Μπορεί ο Νόαμ Τσόμσκι να είχε πει ότι ”Κάθε δικτάτορας θα θαύμαζε την ομοιομορφία και την υπακοή των ΜΜΕ των ΗΠΑ” (με αφορμή τον κομφορμισμό τους επί τη βάσει της πολιτικής “Οι λίγοι ευημερούν και οι πολλοί δυσανασχετούν”), αλλά — αν ζούσε στην Ελλάδα — είμαι σίγουρη ότι θα χρησιμοποιούσε για παράδειγμα όχι την Αμερική, αλλά τη χώρα-λίκνο της δημοκρατίας.
Ασφαλώς, η τυποποίηση και η ομοιομορφία που επιβάλλουν στο κοινό τους τα ΜΜΕ δεν προέκυψαν στη χώρα μας ως ”ενδημικό” φαινόμενο με αφορμή την ανάπτυξη των ελληνικών Μέσων, αφού είχε προηγηθεί ήδη μετά το τέλος του Β’ ΠΠ η ανάπτυξη των Μέσων Επικοινωνίας στις αναπτυγμένες χώρες του κόσμου, με αποτέλεσμα να παίζουν αυτά αρχικά διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ ανθρώπων και πραγματικότητας.
Διαμεσολαβητικό με την έννοια της προσπάθειας που κατέβαλαν να ενημερώσουν τους πρώτους για το περιεχόμενο της δεύτερης (ειδήσεις για πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά θέματα-γεγονότα, στα οποία προστέθηκαν σταδιακά οι αξίες και οι αντιλήψεις της μεταπολεμικής εποχής).
Να ενημερώσουν και να απομακρύνουν σταδιακά τον κόσμο από την νοσηρότητα των προκαταλήψεων και των δεισιδαιμονιών (με αρχή τον 18ο αιώνα έως τον 21ο που διανύουμε), οι οποίες εμποδίζουν να καλλιεργηθεί έδαφος για ανάπτυξη αξιών και ιδανικών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Έτσι, με την απομάκρυνση των παράλογων αυτών ιδεών, τα ξένα Μέσα πέτυχαν να αναδείξουν τα δώρα της δημοκρατίας υπερασπιζόμενα την ελευθερία της έκφρασης της κοινής γνώμης, και την εκλαῒκευση και δημοκρατικοποίηση της γνώσης, με θετικό επακόλουθο την νοητική ανάπτυξη του κοινού που τους διάβαζε, τους άκουγε και, από κάποια στιγμή κι ύστερα, τους παρακολουθούσε.
Όλα αυτά ωστόσο εμείς οι Έλληνες αργήσαμε να τα κάνουμε κτήμα μας μπλεγμένοι καθώς ήμασταν στον κυκεώνα των πολεμικών και πολιτικών εξελίξεων που οδήγησαν στη συγκρότηση της Ελλάδας των Νεοτέρων Χρόνων από το 1821 και εντεύθεν (βλ. ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους με πρώτο κυβερνήτη τον Ιωάννη Καποδίστρια, 1828).
Και το ”εντεύθεν”, επειδή ήταν κι αυτό πολυτάραχο γιατί περιελάμβανε από απελευθερωτικούς αγώνες και πολέμους, μέχρι εμφυλίους και δικτατορίες, καθυστέρησε τη συγκρότηση σύγχρονων Μέσων στην πατρίδα μας.
Μέσων που να λειτουργούν αντικειμενικά, δημοκρατικά και να μπορούν να διαμορφώνουν κοινωνικές και πολιτικές αντιλήψεις με βάση την ομοψυχία, την ενότητα, υπερβαίνοντας αυτά που μας χωρίζουν, ώστε να προβάλλεται η εθνική συνείδηση (δια των συνεκτικών δεσμών των Ελλήνων) έναντι όλων.
Ανασταλτικός παράγοντας για την επίτευξη του τελευταίου είναι, κατά κύριο λόγο, η επαλληλία της σχέσης και της συνέργειας μεταξύ των ιδιοκτητών και των δημοσιογράφων των Μέσων Ενημέρωσης και των πολιτικών εκπροσώπων των κομμάτων με τα οποία διαπλέκονται αυτοί.
Γεγονός αναμφισβήτητο με παγκόσμιες διαστάσεις, που το επιβεβαίωσαν το 2004 και οι Hallin and Mancini της ”σχολιαστικής δημοσιογραφίας” μιλώντας για παθιασμένη σχέση ανάμεσα στα κόμματα και το περιεχόμενο των ΜΜΕ” και για ”μεροληψία των Μέσων η οποία διαμορφώνεται από τον βαθμό επαλληλίας”, από το είδος δηλαδή του ελέγχου που ασκεί το κόμμα εξουσίας στο Μέσο επικοινωνίας…
Πέρα όμως απ’ τη διαπλοκή μερίδας Μέσων Ενημέρωσης με κέντρα εξουσίας και τη… συμβολή τους στη διάβρωση του κράτους δια της ενίσχυσης του κομματισμού και της προβολής του καταχρηστικού συνδικαλισμού (κάτι συνηθισμένο κατά το παρελθόν στη χώρα μας), δημιουργεί πρόβλημα παραπληροφόρησης το γεγονός ότι κάποιοι δημοσιογράφοι, όταν δεν μπορούν να βρουν κάτι αρνητικό για τον πολιτικό ”αντίπαλο” που κρίνουν, το εφευρίσκουν.
Και όχι μόνο το εφευρίσκουν, αλλά δημιουργούν ”συνεταιρικά” μόνιμο μηχανισμό λάσπης, συκοφαντίας και παραπληροφόρησης εναντίον του, με στόχο την απαξίωσή του σε βαθμό εξαφάνισης απ’ την πολιτική σκηνή, εφόσον ο στοχοποιημένος αντίπαλος δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.
Αν εξετάσουμε τώρα τη στάση των ΜΜΕ σε πολιτιστικό επίπεδο, θα διαπιστώσουμε τα θλιβερά σημάδια επιρροής της υποκουλτούρας σ’ αυτά, πράγμα που την κάνει επικυρίαρχη πάνω σε ακροατήρια, σε τηλεθεατές ή στο κοινό των αναγνωστών εφημερίδων και ιστοσελίδων.
Η επιρροή της μαζοποίησης, του κομφορμισμού, της ομοιομορφίας και της τυποποίησης είναι πλέον συνυφασμένη με τα ΜΜΕ στην Ελλάδα. Η δύναμή τους να δημιουργούν κατάλληλο ”κλίμα” επιρροής στις μάζες επιβάλλοντας τα δικιά τους αισθητικά, γλωσσικά, πολιτιστικά, πολιτικά και ιδεολογικά πρότυπα είναι καταλυτική.
Το κακό μάλιστα είναι ότι συχνά αυτοακυρώνουν την αξία τους δια της υπερβολής η οποία ξεπερνά τα όρια και της υποκουλτούρας ακόμα φτάνοντας στο έσχατο σημείο του μηδενισμού που έχει αρνητικές επιδράσεις στην Παιδεία, με αποτέλεσμα — αντί τα Μέσα να παίζουν ρόλο παιδευτικό και διαφωτιστικό — να παίζουν ρόλο εκφυλιστικό της πνευματικής και ηθικής υπόστασης των Ελλήνων.
Γιατί έσχατος εκφυλισμός είναι η προβολή της οφθαλμολαγνείας, της χυδαιότητας, το εμπορεύσιμο δάκρυ και η εξαγορά συνειδήσεων που προωθούν τηλεοπτικά και ηλεκτρονικά Μέσα, αφού προηγουμένως θυσιάζουν για χάρη τους την αγάπη, τη φιλία, την ιδεολογία, την πίστη και την ειλικρίνεια των ”αναλώσιμων” μαζοποιημένων και ανυποψίαστων πολιτών.
Στον βωμό του χρήματος και της αύξησης των ποσοστών αναγνωσιμότητας και τηλεθέασης παίζονται από πολιτικά παιχνίδια (στο πλαίσιο της ιδεολογικής προπαγάνδας της ”Τέταρτης εξουσίας”) έως παιχνίδια εκμετάλλευσης του ανθρώπινου πόνου και του ευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, σε μια αποθέωση αμοραλισμού με θύματα τους αδύναμους.
Η δυστυχία τού άλλου έλκει, δυστυχώς, τον Έλληνα αναγνώστη, ακροατή, θεατή. Η ευτυχία τον αφήνει αδιάφορο. Γι’ αυτήν τη στάση ζωής, που δεν έχει σχέση με εκείνην των ιστορικών καταβολών μας, έχουν μερίδιο ευθύνης τα Μέσα Ενημέρωσης, γιατί έχουν μετατραπεί σε εστίες νοσηρότητας οι οποίες καλλιεργούν με τη στάση και τις επιλογές τους τα κατώτερα ένστικτα των Ελλήνων, ενώ θα μπορούσαν να γίνουν οι φωτεινοί οδηγοί της.
Θα μπορούσαν να παίξουν τον ρόλο του σχολείου της ελληνικής κοινωνίας προβάλλοντας θετικά παραδείγματα αντί για αρνητικά, δεδομένου ότι ”το παράδειγμα είναι το σχολείο της ανθρωπότητας. Με τίποτε άλλο δεν μαθαίνουν οι άνθρωποι έξω απ’ αυτό”, όπως έλεγε ο Ιρλανδός πολιτικός ηγέτης, ρήτορας, συγγραφέας και φιλόσοφος του 18ου αιώνα Edmund Burke.
Αντί γι’ αυτό όμως, προβάλλονται ξανά και ξανά από μερίδα των ελληνικών ΜΜΕ εμετικά δείγματα της ομιχλώδους παραβατικότητας των ανηλίκων και της εγκληματικής συμπεριφοράς των ενηλίκων σε βάρος τους, με αποτέλεσμα να πρoχωρά με γοργούς ρυθμούς η σταδιακή σήψη της ελληνικής κοινωνίας, η οποία γίνεται εύκολο θύμα των ιδιωτικο-οικονομικών εμπορικών κριτηρίων των Μέσων.
Κριτηρίων που έχουν σαν βάση το λεγόμενο… ”audience design”, τον σχεδιασμό δηλαδή του ακροατηρίου. Σύμφωνα με αυτόν, οι ιδιοκτήτες Μέσων Ενημέρωσης — αντί να κοιτάξουν πώς θα ανεβάσουν το επίπεδο του κοινού τους σε ποιότητα, ύφος και λόγο — στοχεύουν αποκλειστικά στο οικονομικό κέρδος.
Χάριν αυτού, υποδαυλίζουν τα πολιτικά πάθη, επενδύουν στην ”κίτρινη” δημοσιογραφία, συμβάλλουν με την χρήση κακής ποιότητας λόγου (εκ μέρους δημοσιογράφων και παρουσιαστών) στην φθορά της ελληνικής γλώσσας και επιτρέπουν αήθεις συμπεριφορές που πλήττουν τη δημοκρατία.
Πλήττουν τη δημοκρατία και προωθούν την αδικία σε βάρος των πολιτών, στους οποίους οι επιχειρηματίες των Μέσων παραδίδουν… μαθήματα εφησυχασμού, ανοχής στην αδικία, συμβιβασμού μπροστά στα κακώς κείμενα της εσωτερικής και εξωτερικής μας πολιτικής και προσαρμοστικότητας στη χειραγώγησή τους από τους έχοντες και κατέχοντες εξουσία …
Δημοσίευση σχολίου