Βενέτης Γιώργος
Η ονομασία “Παλαιστίνη” είναι ελληνική. Ο Ηρόδοτος είναι ο πρώτος ιστορικός που χρησιμοποιεί τον όρο Παλαιστίνη, τον 5ο αιώνα π.Χ. Οι Ιστορίες του Ηροδότου μιλούν για μια «περιοχή της Συρίας, η οποία ονομάζεται Παλαιστίνη». Η ονομασία πιστεύεται ότι επινοήθηκε από τους Αρχαίους Έλληνες για την περιοχή της γης που κατείχαν οι Φιλισταίοι.
Οι Ρωμαίοι, τον 2ο αιώνα π.Χ., ονόμαζαν την περιοχή «Παλαιστίνη της Συρίας», ως περιοχή της Συρίας. Το όνομα Παλαιστίνη αναβίωσε και καθιερώθηκε επίσημα ως ανεξάρτητο έδαφος από τον Ιορδάνη ποταμό μέχρι τις ακτές της Μεσογείου μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο,.
Ο πόλεμος, γνωστός στους Ισραηλίτες ως “η Μεγάλη Εξέγερση” εναντίον των Ρωμαίων, οδήγησε στην τελική καταστροφή όλων των ιουδαϊκών πόλεων και στον εξανδραποδισμό και εκτοπισμό της πλειοψηφίας του πληθυσμού της Ιουδαίας. Τα ρωμαϊκά στρατεύματα του στρατηγού Τίτου κατορθώνουν να διασπάσουν τα τείχη της Ιερουσαλήμ και να μπουν στην πόλη. Θα ακολουθήσει η ισοπέδωση της Ιερουσαλήμ και ο διασκορπισμός των κατοίκων της στα πέρατα της αυτοκρατορίας.
Το αποτέλεσμα της πολιορκίας ήταν τραγικό. Σύμφωνα με ιστορικές πηγές, περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Τα γυναικόπαιδα πουλήθηκαν ως δούλοι, άνδρες μετατράπηκαν σε μονομάχους και η ελπίδα για τη συγκρότηση ενός εβραϊκού κράτους έμεινε στον “πάγο”.
Η επιστροφή στη πάτρια γη, προωθήθηκε από το σιωνιστικό κίνημα που εμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και που ήταν ένα από τα ρεύματα που αναπτύχθηκαν στον παγκόσμιο Εβραϊσμό. Στα πλαίσια του κινήματος υποστηρίχθηκε, ότι οι Εβραίοι έπρεπε να μεταναστεύσουν στην ιστορική γη του Ισραήλ, δηλαδή στην έκταση της ιστορικής Παλαιστίνης και να φτιάξουν το δικό τους κράτος. Παρότι η απήχηση του σιωνισμού δεν επικράτησε ανάμεσα στις εβραϊκές κοινότητες της Ευρώπης, καθώς οι περισσότερες διεκδικούσαν να έχουν πλήρη ισοτιμία και δικαιώματα εντός των ευρωπαϊκών κρατών, εντούτοις είχε απήχηση.
Οι διώξεις των Εβραίων
Η τάση αυτή ενισχύθηκε όταν ξεκίνησε το μεγάλο κύμα αντισημιτικών διωγμών στην Ευρώπη στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα, μέσα από γεγονότα όπως η σκευωρία εναντίον του Εβραίου αξιωματικού του γαλλικού στρατού Ντρέιφους και κυρίως από τα μεγάλα πογκρόμ που εξαπέλυσε το τσαρικό καθεστώς κατά των μεγάλων και συμπαγών εβραϊκών κοινοτήτων εντός της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Όλα αυτά έδωσαν ώθηση στο σιωνιστικό κίνημα, που ιδίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την επιχείρηση εξόντωσης του συνόλου του ευρωπαϊκού Εβραϊσμού από τους Ναζί, φάνηκε να προσφέρει τη μόνη διέξοδο.
Μόνο που η ιστορική Παλαιστίνη δεν ήταν μια ακατοίκητη έκταση. Είχε Άραβες κατοίκους, κυρίως, μουσουλμάνους αλλά και χριστιανούς. Κατά συνέπεια ένας λαός χωρίς γη θα έπρεπε να επιστρέψει μετά από αιώνες στη πατρογονική του πατρίδα, που πλέον εκατοικείτο από έναν άλλον λαό, τους Παλαιστίνιους. Αυτό το γεγονός άνοιξε τον ασκό του Αιόλου.
Προχωρώντας σε μια αποτίμηση του γεωπολιτικού και ανθρώπινου δράματος στην Παλαιστίνη, θα αναδείξουμε τους σταθμούς στην ιστορία που εξηγούν πως οδηγηθήκαμε στα πρόσφατα γεγονότα.
Η διακήρυξη του Μπάλφουρ
H γένεση του προβλήματος ξεκινάει στις 2 Νοεμβρίου 1917, όταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, Άρθουρ Μπάλφουρ, έστειλε μια επιστολή προς τον Λάιονελ Γουόλτερ Ρότσιλντ, ισχυρό παράγοντα της εβραϊκής κοινότητας στη Μεγάλη Βρετανία. Η επιστολή αυτή ανέφερε ότι η βρετανική κυβέρνηση δεσμευόταν να «δημιουργήσει στη Παλαιστίνη μια πατρίδα για τον εβραϊκό λαό» και ζητούσε από τον Ρότσιλντ να διευκολύνει «την επίτευξη αυτού του στόχου». Πρόκειται για τη περίφημη Διακήρυξη Μπάλφουρ. Ουσιαστικά, μια ευρωπαϊκή δύναμη υποσχέθηκε στο σιωνιστικό κίνημα μια χώρα όπου οι Παλαιστίνιοι Άραβες αποτελούσαν περισσότερο από το 90% του πληθυσμού.
Η ευρύτερη περιοχή της ιστορικής Παλαιστίνης είχε περάσει στον έλεγχο της Μεγάλης Βρετανίας μετά τό τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το καθεστώς της Βρετανικής κατοχής διήρκεσε από το 1923 μέχρι το 1948. Κατά τη διάρκεια, λοιπόν, αυτής της περιόδου, οι Βρετανοί διευκόλυναν τη μαζική εβραϊκή μετανάστευση. Οι εξελίξεις αυτές, ανησύχησαν τους Παλαιστινίους που έβλεπαν να μεταβάλλονται δραματικά τα δημογραφικά δεδομένα με τις βρετανικές δεσμεύσεις έναντι των Εβραίων.
Η μαζική εβραϊκή μετανάστευση προκάλεσε εντάσεις και οδήγησε τελικά στην Αραβική Εξέγερση, η οποία διήρκεσε από το 1936 έως το 1939. Η εξέγερση στόχευε τις βρετανικές δυνάμεις και την αποικιοκρατία. Η απάντηση ήταν συνοπτικές δολοφονίες, απελάσεις ακτιβιστών συλλήψεις και καταστροφές σπιτιών. Μέχρι το δεύτερο μισό του 1939, η Βρετανία είχε συγκεντρώσει 30.000 στρατιώτες στη Παλαιστίνη. Παράλληλα, οι Βρετανοί συνεργάστηκαν με την κοινότητα των Εβραίων εποίκων και σχημάτισαν τρομοκρατικές ένοπλες ομάδες Εβραίων μαχητών υπό την ηγεσία των Βρετανών, τις διαβόητες Special Night Squads. Στην περιοχή μεταφέρθηκαν κρυφά όπλα και ιδρύθηκαν εργοστάσια όπλων για να εξοπλίσουν τη Χαγκανά, τον προπομπό του σημερινού ισραηλινού στρατού. Τα πρώτα τρία χρόνια εξεγέρσεων, 5.000 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν, 15.000 έως 20.000 τραυματίστηκαν και 5.600 φυλακίστηκαν.
Το ανισομερές σχέδιο του ΟΗΕ
Μέχρι το 1947, ο εβραϊκός πληθυσμός είχε φτάσει στο 33% της Παλαιστίνης, αλλά κατείχαν μόνο το 6% της γης. Προς επίλυση του προβλήματος τα Ηνωμένα Έθνη το 1947 υιοθέτησαν ένα σχέδιο διχοτόμησης για την υπό βρετανική κατοχή Παλαιστίνη. Το σχέδιο πρότεινε τη δημιουργία δύο κρατών στη Παλαιστίνη, ενός αραβικού και ενός εβραϊκού, παραχωρώντας περίπου το 56% της Παλαιστίνης στο εβραϊκό κράτος, συμπεριλαμβανομένου του μεγαλύτερου μέρους της εύφορης παράκτιας περιοχής. Εκείνη την εποχή, οι Παλαιστίνιοι κατείχαν το 94% της ιστορικής Παλαιστίνης και αποτελούσαν το 67% του πληθυσμού της. Η Ιερουσαλήμ θα αποτελούσε ξεχωριστό κράτος υπό την διοίκηση του ΟΗΕ. Αυτό το σχέδιο διχοτόμησης έγινε αποδεκτό από τους εκπροσώπους των Εβραίων αλλά απορρίφθηκε από τους εκπροσώπους των Αράβων.
Λίγο πριν λήξει η βρετανική αποικιοκρατία στις 14 Μαΐου 1948, οι σιωνιστές παραστρατιωτικοί ξεκινούσαν ήδη μια στρατιωτική επιχείρηση για να καταστρέψουν παλαιστινιακές πόλεις και χωριά για να επεκτείνουν τα σύνορα του σιωνιστικού κράτους που επρόκειτο να γεννηθεί. Από το 1947 έως το 1949, περισσότερα από 500 παλαιστινιακά χωριά, κωμοπόλεις και πόλεις καταστράφηκαν σε αυτό που οι Παλαιστίνιοι αναφέρουν ως Nakba, ή «καταστροφή» στα αραβικά. Υπολογίζεται ότι 15.000 Παλαιστίνιοι σκοτώθηκαν.
Το σιωνιστικό κίνημα κατέλαβε το 78% της ιστορικής Παλαιστίνης. Το υπόλοιπο 22% χωρίστηκε σε αυτό που είναι τώρα η κατεχόμενη Δυτική Όχθη και η πολιορκημένη Λωρίδα της Γάζας. Υπολογίζεται ότι 750.000 Παλαιστίνιοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Σήμερα οι απόγονοί τους ζουν σε 58 άθλια στρατόπεδα σε όλη την Παλαιστίνη και στις γειτονικές χώρες του Λιβάνου, της Συρίας, της Ιορδανίας και της Αιγύπτου.
Στις 14 Μαΐου 1948, ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Σιωνιστικού Κογκρέσου Δαβίδ Μπεν – Γκουριόν (1886-1973), διάβασε την ιδρυτική διακήρυξη του κράτους του Ισραήλ, ενώπιον 250 ατόμων στο Μουσείο του Τελ Αβίβ. Για τους Εβραίους της διασποράς ήταν η επισημοποίηση της επιστροφής στη Γη της Επαγγελίας, ύστερα από εξορία χιλιάδων ετών. Για τους Άραβες, που αποτελούσαν την πλειονότητα των κατοίκων της Παλαιστίνης, ήταν η «Ημέρα της Καταστροφής» (Nakba), η δική τους Έξοδος από τα πατρογονικά τους εδάφη.
Την επομένη της ίδρυσης του Κράτους του Ισραήλ, γειτονικές αραβικές χώρες εισέβαλαν στην επικράτεια της Παλαιστίνης και έτσι ξεκίνησε ο πρώτος πρώτος Αραβοϊσραηλινός πόλεμος με στόχο τη δημιουργία μιας αραβικής Παλαιστίνης. Η κατάπαυση του πυρός ήρθε με πρωτοβουλία του ΟΗΕ τον Ιανουάριο του 1949 μετά από ανακωχή μεταξύ του Ισραήλ και της Αιγύπτου, του Λιβάνου, της Ιορδανίας και της Συρίας. Το Ισραήλ εκμεταλλευόμενα τη διχόνοια και τα διαφορετικά συμφέροντα, μεταξύ των αραβικών χωρών, κατάφερε να θέσει υπό τον έλεγχό του παλαιστινιακά εδάφη και εκτός των ορίων του εβραϊκού κράτους. ΄Ηταν πλέον σαφές ότι η πρωτοβουλία των κινήσεων είχε περάσει στο ισραηλινό στρατόπεδο.
Δημοσίευση σχολίου