Όλες οι εξουσίες στα χέρια του «σουλτάνου» που εκλέγεται για δεύτερη θητεία – Η στάση του απέναντι στις Μεγάλες Δυνάμεις και ο ρόλος του στο παιχνίδι των ισορροπιών στη γεωστρατηγική «σκακιέρα»
Η καταφανής και συντριπτική νίκη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις εκλογές της 24ης Ιουνίου, με ποσοστό 52% και η εδραίωσή τόσο στον προεδρικό θώκο όσο και στην Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση να θεωρείται συμπτωματική.Είναι φανερό, πλέον πως οι εκλογές στη γειτονική χώρα δεν έγιναν τόσο για «εσωτερική κατανάλωση», όσο για να αποδείξει ο «σουλτάνος» προς τις Μεγάλες Δυνάμεις και ιδίως στη Δύση ότι ο ίδιος συνιστά έναν ισχυρό παίκτη, που όλοι θα πρέπει στο εξής να λαμβάνουν σοβαρά υπ’ όψιν.
Σε μια πρώτη ανάγνωση, και αναλύοντας κανείς την – εκ του αποτελέσματος – άνετη νίκη του στις προεδρικές εκλογές, θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός ως προς τι συνεπάγεται αυτή, πρωτίστως, για τα πολιτικά πράγματα στη γείτονα χώρα.
Επί της ουσίας, το πολίτευμα της Τουρκίας αλλάζει και από προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία μετατρέπεται σε προεδρική κοινοβουλευτική δημοκρατία.
Ωστόσο, αυτό το σύστημα δεν θυμίζει σε τίποτα ούτε την «ημιπροεδρική» κοινοβουλευτική δημοκρατία της Γαλλίας, αλλά ούτε και το πολίτευμα των ΗΠΑ. Το αντίθετο μάλιστα: Πρόκειται για κάτι καινοφανές, καθώς ο Ερντογάν συγκεντρώνει στο εξής τα χέρια του σύνολο της νομοθετικής, της εκτελεστικής αλλά και της δικαστικής εξουσίας, γεγονός που του προσδίδει τον τίτλο του «υπερπροέδρου».
Ειδικότερα, με βάση το αναθεωρημένο Σύνταγμα της Τουρκίας, ο θώκος του πρωθυπουργού καταργείται, ενώ ο πρόεδρος θα μπορεί να κυβερνά με διατάγματα. Ο ίδιος παρουσιάζει το νέο, προεδρικό σύστημα ως απόλυτα απαραίτητη μεταρρύθμιση προκειμένου να αποκτήσει η Τουρκία σταθερή κυβέρνηση.
Υπό το πρίσμα αυτό, ο 64χρονος Ερντογάν από την Ριζούντα, πλασάρεται ως ο πιο ισχυρός ηγέτης στα χρονικά της τουρκικής πολιτικής Ιστορίας, ακόμη και σε σύγκριση με τον ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας, τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ.
Όπως προαναφέρθηκε και κατά τις εκτιμήσεις ανθρώπων που γνωρίζουν από πρώτο χέρι τα γεωπολιτικά θέματα, η επόμενη ημέρα για τον Ερντογάν είναι η εδραίωση της Τουρκίας στο διεθνές διπλωματικό σκηνικό.
Όσο κι αν οι Μεγάλες Δυνάμεις επιχειρούν, κατά καιρούς, να του προσδώσουν ανοικτά το προσωνύμιο του «στυγνού δικτάτορα», στο παρασκήνιο γνωρίζουν πολύ καλά ότι είναι ένας άνθρωπος που εκλέγεται αδιαλείπτως εδώ και 16 χρόνια στα ανώτατα πολιτικά και πολιτειακά αξιώματα της χώρας του και ως εκ τούτου είναι εκείνος που ξέρει όσο κανείς άλλος πώς διαμορφώνεται το «παιχνίδι» των ισορροπιών. Άλλωστε, όταν πρόεδρος χώρας ξανακερδίζει το χρίσμα με ποσοστό 52% επί του εκλογικού σώματος και μάλιστα μέσω εκλογών, τότε ένα τέτοιο προσωνύμιο μοιάζει μάλλον έωλο.
Τα παραδείγματα ως προς αυτό είναι πάμπολλα. Αρκεί να θυμηθεί κανείς τι συνέβη στις 12 Ιουνίου 2018, όταν ο Ερντογάν έκλεισε το μεγάλο ενεργειακό «deal» για το νότιο ενεργειακό διάδρομο (αγωγός TANAP – TAP) με τον Σέρβο πρωθυπουργό, Αλεξάνταρ Βούτσιτς.
Υπενθυμίζεται, εξάλλου, πως παρά τις οργισμένες αντιδράσεις των Αμερικανών γερουσιαστών στο Κογκρέσο, η επιμονή του Τούρκου προέδρου ήταν εκείνη που οδήγησε στο να κλείσει η συμφωνία ΗΠΑ - Τουρκίας για την απόκτηση των δύο υπερσύγχρονων μαχητικών αεροσκαφών πέμπτης γενιάς F-35 από την τουρκική πολεμική αεροπορία.
Σε κάθε περίπτωση, η επόμενη ημέρα του Ταγίπ Ερντογάν στα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας δρομολογεί σημαντικές εξελίξεις, όχι μόνο για τη χώρα του, αλλά και για όλες τις χώρες που βρίσκονται στο ενεργειακό «σταυροδρόμι» της νοτιοανατολικής Μεσογείου.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου