GuidePedia

0


Του Περικλή Ζορζοβίλη
Η αναβολή της έγκρισης της αναβάθμισης των 38 μαχητικών F-16C/D Block 50 του προγράμματος Peace Xenia II (40 μονάδες παραγγέλθηκαν από την κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1993 και οι παραδόσεις τους ολοκληρώθηκαν τη διετία 1997-1998) από τη Διαρκή Επιτροπή Εξοπλιστικών Προγραμμάτων της Βουλής αποτελεί ανησυχητικό δείγμα έλλειψης προγραμματισμού, που επηρεάζει τη μελλοντική διαμόρφωση του στόλου μαχητικών της Πολεμικής Αεροπορίας (ΠΑ).

Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ) «λόγω του χρονικού περιορισμού για την ολοκλήρωση της συνεδριάσεως σε δυόμισι ώρες από την έναρξή της, ο υπουργός Εθνικής Αμύνης Νικόλαος Παναγιωτόπουλος αποδέχθηκε το αίτημα που διατύπωσαν οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΙΝ.ΑΛ. να διεξαχθεί αναλυτική συζήτηση, σχετικώς με το πρόγραμμα αναβαθμίσεως των μαχητικών αεροσκαφών F-16 Block50 στην αμέσως επόμενη συνεδρίαση της επιτροπής, στα τέλη Αυγούστου ή στις αρχές Σεπτεμβρίου».

Καθώς τα θέματα προς συζήτηση στην επιτροπή καθορίζονται από το ΥΠΕΘΑ, η επιλογή «συσσώρευσης» προγραμμάτων που απαιτούν αναλυτική συζήτηση σε… περιορισμένης χρονικής διάρκειας συνεδρίαση προκαλεί απορία.

Οι ενστάσεις Βίτσα

Για την αναβολή, ο βουλευτής Δυτικού Τομέα Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Βίτσας με δήλωσή του προσφέρει μια διαφορετική ερμηνεία, καθώς την αποδίδει στην αύξηση του κόστους του προγράμματος και την έλλειψη… προετοιμασίας του υπουργού Εθνικής Άμυνας.




«H πρώτη εκτίμηση κόστους ήταν περίπου 220.000.000 δολάρια, δηλαδή περίπου 180.000.000 ευρώ», σημειώνει ο βουλευτής και διατυπώνει το ερώτημα: «Δεν είναι λογική απορία με ποιον τρόπο και γιατί το κόστος των 220.000.000 έφτασε στα 700.000.000;». Προσθέτει δε ότι «ο υπουργός προσπάθησε να απαντήσει, αλλά δέχτηκε ότι πρέπει να έρθει ένα πιο ακριβές εισηγητικό».

Σε κάθε περίπτωση, αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι ότι το πρόγραμμα αναβάθμισης των 38 μαχητικών F-16C/D Block 50 σε διαμόρφωση παρόμοια με αυτήν που έχουν σήμερα τα F-16 Block 52+ Advanced (πρόγραμμα Peace Xenia IV) δεν εμφανίστηκε ως κεραυνός εν αιθρία, αλλά βρίσκεται υπό συζήτηση για αρκετά χρόνια.

Μάλιστα το ΓΕΑ, το ΓΕΕΘΑ και το ΥΠΕΘΑ το έχουν ήδη εγκρίνει και, σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, θα μπορούσε να έχει εισαχθεί προς συζήτηση στην επιτροπή από τον Σεπτέμβριο του 2020.

Ας σημειωθεί ότι η έγκριση από την επιτροπή απλώς εκκινεί τις διαδικασίες για την αποστολή προς τις αμερικανικές κυβερνητικές Αρχές της ελληνικής επιστολής αίτησης για επιστολή προσφοράς και αποδοχής (LOR [Letter of Request] for LOA [Letter of Offer & Acceptance]). Όπως έχει ήδη ενημερωθεί η ελληνική πλευρά, η LOA αναμένεται να αποσταλεί περί τους έξι έως οκτώ μήνες μετά τη λήψη της ελληνικής LOR.

Κόστος 700.000.000 ευρώ

Σε ό,τι αφορά το κόστος του προγράμματος που ανέρχεται σε περίπου 700.000.000 ευρώ, εκτός της αναβάθμισης των μαχητικών περιλαμβάνει την προμήθεια συστημάτων νυχτερινής σκόπευσης SNIPER (περίπου 120.000.000 ευρώ), υπηρεσίες και υλικά που θα παρασχεθούν από την αμερικανική κυβέρνηση, καθώς και το κόστος διαχείρισης – εποπτείας του προγράμματος από αυτήν.

Ειδικότερα, η αναβάθμιση των 38 μαχητικών εκτιμάται ότι θα κυμανθεί από 470.000.000 έως 490.000.000 ευρώ το μέγιστο (περί τα 13.000.000 ευρώ ανά μονάδα). Τα συστήματα SNIPER, η προμήθεια των οποίων μέσω διακρατικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ έχει εδώ και καιρό εγκριθεί από τα θεσμικά όργανα του ΥΠΕΘΑ, δεν αποτελούν μέρος της αναβάθμισης του αεροσκάφους, καθώς δεν πρόκειται για οργανικά συστήματά του, αλλά πολλαπλασιάζουν την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητά του.

Αξιοπερίεργο είναι, επίσης, ότι στο κόστος που αφορά την αμερικανική κυβέρνηση περιλαμβάνεται και η επαναπιστοποίηση από αυτή διάφορων όπλων για τα οποία η Lockheed Martin έχει δεσμευτεί ότι μπορούν χωρίς περιορισμούς και αιρέσεις να χρησιμοποιηθούν από τα αναβαθμισμένα μαχητικά.

Ίσως η επιλογή θα πρέπει να επανεξεταστεί, καθώς η αφαίρεσή της επιφέρει συμπίεση του συνολικού κόστους. Σε κάθε περίπτωση, τα προαναφερθέντα ποσά αποτελούν εκτιμήσεις. Τα ακριβή και νομικά δεσμευτικά κόστη θα γίνουν γνωστά μόλις παραληφθεί η LOA, σε απάντηση της ελληνικής LOR.

Οι λεπτομέρειες της αναβάθμισης

Τα 38 μαχητικά F-16C/D Block 50 θα αναβαθμιστούν με τη χρήση απαρτίων (LRUs) που θα προέλθουν από τα 84 μαχητικά που θα αναβαθμιστούν στη διαμόρφωση Viper, επιτυγχάνοντας την αξιοποίησή τους και την εξοικονόμηση σημαντικών οικονομικών πόρων από την επαναχρησιμοποίησή τους.

Με βάση τον σχεδιασμό, η διαμόρφωση που θα αποκτήσουν τα 38 μαχητικά θα είναι η πλέον προηγμένη, εξαιρουμένης της Viper που περιλαμβάνει και το κεραίας ηλεκτρονικής σάρωσης (AESA) ραντάρ.

Επίσης τα μαχητικά θα αποκτήσουν σύγχρονα συστήματα επικοινωνίας, πλήρη διαλειτουργικότητα, χάρη στην εγκατάσταση ζεύξης δεδομένων Link 16, και δυνατότητα μεταφοράς και άφεσης όλων των σύγχρονων έξυπνων όπλων (όμοια με αυτή των Viper) και λοιπών αισθητήρων.

Ταυτόχρονα θα αντιμετωπιστεί το σύνολο των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν λόγω παλαιότητας των συστημάτων τους, θα αυξηθεί σημαντικά η διαθεσιμότητά τους και θα συμπιεστεί το κόστος συντήρησης.

Το πρόγραμμα αναβάθμισης θα υλοποιηθεί μέσω διακρατικής συμφωνίας με την κυβέρνηση των ΗΠΑ, ως τροποποίηση (amendment) στη LOA GR-D-SNY, την υφιστάμενη διακρατική σύμβαση για τα Viper, και θα διαρκέσει περί τα έξη έτη.

Το αρχικό χρονοδιάγραμμα προέβλεπε ότι με την προϋπόθεση της υπογραφής της LOA από την ελληνική πλευρά εντός του 2021, η ανάπτυξη και πιστοποίηση της αναβαθμισμένης διαμόρφωσης θα ολοκληρώνονταν την περίοδο 2022-2023 και η λήξη του προγράμματος θα λάβαινε χώρα την περίοδο 2027-2028, ταυτόχρονα σχεδόν με την ολοκλήρωση της αναβάθμισης των 84 μαχητικών στη διαμόρφωση Viper.

Στον Βόλο ή στην ΕΑΒ

Για την εκτέλεση των εργασιών, σύμφωνα με πληροφορίες, υφίστανται δύο επιλογές:
>η πρώτη αφορά την εκτέλεσή τους στην αεροπορική βάση της Νέας Αγχιάλου (111 Πτέρυγα Μάχης), όπου εδρεύουν οι 341 Μοίρα «ΒΕΛΟΣ» και η 347 Μοίρα «ΠΕΡΣΕΑΣ», απ’ όπου σήμερα επιχειρούν τα 38 F-16C/D Block 50.

Οι υποδομές της 111 ΠΜ θα αναβαθμιστούν μέσω των προγραμμάτων ασφάλειας εφοδιασμού και πληροφοριών (SSI: Security of Supply and Information) του προγράμματος Viper, χωρίς επιβάρυνση του κόστους του προγράμματος αναβάθμισης των Block 50.

Η εγκατάσταση των συλλογών (kits) αναβάθμισης θα γίνει με επίβλεψη και ευθύνη της Lockheed Martin, η οποία και θα εκπαιδεύσει το προσωπικό της 111 ΠΜ στην αναβάθμιση και τη συντήρηση των μαχητικών στη νέα διαμόρφωση.

>η δεύτερη επιλογή αφορά την εκτέλεση των εργασιών στην Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ), παράλληλα με τις εργασίες του προγράμματος Viper. Η απόφαση θα ληφθεί από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας της ΕΑΒ θα αποτελέσει το καθοριστικό κριτήριο.

Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί ότι μέσω των SSI προβλέπεται η μεταφορά τεχνογνωσίας, η ανάπτυξη υποδομών και η ανάθεση έργου σε εγχώριες αμυντικές βιομηχανίες (π.χ. κατασκευή καλωδιώσεων, μηχανολογικών εξαρτημάτων κ.ά.), με συνέπεια την επίτευξη εγχώριας συμμετοχής στο πρόγραμμα.

Σχεδιάζοντας τον μελλοντικό στόλο


Η προμήθεια των μαχητικών 18 Rafale, η αναβάθμιση των 84 μαχητικών σε επίπεδο Block 72 Viper και η αναβάθμιση των 38 F-16C/-D Block 50 καθορίζουν τη μελλοντική διαμόρφωση του στόλου μαχητικών της Π.Α.

Από τον συνημμένο πίνακα συνάγεται ότι σήμερα η Π.Α. διαθέτει ονομαστική δύναμη 230 μαχητικών, εκ των οποίων τα 18 Mirage 2000EGM/BGM βρίσκονται σε φάση αποδρομής, αφού η συμφωνία για την προμήθεια των Rafale προβλέπει την επαναγορά τους από την Dassault Aviation. Όμως, σε αριθμητικό επίπεδο η πώληση των Mirage 2000EGM/BGM ισοσταθμίζεται από την προμήθεια των 18 Rafale.

Καίριο ζήτημα αποτελεί η τύχη των 34 F-4E Phantom PI2000. Τα εν λόγω μαχητικά ακόμη και σήμερα αποτελούν πλατφόρμες με δυνατότητα μεταφοράς και άφεσης μεγάλου οπλικού φορτίου και έχουν επίσης το πλεονέκτημα της μεγάλης εμβέλειας με μέγιστο οπλικό φορτίο, ακόμη και όταν επιχειρούν από τη μητρική τους βάση (Ανδραβίδα).

Παρά την ηλικία τους, υφίσταται ακόμη δυνατότητα εξεύρεσης ανταλλακτικών για την υποστήριξή τους και δεν αποτελεί υπερβολή ο ισχυρισμός ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν είναι οι μεγάλες καθυστερήσεις στην εκτέλεση των εργασιών επιθεώρησης από την ΕΑΒ.

Άλλο μεγάλο ζήτημα αποτελεί η τύχη των 32 F-16C/D Block 30. Πρόκειται για τα εναπομείναντα από τα 40 μαχητικά του προγράμματος Peace Xenia I, που παρελήφθησαν τη διετία 1989-1990, και τα οποία έχουν συμπληρώσει σε υπηρεσία 30 χρόνια.

Στο παρελθόν διάφορες χώρες (π.χ. Κροατία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) εκδήλωσαν ενδιαφέρον για την αγορά τους, αλλά ουδεμία συμφωνία ευοδώθηκε. Το ίδιο συνέβη και με τους κατά περιόδους σχεδιασμούς της Π.Α. για τον εκσυγχρονισμό τους. Εφόσον δεν πωληθούν σε τρίτη χώρα και δεν υποβληθούν σε κάποιο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού, αναγκαστικά θα εισέλθουν σε διαδικασία αποδρομής.

Αεροπορία «καθημερινότητας» και αεροπορία «σοκ και δέος»

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να περιγράψουμε περιληπτικά τη φιλοσοφία, που κατά την άποψη μας, θα πρέπει να διέπει την αρχιτεκτονική του μελλοντικού στόλου μαχητικών. Ας εκκινήσουμε από τη διαπίστωση ότι 24 ώρες το 24ωρο, επτά ημέρες την εβδομάδα, 365 ημέρες τον χρόνο, σε αντίθεση με τις αεροπορίες των άλλων χωρών-μελών του ΝΑΤΟ, η Π.Α. είναι υποχρεωμένη να διαθέτει σε ετοιμότητα ανάληψης αποστολής δεκάδες μαχητικών αεροσκαφών που αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό του στόλου.

Εξ αυτών σημαντικό μέρος είναι τα μαχητικά επιφυλακής (QRA) που εδώ και περίπου 50 χρόνια αντιμετωπίζουν την τουρκική επιθετικότητα. Για παράδειγμα, το 2020 η Π.Α. σε συνεχή βάση, σε χρόνο και τόπο επιλογής των Τούρκων, αντιμετώπισε 2.068 τουρκικά αεροσκάφη που πραγματοποίησαν 1.785 παραβάσεις Κανόνων Εναέριας Κυκλοφορίας (ΚΕΚ), 4.605 παραβιάσεις του Εθνικού Εναέριου Χώρου (ΕΕΧ) και 376 υπερπτήσεις εθνικού εδάφους.

Το ίδιο διάστημα καταγράφηκαν και 423 εμπλοκές μεταξύ ελληνικών και τουρκικών μαχητικών. Το έργο αυτό εκτελείται παράλληλα με τις λοιπές προγραμματισμένες και μη δραστηριότητες (εκπαιδεύσεις, ασκήσεις, συμμαχικές αποστολές κ.λπ.).

Άλλη μία σημαντική παράμετρος που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι ότι η Π.Α., όπως και όλες οι προηγμένες αεροπορίες ανά τον κόσμο (συμπεριλαμβανομένης και της αμερικανικής), αντιμετωπίζουν το πρόβλημα της συνεχούς αύξησης του κόστους (προμήθεια – κύκλος ζωής) των σύγχρονων οπλικών συστημάτων – πλατφορμών.

Κάθε νέα γενεά πλατφορμών ενσωματώνει μεγαλύτερες επιχειρησιακές δυνατότητες και αυξημένες επιδόσεις σε σχέση με τις προγενέστερες, αλλά αυτό έχει αντίτιμο, τη μείωση των υπό προμήθεια ποσοτήτων λόγω κόστους. Όμως, η ρήση ότι «η ποσότητα έχει τη δικιά της ποιότητα» συνεχίζει να έχει βαρύτητα.

Στην περίπτωση της Π.Α. η αναβάθμιση των 84 μαχητικών στη διαμόρφωση Viper και των 38 F-16 Block 50 αποτελεί συνέπεια της ανωτέρω περιγραφείσας πραγματικότητας και της αναγνώρισης της οικονομικής κατάστασης της χώρας, που καθιστά πολύ δύσκολες νέες «αγορές του αιώνα».

Ταυτόχρονα, η υλοποίηση των δύο προγραμμάτων επιτρέπει τη υιοθέτηση μιας νέας αρχιτεκτονικής για τον στόλο των μαχητικών, τη διάκρισή του σε δύο «μέρη», που σχηματικά θα ονομάσουμε αεροπορία «καθημερινότητας» και αεροπορία «σοκ και δέος».

Η αεροπορία «καθημερινότητας», που θα περιλάβει τα 38 F-16 Block 50 και τα 32 F-16 Block 30, θα αναλάβει την καθημερινή αντιμετώπιση του τουρκικού αναθεωρητισμού στο FIR Αθηνών και στον Εθνικό Εναέριο Χώρο, και ταυτόχρονα θα προετοιμάζει τους ιπταμένους για τη δεύτερη, η οποία θα περιλάβει τα πιο προηγμένα μαχητικά (τα 84 F-16 Block 72 Viper, τα 18 Rafale, τα 24 Mirage 2000-5 Mk.2 και μέχρι την αντικατάστασή τους τους 34 «γερόλυκους» F-4E Phantom PI2000), εξοπλισμένων όμως με όλα τα είδη όπλων που μπορούν να φέρουν.

Η αεροπορία «σοκ και δέος» θα προετοιμάζεται και θα εκπαιδεύεται, ώστε, εφόσον απαιτηθεί, να επιφέρει καταστρεπτικά πλήγματα στον αντίπαλο, που θα κάμψουν τη βούλησή του.

Στο πλαίσιο αυτής της αρχιτεκτονικής είναι ίσως χρήσιμο να εξεταστεί και η σχέση κόστους – οφέλους της αναβάθμισης των 32 F-16 Block 30 με απάρτια που θα προκύψουν από την αναβάθμιση των 84 μαχητικών σε επίπεδο Viper (όπως δηλαδή τα Block 50). Εκτός της αύξησης των επιχειρησιακών δυνατοτήτων των μαχητικών, οφέλη (στη συντήρηση – υποστήριξη – εκπαίδευση) θα προκύψουν και από την ομογενοποίηση του στόλου.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος

Παρά τις καθυστερήσεις στη λήψη των σχετικών αποφάσεων, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τον στόλο των μαχητικών της Π.Α. είναι η αποτυχία συντονισμού των διάφορων προγραμμάτων αναβάθμισης και αυστηρής τήρησης των χρονοδιαγραμμάτων υλοποίησής τους.

Οι καθυστερήσεις θα περιορίσουν τον αριθμό των μαχητικών που καθημερινά θα είναι διαθέσιμα για αποστολή μέχρι την ολοκλήρωση των προγραμμάτων αναβάθμισης. Έως το 2027-2028 η παρατακτή δύναμη της Π.Α. θα «χάνει» σε ετήσια βάση περί τα 14 F-16 Block 52+ και Block 52+ Advanced, και περί τα επτά F-16 Block 50, που θα υπόκεινται σε αναβάθμιση.

Θα είναι κατασπατάληση πολύτιμων πόρων αν για την κάλυψη των κενών τα 84 F-16 Block 72 Viper και τα 18 Rafale αναγκαστούν να «αναλωθούν» στην καθημερινότητα της αντιμετώπισης της τουρκικής επιθετικότητας στον ΕΕΧ και το FIR Αθηνών.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top