Του Περικλή Ζορζοβίλη
Στη δημόσια επιβεβαίωση ότι η σχέση Ελλάδας – ΗΠΑ είναι ισχυρή, βαθιά και ότι βρίσκεται σε ιστορικό υψηλό προέβη ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την επίσκεψή του στην Ουάσινγκτον για τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Όμως, σε πρακτικό επίπεδο, και ειδικά σε ό,τι αφορά τον αμυντικό τομέα, η πραγματικότητα απέχει πολύ από την ιδεατή κατάσταση που περιγράφηκε. Απαιτείται, δε, αναπροσαρμογή της ελληνικής πολιτικής, ιδιαίτερα σε ένα αυξημένης ρευστότητας γεωστρατηγικό περιβάλλον.
Δημόσια επιβεβαιώθηκε και η απόλυτη ταύτιση της Ελλάδας με ΝΑΤΟ και ΗΠΑ σε όλα τα μείζονα και περιφερειακά ζητήματα, καθώς και η ενεργός ελληνική συμμετοχή στην επίτευξή τους. Πρόσφατα παραδείγματα αποτελούν η δημιουργία Εναρμονισμένου Στρατιωτικού Διαδρόμου Κινητικότητας (Harmonized Military Mobility Corridor) και η επέκταση του Δικτύου Αγωγών του ΝΑΤΟ προς την ανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, η χώρα μέχρι σήμερα ουδεμία ανταποδοτική βοήθεια έχει λάβει από τις ΗΠΑ στην αναβάθμιση των αμυντικών δυνατοτήτων και υποδομών της, οι οποίες διατίθενται άνευ όρων και προϋποθέσεων για την υποστήριξη των σχεδιασμών των ΗΠΑ και της Συμμαχίας. Η δήλωση του πρωθυπουργού, κατά τη διάρκεια συζήτησης στο Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων, μιας αμερικανικής δεξαμενής σκέψης, ότι «στον στρατιωτικό – αμυντικό τομέα κάνουμε πολλά μαζί και μπορούμε πάντα να κάνουμε περισσότερα για τη διασφάλιση της πρόσβασης της Ελλάδας τόσο σε πλεονάζοντα αμυντικό εξοπλισμό όσο και σε σύγχρονα οπλικά συστήματα» δεν είναι μόνο ανακριβής, αλλά και απόλυτα ενδεικτική της ιδιότυπης οπτικής με την οποία διαχρονικά το ελληνικό πολιτικό προσωπικό προσεγγίζει τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.
Πιο πρόσφατο και εξόχως χαρακτηριστικό παράδειγμα της μεγάλης απόστασης μεταξύ γενικόλογων θεωρητικών προσεγγίσεων και πραγματικότητας αποτελεί η περιβόητη λίστα που περιλαμβανόταν στην επιστολή που είχε στείλει ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν στο πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και η οποία είχε δημοσιοποιηθεί από το Μέγαρο Μαξίμου στις 27 Ιανουαρίου 2024. Η άφιξή της είχε χαιρετιστεί με μια τουλάχιστον υπερβολική τηλεοπτική δήλωση του πρωθυπουργού. «Σήμερα είναι μια σημαντική ημέρα για την εθνική μας άμυνα και για την ελληνική διπλωματία […] γιατί, με βάση επιστολή που έλαβα, […] αναδεικνύεται και επισφραγίζεται το στρατηγικό βάθος των ελληνοαμερικανικών σχέσεων».
Η δήλωση περιελάμβανε ειδική μνεία για τα εξοπλισμούς: «Η Ελλάδα τίθεται και επισήμως στην τροχιά απόκτησης έως και 40 μαχητικών αεροσκαφών τελευταίας γενιάς F-35. Ταυτόχρονα, όμως, αποκτά και εντελώς δωρεάν ένα πολύ μεγάλο πακέτο εξοπλισμών που ενισχύουν καθοριστικά και τους τρεις κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά και το Ελληνικό Λιμενικό».
Περίπου έξι μήνες μετά, το αφήγημα που αφορά το εντελώς δωρεάν «πολύ μεγάλο πακέτο εξοπλισμών» έχει καταρρεύσει. Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες πληροφορίες, το πρόγραμμα δωρεάν παραχώρησης 62 Τεθωρακισμένων Οχημάτων Μάχης (ΤΟΜΑ) Bradley M2A2 ODS, ως «πλεονάζον αμυντικό υλικό» (EDA: Excess Defense Article) πιθανά δεν θα υλοποιηθεί λόγω υψηλού κόστους εργοστασιακής αξιοποίησης – επανεργοποίησης (περί τα 3 εκατ. ευρώ ανά όχημα) και του επίσης υψηλού κόστους τής εκ του μηδενός δημιουργίας της απαραίτητης υποδομής υποστήριξης, συντήρησης και επισκευής των οχημάτων, εκπαίδευσης και προμήθειας των πυρομαχικών τους.
Η επίσης δωρεάν παραχώρηση έως τεσσάρων πλοίων μάχης παρακτίων (LCS: Littoral Combat Ship) τύπου Freedom έχει ήδη απορριφθεί, καθώς αυτά που ήταν διαθέσιμα απαιτούν σημαντικά κόστη για τη θεραπεία προβλημάτων στο σύστημα πρόωσης και την επανενεργοποίηση. Σύμφωνα με πηγές που έχουν γνώση των δεδομένων, την οδό της απόρριψης είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν, εφόσον καταστούν διαθέσιμα για δωρεάν παραχώρηση, τα αεροσκάφη εναέριου ανεφοδιασμού KC-135, ο στόλος των οποίων έχει μέση ηλικία ανώτερη των 60 ετών, και ίσως τα δύο αεροσκάφη τακτικών μεταφορών C-130H τα οποία θα απαιτήσουν κόστος εργοστασιακής αξιοποίησης (ας σημειωθεί ότι στα τέλη του περασμένου μήνα οι ΗΠΑ δώρισαν στην Μποτσουάνα ένα C-130H σε πτητική κατάσταση).
Αντίθετα, από το 2015 μέχρι σήμερα, η χώρα μας μέσω διακρατικών συμφωνιών με τις ΗΠΑ έχει αναθέσει συμβάσεις για κύρια οπλικά συστήματα συνολικής αξίας 7 δισ. ευρώ (γενική επισκευή P-3B Orion, εκσυγχρονισμός F-16 στη διαμόρφωση Viper, προμήθεια ελικοπτέρων ναυτικής χρήσης MH-60R, γενικής χρήσης UH-60M και μαχητικών F-35A Lightning II), και επιπλέον σημαντικά ποσά για συμβάσεις υποστήριξης συστημάτων αμερικανικής προέλευσης που διατίθενται σε υπηρεσία.
Τα δεδομένα αποδεικνύουν ότι στον στρατιωτικό – αμυντικό τομέα γίνονται όντως πολλά, αλλά προσφέρονται προς τη μία μόνο κατεύθυνση, από την Ελλάδα προς τις ΗΠΑ. Και, επί τη ευκαιρία, ας σημειωθεί ότι δεν μπορεί να παρουσιάζεται η έγκριση πώλησης των F-35A ως αμερικανική παραχώρηση και μεγάλη ελληνική επιτυχία, καθώς τα μαχητικά δεν θα μας δοθούν δωρεάν, αλλά θα πληρωθούν στην τρέχουσα τιμή τους από τον ελληνικό Προϋπολογισμό.
Χωρίς αντάλλαγμα οι θυσίες της χώρας
Από τις ΗΠΑ προς την Ελλάδα, οι εξελίξεις είναι ασήμαντες και σε καμία περίπτωση δεν ανακλούν σε πρακτικό επίπεδο τις διακηρύξεις για τη μεγάλη σημασία της χώρας. Ούτε η χώρα εντάχθηκε στον μηχανισμό δωρεάν χρηματοδότησης FMF με καθεστώς όπως το Ισραήλ ή η Αίγυπτος. Ούτε εκτιμήθηκε και ανταποδόθηκε η επιλογή της Ελλάδας να ταχθεί πλήρως αλληλέγγυα με την Ουκρανία και να την υποστηρίζει με παροχή στρατιωτικού υλικού, χωρίς μέχρι σήμερα να απαιτήσει παρόμοια αντιμετώπιση από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο.
Ούτε η ελληνική συνεισφορά στη διατήρηση επίπλαστης ηρεμίας με την Τουρκία εκτιμήθηκε και ανταποδόθηκε αναλόγως, παρά τις πάγιες διεκδικήσεις της Άγκυρας κατά της εδαφικής ακεραιότητας και των ζωτικών συμφερόντων της χώρας μας, ώστε να εξασφαλιστεί η ενότητα του δυτικού στρατοπέδου. Η κύρια απειλή εθνικής ασφαλείας για την Ελλάδα συνεχίζει να προέρχεται μέσα από αυτή καθαυτήν τη Συμμαχία, που εξυπηρετεί με κάθε δυνατό τρόπο.
Το παραμύθι του Μπλίνκεν, ο ενισχυμένος Ερντογάν και η εκτεθειμένη Ελλάδα
Δυστυχώς, η πολιτική του συνεπούς συμμάχου έχει εξαντλήσει τα όριά της. Και, μάλιστα, εν όψει του ορατού ενδεχομένου ενός νέου Ψυχρού Πολέμου με τη Ρωσία, που θα έχει μία βασική διαφορά σε σχέση με τον προηγούμενο. Η Τουρκία που διέθετε με την πρώην ΕΣΣΔ κοινή μεθόριο μήκους 1.700 χλμ. δείχνει να έχει αποφασίσει οριστικά να στραφεί πρωτίστως σε ευρασιατική κατεύθυνση και να δρα ως ανεξάρτητος πόλος ισχύος, ο οποίος επιχειρεί να μεγιστοποιήσει τα οφέλη του εκμεταλλευόμενος την αντιπαράθεση Δύσης – Ρωσίας.
Με αυτό ως δεδομένο, η Ελλάδα, ουσιαστικά, αναβιβάζεται πλέον σε πρώτη γραμμή άμυνας, αντί για στρατηγικό βάθος της Τουρκίας, όπως στον πρώτο Ψυχρό Πόλεμο που ξέσπασε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ευρώπη.
Κατά συνέπεια, η ελληνική διπλωματία οφείλει μετ’ επιτάσεως να θέσει όλα αυτά τα θέματα και να καταστήσει απολύτως σαφές ότι δεν θα έχει τη δυνατότητα να αντεπεξέλθει στον νέο, τόσο αναβαθμισμένο ρόλο και τον συνεπαγόμενο αυτού κίνδυνο, χωρίς την άνευ αστερίσκων διπλωματική και αμυντική υποστήριξη των ΗΠΑ και των λοιπών συμμάχων, όπου απαιτείται. Υπό αυτή την οπτική, η λίστα Μπλίνκεν όχι μόνο δεν συνιστά προσφορά που δικαιολογεί διθυραμβικές δηλώσεις, αλλά θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ακόμα και προσβλητική.
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου