του Τιερί Μεϊσάν
Περισσότερο από τη Συρία, από τώρα και στο εξής είναι το Ιράν που βρίσκεται στην καρδιά της αντιπαράθεσης Ανατολής-Δύσης. Δύσπιστο, το κοινό γίνεται μάρτυρας των ημερήσιων κυβιστήσεων της Ουάσινγκτον, σε ό τι εμφανίζεται, λανθασμένα, ως μια άνοδος προς έναν πόλεμο μεταξύ των δύο χωρών. Αλλά δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο. Ευτυχώς, οι δυο Μεγάλοι έδειξαν εδώ και 75 χρόνια ότι είναι λογικοί και πάντοτε κατάφεραν να αποσυρθούν προτού φτάσουν να καταστραφούν αλλήλων.
Δίκτυο Βολταίρος | Δαμασκός (Συρία) | 25 Ιουνίου 2019
Η ένταση αυξάνεται φαινομενικά μεταξύ Ουάσινγκτον και Τεχεράνης. Ως συνήθως, ο πρόεδρος Τραμπ χειρίζεται το θέμα με ζέστη και κρύο. Έτσι έφτασε στις 21 Ιουνίου στο σημείο να διατάζει το βομβαρδισμό του Ιράν, πριν αλλάξει γνώμη λίγα λεπτά πριν να χτυπήσει τους στόχους του. Ωστόσο, αυτή η συμπεριφορά, που συχνά οδήγησε στην επιτυχία του Τραμπ στη Δύση, είναι αναποτελεσματική με την περσική ψυχολογία. Αλλά ήθελε πράγματι να εντυπωσιάσει το Ιράν;
Η στάση των Βορειοαμερικανών πρέπει να γίνει κατανοητή όχι μόνο σε σχέση με τη μεσανατολική πολιτική τους, αλλά και με την παγκόσμια πολιτική Περισσότερο από μια σύγκρουση με το Ιράν, είναι η ισορροπία Ανατολής-Δύσης που παίζεται γύρω της.
Η πρώτη ανησυχία των Ηνωμένων Πολιτειών, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, είναι η αντιπαλότητα τους με τη Σοβιετική Ένωση, στη συνέχεια με τη Ρωσία. Από της πρώτης διάσκεψης στη Γενεύη (Ιούνιος 2012), στο περιθώριο της συριακής σύγκρουσης, η Μόσχα προτίθεται να εγγυηθεί για την περιφερειακή ειρήνη παράλληλα και ισότιμα με την Ουάσινγκτον. Αυτή η επανεξισορρόπηση των διεθνών σχέσεων σχεδιάστηκε υπό την αιγίδα του πρώην Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Κόφι Ανάν. Η συμφωνία που υπεγράφη στη Γενεύη - παρουσία των άλλων μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας, συν τη Τουρκία για το ΝΑΤΟ και το Ιράκ, το Κουβέιτ και το Κατάρ για τον Αραβικό Σύνδεσμο, αλλά απουσία όλων των Σύρων πρωταγωνιστών - δεν κράτησε περισσότερο από μία εβδομάδα. Αυτή η αποτυχία ώθησε τον Κόφι Ανάν να αποχωρήσει από το μέτωπο της σκηνής και οδήγησε στην είσοδο στον πόλεμο ορισμένων μελών του ΝΑΤΟ ενάντια στη Συρία.
Αυτό το σχέδιο επανεξετάστηκε από τους τρεις εθνικούς συμβούλους ασφάλειας των ΗΠΑ, του Ισραήλ και της Ρωσίας στις 24 Ιουνίου, και το οποίο θα μπορούσε να θέσει τέρμα στην καταστροφική στρατηγική Rumsfeld / Cebrowski.
Χωρίς αμφιβολία, ο John Bolton αντιστάθηκε, ο Meir Ben-Shabbat μύρισε τον αέρα και ο Nikolai Patrushev ειρωνεύτηκε για τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των αμερικανικών ήττων και των ρωσικών στρατιωτικών επιτυχιών.
Είναι σε αυτό το πλαίσιο, - και καθόλου σε σχέση με τη προ-ισραηλινή συμπάθεια τους - που οι ΗΠΑ έχουν επινοήσει τη «συμφωνία του αιώνα» στην Παλαιστίνη, από την οποία έγιναν γνωστά τα πρώτα οικονομικά στοιχεία και θα συζητηθούν στη Μανάμα.
Η δεύτερη ανησυχία των Ηνωμένων Πολιτειών σε σχέση με Ιράν είναι αυτή του Πενταγώνου: να αποφευχθεί η επανάληψη του πυρηνικού προγράμματος που είχαν προτείνει στον Σαχ Ρέζα Παχλέβι. Ωστόσο, αντίθετα με τα άσχετα σχόλια του δυτικού Τύπου, το Ιράν δεν επιδιώκει πλέον να αποκτήσει την ατομική βόμβα από τότε που ο Ιμάμης Χομεϊνί καταδίκασε τα όπλα μαζικής καταστροφής ως ασυμβίβαστα με την αντίληψή του για το Ισλάμ. Αντίθετα, όπως πιστοποιούνται από τα μυστικά αρχεία που αποκάλυψε ο Benjamin Netanyahu –παρά τη θέληση του-, όλες οι έρευνές αφορούν την κατασκευή μιας γεννήτριας κρουστικών κυμάτων και αποκλειστικά για το θέμα αυτό.
Βέβαια, μια τέτοια γεννήτρια μπορεί να μπει στη σύνθεση μιας ατομικής βόμβας, αλλά όπως φαίνεται από τους ελέγχους του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας, δεν είναι ο σκοπός που επιδιώκεται από το Ιράν.
Δεν γνωρίζουμε ποια είναι η φιλοδοξία της Τεχεράνης και γιατί το Πεντάγωνο βάζει εμπόδιο σε αυτή.
Η τρίτη ανησυχία των Ηνωμένων Πολιτειών είναι αυτή της κυβέρνησης Τραμπ: ενίσχυση της απασχόλησης στη χώρα τους, η οποία περιλαμβάνει τόσο την εξισορρόπηση των εμπορικών συναλλαγών τους, ειδικά με την Κίνα, όσο και τη διατήρηση των τιμών του πετρελαίου σε επίπεδο κερδοφορίας του πετρελαίου σχιστόλιθου τους (περίπου 70 δολάρια το βαρέλι).
Αυτός είναι ο λόγος που αντιτίθενται στις ιρανικές, συριακές και βενεζουελικές πωλήσεις στη διεθνή αγορά μέχρι το 2025 και προσπαθούν να εμποδίσουν την πρόσβαση των ρωσικών υδρογονανθράκων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Έτυχε η Ρωσία - της οποίας οι υδρογονάνθρακες παρέχουν τους περισσότερους οικονομικούς πόρους της- να προσπαθεί να περιορίσει την πτώση των τιμών. Υπέγραψε μια συμφωνία για το σκοπό αυτό με τον ΟΠΕΚ και μείωσε εθελοντικά τη δική της παραγωγή, πράγμα που εξηγεί γιατί καθυστερεί την αναπόφευκτη σύγκρουση με την Ουάσιγκτον για το θέμα αυτό, όσο εκκρεμεί η συγκρότηση της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Εάν οι Βρυξέλλες υποκύπτουν για άλλη μια φορά στην Ουάσινγκτον και
απαγορεύσουν την εισαγωγή ρωσικού φυσικού αερίου, η Μόσχα θα δεχόταν χαμηλότερες τιμές για να πουλήσει την παραγωγή της και πιθανώς θα κατέστρεφε de facto την αμερικανική βιομηχανία υδρογονανθράκων σχιστόλιθου. Τα δεδομένα τότε θα ανατρέπονταν και οι ΗΠΑ δεν θα είχαν πλέον συμφέρον να αντιτίθενται στις ιρανικές, συριακές και βενεζουελικές πωλήσεις.
Συμβαίνει επίσης ότι η Κίνα μπορεί να αποφασίσει να μειώσει τις εξαγωγές της προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και να τις πουλήσει στην εγχώρια αγορά της που αναπτύσσεται. Ωστόσο, αυτό προϋποθέτει ότι θα μπορεί να τροφοδοτήσει βιώσιμα την οικονομία της σε ενέργεια σε τιμή χαμηλότερη από την τρέχουσα αγορά.
Ενώ οι Βρυξέλλες συμμορφώνονται με γκρίνια με την απαγόρευση των ΗΠΑ να αγοράζουν ιρανικό πετρέλαιο, το Πεκίνο αψηφά την Ουάσινγκτον και προσπαθεί να συνεχίσει τις εισαγωγές του, αν και με πολύ πιο αργό ρυθμό. Για να αποφύγει να αντιδράσει, η Ουάσιγκτον ισχυρίζεται ότι θα επιτρέψει στην Κίνα να αγοράσει μικρές ποσότητες ιρανικού πετρελαίου. Μια πραγματική συμφωνία, ακόμη και σιωπηρή, θα μπορούσε να επιτρέψει τη ταυτόχρονη ανάπτυξη στις ΗΠΑ, στο Ιράν και στην Κίνα.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Ενώ οι Βρυξέλλες συμμορφώνονται με γκρίνια με την απαγόρευση των ΗΠΑ να αγοράζουν ιρανικό πετρέλαιο, το Πεκίνο αψηφά την Ουάσινγκτον και προσπαθεί να συνεχίσει τις εισαγωγές του, αν και με πολύ πιο αργό ρυθμό. Για να αποφύγει να αντιδράσει, η Ουάσιγκτον ισχυρίζεται ότι θα επιτρέψει στην Κίνα να αγοράσει μικρές ποσότητες ιρανικού πετρελαίου. Μια πραγματική συμφωνία, ακόμη και σιωπηρή, θα μπορούσε να επιτρέψει τη ταυτόχρονη ανάπτυξη στις ΗΠΑ, στο Ιράν και στην Κίνα.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου