Το αποτέλεσμα των εκλογών έχει διαμορφώσει συνθήκες πολιτικής ηγεμονίας της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το στοίχημα προσέγγισης του πολιτικού κέντρου το έπαιξαν πολλοί. Όμως, ο μόνος που το κέρδισε πειστικά ήταν ο Μητσοτάκης. Αφενός έπεισε ότι είναι γνήσιο τέκνο του συγκεκριμένου πολιτικού χώρου και αφετέρου είχαν ωριμάσει οι καταστάσεις,σε πανευρωπαϊκό, όχι μόνο σε ελληνικό επίπεδο, οι οποίες και οδήγησαν στο τελικό αποτέλεσμα.
Μια από τις πιο σοφές συμβουλές που λίγο πολύ όλοι έχουν ακούσει στη ζωή τους, είναι ότι “όσο πιο ψηλά βρεθείς, τόσο περισσότερο θόρυβο θα κάνεις πέφτοντας, εάν δεν προσέξεις… Κι εκεί ψηλά, οι “μπανανόφλουδες” που μπορείς να πατήσεις είναι ουκ ολίγες. Ωστόσο, όλα είναι στο χέρι του. προϋπόθεση είναι να συνεχίσει να κινείται με ρεαλισμό, αποφεύγοντας αυτοκαταστροφικές ιδεοληψίες, ασχέτως του πόσο εκπροσωπούν την παρούσα περίοδο τη διαμορφωμένη στην Ελλάδα και διεθνώς, πολιτική ορθότητα. Εκεί θα κριθούν όλα…
Ο πρωθυπουργός, καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, αλλά και μετεκλογικά, μετά δηλαδή τον εκλογικό θρίαμβο, συνέχισε να επιμένει σε επίπεδο δημόσιας ρητορικής, αλλά και μιλώντας προς τα στελέχη του κόμματος, για την ανάγκη να κρατούν “το κεφάλι χαμηλά“. Παράλληλα, προειδοποιούσε με κάθε ευκαιρία, ότι φαινόμενα αλαζονείας δεν πρόκειται να τα ανεχθεί. Αυτό προδίδει συνείδηση του κινδύνου, ή ακόμα και βαθειά προσωπική πεποίθηση περί της ανάγκης αποφυγής του για λόγους αρχής. Το ποσοστό που έλαβε από την ελληνική κοινωνία, αποδεικνύει ότι οι προσδοκίες είναι υψηλές.
Προς τι αυτός ο πρόλογος όμως; Στόχος του παρόντος σχολίου είναι να προειδοποιήσει για έναν κίνδυνο που δείχνει διαρκώς να ωριμάζει και αφορά την ενεργειακή πολιτική της χώρας. Είναι πολύ τυχερή η νέα Δημοκρατία και ο Μητσοτάκης που πρόλαβαν να ολοκληρώσουν τις εκλογές αναίμακτα, υπό την έννοια ότι η τάση που έχει αρχίσει να διαφαίνεται, δεν έχει αναδειχθεί ακόμα σε μείζον θέμα της επικαιρότητας.
Για να λέμε όμως και του στραβού το δίκιο, οι θέσεις των δυο κομμάτων της αντιπολίτευσης δεν προδιαθέτουν ότι κάτι πολύ διαφορετικό θα είχε συμβεί. Θα μπορούσε όμως να έχει επηρεαστεί περαιτέρω η τάση ενίσχυσης της αντισυστημικής ψήφου προς τα δεξιά. Αυτό που προβληματίζει, είναι ότι η κυβέρνηση δεν δείχνει να έχει ακόμα και σήμερα συνειδητοποιήσει πλήρως την ανάγκη αντιμετώπισης του ζητήματος με ρεαλισμό, με αποτέλεσμα να εγείρεται ο κίνδυνος να αναδειχθεί σε “νέο μεταναστευτικό“.
Τι σημαίνει αυτό; Ότι όπως τα προβλήματα της παράνομης μετανάστευσης τα αντιμετώπιζαν αρχικά με ιδεολογικοποιημένη (σ.σ. ιδεοληπτική μάλλον) προσέγγιση, με αποτέλεσμα να χαρίσουν τη συγκεκριμένη ατζέντα στην άκρα δεξιά και στη συνέχεια “έκλαιγαν” για την ενίσχυσή της, κινδυνεύουν να πάθουν ακριβώς το ίδιο με την αντιμετώπιση του ενεργειακού προβλήματος. Έχοντας καταγεγραμμένες θέσεις και πράξεις στην πορεία των ετών, ας αποφύγουν αυτή τη φορά να παραδώσουν ξανά στη “σκληρή” δεξιά -στο μέτρο που απεχθάνεται το ακροδεξιά- μια ατζέντα που αφορά το μέλλον κάθε ελληνικής οικογένειας.
Το DP έχει υποστηρίξει σε ανύποπτο χρονικό διάστημα, κι ενώ οι προσπάθειες της περιόδου Σαμαρά-Βενιζέλου για την αξιοποίηση των ελληνικών υδρογονανθράκων σταμάτησαν, ότι εάν είχαμε προχωρήσει και οι εξορύξεις είχαν ξεκινήσει, σήμερα θα μιλούσαμε με εντελώς διαφορετικούς όρους. Υποστήριξε επίσης, ότι το να παρουσιάζεται ότι ο στόχος απόληψης των όποιων κοιτασμάτων εντοπιστούν ως ασύμβατο με αυτόν της “πράσινης μετάβασης”, είναι εντελώς απαράδεκτη και αυτοκαταστροφική πρακτική.
Ας μην ξεχνάμε ότι ζούμε σε μια χώρα με δημόσιο χρέος γύρω στα 400 δισ. ευρώ. Πέραν του ότι τα έσοδα μπορούν να χρηματοδοτήσουν την τεχνολογική καινοτομία που θα καταστήσει βιώσιμη αυτή τη μετάβαση! Η διατάραξη του ισοζυγίου προσφοράς και ζήτησης εκτόξευσε τις τιμές των υδρογονανθράκων, οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) δεν επαρκούσαν για να καλύψουν το πρόβλημα σε λογικές τιμές, με αποτέλεσμα η κρίση… να μας πιάσει με τα παντελόνια κάτω. Για να μην αναφερθούμε στον πόλεμο στην Ουκρανία.
Το πρόβλημα δεν έχει ξεπεραστεί. Έχει περάσει μια διετία από δηλώσεις μεγαλόσχημων υπουργών και στη σημερινή κυβέρνηση, που προέβλεπαν πτώση των τιμών σε δυο τρεις μήνες, τη στιγμή που κάποιοι σαν εμάς, “γραφικοί”, επιμέναμε ότι η διατάραξη της προσφοράς του αγαθού δεν οδηγεί σε συμπέρασμα αποκλιμάκωσης των τιμών.
Σήμερα, διαρκώς ακούμε να υποστηρίζουν ότι οι τιμές έπεσαν και θα πέσουν κι άλλο. Μπορεί να ανταποκρίνεται στην αλήθεια, όμως εάν δεν αντιστοιχίσεις το ποσό που καλούνται οι καταναλωτές να πληρώσουν με τις αποδοχές της συντριπτικής πλειοψηφίας της ελληνικής κοινωνίας, είναι θέμα χρόνου προτού ο πληττόμενος να στραφεί εναντίον σου, υποστηρίζοντας ότι τον κοροϊδεύεις…
Το τελευταίο διάστημα έχουν πολλαπλασιαστεί οι αναφορές φίλων του DP ότι ο μηνιαίος λογαριασμός ρεύματος, πήρε την ανηφόρα και κινείται πλέον πέριξ των 150 ευρώ. Όταν τεράστιος αριθμός εργαζομένων αμείβεται με ποσά λίγο πάνω ή λίγο κάτω από τα 1.000 ευρώ, θα έπρεπε να δίδεται μεγαλύτερη προσοχή στο ότι δεν είναι δυνατόν το 15% του εισοδήματος να πηγαίνει στον λογαριασμό τους ρεύματος.
Αν συνυπολογίσει κανείς την αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης των δανειακών υποχρεώσεων ενός νοικοκυριού, αλλά και τον υψηλό πληθωρισμό που έχει έχει επιβαρύνει πολύ το οικογενειακό “καλάθι” που επιστρέφει στο νοικοκυριό από το σούπερ-μάρκετ ολοένα και ελαφρύτερο, καθίσταται αυταπόδεικτο ότι ο λογαριασμός δεν βγαίνει…
Πώς είναι δυνατόν να μην το καταλαβαίνουν αυτό; Δύο τινά συμβαίνουν: Το πρώτο… ότι είναι ανόητοι. Δύσκολο να ισχύει κι αν εκπροσωπεί την αλήθεια για κάποιους, δεν μπορεί να αποτελεί ομαδικό φαινόμενο. Για οποιονδήποτε πολιτικό χώρο. Δεύτερο ενδεχόμενο είναι, απλούστατα, το ότι η πολιτική ελίτ του τόπου έχει αμοιβές πολύ υψηλότερες, με αποτέλεσμα να μην βρίσκεται στο σημείο εξάντλησης των αποδοχών προ της παρέλευσης του μήνα! Και είναι αυτή η αδυναμία του να αφουγκραστεί μια πολιτική ηγεσία το πεζοδρόμιο, που φέρνει τις μεγάλες ανατροπές.
Είναι εντυπωσιακό το ότι το τελευταίο διάστημα, διάφοροι μεγαλόσχημοι που αρθρογραφούν για την ενεργειακή πολιτική της κυβέρνησης, αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι την αναφορά στους υδρογονάνθρακες, στο σκέλος που αφορά ελληνική παραγωγή και όχι αποκλειστικά και μόνο διαμετακομιστικό ρόλο, ο οποίος είναι επίσης καλοδεχούμενος. Παρόλο που ο ίδιος ο πρωθυπουργός όταν -προς τιμήν του- ανέκρουσε πρύμναν όταν συνειδητοποίησε τη σοβαρότητα της κατάστασης, έχει δηλώσει ότι το φυσικό αέριο είναι “μεταβατικό καύσιμο”.
Ακούμε και διαβάζουνε για συνέδρια, εκδηλώσεις και απόψεις αναφορικά με την αξιοποίηση του κυπριακού και του ισραηλινού φυσικού αερίου, αλλά για το ελληνικό ούτε κουβέντα.Είναι δυνατόν να μην ανησυχεί κανείς και να φοβάται κάποια νέα δραματική αλλαγή στην πολιτική; Δηλαδή, οι κυπριακοί και ισραηλινοί υδρογονάνθρακες -άσε τους αιγυπτιακούς- ΔΕΝ επηρεάζουν το κλίμα, ΔΕΝ καταστρέφουν τον τουρισμό; Αυτό είναι αποκλειστικό προνόμιο των ελληνικών;
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη διαθέτει στελέχη με υψηλή παιδεία και μόρφωση στον τομέα και θα πρέπει να αξιοποιηθούν. Υπάρχουν και λαμπροί Έλληνες επιστήμονες που σταδιοδρομούν στο εξωτερικό, αντί να προσφέρουν τις πολύτιμες εμπειρίες τους στην πατρίδα. Πώς να τον κάνουν όταν αυτή δεν ενδιαφέρεται; Κανονικά θα έπρεπε να έχει σαλπίσει εθνική πανστρατιά για τον τομέα.
Η Νορβηγία που πάντα θεωρούνταν μια προηγμένη και πολύ σοβαρή σε όλα χώρα, δεν θα έπρεπε να μας διδάσκει με το παράδειγμά της; Ας ελπίσουμε ότι έχουν δίκιο όσοι ερμηνεύουν αυτή τη “σιγή ασυρμάτου” στις επικείμενες εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά. Αν και δεν θα έπρεπε. Επίσης, να ελπίσουμε ότι δεν θα ξεχαστούν γρήγορα τα διδάγματα της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας για τις συνέπειες από άλλες κολοτούμπες σε άλλους τομείς. Για το καλό όλων μας.
Δημοσίευση σχολίου