Του Βασίλη Νέδου
Στην εποχή της καινοτομίας επιχειρεί να εισέλθει, έστω και με καθυστέρηση, το υπουργείο Εθνικής Αμυνας, καθώς την επόμενη εβδομάδα αναμένεται να τεθεί προς διαβούλευση νομοσχέδιο το οποίο θα δημιουργεί για πρώτη φορά ένα εργαλείο με αυτονομία από τα Γενικά Επιτελεία και με βασικό ρόλο την ενεργή σύνδεση με το ελληνικό οικοσύστημα startups. Για πολλά χρόνια οι Ενοπλες Δυνάμεις αποτελούν παθητικό καταναλωτή οπλικών συστημάτων όλων των ειδών. Το γνωστό, καταθλιπτικό συμπέρασμα ότι στην Ελλάδα «δεν φτιάχνεται ούτε βίδα» έχει εφαρμογή και στον αμυντικό τομέα.
Στην εποχή της καινοτομίας επιχειρεί να εισέλθει, έστω και με καθυστέρηση, το υπουργείο Εθνικής Αμυνας, καθώς την επόμενη εβδομάδα αναμένεται να τεθεί προς διαβούλευση νομοσχέδιο το οποίο θα δημιουργεί για πρώτη φορά ένα εργαλείο με αυτονομία από τα Γενικά Επιτελεία και με βασικό ρόλο την ενεργή σύνδεση με το ελληνικό οικοσύστημα startups. Για πολλά χρόνια οι Ενοπλες Δυνάμεις αποτελούν παθητικό καταναλωτή οπλικών συστημάτων όλων των ειδών. Το γνωστό, καταθλιπτικό συμπέρασμα ότι στην Ελλάδα «δεν φτιάχνεται ούτε βίδα» έχει εφαρμογή και στον αμυντικό τομέα.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια χώρες όπως η Τουρκία –συνδέοντας τις ανάγκες της αμυντικής βιομηχανίας της αρχικά με την εξειδικευμένη επιστημονική έρευνα και στη συνέχεια με εταιρείες που δημιουργήθηκαν προκειμένου να σχεδιάζουν και να κατασκευάζουν υποσυστήματα και λογισμικό για οπλικά συστήματα που αγόραζαν από το εξωτερικό– έκαναν άλματα. Κάπως έτσι η Τουρκία έχει φτάσει να εξάγει μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAV) ακόμη και σε χώρες της Ε.Ε., ενώ η Ελλάδα εισάγει ακόμη και τα πιο απλά λογισμικά, για να μη γίνει λόγος για τις τεράστιες καθυστερήσεις παράδοσης υλικών από τις εγχώριες αμυντικές βιομηχανίες.
Το επιτελείο του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Δένδια, ο οποίος προωθεί με ταχύτητα το συγκεκριμένο ζήτημα, σε συμφωνία και με τις τεχνικές προϋποθέσεις που θέτει η ευρωπαϊκή νομοθεσία, έχει σχεδιάσει μια πρωτοβουλία που έχει στο επίκεντρό της τη δημιουργία μιας εταιρείας με σκοπό οι Ενοπλες Δυνάμεις να αγοράζουν εγχώρια αμυντική τεχνολογία στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), της κυβερνοασφάλειας και της παραγωγής λογισμικού (software), χωρίς να επιβαρύνεται αλόγιστα ο προϋπολογισμός με εισαγωγές.
Το επιτελείο του υπουργού Εθνικής Αμυνας Νίκου Δένδια, ο οποίος προωθεί με ταχύτητα το συγκεκριμένο ζήτημα, σε συμφωνία και με τις τεχνικές προϋποθέσεις που θέτει η ευρωπαϊκή νομοθεσία, έχει σχεδιάσει μια πρωτοβουλία που έχει στο επίκεντρό της τη δημιουργία μιας εταιρείας με σκοπό οι Ενοπλες Δυνάμεις να αγοράζουν εγχώρια αμυντική τεχνολογία στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ), της κυβερνοασφάλειας και της παραγωγής λογισμικού (software), χωρίς να επιβαρύνεται αλόγιστα ο προϋπολογισμός με εισαγωγές.
Τα πρότυπα
Η εταιρεία (Μονάδα Καινοτομίας) δεν αποτελεί παρθενογένεση. Για την ακρίβεια, η Ελλάδα είναι μια από τις τελευταίες χώρες της Ευρώπης που προχωρεί στη σύσταση μιας τέτοιας μονάδας. Τα πρότυπα που μελετήθηκαν είναι πολλά και κυρίως εκείνα του Ηνωμένου Βασιλείου (jHub Defense Innovation), των ΗΠΑ (Defense Innovation Unit του αμερικανικού Πενταγώνου), της Γαλλίας (Defence Innovation Agency -Agence de l’innovation de défense) και του Ισραήλ (DDR&D – Directorate of Defense Research & Development).
Η εταιρεία, για τη στέγαση της οποίας γίνεται ήδη έρευνα αγοράς στο πολεοδομικό απόθεμα γύρω από την Ομόνοια, που αποτελεί και τη «φωλιά» των ελληνικών startups, θα λειτουργεί, περίπου, ως εξής:
Κατ’ αρχάς θα λειτουργεί, αυτόνομα, ως σημείο επαφής ανάμεσα στις Ενοπλες Δυνάμεις και τους εκπροσώπους των startups, με σκοπό οι αξιωματικοί να γνωρίζουν τι υπάρχει στην αγορά και οι εταιρείες να αρχίσουν να αντιλαμβάνονται τις πραγματικές ανάγκες των Γενικών Επιτελείων. Πρέπει να σημειωθεί ότι σκοπός της δημιουργίας αυτού του περιβάλλοντος δεν είναι να λειτουργήσει ανταγωνιστικά προς τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ), στην οποία παραμένει η ευθύνη για τα βαριά οπλικά συστήματα (αεροπλάνα, ελικόπτερα, πλοία, οχήματα, πυρομαχικά, πυραυλικά συστήματα κ.ά.) που θα εξακολουθήσουν να αποτελούν το 95% του ετήσιου εξοπλιστικού προϋπολογισμού.
Η εταιρεία (Μονάδα Καινοτομίας) δεν αποτελεί παρθενογένεση. Για την ακρίβεια, η Ελλάδα είναι μια από τις τελευταίες χώρες της Ευρώπης που προχωρεί στη σύσταση μιας τέτοιας μονάδας. Τα πρότυπα που μελετήθηκαν είναι πολλά και κυρίως εκείνα του Ηνωμένου Βασιλείου (jHub Defense Innovation), των ΗΠΑ (Defense Innovation Unit του αμερικανικού Πενταγώνου), της Γαλλίας (Defence Innovation Agency -Agence de l’innovation de défense) και του Ισραήλ (DDR&D – Directorate of Defense Research & Development).
Η εταιρεία, για τη στέγαση της οποίας γίνεται ήδη έρευνα αγοράς στο πολεοδομικό απόθεμα γύρω από την Ομόνοια, που αποτελεί και τη «φωλιά» των ελληνικών startups, θα λειτουργεί, περίπου, ως εξής:
Κατ’ αρχάς θα λειτουργεί, αυτόνομα, ως σημείο επαφής ανάμεσα στις Ενοπλες Δυνάμεις και τους εκπροσώπους των startups, με σκοπό οι αξιωματικοί να γνωρίζουν τι υπάρχει στην αγορά και οι εταιρείες να αρχίσουν να αντιλαμβάνονται τις πραγματικές ανάγκες των Γενικών Επιτελείων. Πρέπει να σημειωθεί ότι σκοπός της δημιουργίας αυτού του περιβάλλοντος δεν είναι να λειτουργήσει ανταγωνιστικά προς τη Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ), στην οποία παραμένει η ευθύνη για τα βαριά οπλικά συστήματα (αεροπλάνα, ελικόπτερα, πλοία, οχήματα, πυρομαχικά, πυραυλικά συστήματα κ.ά.) που θα εξακολουθήσουν να αποτελούν το 95% του ετήσιου εξοπλιστικού προϋπολογισμού.
Ταμείο Καινοτομίας
Σκοπός της νέας νομοθεσίας του υπουργείου Εθνικής Αμυνας είναι αυτό το 5% που απομένει, και υπολογίζεται σε 100 εκατ. ευρώ, να καταλήξει να επενδύεται σε συστήματα και λογισμικό που θα παράγονται από ελληνικές εταιρείες. Γι’ αυτόν τον σκοπό θα χρησιμοποιηθεί ένα εργαλείο που ήδη υπάρχει, το Ταμείο Καινοτομίας του ΥΠΕΘΑ, στο οποίο κάθε χρόνο αποταμιεύεται το 1% του αμυντικού προϋπολογισμού (δηλαδή 20 εκατ. ευρώ). Στο Ταμείο Καινοτομίας θα μπορούν σε βάθος χρόνου να επενδύσουν και τρίτοι, με σκοπό τη μεγέθυνση του προϋπολογισμού, εφόσον, βεβαίως, όλα προχωρήσουν σύμφωνα με τον σχεδιασμό. Ωστόσο, επειδή υπολογίζεται ότι θα χρειαστούν 3-5 χρόνια, το νομοσχέδιο θα προβλέπει υφιστάμενα χρηματοδοτικά εργαλεία. Κατ’ αρχάς ένα πρότζεκτ θα μπορεί να χρηματοδοτείται από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα (HDB). Η εταιρεία που θα δημιουργηθεί θα μπορεί να μεσολαβεί ως εγγυητής (όπως κάνουν όλες οι αντίστοιχες μονάδες ανά την Ευρώπη) προκειμένου οι ελληνικές startups να εξασφαλίζουν χρηματοδότηση από εργαλεία που υπάρχουν στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. ειδικά για αμυντικά πρότζεκτ. Προφανώς, εφόσον κάποια από τις ενδιαφερόμενες εταιρείες δεν βρίσκεται σε επίπεδο startup (άρα με χρηματοδότηση από κάποιο VC), τότε θα μπορεί να γίνει ένας συνδυασμός χρηματοδότησης με την πιθανότητα εκταμίευσης και δανείων.
Αν και η χρηματοδότηση είναι ένα σημαντικό σκέλος της νομοθεσίας και απαντάει σε σημαντικό βαθμό στις ανάγκες οι οποίες είχαν τεθεί από τους χρηματοδότες των startups που –λόγω της έλλειψης υποστήριξης από το επίσημο ελληνικό κράτος– συναντούν μεγάλα εμπόδια στον ενδοευρωπαϊκό ανταγωνισμό, η νέα εταιρεία θα λειτουργεί κυρίως ως μεσάζων ανάμεσα στις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων και τις λύσεις που μπορεί να δοθούν σε αυτές.
Η αλυσίδα
Όταν κάποιο από τα επιτελεία (ΓΕΕΘΑ, ΓΕΣ, ΓΕΝ, ΓΕΑ) ζητάει την επίλυση του προβλήματος, η εταιρεία θα προκηρύσσει τον διαγωνισμό. Σε πρώτη φάση σε αυτόν θα μπορούν να λαμβάνουν μέρος startups και πανεπιστήμια. Οι συμβάσεις που θα υπογράφονται θα περιέχουν αρκετές από τις προβλέψεις που ήδη συναντώνται σε συμβόλαια για τις τεχνολογίες διττής χρήσης (dual use). Η στρατιωτική χρήση θα κατοχυρώνεται από το ενδιαφερόμενο επιτελείο και η εμπορική θα αποδίδεται για αξιοποίηση στη startup που θα κερδίσει το συμβόλαιο. Πρόκειται για έναν όρο ο οποίος είναι αμοιβαία επωφελής. Οι Ενοπλες Δυνάμεις αποκτούν την αποκλειστική χρήση ενός συστήματος, ενώ η startup που κερδίζει το συμβόλαιο έχει πλέον απόδειξη ότι η τεχνολογία της έχει πελάτη, ο οποίος, μάλιστα, παραχωρεί και πεδίο δοκιμών.
Η νέα εταιρεία υπό την αιγίδα του ΥΠΕΘΑ γίνεται αφορμή και για μια δεύτερη, ίσως σημαντικότερη μεταρρύθμιση, η οποία θα αποδεσμεύσει δυνάμεις από το ίδιο το δυναμικό των Ενόπλων Δυνάμεων. Στην εταιρεία, η οποία θα λειτουργεί με τυπική δομή (πρόεδρος, διευθύνων σύμβουλος Δ.Σ., συμβουλευτική επιτροπή για τεχνολογίες), θα υπάρχει η δυνατότητα απόσπασης ειδικών αξιωματικών. Σε αυτό το πλαίσιο θα δοθεί στις στρατιωτικές σχολές (Ευελπίδων, Ναυτικών Δοκίμων, Ικάρων) η δυνατότητα να παρέχουν και διδακτορικά στους σπουδαστές τους. Η εξίσωση των στρατιωτικών σχολών με τα πανεπιστήμια θα επιτρέψει τη χρηματοδότηση βιομηχανικών διδακτορικών αλλά και ερευνητικών προγραμμάτων, τα υποπροϊόντα των οποίων (τεχνοβλαστοί) θα μπορούν να μετατραπούν σε προϊόν. Σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο θα υπάρξει και ειδική πρόβλεψη ώστε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας τους οι ειδικοί σε προχωρημένες (hi-end) τεχνολογίες να υπηρετούν σε πόστα σχετικά, τα οποία πλέον θα υπάρχουν. Ενα πιθανό κίνητρο για μια τέτοια θητεία θα ήταν η προϋπηρεσία σε έναν σχετικό τομέα.
Eξωστρέφεια
Το επόμενο βήμα, όταν το ελληνικό οικοσύστημα σταθεί στα πόδια του αυτόνομα, θα είναι η εξωστρέφεια και οι διεθνείς συνέργειες. Στόχος θα είναι, δηλαδή, η δημιουργία κοινών οικοσυστημάτων με χώρες με τις οποίες υπάρχει μια συναντίληψη και, βεβαίως, πλαίσιο συμφωνίας. Σκοπός είναι να μπορούν οι ελληνικές startups, καλυμμένες από το νέο πλαίσιο, να συμμετάσχουν σε διαγωνισμούς για συστήματα σε άλλες χώρες. Μέχρι στιγμής, όπως η «Κ» εγκαίρως έχει αναφέρει, τέτοιες συζητήσεις έχουν γίνει με το Ηνωμένο Βασίλειο, το Ισραήλ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Το τεχνολογικό απόθεμα των ελληνικών startups
Αυτή τη στιγμή, οι πιο σημαντικές ελληνικές startups αναπτύσσουν συστήματα αισθητήρων με βάση τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης. Τα τελευταία χρόνια ο αριθμός τους έχει αυξηθεί, καθώς νεότερης γενιάς Ελληνες επιστήμονες (που πολλές φορές έρχονται από θεωρητικά «στρωμένες» δουλειές στο εξωτερικό) δοκιμάζουν την τύχη τους και στην Ελλάδα. Πρόκειται για τεχνολογίες οι οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθούν για την ανίχνευση ίχνους και την παροχή επιχειρησιακής εικόνας στο έδαφος αλλά και κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Για τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις κάποιες από αυτές τις τεχνολογίες είναι σημαντικές, ωστόσο από τους βασικούς επιταχυντές των συζητήσεων, αλλά και της υλοποίησης του νέου θεσμικού πλαισίου, είναι τα διδάγματα από τον πόλεμο της Ουκρανίας. Τα βαριά όπλα δεν έχουν χρησιμότητα δίχως τη σωστή πληροφορία, η οποία μπορεί να παραχθεί με πολλούς τρόπους.
Η Ελλάδα ενδιαφέρεται για τα δορυφορικά συστήματα. Μέσω μικροδορυφόρων μπορεί να βελτιωθεί σε σημαντικό βαθμό η πληροφορία που φτάνει στο Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων, αυξάνοντας κατακόρυφα και την ακρίβεια στη λήψη απόφασης.
Αντιπυραυλική άμυνα
Ανάλογα συμπεράσματα έχουν πλέον εξαχθεί από τον πόλεμο στο Ισραήλ. Το περίφημο Iron Dome αποδεικνύεται ανεπαρκές απέναντι στον κορεσμό φθηνών ρουκετών από τη Χαμάς ή τη Χεζμπολάχ. Γι’ αυτό και οι Ισραηλινοί ήδη αναπτύσσουν τεχνολογία εξουδετέρωσης των ρουκετών με λέιζερ, κάτι που θα μπορούσε να μειώσει το κόστος και να αυξήσει την ακρίβεια της αναχαίτισης.
Προφανώς η Ελλάδα επιθυμεί να εισέλθει, επίσης, δυναμικά στον κόσμο των UAV και των drones. Αυτή τη στιγμή, και σε αυτόν τον τομέα, οι ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις αποτελούν καταναλωτή, παρά το γεγονός ότι κάποια drones έχουν τροποποιηθεί με τις δυνάμεις στελεχών του Στρατού Ξηράς και της Πολεμικής Αεροπορίας. Ωστόσο, σκοπός είναι, ακριβώς, να μπορέσουν να ξεφύγουν οι Ενοπλες Δυνάμεις από τις «πατέντες» και τη δαπάνη πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων για αγορά ή μακροχρόνια μίσθωση UAV ή και άλλων μη επανδρωμένων συστημάτων. Ενα από τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι δυσκολίες που αντιμετώπισε (και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει) το Πολεμικό Ναυτικό στην εξεύρεση UAV τα οποία θα μπορούν να αντιμετωπίσουν διπλές απειλές, πάνω και κάτω από το νερό.
Απάντηση στα «Μπαϊρακτάρ»
Υπενθυμίζεται ότι ένα από τα βασικά σχέδια τα οποία ακολουθεί η τουρκική αμυντική βιομηχανία είναι η κατασκευή μικρότερων UAV αλλά και USV (μη επανδρωμένα σκάφη επιφανείας), με σκοπό τον κορεσμό των στόχων. Και σε αυτή την περίπτωση οι Ενοπλες Δυνάμεις αναζητούν ενεργητικά (αντίμετρα) αλλά και παθητικά εργαλεία (έγκαιρη ανίχνευση και παροχή πληροφορίας), προκειμένου να μην ανατραπεί το ισοζύγιο τόσο πάνω όσο και κάτω από το Αιγαίο. Ολα αυτά υπάρχουν, βεβαίως, στη διεθνή αγορά, ωστόσο το υψηλό κόστος απόκτησής τους, και οι προτεραιότητες των επιτελείων για βαρύ πολεμικό υλικό, τα σπρώχνουν πολλές φορές σε δεύτερη μοίρα.
Δημοσίευση σχολίου