτε του Ισραήλ και, συνεπώς, είναι άνευ αντικειμένου η θέση ότι επιβάλλεται η προσέγγιση και στενότερη συνεργασία με το Ισραήλ, αφού αυτό δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την Τουρκία, για πολλούς λόγους.
Ας δεχθούμε χάριν συζήτησης ότι όλα όσα Έλληνες και ξένοι αναλυτές καταγράφουν, με μία ισχυρή δόση χαιρεκακίας και έκδηλης ειρωνείας προς την πολιτική της Αθήνας, σε συνάρτηση και προς την Κύπρο, είναι ορθά. Τι εισηγούνται, λοιπόν; Η Ελλάδα και η Κύπρος να παραμείνουν στη σημερινή κατάσταση, αναμένοντες πότε ο σουλτάνος Ερντογάν θα αποφασίσει να τις αποτελειώσει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο; Είναι γεγονός ότι, πρώτον, η Ελλάδα βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση. Δεύτερον, δεν μπορεί να αντισταθεί στην αποθηριωμένη Τουρκία που, ενώ ζητά από την Αθήνα μείωση εξοπλισμών, η ίδια επενδύει 50 δισεκατομμύρια για νέους εξοπλισμούς. Αυτό δεν λέγει τίποτε στους παροικούντες την ελληνική πρωτεύουσα ή τη Λευκωσία; Τρίτον, η Ελλάδα τρέμει κυριολεκτικά ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, που η Τουρκία δεν σταματά να παραβιάζει και να αμφισβητεί, παρά τις γλυκανάλατες και κωμικές δηλώσεις Νταβούτογλου ότι, δήθεν, Έλληνες και Τούρκοι «είμαστε μια οικογένεια». Ωραία… οικογένεια, με το ένα μέλος να συμπεριφέρεται ως νταής και αδίστακτος εκβιαστής.
Η Αθήνα και η Λευκωσία βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, πολιτικά, διπλωματικά και στρατιωτικά. Θα πρέπει, κατά τους Έλληνες και ξένους αναλυτές, να παραμείνουν σε αυτήν την οδυνηρή θέση, ως έτοιμα σφάγια προσφερόμενα στους Τούρκους, επειδή, πρώτον, μια συνεργασία θα ενοχλήσει τους Άραβες. Ποιους Άραβες; Τον Άσαντ της Συρίας, που παραδόθηκε στην Τουρκία; Τον ανεκδιήγητο δικτάτορα Καντάφι, προσφιλή σε μερικούς στο λεκανοπέδιο Αττικής, αυτόν που θεωρεί την Τουρκία ως τον «δούρειο ίππο του Ισλάμ» στην ΕΕ; Ή τον αιμοσταγή δικτάτορα του Σουδάν, αυτόν ακριβώς που η Τουρκία προστατεύει και χαϊδεύει, προκαλώντας την μήνιν των Αμερικανών και των Ευρωπαίων; Δεύτερον, μήπως θα ενοχληθεί η Αλ Κάιντα, της οποίας ο δεύτερος τη τάξει, Αλ Ζαουάχρι, καλεί την Τουρκία να διακόψει σχέσεις με το Ισραήλ; Τρίτον, η Αίγυπτος θέλει και επιθυμεί διακαώς συνεργασία με την Ελλάδα και την Κύπρο, όπως και σεϊχάτα και εμιράτα του Κόλπου, διότι δεν έχουν δελεαστεί από τα επικοινωνιακά τερτίπια της Άγκυρας και, περισσότερο, ανησυχούν από τα νεο-οθωμανικά και μεγαλοϊδεατικά σχέδιά της για την περιοχή.
Οι αραβόφιλοι των Αθηνών δεν εξηγούν πώς, συγκεκριμένα, οι Άραβες έχουν βοηθήσει και πόσο τον ευρύτερο Ελληνισμό, πέραν κάποιας υποστήριξης στον ΟΗΕ. Ρωτάμε ξανά: Πού η Ελλάδα και η Κύπρος πρέπει να στραφούν για να αναζητήσουν βοήθεια, συνεργασία και υποστήριξη; Ας δεχθούμε ότι, τάχα, το Ισραήλ θέλει να εκβιάσει ή να εξοργίσει την Τουρκία, με την οποία οι σχέσεις του έφτασαν στο χειρότερο σημείο, χρησιμοποιώντας την Ελλάδα και την Κύπρο, οι οποίες, κατά τις αναλύσεις, δεν αποτελούν «φόβητρο» ή αντίβαρο στην τουρκική απειλή ή στον τουρκικό εκβιασμό. Δηλαδή, να εννοήσουμε ότι τώρα το Ισραήλ θέλει να… παίξει με την Αθήνα και την Κύπρο, επειδή θύμωσε με την Τουρκία; Όλοι αυτοί λησμονούν ότι από το 1996, για να μη πάμε πιο πίσω, το Ισραήλ είχε προτείνει στην Ελλάδα του Σημίτη τη συνομολόγηση συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας και η Αθήνα την απέρριψε, για να μην… τσαντίσει τους Άραβες «φίλους» της. Και το Ισραήλ, φυσικά, έκανε τη συμφωνία με την πρόθυμη Τουρκία. Από την άλλη, με βάση και όσα μας είπαν πριν από μερικούς μήνες ανώτατοι αξιωματούχοι του ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών, το Ισραήλ ανέκαθεν επιδίωκε στενή συνεργασία με την Ελλάδα και την Κύπρο σε όλους τους τομείς, ειδικά και στον στρατιωτικό.
Οι Ισραηλινοί προτάσσουν τρία επιχειρήματα: Πρώτον, η Ελλάδα και η Κύπρος, όντας και μέλη της ΕΕ, είναι οι μόνες δύο χώρες, που δεν είναι μουσουλμανικές, είναι δημοκρατικές και με αυτές μπορούν καλύτερα να συνεργαστούν σε όλους τους τομείς. Δεύτερον, το Ισραήλ έχει μεν στενές σχέσεις με την Τουρκία, όμως αυτές διέρχονται, την τελευταία 8ετία (επί διακυβέρνησης του ισλαμιστή Ερντογάν), από σαράντα κύματα. Πολιτική του Ερντογάν, καθ’ υπόδειξιν Νταβούτογλου, είναι η σταδιακή απονομιμοποίηση του κράτους του Ισραήλ. Σε τι διαφέρει η τουρκική πολιτική από εκείνην του Αχμαντινετζάντ και σκληροπυρηνικών Αράβων, που διακηρύσσουν την εξαφάνιση του Ισραήλ; Τρίτον, το Ισραήλ θεωρεί τα νεο-οθωμανικά σχέδια της Τουρκίας για ανάδειξή της σε περιφερειακή και, ίσως, μελλοντικά, σε υπερδύναμη ως μέγιστο κίνδυνο για την ύπαρξη, την ασφάλεια και τα συμφέροντά του. Γι’ αυτό αναζητεί αιτιολογημένα αξιόπιστους και σοβαρούς μη μουσουλμάνους συμμάχους, που νομιμοποιούνται να ανησυχούν από τις εκτυλίξεις του ισλαμικού φονταμενταλισμού και τις απειλές εναντίον της χριστιανικής Δύσης. Οι πλησιέστερες και αμέσως αποδεκτές χώρες, με τις οποίες θέλει να συνάψει συμμαχία, είναι η Ελλάδα και η Κύπρος.
Αυτό είναι λάθος; Αν πιστέψουμε Έλληνες αναλυτές, αυτό είναι περίπου… έγκλημα! Εναντίον ποίων; Μα, των φίλων τους Αράβων, φυσικά. Στο σημείο που βρίσκονται, όμως, η Ελλάδα και η Κύπρος, δεν έχουν πολλές επιλογές. Πρώτον, οι ηγέτες τους καλούνται να ανασυντάξουν τις δυνάμεις, τα μυαλά και τις δυνατότητες του Ελληνισμού, να συσπάσουν τους μυώνες τους, να προσγειωθούν και με ωμό ρεαλισμό να αναζητήσουν στηρίγματα και ερείσματα για τα συμφέροντα των Ελλήνων. Αυτά τα συμφέροντα, άνευ ουδεμίας βλάβης των σχέσεων με φίλια αραβικά κράτη, αρκετά από τα οποία διατηρούν σχέσεις με το Ισραήλ, προστατεύονται και θωρακίζονται με ισχυρές συμμαχίες. Μία από αυτές είναι με το Ισραήλ, είτε αρέσει είτε όχι. Δεύτερον, είναι προς τα ευρύτερα συμφέροντα του Ελληνισμού μια σοβαρή και αξιόπιστη συνεργασία με το Ισραήλ, σε όλους τους τομείς και ειδικά στον στρατιωτικό. Μια τέτοια συνεργασία εξυπονοεί στενότερη συνεργασία του εβραϊκού με το ελληνικό λόμπι και, δι’ αυτών, με Αμερικανούς γερουσιαστές και βουλευτές και άλλους παράγοντες για επηρεασμό της αμερικανικής πολιτικής έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου.
Υπάρχει και ένας τρίτος λόγος: Η Ελλάδα, περισσότερο, καλείται να αποβάλει, επιτέλους, αντιϊσραηλινά ή φιλοαραβικά χρόνια, ολέθρια σύνδρομα και να κατανοήσει ότι η υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων, της ακεραιότητας και της εθνικής ανεξαρτησίας και, τελικά, της ελευθερίας της, έναντι της συνεχώς πυκτεύουσας και αδίστακτης Τουρκίας, δεν θα γίνει με την αδιέξοδη επιχείρηση εξημέρωσης του τουρκικού θηρίου αλλά με στιβαρή και αξιόπιστη πολιτική προσέγγισης και συνεργασίας με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, οικονομική και στρατιωτική ισχυροποίησή της. Η Ελλάδα, όπως και η Κύπρος δεν απώλεσαν, αντίθετα αναβάθμισαν τη γεωπολιτική, στρατηγική και ενεργειακή σημασία τους, ιδιαίτερα μετά την πιστοποίηση ότι στα θαλάσσια «οικόπεδα» της Κύπρου υπάρχουν κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου για τα επόμενα 100 χρόνια. Ερώτηση: Πώς η Κύπρος θα διασφαλίσει και θα υπερασπίσει αυτά τα κοιτάσματα χωρίς ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και συμμαχίες; Δυστυχώς, η Ελλάδα ακόμα να συνεννοηθεί με την Κύπρο για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.
Η Ελλάδα και η Κύπρος οφείλουν, δικαιούνται και πρέπει να συμμαχήσουν με το Ισραήλ, για λόγους καθαρά εθνικών συμφερόντων και επιβίωσης. Το Ισραήλ από χρόνια επιδιώκει αυτήν τη συνεργασία και συμμαχία. Όταν το ελληνικό σπίτι -η Ελλάδα και η Κύπρος- καίγεται από τον αδίστακτο Τούρκο, ποιες αναστολές, ιδιοτέλειες, μικροπολιτικές ή στενόκαρδες αντιλήψεις ή ραγιαδίστικες προσεγγίσεις μπορεί να στηθούν εμπόδιο στην αναζήτηση βοήθειας για να σωθεί και να επιβιώσει;
Σημερινή – sigmalive
Η επίσκεψη, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, του Πρωθυπουργού του Ισραήλ και οι πληροφορίες ότι, εκτός των άλλων, φαίνεται να έγινε συμφωνία συνεργασίας και στον αμυντικό τομέα, πυροδότησε διάφορα σχόλια και αναλύσεις. Έλληνες αναλυτές, Κύπριοι, ακόμα και η αμερικανική δεξαμενή σκέψης, «Στράτφορ», ασχολήθηκαν με αρνητικό τρόπο για τη σύσφιγξη των σχέσεων της Ελλάδας με το Ισραήλ.
Αφού ανασύρθηκαν τα γνωστά αντιϊσραηλινά σύνδρομα και κατηγορίες, η Αθήνα χλευάστηκε ότι ουσιαστικά χρησιμοποιείται από το Ισραήλ για να εξοργίσει την Τουρκία, εξαιτίας του γνωστού επεισοδίου με τους ακτιβιστές και την τραγική κατάληξή του. Ακόμα διατυπώνονται θέσεις ότι η αδύναμη, οικονομικά, Ελλάδα, δεν έχει τα ερείσματα αξιόπιστης προσέγγισης είτε των Αράβων είτε του Ισραήλ και, συνεπώς, είναι άνευ αντικειμένου η θέση ότι επιβάλλεται η προσέγγιση και στενότερη συνεργασία με το Ισραήλ, αφού αυτό δεν πρόκειται να εγκαταλείψει την Τουρκία, για πολλούς λόγους.
Ας δεχθούμε χάριν συζήτησης ότι όλα όσα Έλληνες και ξένοι αναλυτές καταγράφουν, με μία ισχυρή δόση χαιρεκακίας και έκδηλης ειρωνείας προς την πολιτική της Αθήνας, σε συνάρτηση και προς την Κύπρο, είναι ορθά. Τι εισηγούνται, λοιπόν; Η Ελλάδα και η Κύπρος να παραμείνουν στη σημερινή κατάσταση, αναμένοντες πότε ο σουλτάνος Ερντογάν θα αποφασίσει να τις αποτελειώσει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο; Είναι γεγονός ότι, πρώτον, η Ελλάδα βρίσκεται σε δεινή οικονομική θέση. Δεύτερον, δεν μπορεί να αντισταθεί στην αποθηριωμένη Τουρκία που, ενώ ζητά από την Αθήνα μείωση εξοπλισμών, η ίδια επενδύει 50 δισεκατομμύρια για νέους εξοπλισμούς. Αυτό δεν λέγει τίποτε στους παροικούντες την ελληνική πρωτεύουσα ή τη Λευκωσία; Τρίτον, η Ελλάδα τρέμει κυριολεκτικά ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο, που η Τουρκία δεν σταματά να παραβιάζει και να αμφισβητεί, παρά τις γλυκανάλατες και κωμικές δηλώσεις Νταβούτογλου ότι, δήθεν, Έλληνες και Τούρκοι «είμαστε μια οικογένεια». Ωραία… οικογένεια, με το ένα μέλος να συμπεριφέρεται ως νταής και αδίστακτος εκβιαστής.
Η Αθήνα και η Λευκωσία βρίσκονται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, πολιτικά, διπλωματικά και στρατιωτικά. Θα πρέπει, κατά τους Έλληνες και ξένους αναλυτές, να παραμείνουν σε αυτήν την οδυνηρή θέση, ως έτοιμα σφάγια προσφερόμενα στους Τούρκους, επειδή, πρώτον, μια συνεργασία θα ενοχλήσει τους Άραβες. Ποιους Άραβες; Τον Άσαντ της Συρίας, που παραδόθηκε στην Τουρκία; Τον ανεκδιήγητο δικτάτορα Καντάφι, προσφιλή σε μερικούς στο λεκανοπέδιο Αττικής, αυτόν που θεωρεί την Τουρκία ως τον «δούρειο ίππο του Ισλάμ» στην ΕΕ; Ή τον αιμοσταγή δικτάτορα του Σουδάν, αυτόν ακριβώς που η Τουρκία προστατεύει και χαϊδεύει, προκαλώντας την μήνιν των Αμερικανών και των Ευρωπαίων; Δεύτερον, μήπως θα ενοχληθεί η Αλ Κάιντα, της οποίας ο δεύτερος τη τάξει, Αλ Ζαουάχρι, καλεί την Τουρκία να διακόψει σχέσεις με το Ισραήλ; Τρίτον, η Αίγυπτος θέλει και επιθυμεί διακαώς συνεργασία με την Ελλάδα και την Κύπρο, όπως και σεϊχάτα και εμιράτα του Κόλπου, διότι δεν έχουν δελεαστεί από τα επικοινωνιακά τερτίπια της Άγκυρας και, περισσότερο, ανησυχούν από τα νεο-οθωμανικά και μεγαλοϊδεατικά σχέδιά της για την περιοχή.
Οι αραβόφιλοι των Αθηνών δεν εξηγούν πώς, συγκεκριμένα, οι Άραβες έχουν βοηθήσει και πόσο τον ευρύτερο Ελληνισμό, πέραν κάποιας υποστήριξης στον ΟΗΕ. Ρωτάμε ξανά: Πού η Ελλάδα και η Κύπρος πρέπει να στραφούν για να αναζητήσουν βοήθεια, συνεργασία και υποστήριξη; Ας δεχθούμε ότι, τάχα, το Ισραήλ θέλει να εκβιάσει ή να εξοργίσει την Τουρκία, με την οποία οι σχέσεις του έφτασαν στο χειρότερο σημείο, χρησιμοποιώντας την Ελλάδα και την Κύπρο, οι οποίες, κατά τις αναλύσεις, δεν αποτελούν «φόβητρο» ή αντίβαρο στην τουρκική απειλή ή στον τουρκικό εκβιασμό. Δηλαδή, να εννοήσουμε ότι τώρα το Ισραήλ θέλει να… παίξει με την Αθήνα και την Κύπρο, επειδή θύμωσε με την Τουρκία; Όλοι αυτοί λησμονούν ότι από το 1996, για να μη πάμε πιο πίσω, το Ισραήλ είχε προτείνει στην Ελλάδα του Σημίτη τη συνομολόγηση συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας και η Αθήνα την απέρριψε, για να μην… τσαντίσει τους Άραβες «φίλους» της. Και το Ισραήλ, φυσικά, έκανε τη συμφωνία με την πρόθυμη Τουρκία. Από την άλλη, με βάση και όσα μας είπαν πριν από μερικούς μήνες ανώτατοι αξιωματούχοι του ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών, το Ισραήλ ανέκαθεν επιδίωκε στενή συνεργασία με την Ελλάδα και την Κύπρο σε όλους τους τομείς, ειδικά και στον στρατιωτικό.
Οι Ισραηλινοί προτάσσουν τρία επιχειρήματα: Πρώτον, η Ελλάδα και η Κύπρος, όντας και μέλη της ΕΕ, είναι οι μόνες δύο χώρες, που δεν είναι μουσουλμανικές, είναι δημοκρατικές και με αυτές μπορούν καλύτερα να συνεργαστούν σε όλους τους τομείς. Δεύτερον, το Ισραήλ έχει μεν στενές σχέσεις με την Τουρκία, όμως αυτές διέρχονται, την τελευταία 8ετία (επί διακυβέρνησης του ισλαμιστή Ερντογάν), από σαράντα κύματα. Πολιτική του Ερντογάν, καθ’ υπόδειξιν Νταβούτογλου, είναι η σταδιακή απονομιμοποίηση του κράτους του Ισραήλ. Σε τι διαφέρει η τουρκική πολιτική από εκείνην του Αχμαντινετζάντ και σκληροπυρηνικών Αράβων, που διακηρύσσουν την εξαφάνιση του Ισραήλ; Τρίτον, το Ισραήλ θεωρεί τα νεο-οθωμανικά σχέδια της Τουρκίας για ανάδειξή της σε περιφερειακή και, ίσως, μελλοντικά, σε υπερδύναμη ως μέγιστο κίνδυνο για την ύπαρξη, την ασφάλεια και τα συμφέροντά του. Γι’ αυτό αναζητεί αιτιολογημένα αξιόπιστους και σοβαρούς μη μουσουλμάνους συμμάχους, που νομιμοποιούνται να ανησυχούν από τις εκτυλίξεις του ισλαμικού φονταμενταλισμού και τις απειλές εναντίον της χριστιανικής Δύσης. Οι πλησιέστερες και αμέσως αποδεκτές χώρες, με τις οποίες θέλει να συνάψει συμμαχία, είναι η Ελλάδα και η Κύπρος.
Αυτό είναι λάθος; Αν πιστέψουμε Έλληνες αναλυτές, αυτό είναι περίπου… έγκλημα! Εναντίον ποίων; Μα, των φίλων τους Αράβων, φυσικά. Στο σημείο που βρίσκονται, όμως, η Ελλάδα και η Κύπρος, δεν έχουν πολλές επιλογές. Πρώτον, οι ηγέτες τους καλούνται να ανασυντάξουν τις δυνάμεις, τα μυαλά και τις δυνατότητες του Ελληνισμού, να συσπάσουν τους μυώνες τους, να προσγειωθούν και με ωμό ρεαλισμό να αναζητήσουν στηρίγματα και ερείσματα για τα συμφέροντα των Ελλήνων. Αυτά τα συμφέροντα, άνευ ουδεμίας βλάβης των σχέσεων με φίλια αραβικά κράτη, αρκετά από τα οποία διατηρούν σχέσεις με το Ισραήλ, προστατεύονται και θωρακίζονται με ισχυρές συμμαχίες. Μία από αυτές είναι με το Ισραήλ, είτε αρέσει είτε όχι. Δεύτερον, είναι προς τα ευρύτερα συμφέροντα του Ελληνισμού μια σοβαρή και αξιόπιστη συνεργασία με το Ισραήλ, σε όλους τους τομείς και ειδικά στον στρατιωτικό. Μια τέτοια συνεργασία εξυπονοεί στενότερη συνεργασία του εβραϊκού με το ελληνικό λόμπι και, δι’ αυτών, με Αμερικανούς γερουσιαστές και βουλευτές και άλλους παράγοντες για επηρεασμό της αμερικανικής πολιτικής έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου.
Υπάρχει και ένας τρίτος λόγος: Η Ελλάδα, περισσότερο, καλείται να αποβάλει, επιτέλους, αντιϊσραηλινά ή φιλοαραβικά χρόνια, ολέθρια σύνδρομα και να κατανοήσει ότι η υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων, της ακεραιότητας και της εθνικής ανεξαρτησίας και, τελικά, της ελευθερίας της, έναντι της συνεχώς πυκτεύουσας και αδίστακτης Τουρκίας, δεν θα γίνει με την αδιέξοδη επιχείρηση εξημέρωσης του τουρκικού θηρίου αλλά με στιβαρή και αξιόπιστη πολιτική προσέγγισης και συνεργασίας με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, οικονομική και στρατιωτική ισχυροποίησή της. Η Ελλάδα, όπως και η Κύπρος δεν απώλεσαν, αντίθετα αναβάθμισαν τη γεωπολιτική, στρατηγική και ενεργειακή σημασία τους, ιδιαίτερα μετά την πιστοποίηση ότι στα θαλάσσια «οικόπεδα» της Κύπρου υπάρχουν κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου για τα επόμενα 100 χρόνια. Ερώτηση: Πώς η Κύπρος θα διασφαλίσει και θα υπερασπίσει αυτά τα κοιτάσματα χωρίς ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και συμμαχίες; Δυστυχώς, η Ελλάδα ακόμα να συνεννοηθεί με την Κύπρο για την οριοθέτηση της ΑΟΖ.
Η Ελλάδα και η Κύπρος οφείλουν, δικαιούνται και πρέπει να συμμαχήσουν με το Ισραήλ, για λόγους καθαρά εθνικών συμφερόντων και επιβίωσης. Το Ισραήλ από χρόνια επιδιώκει αυτήν τη συνεργασία και συμμαχία. Όταν το ελληνικό σπίτι -η Ελλάδα και η Κύπρος- καίγεται από τον αδίστακτο Τούρκο, ποιες αναστολές, ιδιοτέλειες, μικροπολιτικές ή στενόκαρδες αντιλήψεις ή ραγιαδίστικες προσεγγίσεις μπορεί να στηθούν εμπόδιο στην αναζήτηση βοήθειας για να σωθεί και να επιβιώσει;
Σημερινή – sigmalive
Δημοσίευση σχολίου