Μια απροσδόκητη γεωπολιτική ανάλυση της εφημερίδας «La Repubblica» ρίχνει φως στο γιατί οι Κινέζοι επιμένουν στην επένδυση στο λιμάνι του Πειραιά και στα χρηματοδοτικά -και όχι μόνο- οφέλη που μπορεί να αποκομίσει η Ελλάδα
του Lucio Caracciolo «LA RePUBBLICA» (10/12/2009) Mετάφραση Μαργαρίτα Βεργόλια
Η Ελλάδα προσπαθεί απεγνωσμένα να αποφύγει τη δημοσιονομική της κατάρρευση. Είναι ένα υπαρξιακό παιχνίδι για την Αθήνα. Τουλάχιστον εάν ακούσει κανείς την κραυγή προειδοποίησης του πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου. «Το αδιέξοδο στα δημοσιονομικά απειλεί την εθνική κυριαρχία μας»......
Οι αγορές, οι οίκοι αξιολόγησης και οι ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις δεν εμπιστεύονται τις υποσχέσεις για επαναφορά στη φυσιολογική κατάσταση από την κυβέρνηση της Αθήνας. Το έλλειμμα είναι στο 12,7% του ΑΕΠ, ενώ το επόμενο έτος μπορεί να φθάσει το 125% του ΑΕΠ.
Η συνεχής πτώση του Χρηματιστηρίου και των κρατικών ομολόγων, σε ένα πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο αρκετά ταραγμένο, επιβεβαιώνουν ότι η ελληνική κρίση θα είχε καταλήξει σε τραγωδία, εάν η χώρα δεν απολάμβανε την προστασία του ευρώ, η οποία δεν είναι, ωστόσο, ένα αποκλειστικά ελληνικό δράμα.
Αποτελεί και ένα χρήσιμο παράδειγμα για να αποκαλυφθούν οι στρατηγικές των κυρίων παγκόσμιων δυνάμεων, ιδιαίτερα της Κίνας, σε μια οικονομική θύελλα που κάθε άλλο παρά έχει κοπάσει.
Δεν αρκεί να καταλάβει κανείς εάν και τελικά σε τι βαθμό οι Ευρωπαίοι, και ειδικά οι Γερμανοί, είναι διατεθειμένοι να σπεύσουν σε βοήθεια μιας αδύναμης οικονομίας της Ευρωζώνης, με κόστος να θυσιάσουν ό,τι έχει απομείνει από το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Μέσα από το ελληνικό πρίσμα, μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον βαθμό κατανόησης μεταξύ του παράξενου ζεύγους ΗΠΑ - Κίνας και να δοκιμάσει τον τρόπο να προσεγγίσει την Ευρώπη και τη Μεσόγειο.
Υπό αυτή την οπτική, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, για να απομακρύνει το φάσμα της κήρυξης στάσης πληρωμών από τη χώρα του, ο Παπανδρέου πέρασε τις τελευταίες εβδομάδες σε αλλοφροσύνη, ενώ είχε εμπιστευτικές επαφές με το Πεκίνο, ιδίως με την Τράπεζα της Κίνας. Στόχος: Να πείσει τους Κινέζους να αγοράσουν, από τον ερχόμενο μήνα, τουλάχιστον 25 δισ. ευρώ σε ελληνικά ομόλογα.
Αυτή η κίνηση θα υποστηριζόταν, μεταξύ άλλων, από ορισμένους Αμερικανούς φίλους του Έλληνα πρωθυπουργού, οι οποίοι έχουν επιρροή (ο Παπανδρέου έχει Αμερικανίδα μητέρα). Η Goldman Sachs και η JP Morgan θα ήταν στο παιχνίδι.
Συνολικά, για να μην πνιγεί, η Αθήνα στοχεύει στο να διαθέσει στην ανοοά ομόλονα 47 δισ. ευρώ τον επόμενο χρόνο. Οι Κινέζοι είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν ελληνικούς τίτλους. Όμως, όντας εδώ και πολύ καιρό σε θέση να μπορούν να πιάνουν την Αθήνα από τον λαιμό, ζητούν σε αντάλλαγμα «καλές ελληνικές μπουκιές», ορισμένες στρατηγικής σημασίας βιομηχανικές συμμετοχές.
Πρωτίστως, θέλουν να σφίξουν τον κλοιό γύρω από το λιμάνι του Πειραιά, το κύριο λιμάνι εμπορευματοκιβωτίων στην Ανατολική Μεσόγειο, πράγμα που ωστόσο δεν πρόκειται να γίνει σύντομα, λόγω της προβλεπόμενης σύνδεσης με το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο, μέσω των Βαλκανίων.
Έτσι, τα εμπορικά πλοία που μεταφέρουν προϊόντα από την Κίνα και την Ασία προς την Κεντρική Ευρώπη θα μπορούσαν πάντα να θεωρούν τον Πειραιά μία σπουδαία εναλλακτική λύση προς τα λιμάνια του βορρά (τη Χάβρη, το Ρόντερ-νταμ, το Αμβούργο), τα οποία απαιτούν επιπλέον οκτώ ημέρες ναυσιπλοΐας, αλλά προσφέρουν υπηρεσίες σε εξαιρετικά συμφέρουσες τιμές, συγκριτικά με τους ανταγωνιστές της Μεσογείου.
Είναι γεγονός ότι η κινεζική COSCO Pacific ΕΠΕ έχει συνάψει, το 2008, συμφωνία για τη λειτουργία των προβλητών 2 και 3 του Πειραιά για 35 χρόνια (4,3 δισ. δολ.), και ότι στοχεύει σε άλλες επενδύσεις logistics.
Γιατί το Πεκίνο ακολουθεί τον δρόμο της Αθήνας;
Οι Κινέζοι βασίζονται, προφανώς, στη διαπίστωση ότι οι Έλληνες είναι που τους έχουν ανάγκη, και όχι το αντίστροφο. Το Πεκίνο έχει δεσμευτεί να διοχετεύσει σταδιακά και πολύ προσεκτικά τα οφέλη που αποκόμισε όλα αυτά τα χρόνια έναντι των ΗΠΑ, τα οποία απειλούν να γίνουν ένα αφόρητο βάρος, δεδομένου του βάθους της αμερικανικής κρίσης και των αμφιβολιών για την ευρωστία του δολαρίου.
Σε κάθε περίπτωση, στο Πεκίνο δεν μιλούν για γεωπολιτικό καβγά - αν μη τι άλλο, θυμούνται ότι οι κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη είναι πολύ λιγότερες από τις ευρωπαϊκές στην Κίνα και προκύπτουν από καθαρά χρηματοοικονομική αξιολόγηση.
Επιπροσθέτως, επισημαίνοντας τις αμερικανικές ρίζες του Παπανδρέου, τους δεσμούς του με το τραπεζικό και το οικονομικό περιβάλλον της Νέας Υόρκη, υποδηλώνεται ότι πίσω από την Ελλάδα υπάρχει η σκιά των Ηνωμένων Πολιτειών, που δεν θα ήθελαν να αφήσουν να αποτύχει μία χώρα ούτως ή άλλως σύμμαχος, που βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο στη Μεσόγειο -ειδικά τώρα που εμπιστεύονται πολύ λιγότερο την Τουρκία.
Συνοψίζοντας γίνεται κατανοητό ότι η διάσωση της Ελλάδας θα γίνει υπό την αιγίδα του G2, δηλαδή των ΗΠΑ και της Κίνας.
Τρία υστερόγραφα
Σε αυτές τις σκέψεις θα μπορούσαν να υπάρχουν υστερόγραφα γεωοικονομικά (Α) και γεωπολιτικά (Β), συν μια τελική αποτίμηση για το τι (δεν) είναι η Ευρώπη για τους Κινέζους (Γ).
Α) Για την Κίνα, η Μεσόγειος είναι ο βασικός διάδρομος εισόδου των προϊόντων της στην ευρύτερη ευρωπαϊκή αγορά. Υπό αυτή την έννοια, ο Πειραιάς είναι ένας από τους συνδέσμους με την παγκόσμια αλυσίδα των αγαθών -από το εργοστάσιο στον καταναλωτή, δηλαδή από την Κίνα προς την Ευρώπη, μέσω της Μεσογείου- που το Πεκίνο προσπαθεί να ενισχύσει. Με επίτυχία.
Οι κινεζικές επιχειρήσεις επενδύουν σε όλες τις λιμενικές εγκαταστάσεις της Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης της Βόρειας Αφρικής (εδώ πάμε για τα μεγάλα, ακόμη και εάν η κατάρρευση της Dubai World θα αφήσει κάποια ίχνη) και ακόμη έως τη Νάπολη, όπου η κινεζική COSCO έγινε συνέταιρος με ποσοστό 46% της MSC.
Β) Οι Κινέζοι κοιτούν τον κόσμο μέσα από τα «κιάλια» του G2, αλλά αυτός ο ορίζοντας ακόμη δεν είναι μία δομημένη πραγματικότητα. Δεν αρκεί η οικονομική συμβίωση για να εξασφαλίσει μία συμμαχία. Την οποία οι Κινέζοι έχουν μέχρι τώρα επιδιώξει υπόγεια και καμία φορά ανοιχτά. Όμως, οι αμφιβολίες εντείνονται. Αφού μυθοποίησε τον αμερικανικό κολοσσό, το Πεκίνο είναι ολοένα και περισσότερο απογοητευμένο από την ένδεια της πολιτικής ηγεσίας του και την έλλειψη αξιοπιστίας των οικονομικών δομών του.
Όπως απογοητεύονται οι εραστές, οι Κινέζοι ηγέτες ταλαντεύονται μεταξύ του συναισθήματος, που θα μπορούσε να τους οδηγήσει να συμπορευτούν με την Αμερική, και της αίσθησης ότι έχει επικεντρωθεί υπερβολικά σε ένα άλογο που πορεύεται στο μονοπάτι του ηλιοβασιλέματος.
Αυτή η αυταπάτη εκφράζεται σε κώδικες. Όπως όταν ο Ουέν Τζιαμπάο, αμέσως μετά την κατάρρευση της Wall Street, επεσήμανε ότι στην Αμερική διαβάζουν μόνον μισό τον Άνταμ Σμιθ, για τον «Πλούτο των Εθνών», και ξεχνούν τον άλλο Σμιθ, εκείνον που θεωρητικοποιούσε την ανάγκη της κρατικής παρέμβασης για την αναδιανομη του πλούτου και την εξασφάλιση της κοινωνικής αρμονίας. Ή όταν τον Νοέμβριο, το Νο2 του καθεστώτος, Ξι Γινπίγκ, μιλώντας στο κόμμα, συνέστησε «να ενθαρρύνουν ενεργά τη δημιουργία ενός μοντέλου για τη μελέτη του μαρξισμού».
Αυτό που οι Κινέζοι ξανα βρήκαν στον Μαρξ είναι κάτι νέο. Μεταφρασμένο στα ιταλικά: ίσως κάναμε λάθος προσπαθώντας να μιμηθούμε πολύ τους Αμερικάνους, να συνδεθούμε πολύ μαζί τους, σκεπτόμενοι ένα μονοπάτι οικονομικών μεταρρυθμίσεων κι έπειτα πολιτικών, σε μια κατεύθυνση απελευθερωμένη και παραδημοκρατική.
Θα πρέπει, αντίθετα, να επικεντρωθούμε στον καπιταλισμό μας, καθοδηγούμενο και αυταρχικό, ως ένα χρήσιμο μοντέλο για εμάς, και επαναχρησιμοποιούμενο σε ολόκληρο τον κόσμο.
Γ) Τον περασμένο μήνα, ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών, Τζού-λιο Τρεμόντι, είχε το προνόμιο να μιλήσει στο κινεζικό κόμμα. Ήταν εξαιρετικός στην προώθηση του ρόλου της χώρας μας και της Ευρώπης, θυμούνται κάποιοι από το κοινό του. Το θέμα του: To G2 δεν είναι αρκετό, χρειαζόμαστε το G3, δηλαδή ένα τρίπτυχο Κίνας - Ευρώπης - ΗΠΑ, ως εγγύηση της παγκόσμιας σταθερότητας. «Οι πίνακες βασίζονται σε τρία πόδια, όχι δύο», τόνισε ο Τρεμόντι. Αυτή η παρατήρηση εξήρε τη φαντασία των φιλοευρωπαίων Κινέζων.
Σήμερα, το κλίμα στο Πεκίνο είναι πιο νηφάλιο. Μετά την αυταπάτη, με ευσεβείς πόθους για έναν παράγοντα ευρωπαϊκής ισχύος, ανεξάρτητου από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, με την οποία η Κίνα θα θέσπιζε μία προνομιακή εταιρική σχέση, με αντι-ρωσικό ρόλο και σε αντιστάθμιση της αμερικανικής ηγεμονίας, οι Κινέζοι έχουν πάψει να ελπίζουν στην Ευρώπη, από γεωπολιτικής άποψης.
Προτιμούν να καλλιεργούν σχέσεις με μεμονωμένες χώρες, ιδιαίτερα με τη Γερμανία... Για τους υπόλοιπους, είναι στο κυνήγι για περιουσιακά στοιχεία. Με την επίγνωση ότι είναι πολλές οι ευρωπαϊκές χώρες (η Ελλάδα είναι στην κορυφή της λίστας) που τους χρειάζονται. Στις διμερείς διαπραγματεύσεις, είναι οι Κινέζοι που κρατούν το μαχαίρι από τη λαβή. Αυτό που θα έπρεπε να πιεστούμε να κάνουμε στην Ευρώπη. Αντ' αυτού, άλλη μια φορά, είμαστε κλεισμένοι στις κωμικοτραγικές ιδιαιτερότητες μας.
του Lucio Caracciolo «LA RePUBBLICA» (10/12/2009) Mετάφραση Μαργαρίτα Βεργόλια
Η Ελλάδα προσπαθεί απεγνωσμένα να αποφύγει τη δημοσιονομική της κατάρρευση. Είναι ένα υπαρξιακό παιχνίδι για την Αθήνα. Τουλάχιστον εάν ακούσει κανείς την κραυγή προειδοποίησης του πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου. «Το αδιέξοδο στα δημοσιονομικά απειλεί την εθνική κυριαρχία μας»......
Οι αγορές, οι οίκοι αξιολόγησης και οι ενδιαφερόμενες κυβερνήσεις δεν εμπιστεύονται τις υποσχέσεις για επαναφορά στη φυσιολογική κατάσταση από την κυβέρνηση της Αθήνας. Το έλλειμμα είναι στο 12,7% του ΑΕΠ, ενώ το επόμενο έτος μπορεί να φθάσει το 125% του ΑΕΠ.
Η συνεχής πτώση του Χρηματιστηρίου και των κρατικών ομολόγων, σε ένα πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο αρκετά ταραγμένο, επιβεβαιώνουν ότι η ελληνική κρίση θα είχε καταλήξει σε τραγωδία, εάν η χώρα δεν απολάμβανε την προστασία του ευρώ, η οποία δεν είναι, ωστόσο, ένα αποκλειστικά ελληνικό δράμα.
Αποτελεί και ένα χρήσιμο παράδειγμα για να αποκαλυφθούν οι στρατηγικές των κυρίων παγκόσμιων δυνάμεων, ιδιαίτερα της Κίνας, σε μια οικονομική θύελλα που κάθε άλλο παρά έχει κοπάσει.
Δεν αρκεί να καταλάβει κανείς εάν και τελικά σε τι βαθμό οι Ευρωπαίοι, και ειδικά οι Γερμανοί, είναι διατεθειμένοι να σπεύσουν σε βοήθεια μιας αδύναμης οικονομίας της Ευρωζώνης, με κόστος να θυσιάσουν ό,τι έχει απομείνει από το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Μέσα από το ελληνικό πρίσμα, μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον βαθμό κατανόησης μεταξύ του παράξενου ζεύγους ΗΠΑ - Κίνας και να δοκιμάσει τον τρόπο να προσεγγίσει την Ευρώπη και τη Μεσόγειο.
Υπό αυτή την οπτική, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, για να απομακρύνει το φάσμα της κήρυξης στάσης πληρωμών από τη χώρα του, ο Παπανδρέου πέρασε τις τελευταίες εβδομάδες σε αλλοφροσύνη, ενώ είχε εμπιστευτικές επαφές με το Πεκίνο, ιδίως με την Τράπεζα της Κίνας. Στόχος: Να πείσει τους Κινέζους να αγοράσουν, από τον ερχόμενο μήνα, τουλάχιστον 25 δισ. ευρώ σε ελληνικά ομόλογα.
Αυτή η κίνηση θα υποστηριζόταν, μεταξύ άλλων, από ορισμένους Αμερικανούς φίλους του Έλληνα πρωθυπουργού, οι οποίοι έχουν επιρροή (ο Παπανδρέου έχει Αμερικανίδα μητέρα). Η Goldman Sachs και η JP Morgan θα ήταν στο παιχνίδι.
Συνολικά, για να μην πνιγεί, η Αθήνα στοχεύει στο να διαθέσει στην ανοοά ομόλονα 47 δισ. ευρώ τον επόμενο χρόνο. Οι Κινέζοι είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν ελληνικούς τίτλους. Όμως, όντας εδώ και πολύ καιρό σε θέση να μπορούν να πιάνουν την Αθήνα από τον λαιμό, ζητούν σε αντάλλαγμα «καλές ελληνικές μπουκιές», ορισμένες στρατηγικής σημασίας βιομηχανικές συμμετοχές.
Πρωτίστως, θέλουν να σφίξουν τον κλοιό γύρω από το λιμάνι του Πειραιά, το κύριο λιμάνι εμπορευματοκιβωτίων στην Ανατολική Μεσόγειο, πράγμα που ωστόσο δεν πρόκειται να γίνει σύντομα, λόγω της προβλεπόμενης σύνδεσης με το ευρωπαϊκό σιδηροδρομικό δίκτυο, μέσω των Βαλκανίων.
Έτσι, τα εμπορικά πλοία που μεταφέρουν προϊόντα από την Κίνα και την Ασία προς την Κεντρική Ευρώπη θα μπορούσαν πάντα να θεωρούν τον Πειραιά μία σπουδαία εναλλακτική λύση προς τα λιμάνια του βορρά (τη Χάβρη, το Ρόντερ-νταμ, το Αμβούργο), τα οποία απαιτούν επιπλέον οκτώ ημέρες ναυσιπλοΐας, αλλά προσφέρουν υπηρεσίες σε εξαιρετικά συμφέρουσες τιμές, συγκριτικά με τους ανταγωνιστές της Μεσογείου.
Είναι γεγονός ότι η κινεζική COSCO Pacific ΕΠΕ έχει συνάψει, το 2008, συμφωνία για τη λειτουργία των προβλητών 2 και 3 του Πειραιά για 35 χρόνια (4,3 δισ. δολ.), και ότι στοχεύει σε άλλες επενδύσεις logistics.
Γιατί το Πεκίνο ακολουθεί τον δρόμο της Αθήνας;
Οι Κινέζοι βασίζονται, προφανώς, στη διαπίστωση ότι οι Έλληνες είναι που τους έχουν ανάγκη, και όχι το αντίστροφο. Το Πεκίνο έχει δεσμευτεί να διοχετεύσει σταδιακά και πολύ προσεκτικά τα οφέλη που αποκόμισε όλα αυτά τα χρόνια έναντι των ΗΠΑ, τα οποία απειλούν να γίνουν ένα αφόρητο βάρος, δεδομένου του βάθους της αμερικανικής κρίσης και των αμφιβολιών για την ευρωστία του δολαρίου.
Σε κάθε περίπτωση, στο Πεκίνο δεν μιλούν για γεωπολιτικό καβγά - αν μη τι άλλο, θυμούνται ότι οι κινεζικές επενδύσεις στην Ευρώπη είναι πολύ λιγότερες από τις ευρωπαϊκές στην Κίνα και προκύπτουν από καθαρά χρηματοοικονομική αξιολόγηση.
Επιπροσθέτως, επισημαίνοντας τις αμερικανικές ρίζες του Παπανδρέου, τους δεσμούς του με το τραπεζικό και το οικονομικό περιβάλλον της Νέας Υόρκη, υποδηλώνεται ότι πίσω από την Ελλάδα υπάρχει η σκιά των Ηνωμένων Πολιτειών, που δεν θα ήθελαν να αφήσουν να αποτύχει μία χώρα ούτως ή άλλως σύμμαχος, που βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο στη Μεσόγειο -ειδικά τώρα που εμπιστεύονται πολύ λιγότερο την Τουρκία.
Συνοψίζοντας γίνεται κατανοητό ότι η διάσωση της Ελλάδας θα γίνει υπό την αιγίδα του G2, δηλαδή των ΗΠΑ και της Κίνας.
Τρία υστερόγραφα
Σε αυτές τις σκέψεις θα μπορούσαν να υπάρχουν υστερόγραφα γεωοικονομικά (Α) και γεωπολιτικά (Β), συν μια τελική αποτίμηση για το τι (δεν) είναι η Ευρώπη για τους Κινέζους (Γ).
Α) Για την Κίνα, η Μεσόγειος είναι ο βασικός διάδρομος εισόδου των προϊόντων της στην ευρύτερη ευρωπαϊκή αγορά. Υπό αυτή την έννοια, ο Πειραιάς είναι ένας από τους συνδέσμους με την παγκόσμια αλυσίδα των αγαθών -από το εργοστάσιο στον καταναλωτή, δηλαδή από την Κίνα προς την Ευρώπη, μέσω της Μεσογείου- που το Πεκίνο προσπαθεί να ενισχύσει. Με επίτυχία.
Οι κινεζικές επιχειρήσεις επενδύουν σε όλες τις λιμενικές εγκαταστάσεις της Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης της Βόρειας Αφρικής (εδώ πάμε για τα μεγάλα, ακόμη και εάν η κατάρρευση της Dubai World θα αφήσει κάποια ίχνη) και ακόμη έως τη Νάπολη, όπου η κινεζική COSCO έγινε συνέταιρος με ποσοστό 46% της MSC.
Β) Οι Κινέζοι κοιτούν τον κόσμο μέσα από τα «κιάλια» του G2, αλλά αυτός ο ορίζοντας ακόμη δεν είναι μία δομημένη πραγματικότητα. Δεν αρκεί η οικονομική συμβίωση για να εξασφαλίσει μία συμμαχία. Την οποία οι Κινέζοι έχουν μέχρι τώρα επιδιώξει υπόγεια και καμία φορά ανοιχτά. Όμως, οι αμφιβολίες εντείνονται. Αφού μυθοποίησε τον αμερικανικό κολοσσό, το Πεκίνο είναι ολοένα και περισσότερο απογοητευμένο από την ένδεια της πολιτικής ηγεσίας του και την έλλειψη αξιοπιστίας των οικονομικών δομών του.
Όπως απογοητεύονται οι εραστές, οι Κινέζοι ηγέτες ταλαντεύονται μεταξύ του συναισθήματος, που θα μπορούσε να τους οδηγήσει να συμπορευτούν με την Αμερική, και της αίσθησης ότι έχει επικεντρωθεί υπερβολικά σε ένα άλογο που πορεύεται στο μονοπάτι του ηλιοβασιλέματος.
Αυτή η αυταπάτη εκφράζεται σε κώδικες. Όπως όταν ο Ουέν Τζιαμπάο, αμέσως μετά την κατάρρευση της Wall Street, επεσήμανε ότι στην Αμερική διαβάζουν μόνον μισό τον Άνταμ Σμιθ, για τον «Πλούτο των Εθνών», και ξεχνούν τον άλλο Σμιθ, εκείνον που θεωρητικοποιούσε την ανάγκη της κρατικής παρέμβασης για την αναδιανομη του πλούτου και την εξασφάλιση της κοινωνικής αρμονίας. Ή όταν τον Νοέμβριο, το Νο2 του καθεστώτος, Ξι Γινπίγκ, μιλώντας στο κόμμα, συνέστησε «να ενθαρρύνουν ενεργά τη δημιουργία ενός μοντέλου για τη μελέτη του μαρξισμού».
Αυτό που οι Κινέζοι ξανα βρήκαν στον Μαρξ είναι κάτι νέο. Μεταφρασμένο στα ιταλικά: ίσως κάναμε λάθος προσπαθώντας να μιμηθούμε πολύ τους Αμερικάνους, να συνδεθούμε πολύ μαζί τους, σκεπτόμενοι ένα μονοπάτι οικονομικών μεταρρυθμίσεων κι έπειτα πολιτικών, σε μια κατεύθυνση απελευθερωμένη και παραδημοκρατική.
Θα πρέπει, αντίθετα, να επικεντρωθούμε στον καπιταλισμό μας, καθοδηγούμενο και αυταρχικό, ως ένα χρήσιμο μοντέλο για εμάς, και επαναχρησιμοποιούμενο σε ολόκληρο τον κόσμο.
Γ) Τον περασμένο μήνα, ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών, Τζού-λιο Τρεμόντι, είχε το προνόμιο να μιλήσει στο κινεζικό κόμμα. Ήταν εξαιρετικός στην προώθηση του ρόλου της χώρας μας και της Ευρώπης, θυμούνται κάποιοι από το κοινό του. Το θέμα του: To G2 δεν είναι αρκετό, χρειαζόμαστε το G3, δηλαδή ένα τρίπτυχο Κίνας - Ευρώπης - ΗΠΑ, ως εγγύηση της παγκόσμιας σταθερότητας. «Οι πίνακες βασίζονται σε τρία πόδια, όχι δύο», τόνισε ο Τρεμόντι. Αυτή η παρατήρηση εξήρε τη φαντασία των φιλοευρωπαίων Κινέζων.
Σήμερα, το κλίμα στο Πεκίνο είναι πιο νηφάλιο. Μετά την αυταπάτη, με ευσεβείς πόθους για έναν παράγοντα ευρωπαϊκής ισχύος, ανεξάρτητου από τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, με την οποία η Κίνα θα θέσπιζε μία προνομιακή εταιρική σχέση, με αντι-ρωσικό ρόλο και σε αντιστάθμιση της αμερικανικής ηγεμονίας, οι Κινέζοι έχουν πάψει να ελπίζουν στην Ευρώπη, από γεωπολιτικής άποψης.
Προτιμούν να καλλιεργούν σχέσεις με μεμονωμένες χώρες, ιδιαίτερα με τη Γερμανία... Για τους υπόλοιπους, είναι στο κυνήγι για περιουσιακά στοιχεία. Με την επίγνωση ότι είναι πολλές οι ευρωπαϊκές χώρες (η Ελλάδα είναι στην κορυφή της λίστας) που τους χρειάζονται. Στις διμερείς διαπραγματεύσεις, είναι οι Κινέζοι που κρατούν το μαχαίρι από τη λαβή. Αυτό που θα έπρεπε να πιεστούμε να κάνουμε στην Ευρώπη. Αντ' αυτού, άλλη μια φορά, είμαστε κλεισμένοι στις κωμικοτραγικές ιδιαιτερότητες μας.
http://infognomonpolitics.blogspot.com/
Δημοσίευση σχολίου