Μίχας Ζαχαρίας
Ο κύβος ερρίφθη οριστικά στις σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ, όσο κι αν η λέξη “οριστικά”, υπό φυσιολογικές συνθήκες, δεν συνάδει με την πραγματικότητα των διεθνών σχέσεων. Στην πραγματικότητα, αυτό που ισχύει μετά βεβαιότητας, είναι ότι η τρέχουσα συγκυρία “υπόσχεται”, μια ταραγμένη περίοδο, μετά βεβαιότητας μεγαλύτερη αυτής που ακολούθησε το επεισόδιο με το “Μαβί Μαρμαρά” το 2010…
Καταρχάς, πέρασε μια δεκαετία έως ότου αρχίσει, δειλά, μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης των Ισραηλινών με τους Τούρκους. Κι αυτό επειδή οι Τούρκοι έφαγαν τα μούτρα τους με τις “αραβικές ανοίξεις“, σε συνεργασία επί της ουσίας με την κυβέρνηση των Δημοκρατικών, υπό τον Μπάρακ Ομπάμα και υπουργό Εξωτερικών την Χίλαρι Κλίντον και γύρισαν γονυπετείς σε αυτούς που απειλούσαν με καθεστωτική αλλαγή διά της Μουσουλμανικής Αδελφότητας: Δηλαδή, της πλούσιες μοναρχίες του Κόλπου, οι οποίες αγοράζουν πλέον έναντι πινακίου φακής “τα ασημικά” της Τουρκίας, με αντάλλαγμα την εξομάλυνση των σχέσεων, ζωτική για την επιβίωση της Τουρκίας από την οικονομική διαχείριση Ερντογάν.
Αυτή τη φορά όμως ισχύει και το “δις εξαμαρτείν” που κάνει τα πράγματα χειρότερα… Το ξεσάλωμα της Τουρκίας υπέρ της ισλαμικής Χαμάς, έρχεται σε μα στιγμή κατά την οποία η ένοπλη οργάνωση χρησιμοποίησε μαζικές δολοφονίες αμάχων, εξοντώνοντας όποιον έβλεπαν μπροστά οι μαχητές της, επαναφέροντας για πρώτη φορά ζωηρά μνήμες εξόντωσης στους Ισραηλινούς. Επί της ουσίας, δηλαδή, το Ολοκαύτωμα από τον Χίτλερ κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μία Χαμάς που αποκλήθηκε από τον ίδιο τον Ερντογάν ως “εθνικοαπελευθερωτική” και ουχί “τρομοκρατική” οργάνωση. Ήταν πραγματικά θέμα χρόνου να ακολουθήσει η απάντηση των Ισραηλινών…
Όπως μεταδίδουν τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία, σε ανακοίνωση του Λίορ Χάιατ, εκπροσώπου Τύπου του ισραηλινού υπουργείου Εξωτερικών, αναφέρεται, ότι «η Χαμάς είναι μια κατάπτυστη τρομοκρατική οργάνωση χειρότερη από το ISIS που δολοφονεί βάναυσα και σκόπιμα μωρά, παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένους, παίρνει ομήρους πολίτες και χρησιμοποιεί τους δικούς της ανθρώπους ως ανθρώπινες ασπίδες. Ακόμη και η προσπάθεια του Τούρκου προέδρου να υπερασπιστεί την τρομοκρατική οργάνωση και τα υποκινούμενα λόγια του, δεν θα αλλάξουν τη φρίκη που έχει δει όλος ο κόσμος και το αδιαμφισβήτητο γεγονός: Χαμάς = ISIS».
Η “βαθμολόγηση” της Χαμάς σε “χειρότερη του ISIS”, του Ισλαμικού Κράτους δηλαδή, θα μπορούσε να αποτελεί μια σκόπιμη και βολική υπερβολή της διπλωματίας, εάν το αίμα που χύθηκε δεν ήταν Ισραηλινών πολιτών. Κατά συνέπεια, υπάρχουν λόγοι ώστε η ερμηνεία να κλίνει προς το ότι, σε αυτή τουλάχιστον τη φάση, υπό τη φόρτιση της στιγμής, οι Ισραηλινοί όντως έχουν εδραιωμένη πεποίθηση ότι η Χαμάς είναι χειρότερη από το ISIS. Διότι η ποιοτική διαφορά είναι, ότι παρόλο που το Ισλαμικό Κράτος απειλούσε ευθέως το Ισραήλ, οι ισλαμιστές μαχητές της Χαμάς “μάτωσαν” σοβαρά και κατά κυριολεξία το εβραϊκό κράτος.
Τα καίρια ερωτήματα
Το κομβικό ερώτημα που εγείρεται είναι που θα καταλήξουν αυτές οι εξελίξεις. Πλέον, αυτό που χρήζει εκτίμησης, είναι εάν η σημερινή συγκυρία θα οδηγήσει άρδην σε αλλαγή τη συνολική δυτική στρατηγική απέναντι στην Τουρκία. Όλοι βρίσκονται ενώπιον μιας μη φιλικής, στο όριο της πολεμικής ενέργειας της Τουρκίας απέναντι στα δυτικά συμφέροντα. Θα συνεχίσει το βαθύ κράτος της Ουάσινγκτον να δεσμεύεται από την ψευδαίσθηση της αναντικατάστατης Τουρκίας; Το ίδιο ερώτημα αφορά και τους Ισραηλινούς όμως! Διότι ας μην ξεχνούμε, ότι η διπλωματία τους, έστω σε τακτικό επίπεδο, έστω προσχηματικά, φλέρταρε με την ιδέα της επαναπροσέγγισης με τους Τούρκους.
Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, θα είναι καθοριστικές για τη χάραξη της ελληνικής στρατηγικής. Οι εξελίξεις, θέτουν την ελληνική διπλωματία, ελλαδική και κυπριακή, υπό νέες συνθήκες. Η συγκυρία είναι ταυτόχρονα πολύ επικίνδυνη, αλλά έχει και ευκαιρίες. Το μόνο βέβαιο είναι, ότι στο τέλος αυτής της περιπέτειας για την περιφερειακή και την παγκόσμια ασφάλεια, δηλαδή μόλις η μεταβατική φάση την οποία διέρχεται το παγκόσμιο σύστημα καταλήξει σε μια νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας, θα υπάρξουν μετά βεβαιότητας κερδισμένοι και χαμένοι.
Σε μια τέτοια κατάσταση, ελπίδα να βγουν κερδισμένοι έχουν μόνον όσοι είναι διατεθειμένοι να λάβουν υπολογισμένα ρίσκα στον σχεδιασμό και τις επιλογές τους. Αντιθέτως, η παθητική αντιμετώπιση με γνώμονα τη “διαφύλαξη των κεκτημένων”, συνιστά μεν στρατηγική, αλλά είναι εξ ορισμού συντηρητική και ηττοπαθής, Αυτό, πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες να υπάρξουν σοβαρές συνέπειες που μάλιστα δεν θα μπορούν να αποτραπούν. Και δεν είναι απαραίτητο τα όποια τετελεσμένα να προέρχονται από εχθρικές δυνάμεις.
Ασχέτως των επιλογών που θα κάνει η χώρα, σημασία έχει να έχουν προσδιοριστεί με σαφήνεια οι στόχοι της για την επόμενη ημέρα. Αυτό προϋποθέτει καλή ανάλυση, αντίληψη και κατανόηση της κατάστασης. Μόνον τότε η “διατήρηση κεκτημένων” έχει ελπίδες να επιτευχθεί. Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί δεν αφήνει περιθώρια για τις συνήθεις μεσοβέζικες προσεγγίσεις. Χρειάζεται σαφείς θέσεις και δράση στο επίπεδο εξωτερικής πολιτικής (π.χ. Μεσανατολικό, Μεταναστευτικό κλπ) και συνεννοήσεις που θα αφορούν την επόμενη ημέρα. Κυρίως όμως, χάραξη ορίων προς κάθε πλευρά. Έχουμε εμπλακεί σε μια τέτοια “άσκηση”;
Το κομβικό ερώτημα που εγείρεται είναι που θα καταλήξουν αυτές οι εξελίξεις. Πλέον, αυτό που χρήζει εκτίμησης, είναι εάν η σημερινή συγκυρία θα οδηγήσει άρδην σε αλλαγή τη συνολική δυτική στρατηγική απέναντι στην Τουρκία. Όλοι βρίσκονται ενώπιον μιας μη φιλικής, στο όριο της πολεμικής ενέργειας της Τουρκίας απέναντι στα δυτικά συμφέροντα. Θα συνεχίσει το βαθύ κράτος της Ουάσινγκτον να δεσμεύεται από την ψευδαίσθηση της αναντικατάστατης Τουρκίας; Το ίδιο ερώτημα αφορά και τους Ισραηλινούς όμως! Διότι ας μην ξεχνούμε, ότι η διπλωματία τους, έστω σε τακτικό επίπεδο, έστω προσχηματικά, φλέρταρε με την ιδέα της επαναπροσέγγισης με τους Τούρκους.
Οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, θα είναι καθοριστικές για τη χάραξη της ελληνικής στρατηγικής. Οι εξελίξεις, θέτουν την ελληνική διπλωματία, ελλαδική και κυπριακή, υπό νέες συνθήκες. Η συγκυρία είναι ταυτόχρονα πολύ επικίνδυνη, αλλά έχει και ευκαιρίες. Το μόνο βέβαιο είναι, ότι στο τέλος αυτής της περιπέτειας για την περιφερειακή και την παγκόσμια ασφάλεια, δηλαδή μόλις η μεταβατική φάση την οποία διέρχεται το παγκόσμιο σύστημα καταλήξει σε μια νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας, θα υπάρξουν μετά βεβαιότητας κερδισμένοι και χαμένοι.
Σε μια τέτοια κατάσταση, ελπίδα να βγουν κερδισμένοι έχουν μόνον όσοι είναι διατεθειμένοι να λάβουν υπολογισμένα ρίσκα στον σχεδιασμό και τις επιλογές τους. Αντιθέτως, η παθητική αντιμετώπιση με γνώμονα τη “διαφύλαξη των κεκτημένων”, συνιστά μεν στρατηγική, αλλά είναι εξ ορισμού συντηρητική και ηττοπαθής, Αυτό, πολλαπλασιάζει τις πιθανότητες να υπάρξουν σοβαρές συνέπειες που μάλιστα δεν θα μπορούν να αποτραπούν. Και δεν είναι απαραίτητο τα όποια τετελεσμένα να προέρχονται από εχθρικές δυνάμεις.
Ασχέτως των επιλογών που θα κάνει η χώρα, σημασία έχει να έχουν προσδιοριστεί με σαφήνεια οι στόχοι της για την επόμενη ημέρα. Αυτό προϋποθέτει καλή ανάλυση, αντίληψη και κατανόηση της κατάστασης. Μόνον τότε η “διατήρηση κεκτημένων” έχει ελπίδες να επιτευχθεί. Η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί δεν αφήνει περιθώρια για τις συνήθεις μεσοβέζικες προσεγγίσεις. Χρειάζεται σαφείς θέσεις και δράση στο επίπεδο εξωτερικής πολιτικής (π.χ. Μεσανατολικό, Μεταναστευτικό κλπ) και συνεννοήσεις που θα αφορούν την επόμενη ημέρα. Κυρίως όμως, χάραξη ορίων προς κάθε πλευρά. Έχουμε εμπλακεί σε μια τέτοια “άσκηση”;
Δημοσίευση σχολίου