GuidePedia

0


Μπορεί η επικράτηση της νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη έναντι των αντιπάλων τους να είναι ξεκάθαρη και η εντολή που ελήφθη για να κυβερνήσουν πιο ισχυρή από ποτέ, όμως τα δύσκολα τώρα αρχίζουν. Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση υπάρχουν μια σειρά από παράγοντες που -εκ των υστέρων- αποδεικνύεται αν έχουν παίξει ρόλο στην τελική επικράτηση.

Σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση ο Κυριάκος Μητσοτάκης έδειξε να συγκεντρώνει πολύ ισχυρότερα ποιοτικά στοιχεία έναντι των αντιπάλων του, κάτι το οποίο του το πίστωσε η ελληνική κοινωνία, καθώς έλαβε ψήφους πολύ περισσότερους από αυτούς που θα χαρακτηρίζονταν ως “παραδοσιακά νεοδημοκρατικούς”. Αυτό θέτει πολύ ψηλά τον πήχη και στα υπόλοιπα κόμματα, κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, που καλούνται να αναζητήσουν νέο βηματισμό για την επόμενη ημέρα.

Αρχίζει να διαμορφώνεται στην ελληνική κοινωνία μια συναίνεση ποιοτικά διαφοροποιημένη σε σχέση με το παρελθόν. Όποιος αναλάβει τα ηνία της κυβέρνησης της χώρας, θα πρέπει να συγκεντρώνει ικανότητες πολύ ευρύτερες από τις απλές επικοινωνιακές. Έχει αρχίσει να γίνεται συνείδηση η πολυπλοκότητα του σύγχρονου κόσμου, καθώς επίσης και η αλληλεξάρτηση ανάμεσα στους διεθνείς δρώντες.

Η εξισορρόπηση των συμφερόντων είναι δυσκολότερη από ποτέ. Το πάλαι ποτέ κυρίαρχο στερεότυπο του πολιτικού που φωνασκεί δεσμευόμενος να υπερασπίσει τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα στο διεθνές περιβάλλον έχει “νοθευτεί” με την προσθήκη μιας πιο ρεαλιστικής θεώρησης. Αυτή συνυπολογίζει τη σχετική ισχύ της χώρας απέναντι στους υπόλοιπους, καθώς επίσης και τους συμβιβασμούς που η προώθηση αυτή συνεπάγεται στο ομαδικό πλαίσιο των δυτικών θεσμών συνεργασίας και ασφάλειας, όπως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ.

Σε αυτούς τους οργανισμούς, οι πιο ισχυροί έχουν ασφαλώς τον πρώτο λόγο, κάτι το οποίο προκαλεί προβλήματα στους λιγότερο ισχυρούς. Στο τέλος της ημέρας όλοι προωθούν τα εθνικά τους συμφέροντα και μόνο για λόγους επικοινωνιακούς γίνεται λόγος για “κοινό συμφέρον”. Αυτό επιβάλει στην Ελλάδα συνετή επιλογή προτεραιοτήτων και χάραξης κόκκινων γραμμών, αναφορικά με τα ζητήματα όπου η χώρα καλείται να εξασφαλίσει ό,τι ισχύει για όλες τις υπόλοιπες, χωρίς εκπτώσεις…



ΤΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ

Τούτων λεχθέντων, πάμε στην ουσία των επικείμενων τοποθετήσεων σε υπουργεία-κλειδιά για την ασφάλεια και τη διεθνή εκπροσώπηση της χώρας. Το δεδομένο που έχει στα χέρια του να διαχειριστεί ο Μητσοτάκης είναι ότι από πλευράς Τουρκίας οι εκλογές έχουν ολοκληρωθεί και η ομάδα έχει γίνει γνωστή… Κι αν δεν θέλουμε να κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, πάντα υπό φυσιολογικές συνθήκες, περιορίζει πολύ τη δυνατότητα συνυπολογισμού του “πολιτικού κριτηρίου” με αναγωγή στην εσωτερική πολιτική σκηνή.

Στην Τουρκία έχουμε τον Δρ. Χακάν Φιντάν, τον προηγούμενο αρχηγό των πανίσχυρων μυστικών υπηρεσιών (MIT) να αναλαμβάνει το υπουργείο Εξωτερικών και όλα δείχνουν ότι η πρότερη εμπειρία του θα παίξει ρόλο σε πολλαπλά επίπεδα. Τόσο στην οπτική από την οποία προσεγγίζει τις διεθνείς σχέσεις όσο και στη στενή σύνδεση της προηγούμενης θητείας του με τη σημερινή. Το τουρκικό ΥΠΕΞ διαθέτει τη δική του υπηρεσία πληροφοριών, η οποία φέρεται να συνδέεται πλέον πιο στενά με την MIT με ό,τι αυτό μπορεί αν συνεπάγεται για το προσεχές και απώτερο μέλλον.

Επικεφαλής το υπουργείο Άμυνας έχει βρεθεί ο προηγούμενος επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, στρατηγός Γιασάρ Γκιουλέρ. Πρόκειται για ένα πρόσωπο που δεν διεκδικεί ιδιαίτερες διπλωματικές δάφνες, τουλάχιστον προς το παρόν και με βάση την καταγεγραμμένη μέχρι σήμερα πορεία του. Είναι όμως γνωστός για τη σκληρότητα των μεθόδων του και την ευκολία με την οποία μπορούσε να διατάξει τη χρήση στρατιωτικής βίας, ιδίως στο μέτωπο με τους Κούρδους στα νοτιοανατολικά της χώρας.

ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ ΚΑΙ ΔΕΝΔΙΑΣ

Ξεκινώντας ανάποδα, η αναμενόμενη από όλους ως “κλειδωμένη” μετακίνηση του Νίκου Δένδια από το υπουργείο Εξωτερικών στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, μοιάζει εκ πρώτης όψεως να εξισορροπεί την κατάσταση. Σε γενικές γραμμές, στο υπουργείο Εξωτερικών κινήθηκε πολύ δραστήρια, ενώ διαθέτει και το επικοινωνιακό χάρισμα που καλό είναι να συνοδεύει τη θέση, σε μια προσπάθεια να τύχουν οι ελληνικές θέσεις κατάλληλης προβολής στα διεθνή μίντια.

Στο υπουργείο Εξωτερικών φαίνεται πως οδεύει ο Γιώργος Γεραπετρίτης. Πρόκειται για ένα πρόσωπο αναμφισβήτητης μόρφωσης και παιδείας, χαμηλών τόνων και της απολύτου εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού. Είναι σαφές το ότι η τοποθέτησή του στέλνει μήνυμα μετριοπάθειας και διάθεσης συμβιβασμού στην Τουρκία. Ειδικά όταν ακούγεται ότι εκεί θα τον συνοδεύσει η πρέσβειρα Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου που θα επιστρέψει από την Ουάσινγκτον, πιο γνωστή από το κανάλι επικοινωνίας με τον Ιμπραήμ Καλίν, εξ απορρήτων του Ερντογάν, ο οποίος τέθηκε επικεφαλής στην MIT.

Η εμπειρία ωστόσο δείχνει, ότι αυτά αξιοποιούνται από την Τουρκία αποκλειστικά και μόνον εάν η αποκλιμάκωση εξυπηρετεί στην τακτική συγκυρία τους στόχους της. Με απλά λόγια, είναι κατανοητό ως στρατηγική το να επιδιώκεται η “αγορά” χρόνου ηρεμίας στις διμερείς σχέσεις. Υπό την προϋπόθεση όμως ότι δεν θα εγκαταλειφθεί ο επανεξοπλισμός των Ενόπλων Δυνάμεων, με έμφαση στην αποκατάσταση κάποιων προβλημάτων που η Ελλάδα υστερεί απελπιστικά…

Εάν αποδεικνύεται στην πράξη ότι στην Αθήνα έχει γίνει συνείδηση ότι μοναδική αποτελεσματική στρατηγική απέναντι στην Τουρκία είναι η αποφασιστική άρνηση των στόχων της σε βάρος της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας επί του πεδίου, τότε είναι καλοδεχούμενη οποιαδήποτε, περισσότερο ή λιγότερο συγκυριακή ύφεση στα ελληνοτουρκικά.

Διότι στην ελληνική περίπτωση η ιστορία αποδεικνύει ότι πάντα εμφιλοχωρούν ιδεοληπτικές προσεγγίσεις και ψευδαισθήσεις ότι με κάποια υποχώρηση θα επιτευχθεί οριστική εξομάλυνση. Πάντα όμως τέτοιες προσδοκίες διαψεύδονται και ακολουθεί μια νέα περίοδος παρόξυνσης της τουρκικής επιθετικότητας σε όλα τα μέτωπα. Αυτό που πρέπει να γίνει συνείδηση, είναι ότι όταν επανέρχεται η ένταση, η χώρα πρέπει να βρίσκεται σε καλύτερο επίπεδο από την προηγούμενη φορά…

Άρα, σημασία έχουν οι ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές που συν τω χρόνω θα αποκτήσουν αξιοπιστία, σε συνδυασμό με τη σταθερή άρνηση επί του πεδίου κάθε αμφισβήτησης της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων. Έχει πολλές υποστηριχθεί στο DP, ότι μόνο εάν η Τουρκία “πειστεί” ότι η στρατηγική της είναι αδιέξοδη, υπάρχει ελπίδα να αναθεωρήσει ρεαλιστικά και να αναζητήσει έναν έντιμο συμβιβασμό.

Για να συμβεί όμως αυτό, η Αθήνα δεν πρέπει να διστάζει να προσθέτει κόστος σε κάθε παράλογη τουρκική συμπεριφορά και όχι να επιδιώκει να προβάλλει την απροθυμία της ως απόδειξη ειρηνικών διαθέσεων. Εάν μετά από τόσες δεκαετίες διακηρύξεων και πράξεων, εμφανιζόμαστε να μην είμαστε βέβαιοι, εμείς οι ίδιοι για το μήνυμα που στέλνουμε, τότε κάτι δεν έχουμε κάνει σωστά. Μόνο η επιβάρυνση της ζυγαριάς κόστους-οφέλους της Τουρκίας, θα τη βοηθήσει ώστε κάποια στιγμή στο μέλλον, θα περιορίσει τους στόχους της και θα αλλάξει ρότα.

Αυτή είναι η σοβαρότερη πρόκληση στον τομέα της εθνικής ασφάλειας που καλείται να διαχειριστεί με τις επιλογές που θα κάνει ο πρωθυπουργός για τα υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Άμυνας. Επειδή όμως η εθνική ασφάλεια είναι ένας όρος που συμπεριλαμβάνει πολλά περισσότερα από τη διπλωματία και τη στρατιωτική ισχύ, ο τομέας της οικονομίας θα παίξει πολύ σοβαρό ρόλο.

Οι επιλογές εκεί θα πρέπει να προσέξουν την αυστηρή προτεραιοποίηση των αναγκών, διότι οι αμυντικές δαπάνες είναι συνήθως ο πρώτος στόχος των περικοπών, όταν κάτι δεν πηγαίνει καλά. Χρειάζεται επίσης συνέχεια, συνέπεια και προγραμματισμός. Απαιτείται βέβαια και αυτοκριτική για τις επιλογές που έχουν γίνει, αλλά και καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στο γεωπολιτικό κριτήριο και της εξοπλιστικές επιλογές. Μήπως το κριτήριο αυτό έφτασε να επηρεάζει και τις προτεραιότητες;

Εξαιρετικά σημαντικό είναι επίσης το να υπάρχει συνείδηση, ότι αν το μεγάλο ποσό που ήδη δαπανήθηκε σε απόλυτες τιμές για την άμυνα χρησιμοποιηθεί ως δικαιολογία για την αναστολή της προσπάθειας αμυντικής ενδυνάμωσης, θα καταλήξουμε σύντομα στο γνωστό αποτέλεσμα: Να μην συντηρούμε και να μην αναβαθμίζουμε εγκαίρως όσα αγοράζουμε, με αποτέλεσμα την ανακύκλωση του αδιεξόδου που έχουμε ζήσει τόσες φορές. Πετάμε όσα χρυσοπληρώνουμε χωρίς να έχουμε αποσπάσει το μέγιστο από την επένδυση… “φτου κι απ’ την αρχή” νέες αγορές.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top