ΤΡΙΠΟΥΛΑΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ
Συμπληρώθηκαν φέτος 50 χρόνια από την βάρβαρη εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο τον Ιούλιο του 1974. Μέχρι σήμερα, περίπου το 40% του βόρειου μέρους του νησιού παραμένει υπό τουρκική κατοχή, παρόλο που η Κύπρος αποτελεί κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εδώ και 20 χρόνια.
Η μαύρη αυτή επέτειος συμπίπτει με άλλη μια σημαντική επέτειο στη νεώτερη ελληνική ιστορία, την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την αρχή της Μεταπολίτευσης. Χωρίς να θέλουμε να υποβαθμίσουμε την σημασία της ομαλοποίησης της πολιτικής και πολιτειακής ζωής στην Ελλάδα, λόγω της ιστορικής συγκυρίας, η έκβαση στο Κυπριακό θα έχει εν τέλει μεγάλο αντίκτυπο στην ιστορική αποτίμηση της αποτελεσματικότητας της δημοκρατίας που ασκείται στην Ελλάδα από το 1974 και εντεύθεν.
Ατολμία και αφωνία στο Κυπριακό
Εάν η ατολμία και αφωνία που χαρακτηρίζει τις ελληνικές κυβερνήσεις που προέκυψαν από τότε μέχρι σήμερα, όσον αφορά στην τακτική και στρατηγική αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, αποτελεί δείγμα γραφής, τότε είναι βέβαιο ότι η Μεταπολίτευση θα αξιολογηθεί κάτω από την βάση στον κρίσιμο τομέα της εθνικής άμυνας και ασφάλειας.
Η χούντα των συνταγματαρχών φέρει μεγάλη ευθύνη για τις προδοτικές ενέργειες που έδωσαν αφορμή στην Τουρκία να πραγματοποιήσει τα ύπουλα σχέδιά της. Χωρίς να επεκταθούμε σε βαθύτερες αναλύσεις, στεκόμαστε σε δύο πολύ σημαντικά γεγονότα: την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας από το νησί το 1967, δίνοντας ένα ανέλπιστο τακτικό προβάδισμα στους Τούρκους και η ανατροπή του Μακαρίου, που αποτέλεσε και την πρόφαση για την εισβολή.
Όμως, και με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, αρχής γενομένης από το 1974 και την κυβέρνηση Καραμανλή, υιοθετήθηκε το δόγμα ότι «η Κύπρος κείται μακράν», παρόλο που η Ελλάδα διέθετε αεροπορική υπεροχή την εποχή εκείνη, ενώ οι υπόλοιποι συσχετισμοί των στρατιωτικών δυνάμεων βρισκόταν σε πολύ ευνοϊκότερο σημείο απ’ ότι είναι σήμερα. Στη συνέχεια, υπήρξαν διάφορες ακατανόητες ενέργειες όσον αφορά την έλλειψη στρατηγικής, όπως η σιωπηρή ακύρωση του δόγματος του ενιαίου αμυντικού χώρου και η απροθυμία καθορισμού ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, που ισχύει μέχρι σήμερα.
Η μαύρη αυτή επέτειος συμπίπτει με άλλη μια σημαντική επέτειο στη νεώτερη ελληνική ιστορία, την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την αρχή της Μεταπολίτευσης. Χωρίς να θέλουμε να υποβαθμίσουμε την σημασία της ομαλοποίησης της πολιτικής και πολιτειακής ζωής στην Ελλάδα, λόγω της ιστορικής συγκυρίας, η έκβαση στο Κυπριακό θα έχει εν τέλει μεγάλο αντίκτυπο στην ιστορική αποτίμηση της αποτελεσματικότητας της δημοκρατίας που ασκείται στην Ελλάδα από το 1974 και εντεύθεν.
Ατολμία και αφωνία στο Κυπριακό
Εάν η ατολμία και αφωνία που χαρακτηρίζει τις ελληνικές κυβερνήσεις που προέκυψαν από τότε μέχρι σήμερα, όσον αφορά στην τακτική και στρατηγική αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, αποτελεί δείγμα γραφής, τότε είναι βέβαιο ότι η Μεταπολίτευση θα αξιολογηθεί κάτω από την βάση στον κρίσιμο τομέα της εθνικής άμυνας και ασφάλειας.
Η χούντα των συνταγματαρχών φέρει μεγάλη ευθύνη για τις προδοτικές ενέργειες που έδωσαν αφορμή στην Τουρκία να πραγματοποιήσει τα ύπουλα σχέδιά της. Χωρίς να επεκταθούμε σε βαθύτερες αναλύσεις, στεκόμαστε σε δύο πολύ σημαντικά γεγονότα: την απόσυρση της ελληνικής μεραρχίας από το νησί το 1967, δίνοντας ένα ανέλπιστο τακτικό προβάδισμα στους Τούρκους και η ανατροπή του Μακαρίου, που αποτέλεσε και την πρόφαση για την εισβολή.
Όμως, και με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, αρχής γενομένης από το 1974 και την κυβέρνηση Καραμανλή, υιοθετήθηκε το δόγμα ότι «η Κύπρος κείται μακράν», παρόλο που η Ελλάδα διέθετε αεροπορική υπεροχή την εποχή εκείνη, ενώ οι υπόλοιποι συσχετισμοί των στρατιωτικών δυνάμεων βρισκόταν σε πολύ ευνοϊκότερο σημείο απ’ ότι είναι σήμερα. Στη συνέχεια, υπήρξαν διάφορες ακατανόητες ενέργειες όσον αφορά την έλλειψη στρατηγικής, όπως η σιωπηρή ακύρωση του δόγματος του ενιαίου αμυντικού χώρου και η απροθυμία καθορισμού ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου, που ισχύει μέχρι σήμερα.
Μόνο θετικό η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ
Κατά τη διάρκεια των 50 χρόνων κατοχής, ίσως το μόνο αξιοσημείωτο είναι ότι η Κύπρος κατόρθωσε να γίνει μέλος της ΕΕ, παρόλο που η θέση αυτή έχει προσφέρει λίγα ως προς την εξεύρεση μιας λύσης, μέχρι τώρα τουλάχιστον. Μια δεύτερη θετική εξέλιξη αφορά στον αναβαθμισμένο γεωπολιτικό ρόλο που παίζει η Μεγαλόνησος ως σύμμαχος του Ισραήλ, όπου προσδίδει στο δεύτερο στρατηγικό βάθος. Παράλληλα, η Κύπρος προβάλλει όλο και περισσότερο ως ένα εν δυνάμει ενεργειακό και στρατηγικό κόμβο της Δύσης απέναντι στις αναθεωρητικές δυνάμεις της Ανατολής.
Αλλά ακόμη κι αυτό το ανέλπιστο δώρο γίνεται δεκτό με αμηχανία και παγωμάρα από τις ευθυνόφοβες κυβερνήσεις των Αθηνών, που διστάζουν να αξιοποιήσουν αυτόν τον πολλαπλασιαστή ισχύος στο έπακρο, καθώς μοιάζουν να είναι κυριευμένες από φοβικό σύνδρομο. Εάν θα ενισχυθεί η Κύπρος και θα μπορέσει κάποια μέρα να ελπίσει στην επιστροφή των εδαφών της, αυτό μάλλον θα γίνει από θεϊκή επίνευση και επειδή έτσι εξυπηρετούνται τα στρατηγικά συμφέροντα της Δύσης, όχι από κάποιες ιδιοφυείς πολιτικές της Ελλάδος…
Δεδομένου ότι η εξωτερική μας πολιτική χαρακτηρίζεται εν πολλοίς από ατολμία και ενδοτισμό από το 1974 και εντεύθεν, ίσως το καλύτερο που έχει να κάνει η χώρα είναι να μην εμποδίζει την Κύπρο και απλά να συνεπικουρεί στις αποφάσεις της. Ήδη οι οπαδοί του Σχεδίου Ανάν το 2004 κόντεψαν να βάλουν την Κύπρο σε μεγάλες περιπέτειες. Ευτυχώς, επικράτησε η θαρραλέα πολιτική του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου και η συνετή στάση των κ.κ. Καραμανλή και Μολυβιάτη, που αντιστάθηκαν στις Κασσάνδρες τόσο εντός της παράταξής τους, όσο και στην υπόλοιπη ελληνική πολιτική σκηνή. Εν τέλει, η απόρριψη δια δημοψηφίσματος του Σχεδίου Ανάν δεν εμπόδισε την ενταξιακή πορεία της Κύπρου, ενώ τα γεγονότα που ακολούθησαν (ανακάλυψη μεγάλων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, εμβάθυνση συνεργασίας με Ισραήλ, πόλεμος στην Γάζα) έθεσαν την γεωπολιτική της αξία σε συνεχώς αυξανόμενη τροχιά.
ΝΑΤΟ και Κυπριακό
Κανείς δεν ξέρει τι μπορεί να φέρουν οι μελλοντικές εξελίξεις. Όπως λίγοι φαντάστηκαν ότι η Κύπρος θα μπορούσε μια μέρα να γίνει κράτος-μέλος της ΕΕ παρά την τουρκική κατοχή του βορείου τμήματος (ειδικά μετά από την αξιοπρεπή στάση του κυπριακού λαού, όταν απέρριπτε του Σχέδιο Ανάν), έτσι και σήμερα, ίσως ελάχιστοι να πιστεύουν ότι η Κύπρος θα μπορούσε μια μέρα να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ… Σε τελική ανάλυση, όμως, η ηττοπάθεια δεν βοήθησε ποτέ κανέναν. Ίσως, λοιπόν, να χρειάζεται ένας νέος Γιάννος Κρανιδιώτης, ο οποίος θα έχει την πολιτική οξυδέρκεια να εργαστεί υπέρ μιας τέτοιας πρότασης. Ας προετοιμάσει η Ελλάδα το έδαφος και ας υποχρεωθεί η Τουρκία να θέσει το βέτο.
Εδώ τα ασήμαντα Σκόπια εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ (ουσιαστικά με το όνομα Μακεδονία, κακά τα ψέματα) για χάρη μιας αμερικανικής βάσης. Οι καιροί έχουν γυρίσματα και η Κύπρος πρέπει να παραμείνει εξωστρεφής για να αναδείξει την γεωπολιτική της αξία, ούτως ώστε να αξιοποιεί τις εξελίξεις. Το μόνο που θα κατορθώσει η παράδοσή της σε μια θνησιγενή λύση είναι να την κάνει πιο ευάλωτη στα τουρκικά σχέδια για κατάληψη ολόκληρου του νησιού.
Το 1974 σηματοδότησε ίσως την πρώτη φορά στην ιστορία μας που η Ελλάδα δεν πολέμησε για να υπερασπιστεί τα πάτρια εδάφη. Άφησε την Κύπρο έρμαιο της Τουρκίας και εξακολουθεί να πληρώνει το τίμημα της απόφαση αυτής μέχρι σήμερα. Μετά το 1974, η Άγκυρα προχώρησε στην αμφισβήτηση και του ελλαδικού εθνικού εναερίου και θαλασσίου χώρου, αλλά ακόμη και των νησιών του Αιγαίου (που, εν πάση περιπτώσει, δεν κείτονται μακράν)! Είναι φανερό ότι η μοίρα της Κύπρου θα έχει ευρύτερο αντίκτυπο και θα επηρεάσει και την μοίρα της εθνικής επικυριαρχίας στο Αιγαίο, την Μεσόγειο και την Θράκη.
Δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί το Κυπριακό
Γι’ αυτό, στην θλιβερή αυτή επέτειο, ας διδαχθεί επιτέλους το εθνικό κέντρο από τα ιστορικά λάθη του και ας αλλάξει στρατηγική πριν είναι πολύ αργά. Η αδικία που εξακολουθεί να υφίσταται η Κύπρος από την τουρκική θηριωδία δεν θα πρέπει να αποσιωπάται για χάρη της διατήρησης «ήρεμων νερών», μια πρακτική που έχει ως αποκλειστικό να ξεπλύνει το προφίλ της Τουρκίας στο εξωτερικό και να την βοηθήσει να κερδίσει πολύτιμο χρόνο, ώσπου να υλοποιήσει το επόμενο βήμα της επεκτατικής της ατζέντας.
Αν αγανακτούμε, λοιπόν, για την κατάσταση στην Παλαιστίνη, θα πρέπει η αγανάκτηση αυτή να είναι πολλαπλώς περισσότερη για την Κύπρο. Είναι απλώς υποκριτικό να αναφερόμαστε στο ένα και να προσπερνάμε το άλλο. Ο Ελληνισμός οφείλει να υπενθυμίζει με κάθε ευκαιρία στο διεθνές κοινό ότι η κατοχή της Κύπρου είναι απαράδεκτη, ότι αποτελεί αίσχος και ντροπή για την ίδια ΕΕ. Προτού σπεύσουν να λύσουν τα προβλήματα τρίτων χωρών, καλό θα ήταν οι ηγέτες μας να επιληφθούν τα του οίκου τους.
Επίσης, ως μια ειρηνική δύναμη με φιλίες τόσο στην Μέση Ανατολή όσο και στο Ισραήλ, θα πρέπει η Κύπρος να συνεχίσει να αναδεικνύει τα στρατηγικά πλεονεκτήματα που μπορεί να προσφέρει σε συμμάχους και να αναζητά τις ιστορικές ευκαιρίες για την απελευθέρωση των κατεχομένων. 50 χρόνια μπορεί να είναι πολλά, αλλά αν μη τι άλλο, η ιστορία μας έχει διδάξει ότι τα πάντα μπορεί να ανατραπούν υπό τις κατάλληλες συνθήκες και πως όσα δεν φέρνει ο χρόνος, τα φέρνει η στιγμή.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου