Μίχας Ζαχαρίας
Δικαιολογημένο σοκ προκάλεσε σε όσους διάβασαν τον λίβελο που εξαπέλυσε η εφημερίδα “Political” (με ανυπόγραφο δημοσίευμα) εναντίον του αρχηγού Στόλου, αντιναυάρχου Παναγιώτη Λυμπέρη. Τα όσα του καταλογίζει, χωρίς στοιχειοθέτηση, μπορούν να θεωρηθούν συκοφαντικά. Όταν ένα ΜΜΕ επιτίθεται με τέτοιον τρόπο στον Στόλαρχο οφείλει να τεκμηριώσει τις κατηγορίες του, διαφορετικά επιτρέπει στον αναγνώστη να υποθέσει ότι λειτουργεί σαν “μαχαιροβγάλτης” στο πλαίσιο απαράδεκτου ξεκαθαρίσματος λογαριασμών στο επίπεδο της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων.
Η εικόνα που με τέτοια δημοσιεύματα δίνει η Ελλάδα στην Τουρκία, αλλά και σε όσες χώρες έχουν σχέση μαζί μας, φιλικές ή και εχθρικές, είναι τραγική για το εθνικό συμφέρον. Και οι ευθύνες όσων επέτρεψαν να δημιουργηθεί αυτή η εικόνα είναι βαρύτατη. Γιατί όποιος στοιχειωδώς γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα μπορεί να καταλάβει ότι με τον τρόπο αυτό στην ουσία παίζεται άθλιο παιχνίδι σε βάρος των Ενόπλων Δυνάμεων, δηλαδή της Ελλάδας, όχι σε βάρος ενός αξιωματικού.
Ο Έλληνας ναύαρχος, γιος του τέως αρχηγού ΓΕΕΘΑ, ναυάρχου Χρήστου Λυμπέρη, άρα με πολλές δεκαετίες οικογενειακής ιστορίας και προσφοράς στις τάξεις του Πολεμικού Ναυτικού, κατηγορείται ότι επιθυμεί “μικρό Ναυτικό”, το οποίο θα καλύπτει τον χώρο «από τη Θράκη μέχρι την Κρήτη». Αυτό συνδυάζεται με «αριστερές ιδεοληψίες», οι οποίες τον καθιστούν σφόδρα αντιαμερικανό, πάντα σύμφωνα με το δημοσίευμα.
Στερείται βάσης η κατηγορία
Η κατηγορία περί επιθυμίας για “μικρό Ναυτικό” στερείται οποιασδήποτε βάσης κι αξιοπιστίας. Ακριβέστερα, αντιπροσωπεύει μισή αλήθεια. Το δημοσίευμα αναφέρει βέβαια ότι αιτία είναι η ελλιπής χρηματοδότηση του Πολεμικού Ναυτικού, αλλά αποφεύγει να θέσει το κρίσιμο ερώτημα: Μπορεί με τον υπάρχοντα προϋπολογισμό να διαθέτει η χώρα Ναυτικό με τις οροφές που προβλέπει η υπάρχουσα δομή δυνάμεων;
Αληθεύει ή όχι ότι –όπως ανέφερε ο υπογράφων πρόσφατα– αναζητούνταν από το Πολεμικό Ναυτικό λίγες δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για να προχωρήσει η συντήρηση των μονάδων επιφανείας πρώτης γραμμής που βρίσκονται διαρκώς σε υπηρεσία; Διότι εάν αληθεύει, τότε μόνο ανοησία ή ιδιοτέλεια μπορεί να κρύβει η προβολή επιθυμιών απόκτησης τεράστιων σε μέγεθος, σε κόστος υποστήριξης και γενικότερα σε απαιτήσεις, μεταχειρισμένων πλοίων από το αμερικανικό Ναυτικό.
Θεωρητικά, μακάρι η χώρα να διέθετε τις δυνατότητες για την άμεση (hot transfer) απόκτηση π.χ. καταδρομικών Ticonderoga με την παράλληλη απόσυρση δυο ολλανδικών φρεγατών “S”, τουλάχιστον για όσο διάστημα θα απαιτηθεί μέχρι ο Στόλος να παραλάβει καινούργια πλοία. Βγαίνει, όμως, ο λογαριασμός; Υπάρχει σχετική οικονομοτεχνική ανάλυση; Το θέμα του πλοίου αμφιβίων επιχειρήσεων 16.000+ τόνων δεν αξίζει καν να αναφερθεί, διότι θα ήταν αστεία ακόμα και απλή συζήτηση περί τέτοιας “προτεραιότητας”, αν δεν έχει λυθεί το πρόβλημα με την παλαιότητα του Στόλου.
Επιδιώχθηκε π.χ. να παραληφθούν δίχως κόστος κτήσης και συντήρησης με τη δέσμευση η Ελλάδα να καλύπτει νατοϊκές υποχρεώσεις στη Μεσόγειο και πρόβλεψη να χρησιμοποιηθούν εάν απειληθεί η ελληνική ασφάλεια; Το κόστος που θα καταβληθεί από ελληνικής πλευράς θα αφορά τα όπλα που θα χρησιμοποιηθούν; Κάτι τέτοιο δεν είχε γίνει επί αρχηγίας ναυάρχου Χηνοφώτη όταν είχε γίνει μια μεγάλη και εν πολλοίς άγνωστη προσπάθεια απόκτησης αντιτορπιλικών Arleigh Burke;
Με τον τρόπο αυτό η ελληνική αποτροπή θα ενισχυόταν θεαματικά, απομακρύνοντας την πιθανότητα της σύγκρουσης με την Τουρκία, ενώ θα ήταν συμβατό με τους διακηρυγμένους στόχους ΗΠΑ και ΝΑΤΟ. Αυτό θα μπορούσε να συζητηθεί ως λύση. Επειδή η δικαιολογία είναι το επείγον της κατάστασης ασφαλείας που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα, προτάθηκε μήπως κάτι τέτοιο και δόθηκε αρνητική απάντηση; Διότι τέτοιας βαρύτητας κατηγορίες είναι εθνικά επιζήμιο να εξαπολύονται με βάση τις φημολογούμενες ιδεολογικές τοποθετήσεις οποιουδήποτε ανώτατου αξιωματικού.
Ο “αντιαμερικανισμός” του Λυμπέρη
Με την ίδια ευκολία που καταλογίζεται αντιαμερικανισμός στον αντιναύαρχο Λυμπέρη (σε άλλο σημείο του άρθρου αναφέρεται η “επιθυμία” του να δημιουργήσει ένα Ναυτικό αποκλειστικά με γαλλικά πλοία), θα μπορούσε να αναδιατυπωθεί καταγγελτικά και το αντίστροφο: ‘Ότι άλλα ανώτατα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων έχουν αναγάγει σε στόχο ζωής να “παραδώσουν” το Ναυτικό και όλες τις Ένοπλες Δυνάμεις στις ΗΠΑ! Το πραγματικό πρόβλημα παραμένει η απουσία γνήσιας ελληνοκεντρικής θεώρησης.
Δυστυχώς, φαίνεται πως η “οπαδική” αντιμετώπιση έχει μολύνει και τον κορυφαίας σημασίας για την επιβίωση της χώρας τομέα της εθνικής ασφάλειας και μάλιστα στην κορυφή του. Η εξωτερική και αμυντική πολιτική της χώρας χαράσσεται και υλοποιείται από την εκάστοτε εκλεγμένη κυβέρνηση. Τα σοβαρά κράτη έχουν πετύχει συμφωνία επί των βασικών παραμέτρων αυτής της πολιτικής, έχουν προσδιορίσει ποια είναι τα εθνικά συμφέροντα και ποια μέσα απαιτούνται για την υπεράσπισή τους. Η θεσμική θωράκιση δεν επιτρέπει να κάνει ο καθένας ό,τι θέλει.
Αυτό είναι και το κλειδί. Οι πεποιθήσεις καθενός είναι σεβαστές. Στην ανώτατη στρατιωτική ηγεσία καθένας έχει προφανώς άποψη, επ’ ουδενί δεν κρίνεται όμως από αυτήν. Διότι δεν τον τοποθέτησε η χώρα στη θέση για τις ικανότητές του να χαράξει εξωτερική πολιτική, αλλά για να διασφαλίσει την άμυνα της χώρας, με τα μέσα που έχει στη διάθεσή της. Το να αναφέρει ανώτατος αξιωματικός την ανεπάρκεια των διατιθέμενων κονδυλίων σε σχέση με την εγκεκριμένη δομή δυνάμεων, δεν είναι απλώς δικαίωμα, είναι υποχρέωση.
Παράλληλα, κάθε ανώτατος αξιωματικός έχει υποχρέωση να τοποθετηθεί εάν αντιμετωπίζει την προοπτική αποφάσεων για μέσα που θα αποκτηθούν από τις Ένοπλες Δυνάμεις, εάν τεχνοκρατικά τα θεωρεί ακατάλληλα. Πολλώ δε μάλλον εάν επιβάλλονται με προβληματική από στρατιωτικής απόψεως αιτιολόγηση, δήθεν για να εξυπηρετηθούν σκοπιμότητες εξωτερικής πολιτικής. Κανείς δεν δικαιούται να υποχρεώσει το Πολεμικό Ναυτικό να “αυτοκτονήσει” λόγω επιλογών που δεν υπηρετούν επιχειρησιακά κριτήρια. Οφείλει κάθε ανώτατος αξιωματικός να τοποθετείται αν θεωρεί ότι κάποια δαπάνη στερεί κονδύλια από άλλη ανάγκη, που έχει υψηλότερη προτεραιότητα, σύμφωνα με την ανάλυση του αρμόδιου Κλάδου.
Με την ίδια ευκολία που καταλογίζεται αντιαμερικανισμός στον αντιναύαρχο Λυμπέρη (σε άλλο σημείο του άρθρου αναφέρεται η “επιθυμία” του να δημιουργήσει ένα Ναυτικό αποκλειστικά με γαλλικά πλοία), θα μπορούσε να αναδιατυπωθεί καταγγελτικά και το αντίστροφο: ‘Ότι άλλα ανώτατα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων έχουν αναγάγει σε στόχο ζωής να “παραδώσουν” το Ναυτικό και όλες τις Ένοπλες Δυνάμεις στις ΗΠΑ! Το πραγματικό πρόβλημα παραμένει η απουσία γνήσιας ελληνοκεντρικής θεώρησης.
Δυστυχώς, φαίνεται πως η “οπαδική” αντιμετώπιση έχει μολύνει και τον κορυφαίας σημασίας για την επιβίωση της χώρας τομέα της εθνικής ασφάλειας και μάλιστα στην κορυφή του. Η εξωτερική και αμυντική πολιτική της χώρας χαράσσεται και υλοποιείται από την εκάστοτε εκλεγμένη κυβέρνηση. Τα σοβαρά κράτη έχουν πετύχει συμφωνία επί των βασικών παραμέτρων αυτής της πολιτικής, έχουν προσδιορίσει ποια είναι τα εθνικά συμφέροντα και ποια μέσα απαιτούνται για την υπεράσπισή τους. Η θεσμική θωράκιση δεν επιτρέπει να κάνει ο καθένας ό,τι θέλει.
Αυτό είναι και το κλειδί. Οι πεποιθήσεις καθενός είναι σεβαστές. Στην ανώτατη στρατιωτική ηγεσία καθένας έχει προφανώς άποψη, επ’ ουδενί δεν κρίνεται όμως από αυτήν. Διότι δεν τον τοποθέτησε η χώρα στη θέση για τις ικανότητές του να χαράξει εξωτερική πολιτική, αλλά για να διασφαλίσει την άμυνα της χώρας, με τα μέσα που έχει στη διάθεσή της. Το να αναφέρει ανώτατος αξιωματικός την ανεπάρκεια των διατιθέμενων κονδυλίων σε σχέση με την εγκεκριμένη δομή δυνάμεων, δεν είναι απλώς δικαίωμα, είναι υποχρέωση.
Παράλληλα, κάθε ανώτατος αξιωματικός έχει υποχρέωση να τοποθετηθεί εάν αντιμετωπίζει την προοπτική αποφάσεων για μέσα που θα αποκτηθούν από τις Ένοπλες Δυνάμεις, εάν τεχνοκρατικά τα θεωρεί ακατάλληλα. Πολλώ δε μάλλον εάν επιβάλλονται με προβληματική από στρατιωτικής απόψεως αιτιολόγηση, δήθεν για να εξυπηρετηθούν σκοπιμότητες εξωτερικής πολιτικής. Κανείς δεν δικαιούται να υποχρεώσει το Πολεμικό Ναυτικό να “αυτοκτονήσει” λόγω επιλογών που δεν υπηρετούν επιχειρησιακά κριτήρια. Οφείλει κάθε ανώτατος αξιωματικός να τοποθετείται αν θεωρεί ότι κάποια δαπάνη στερεί κονδύλια από άλλη ανάγκη, που έχει υψηλότερη προτεραιότητα, σύμφωνα με την ανάλυση του αρμόδιου Κλάδου.
Σπίλωση του αντιναυάρχου
Το δημοσίευμα καταλογίζει στον αντιναύαρχο Λυμπέρη και κάτι εντελώς ακατανόητο, που προδίδει έναν περίεργο συνδυασμό στρατηγικής άγνοιας και εμπάθειας: «η Ελλάδα πρέπει να δείχνει αδύναμη, ώστε να δελεάσει την Τουρκία να χτυπήσει πρώτη και έπειτα από ένα θερμό επεισόδιο λίγων ωρών οι δύο πλευρές να καθίσουν στο τραπέζι του διαλόγου… Ένα δόγμα που όχι μόνο δεν ακολουθεί την εθνική γραμμή, αλλά θέτει σε κίνδυνο την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας. Θα μπορούσε να σχολιάσει κανείς ότι η εμμονή για σύγκρουση με την Τουρκία πηγάζει από την ανάγκη του να καθαρίσει το όνομα της οικογένειας».
“Άρες μάρες κουκουνάρες” κατά το κοινώς λεγόμενο, για όσους διαθέτουν στοιχειώδη στρατηγική παιδεία. Λάσπη στον ανεμιστήρα, ή τρικυμία εν κρανίω; Πώς ακριβώς θα καθάριζε “το όνομα της οικογένειας” η επιδίωξη διαλόγου με την Τουρκία από τη μία και η επιθυμία για σύγκρουση από την άλλη; Απλώς δεν βγάζει νόημα. Ή μάλλον καταδεικνύει πως η προσπάθεια σπίλωσης του στόλαρχου δεν έχει πρόβλημα να φάσκει και να αντιφάσκει.
Καταλογίζεται επίσης, συνοπτικά, σκόπιμη καθήλωση ελικοπτέρων, μη συντήρηση φρεγατών, άρνηση επιπρόσθετων προμηθειών ελικοπτέρων ανθυποβρυχιακών επιχειρήσεων, υπονόμευση της απόφασης αναβάθμισης των MEKO 200HN «γιατί θέλει μόνο γαλλικά πλοία στον στόλο» κ.λπ. Επειδή θα ήταν εγκληματικό να ξεχάσουμε το αρχαίο «Μηδενί δίκην δικάσης, πριν αμφοίν μύθον ακούσης» θα περιοριστώ σε απλές σκέψεις, ευελπιστώντας στο να υπάρξει επίσημη τοποθέτηση από το Ναυτικό, το οποίο δεν είναι δυνατόν να μείνει σιωπηλό όταν εκτοξεύονται τέτοιες κατηγορίες. Το ίδιο ισχύει και για το ΓΕΕΘΑ και το υπουργείο Άμυνας.
Η απάντηση είναι οι “προτεραιότητες” και το ότι υπάρχουν κωδικοί δαπανών για όλα! Δηλαδή, δεν γνωρίζουν ότι δεν μπορεί να παίρνει κανείς χρήματα από οπουδήποτε στον προϋπολογισμού κάθε Κλάδου; Ότι π.χ. για τη συντήρηση του Στόλου υπάρχει συγκεκριμένο ποσό σε συγκεκριμένο κωδικό; Γενικότερα, όταν τα χρήματα δεν επαρκούν, κάτι που όλοι το γνωρίζουν, δεν προτεραιοποιείς τις προμήθειες μόνο στο επίπεδο του συνόλου των Ενόπλων Δυνάμεων. Το κάνεις και στο επίπεδο των Επιτελείων, των Όπλων, των μονάδων κ.λπ.
Γιατί να πάρεις π.χ. περισσότερα ελικόπτερα όταν δεν θα έχεις πλοία να προσνηωθούν; Μήπως εγκαταλείφθηκαν παλαιότερα, τα οποία εάν εκσυγχρονίζονταν με λελογισμένο κόστος θα κερδίζαμε χρόνια, διαθέτοντας αλλού τα κονδύλια; Αν είχε γίνει αυτό και οι MEKO 200HN δεν είχαν ακόμα εκσυγχρονιστεί, αυτό θα ήταν θέμα. Το να θέτεις ερώτημα περί της σκοπιμότητας αναβάθμισης με σχεδόν δυο δεκαετίες καθυστέρηση και να τάσσεσαι υπέρ της απόκτησης νέων μονάδων επιφανείας δεν συνιστά έγκλημα, είναι τεκμηριωμένη τεχνοκρατική θέση.
Όπως, όμως, και η αντίθετη άποψη, που υποστηρίζει πως είναι εφικτή η διατήρηση για 10-15 χρόνια ακόμα στον Στόλο των φρεγατών, εάν εκσυγχρονιστούν άμεσα. Θέμα είναι και το αν ισχύει η φημολογία ότι οι προσφορές των υποψήφιων αναδόχων δεν είναι συγκρίσιμες! Εάν δηλαδή οι προσφορές που αναφέρονται στα δημοσιεύματα απαντούν στις ίδιες ακριβώς απαιτήσεις: Άλλα φέρονται να ζητήθηκαν από Γερμανούς και Ολλανδούς, άλλα από τους Γάλλους (η προσφορά τους φέρεται να αφορά δύο φρεγάτες), άλλα από τους Αμερικανούς. Δεν είναι πρώτη φορά που ο υπογράφων “γκρινιάζει” για τις ακολουθούμενες διαδικασίες. Ας επισημανθεί, βέβαια, ότι το Πολεμικό Ναυτικό το διαψεύδει.
Επικίνδυνη τοξικότητα…
Δεν έχει νόημα να επεκταθεί κανείς περισσότερο. Το θέμα είναι πολύ σοβαρό και αποκαλύπτει προβληματικό πολιτικό έλεγχο των Ενόπλων Δυνάμεων, που προφανώς αφορά την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας και την κυβέρνηση γενικότερα. Η “τοξικότητα” που καταλογίζουν δημοσιεύματα στις σχέσεις ηγετικών στελεχών εντός των Ενόπλων Δυνάμεων οδηγήθηκε σε μια αχρείαστη κλιμάκωση, η οποία πλέον κατέστη ανεξέλεγκτη και πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστεί.
Το ότι αφέθηκε να λάβει τέτοια απαράδεκτα χαρακτηριστικά χρεώνεται στην πολιτική ηγεσία που οφείλει να επαναφέρει την τάξη και τα όρια σε όλους. Ψίθυροι και φημολογία μπορεί να υπήρχαν. Αυτό που είναι όμως εθνικά εγκληματικό είναι το γεγονός ότι οι όποιες αντιθέσεις προσέλαβαν διαστάσεις εκκαθάρισης λογαριασμών μέσω του απαράδεκτου αυτού δημοσιεύματος. Καταλήγω με το σχόλιο πολύπειρου φίλου που προέρχεται από τις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων: «Δυστυχώς, πλέον ζούμε στην εποχή του misinformation και disinformation, και πλέον πρέπει να μάθουμε να ζούμε και να αντιδρούμε σε αυτήν την πραγματικότητα. Να είναι όλοι σίγουροι ότι τέτοιες πρακτικές θα χρησιμοποιηθούν (και ήδη χρησιμοποιούνται) από την Τουρκία».
Δημοσίευση σχολίου