Του ΖΑΧΑΡΙΑ Β. ΜΙΧΑ
Μια ραδιοφωνική συνέντευξη του υφυπουργού Παιδείας καθηγητή Άγγελου Συρίγου, προκάλεσε “αναστάτωση” στα κοινωνικά δίκτυα. Όντας καταξιωμένος διεθνολόγος με εξειδίκευση στην εξωτερική πολιτική και τα ελληνοτουρκικά, ο Συρίγος υποστήριξε ότι η Ελλάδα σε κάθε ιστορική περίοδο επιλέγει με ποιον να “θερμάνει” τις σχέσεις της, πάντα στο συμμαχικό πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Εν προκειμένω, η ειδική σχέση που οικοδομείται με τη Γαλλία, μεταξύ άλλων στόχο έχει και την εξασφάλιση οπλικών συστημάτων που για λόγους ισορροπιών στα ελληνοτουρκικά, δεν αποδεσμεύουν οι ΗΠΑ.
Η συγκεκριμένη αναφορά σχολιάστηκε δεόντως και έδωσε λαβή για θερμή ανταλλαγή απόψεων. Επίκεντρο της κριτικής η προθυμία ή όχι της Ουάσινγκτον να αποδεσμεύει στις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις τα οπλικά συστήματα που χρειάζονται. Εύλογες οι επικρίσεις, καθώς οι ΗΠΑ για την αποδέσμευση κάποιου οπλικού συστήματος αιχμής, συνυπολογίζουν και την παράμετρο “ισορροπία δυνάμεων“.
Η έγκριση αποδέσμευσης κάθε οπλικού συστήματος που δημοσιοποιείται από την αμερικανική Υπηρεσία Συνεργασίας Άμυνας και Ασφάλειας (DSCA – Defense Security Cooperation Agency) έχει προηγουμένως εξασφαλίσει την άδεια του State Department και του Κογκρέσου. Αναφέρεται στερεοτυπικά ότι «η προτεινόμενη πώληση δεν επηρεάζει την ισορροπία δυνάμεων» σε κάθε περιοχή, υπονοώντας σαφώς σε βάρος των αμερικανικών συμφερόντων. Απόλυτα θεμιτό για τις ΗΠΑ, προβληματικό για την Ελλάδα.
Αν και όταν οι Αμερικανοί έδιναν το πράσινο φως στην Τουρκία να αποκτήσει 100+ μαχητικά πέμπτης γενιάς F-35, δεν είχαν δείξει παρόμοια ευαισθησία. Προφανής ένσταση ήταν ότι το σύστημα αποδεσμευόταν και για την Ελλάδα, η οποία είχε προσκληθεί να συμμετάσχει, επενδύοντας ένα ποσό στην ανάπτυξη του μαχητικού. Η Τουρκία αποφάσισε να συμμετέχει, επενδύοντας μάλιστα και το ανώτατο ποσό που επιτρεπόταν σε εκείνη τη συγκυρία, εξασφαλίζοντας και σημαντικότατο βιομηχανικό έργο. Η Ελλάδα δεν το έπραξε.
Θεωρητικά μιλώντας, εάν οι ΗΠΑ γνήσια ενδιαφέρονταν για την ισορροπία δυνάμεων, θα έπρεπε να ανησυχήσουν για το αν μια χώρα με τα δεδομένα της Ελλάδας θα μπορούσε να ακολουθήσει οικονομικά την Τουρκία. Φυσικά θεώρησαν ότι η Αθήνα, αργότερα ή γρηγορότερα, θα υποχρεωνόταν να ακολουθήσει με την προμήθεια σε πρώτη φάση τουλάχιστον δύο ενισχυμένων Mοιρών.
Και θα συνέχιζε να προσθέτει δεκάδες ή εικοσάδες μαχητικών, κατά την προσφιλή της μέθοδο, όπως αποδεικνύει η προμήθεια των F-16. Ας επισημανθεί, μάλιστα, ότι τα περίπου 170 μαχητικά F-16 που τελικά αγοράστηκαν κόστισαν πολύ ακριβότερα στην Πολεμική Αεροπορία. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα, όμως, δεν έμαθε το μάθημά του και συνεχίζει ακάθεκτο την ίδια πρακτική της “σαλαμοποίησης”. Αντί να υπολογίσει σε βάθος χρόνου πόσα χρειάζεται και να οργανώσει τις απαραίτητες προμήθειες σε μεγάλους αριθμούς ώστε και βιομηχανικό έργο να εξασφαλίσει και το κάθε μαχητικό να κοστίζει ανά μονάδα σημαντικά φθηνότερο, εξακολουθεί να κινείται με λάθος τρόπο. Ούτε τις αναβαθμίσεις δεν τις κάνει στην ώρα τους, με μετρήσιμα αρνητικά οικονομικά αποτελέσματα.
Κάπως έτσι κινήθηκε και με τα γαλλικά Rafale. Αγόρασε μείγμα μεταχειρισμένων και καινούργιων, 18 μόλις μονάδες, στα οποία λίγο αργότερα προστέθηκαν άλλα έξι. Ασχέτως της τιμής που αγοράστηκαν, είναι σκανδαλώδης παράλειψη ότι στην αρχική σύμβαση δεν είχε προβλεφθεί “δικαίωμα προαίρεσης” (option) με συγκεκριμένη διάρκεια ισχύος, που θα εξασφάλιζε την αγορά επιπλέον μαχητικών στις ίδιες τιμές. Κι αυτό, ενώ είναι γνωστό ότι σε βάθος χρόνου θα χρειαστεί το λιγότερο δυο Mοίρες. Γιατί, λοιπόν, δεν έκανε την παραγγελία, όπως έπρεπε, για να διαπραγματευθεί και ταχύτερη παράδοση και ταυτόχρονα να εξασφαλίσει έργο για την εγχώρια αμυντική βιομηχανία;
ΟΧΙ ΣΤΗ ΜΟΝΟΣΗΜΑΝΤΗ ΕΞΑΡΤΗΣΗ
Όλα αυτά μοιάζουν σε κάποιες για λεπτομέρεια, αλλά δεν είναι. Σε ό,τι αφορά τα Rafale ας συνδέσουμε την προμήθειά τους με τη λογική που εξέφρασε ο Συρίγος. Τα “πολιτικά προβλήματα” των εξοπλισμών, υπαγορεύουν στην Ελλάδα να στηρίζεται σε δύο τουλάχιστον πηγές εξοπλιστικών προμηθειών. Αυτό έκανε και ο Ανδρέας Παπανδρέου στην “αγορά του αιώνα” τη δεκαετία του 1980. Μπορεί να κοστίζει ακριβότερα, αλλά επιτρέπει σε μια χώρα με τα αμυντικά προβλήματα της Ελλάδας να ελίσσεται και να έχει πάντα επιλογές στην εξασφάλιση αυτών που χρειάζονται οι Ένοπλες Δυνάμεις.
Το πρόβλημα που έθεσε, όμως, ο Συρίγος πρέπει να το εντάξουμε στο πλαίσιο της συγκυρίας. Ένας υπουργός δηλώνει όσα δήλωσε μετά την αποστολή του non paper του State Department για την μη υποστήριξη του αγωγού EastMed, μια κίνηση που λογικά πρέπει να δυσαρέστησε την Αθήνα. Διότι το non paper μοιάζει με αμερικανική ερωτική εξομολόγηση στην Τουρκία! Από τη στιγμή που δεν ζήτησε κανείς στην Ουάσιγκτον χρήματα για τον αγωγό, ποιος ο λόγος που παρεμβαίνει; Όλα όσα λέει δεν τα γνωρίζουν οι εμπλεκόμενες πρωτεύουσες; Η ουσία είναι η αναφορά στην πρόκληση εντάσεων στην περιοχή. Ποιος άλλος ενίσταται πλην της Τουρκίας; Ποιο άλλο μήνυμα στέλνει η Ουάσιγκτον πλην της υποχωρητικότητας, όποτε φωνασκούν οι Τούρκοι;
Τα ίδια κάνουν οι Αμερικανοί, εγείροντας ενστάσεις στον εξοπλισμό των νήσων του ανατολικού Αιγαίου με σοβαρά οπλικά συστήματα που μπορούν να ενισχύσουν την ελληνική αποτροπή απέναντι στην Τουρκία. Και διεκδικούν εκατοντάδες εκατομμύρια για να αναβαθμίσουν τα MLRS, χωρίς να δεσμεύονται ότι θα προμηθεύσουν πυραύλους με αυξημένο βεληνεκές. Εάν αντιστρέψει κανείς την αμερικανική λογική, μπορεί κανείς να διακρίνει “αμερικανική κατανόηση” για την τουρκική απειλή ότι η μη αποστρατιωτικοποίηση των νησιών ισοδυναμεί με αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας επ’ αυτών!
Δεν είναι ακριβώς αυτό που θα περίμενε η Ελλάδα από τις ΗΠΑ, στις οποίες έδωσε όλα όσα έχουν ζητήσει και μάλιστα χωρίς σοβαρά ανταλλάγματα. Κι αυτό, όταν αλλού μοιράζει δισ. δολάρια σε ετήσια βάση. Είναι προφανές ότι η μονοσήμαντη εξάρτηση από έναν τέτοιο σύμμαχο αποτελεί πράξη (γεω)πολιτικής αφροσύνης. Είτε αρέσει στον Τζέφρι Πάιατ είτε όχι.
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ… ΜΥΣΤΙΚΟ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΗΠΑ
Πάμε όμως και στα οπλικά συστήματα, διότι εδώ εκτυλίσσεται ένα θέατρο του παραλόγου. Οι διαρροές από αμερικανικές πηγές θέλουν να αποδεσμεύονται κρίσιμα οπλικά συστήματα, όπως αντιαεροπορικοί πύραυλοι μεγάλου βεληνεκούς SM-2, τους οποίους ανέφερε και ο υφυπουργός Παιδείας καθηγητής Εξωτερικής Πολιτικής Άγγελος Συρίγος σε συνέντευξή του. Τα στόματα στα Γενικά Επιτελεία και το υπουργείο Άμυνας είναι ερμητικά κλειστά. Αφήνεται να εννοηθεί ότι πλέον αποδεσμεύονται πολλά, αλλά κανείς δεν λέει τι! Άρα και η Ελλάδα συνυπογράφει με τις ΗΠΑ την τακτική “μην ενοχλήσουμε τους Τούρκους”!
Αυτό ισχύει άραγε και για τους SLAM ER που διαθέτει η τουρκική Αεροπορία και όχι η ελληνική, με τους Αμερικανούς να ισχυρίζονται ότι τους αποδέσμευσαν επειδή η Ελλάδα προμηθεύθηκε AM39 Exocet; Τεράστιες ευθύνες έχει και η ελληνική στρατιωτική ηγεσία που δεν στέλνει έγγραφα με αιτήματα αποδέσμευσης συγκεκριμένων οπλικών συστημάτων, αρνούμενη να κατανοήσει ότι ακόμα και η αρνητική απάντηση έχει πολύ μεγάλη διπλωματική αξία!
Πολιτική και στρατιωτική ηγεσία κάνουν πίσω και δεν στέλνουν τα αιτήματα, επειδή η πρεσβεία τους “ψιθύρισε” να μη τα στείλουν διότι θα απορριφθούν; Όπως οι ΗΠΑ φροντίζουν επιμελώς με τη στάση τους απέναντι στην Τουρκία ενίοτε και να προσβάλουν την Ελλάδα, σε απάντηση η χώρα μας φροντίζει να μη δυσαρεστήσει τους Αμερικανούς και βολιδοσκοπεί τις προθέσεις τους προτού στείλει επίσημα αιτήματα!
Εάν αυτή είναι η αμερικανική συμπεριφορά, τότε και η ελληνική πλευρά ας εξασφαλίσει κατά προτεραιότητα και δεύτερη μοίρα μαχητικών Rafale, προτού συζητήσει οτιδήποτε για F-35. Εάν στην επικείμενη επίσκεψη του Φεβρουαρίου οι ΗΠΑ δεν αλλάξουν την τακτική τους απέναντι στην Ελλάδα να ζητούν τα πάντα και να προσφέρουν καλά λόγια, ούτε καν δεσμευτική αμυντική προστασία από την Τουρκία, η Αθήνα πρέπει να δείξει έμπρακτα τη δυσαρέσκειά της.
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ
Όπως είχε υποστηριχθεί από τον υπογράφοντα στο παρελθόν, σε σχόλιο που αφορούσε τη διαπραγμάτευση της διμερούς αμυντικής συμφωνίας MDCA, η υπερβολική επιθυμία της Αθήνας για παρουσία αμερικανικών δυνάμεων σε ελληνικό έδαφος για λόγους αποτροπής, μετέτρεψε αυτή την παρουσία σε αμερικανικό αντάλλαγμα, παρότι ούτως ή άλλως την επιθυμούσαν σφόδρα οι ίδιες οι ΗΠΑ! Η Ελλάδα εμφάνισε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης ως δικό της αίτημα αυτό που επεδίωκε η άλλη πλευρά!
Αυτή δεν είναι σοβαρή διαπραγμάτευση και ο κάθε Τζέφρι Πάιατ αφέθηκε να κάνει πάρτι, προσφέροντας αφειδώς διπλωματική γοητεία, επαφές, “σέλφι” με χαμόγελα και δεξιώσεις, σε σημαντικούς πολιτικούς που φαίνεται πως έχουν τις δικές τους προτεραιότητες. Το αποτέλεσμα για τα εθνικά συμφέροντα, όμως, δεν είναι το επιθυμητό.
Η διπλωματία είναι “άγριο παιχνίδι”, παρότι στις δεξιώσεις τα χαμόγελα και τα φιλικά χτυπήματα στην πλάτη είναι στην ημερήσια διάταξη. Ο πιο ευτυχισμένος πρεσβευτής στον κόσμο είναι αυτός όπου οι πολιτικοί της χώρας στην οποία υπηρετεί, συστηματικά “μπερδεύουν” την εξωτερική πολιτική με τις δημόσιες σχέσεις…
*Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA
Δημοσίευση σχολίου