Γράφει ο Νικόλαος Θ. Παούνης
1). Σύντομο Ιστορικό των σχέσεων Ελλάδας-Π.Γ.Δ.Μ.
Η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (поранешна Југословенска Република Македонија), ανακήρυξε την ανεξαρτησία της από το ομοσπονδιακό σχήμα της άλλοτε Γιουγκοσλαβίας στις 17 Σεπτεμβρίου 1991, κατόπιν διενέργειας δημοψηφίσματος. Υπέρ της ανεξαρτησίας ετάχθη η συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων, ήτοι το 96,4%.
Η Ελλάδα εξαρχής εξέφρασε την αντίρρηση της ως προς τη χρήση του συνταγματικού ονόματος της χώρας (“Δημοκρατία της Μακεδονίας”-Република Македонија), θεωρώντας ότι αφορά αδιαμφισβήτητη πολιτιστική και ιστορική κληρονομιά του Ελληνισμού, καθώς επίσης υποστήριξε ότι η χρήση του από το νεοσύστατο κρατίδιο, υποκρύπτει αλυτρωτικούς και αναθεωρητικούς σχεδιασμούς.
Δύο μήνες αργότερα (17 Νοεμβρίου 1991), τέθηκε σε εφαρμογή το ισχύων Σύνταγμα της χώρας, το οποίο δέχτηκε μερικές τροποποιήσεις τον Ιανουάριο του 1992. Οι Διατάξεις των άρθρων 3 και 74 περί «μεταβολής των συνόρων» (οι οποίες αναθεωρήθηκαν με τις τροποποιήσεις του Ιανουαρίου), και του άρθρου 49 για «την προστασία της σλαβομακεδονικής μειονότητας στις γειτονικές χώρες», αποτέλεσαν σημείο τριβής του νεοπαγούς κράτους με τον περίγυρο του. Παρόλα ταύτα, η Βουλγαρία υπήρξε η πρώτη χώρα που αναγνώρισε το γειτονικό κρατίδιο με το συνταγματικό του όνομα (15 Ιανουαρίου 1992).
Τον Απρίλιο του 1992, έλαβε χώρα στην Αθήνα Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας Κων. Καραμανλή, στη διάρκεια του οποίου συμφωνήθηκε η απόρριψη του λεγόμενου «Πακέτου Πινέϊρο», και κάθε πρότασης που θα περιέχει στην ονομασία του γειτονικού κρατιδίου τον όρο «Μακεδονία» και τα παράγωγα του.
Τον Απρίλιο του 1993, o O.H.E. με την ομόφωνη απόφαση υπ.αρ. 817 (S/RES/817/07/04/1993), αποδέχεται το αίτημα ένταξης της γειτονικής χώρας στους κόλπους του, με την προσωρινή ονομασία «the former Yugoslav Republic of Macedonia» (F.Y.R.O.M.), και προσωρινά χωρίς το δικαίωμα ανάρτησης συμβόλου κυριαρχίας (σημαίας), έως ότου υπάρξει αμοιβαία αποδεκτή συμφωνία με την Ελλάδα για το ζήτημα της ονομασίας, καθότι στο μεταξύ ξεκίνησαν διμερείς διαπραγματεύσεις.
Στις 16 Φεβρουαρίου 1994, η κυβέρνηση του Ανδέα Παπανδρέου θεωρώντας ότι η Π.Γ.Δ.Μ. τηρούσε αδιάλλακτη στάση στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, καθώς επίσης και στο ζήτημα της Σημαίας (χρήση του δεκαεξάκτινου Ήλιου της Βεργίνας), αποφάσισε την επιβολή ασφυκτικού οικονομικού αποκλεισμού (embargo).
Οι Η.Π.Α. ανέλαβαν διπλωματικές πρωτοβουλίες για την εκτόνωση της κατάστασης, και στις 4 Σεπτεμβρίου 1995, ο υφυπουργός των Εξωτερικών Richard Holbrooke κατόπιν απευθείας επαφών σε Αθήνα και Σκόπια, ανακοίνωσε την επίτευξη συμφωνίας για επανάληψη του διμερούς διαλόγου σε επίπεδο υπουργών εξωτερικών, με στόχο την υπογραφή μιας Ενδιάμεσης Συμφωνίας (Interim Accord). Ο διάλογος θα τελούσε υπό την αιγίδα του Cyrus Vance.
2). Η Ενδιάμεση Συμφωνία (Interim Accord). Άρθρα και Εδάφια.
Το τελικό κείμενο της Ενδιάμεσης Συμφωνίας υπεγράφη στη Νέα Υόρκη στις 13 Σεπτεμβρίου 1995, μεταξύ των Υπουργών των Εξωτερικών Ελλάδας και Π.Γ.Δ.Μ, κυρίων Παπούλια και Crvenkovski αντίστοιχα.
Τα συμβαλλόμενα μέρη αφού διατύπωσαν την προσήλωση τους στις Αρχές του Κ.Χ. των Η.Ε. σχετικά με τη διατήρηση της περιφερειακής ειρήνης, του σεβασμού της ισχύουσας μεθοριακής γραμμής, και την αποχή από πράξεις βίας και αμοιβαίων παρεμβάσεων στις εσωτερικές τους υποθέσεις, συμφώνησαν μέσα από 23 συνολικά Άρθρα, να προωθήσουν μια σειρά ζητημάτων προκειμένου να βελτιώσουν το κλίμα μεταξύ των δύο χωρών, και να βελτιστοποιήσουν τη διμερή συνεργασία. Ουσιαστικά επρόκειτο για διατάξεις- εγγυήσεις προσανατολισμένες στην εξυπηρέτηση των μονομερών αλλά και των κοινών συμφερόντων.
Στα Άρθρα 1-8 γίνονταν μνεία σε σειρά Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (Μ.Ο.Ε.) μεταξύ των δύο χωρών.
Ειδικότερα στο Άρθρο 1 προβλεπόταν η αναγνώριση της Π.Γ.Δ.Μ. από την Ελλάδα με το όνομα που αναφέρονταν στην παρούσα Συμφωνία, ενώ παράλληλα θα συνάπτονταν το ταχύτερο δυνατό διπλωματικές σχέσεις και θα ιδρύονταν Γραφεία Συνδέσμων σε Αθήνα και Σκόπια.
Στο 2ο Άρθρο αναγνωρίζονταν η μονιμότητα των ισχυόντων συνόρων, ενώ στο Άρθρο 3 τα δύο μέρη δήλωναν ευθαρσώς ότι σέβονται μεταξύ τους την κυριαρχία, την εδαφική ακεραιότητα και την πολιτική ανεξαρτησία, καθώς επίσης δεσμεύονταν να απέχουν από πράξεις υπονόμευσης των προειρημένων.
Στο Άρθρο 4 οι δύο χώρες αποποιούνταν τον οποιοδήποτε επιθετικό σχεδιασμό, ο οποίος θα αποσκοπούσε στη μεταβολή της υπάρχουσας μεθορίου.
Στο 5ο Άρθρο Ελλάδα και Π.Γ.Δ.Μ. αναλάμβαναν την υποχρέωση να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις με στόχο την εξεύρεση βιώσιμης λύσης στο επίμαχο ζήτημα του ονόματος. Παράλληλα καλούνταν να διευθετήσουν τις λεπτομέρειες για την ομαλή διεξαγωγή του εμπορίου και των συναλλαγών.
Στο Άρθρο 6 η Π.Γ.Δ.Μ. δεσμεύονταν πως οι Συνταγματικές Διατάξεις (Προοίμιο, Άρθρα 3 και 49), επ’ ουδενί λόγω δεν αποτελούσαν βάση διεκδίκησης περιοχών των γειτονικών χωρών, και αφορμή για επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις των, προκειμένου να προστατευθούν πρόσωπα που θεωρούνται πολίτες των συγκεκριμένων χωρών.
Το Άρθρο 7 είχε ιδιαίτερη σημασία για την εξομάλυνση των διμερών σχέσεων, καθότι αφενός αποθαρρύνονταν κάθε εχθρική και προπαγανδιστική κρατική ή ιδιωτική πρωτοβουλία, αφετέρου αποσύρονταν ο «Ήλιος της Βεργίνας» από τη σημαία της γείτονας χώρας.
Με το 8ο Άρθρο αναλήφθηκε η υποχρέωση να απέχουν αμφότερα τα Μέρη, από την προβολή οποιουδήποτε κωλύματος όσον αφορά τη διακίνηση προσώπων και αγαθών.
Τα Άρθρα 9 και 10 αναφέρονται στα ανθρώπινα και πολιτιστικά δικαιώματα.
Ειδικότερα με το Άρθρο 9 τα δύο Μέρη δεσμεύονταν να συντονίσουν τη δράση τους σύμφωνα με το σύνολο των βασικών διατάξεων του Διεθνούς Δικαίου, όπως ο Καταστατικός Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών, η Τελική Πράξη του Ελσίνκι, η Παγκόσμια Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών κ.α.
Στο Άρθρο 10 γίνονταν μνεία στην αναγκαιότητα βελτίωσης των ανθρώπινων επαφών μεταξύ των πολιτών των δύο χωρών, σε όλα τα επίπεδα.
Το Άρθρο 11 εστίαζε στις σχέσεις της F.Y.R.O.M. με τους Διεθνείς και Πολυμερείς Οργανισμούς, ενώ η Ελλάδα αναλάμβανε την υποχρέωση να μην αντιταχθεί σε πιθανό αίτημα εισδοχής της γειτονικής χώρας, ως μέλος σε Δ.Ο. Παράλληλα η Ελλάδα αναγνώριζε την ανάγκη για οικονομική υποστήριξη της Π.Γ.Δ.Μ. από τους ανάλογους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς.
Μέσω των Άρθρων 12-14 ρυθμίζονταν οι συμβατικές σχέσεις.
Ειδικότερα στο Άρθρο 12 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, αναλαμβάνονταν η υποχρέωση να λογίζονται υπόψη οι διμερείς Συμβάσεις που διαμείφθηκαν μεταξύ Ελλάδας και Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας στις 18 Ιουνίου 1959, ήτοι: α) Σύμβαση επί των αμοιβαίων δικαστικών σχέσεων, β) Συμφωνία αμοιβαίας αναγνώρισης και εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων, γ) Συμφωνία περί υδρο-οικονομίας. Τα Μέλη καλούνταν να συνάψουν και νέες Συμβάσεις όπου κρίνονταν αναγκαίο, πλην όμως σύμφωνες με το «πνεύμα» του παρόντος Άρθρου.
Στο 13ο Άρθρο αναγνωρίζονταν η γεωγραφική «ιδιαιτερότητα» της Π.Γ.Δ.Μ. ως «Κράτος Περίκλειστο», και η Ελλάδα καλούνταν να εφαρμόσει τις ισχύουσες διατάξεις του Δίκαιου της Θάλασσας, για ανάλογες περιπτώσεις.
Στο Άρθρο 14 Ελλάδα και F.Y.R.O.M. ενθαρρύνονταν να αναπτύξουν σε αμοιβαία βάση σχέσεις φιλίας και καλής γειτονίας, να προάγουν ζητήματα τηλεπικοινωνιών, ελεύθερης διακίνησης των πολιτών, εμπορικών μεταφορών και συναλλαγών, και γενικότερα να ενδυναμώσουν τη διμερή οικονομική συνεργασία.
Στα επόμενα πέντε Άρθρα (15-20), ρυθμίστηκαν οι εμπορικές, περιβαλλοντικές και οι νομικές σχέσεις των συμβαλλομένων.
Στο 15ο Άρθρο τονίζονταν η ανάγκη για βελτίωση της συνεργασίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, και την περαιτέρω σύσφιξη των οικονομικών σχέσεων (τομέας επενδύσεων κεφαλαίου, βιομηχανική συνεργασία), ενώ η βελτίωση της διεπιστημονικής συνεργασίας, και η ανταλλαγή τεχνογνωσίας προβλέπονταν στο Άρθρο 16.
Στο Άρθρο 17 τα δύο Μέλη καλούνταν να εντείνουν τη διασυνοριακή συνεργασία στην κατεύθυνση προστασίας του περιβάλλοντος και της εξάλειψης των μορφών ρύπανσης στις παραμεθόριες περιοχές, ενώ στο επόμενο Άρθρο (18), δεσμεύονταν να συνεργαστούν σε περίπτωση φυσικών καταστροφών.
Σύμφωνα με το Άρθρο 19 οι δύο χώρες θα κατέβαλλαν κοινές προσπάθειες για την επίσπευση των τελωνειακών και μεθοριακών διατυπώσεων, καθώς επίσης και την απλούστευση της διαδικασίας έκδοσης θεωρήσεων προς τους πολίτες.
Στο Άρθρο 20 λαμβάνονταν μέριμνα για τη συνεργασία σε υποθέσεις καταστολής του οργανωμένου εγκλήματος, της τρομοκρατίας, του εμπορίου ναρκωτικών, και μια σειρά άλλων ποινικών παραβάσεων.
Τέλος στα Άρθρα 21-23 προβλέπονταν οι τελικές διατάξεις της Συμφωνίας.
Στο Άρθρο 21 οι δύο χώρες δεσμεύονταν ότι θα επιλύουν την οποιαδήποτε διαφορά, με ειρηνικά μέσα. Εφόσον υπάρχει δυσεπίλυτη διάσταση απόψεων σχετικά με την ερμηνεία άρθρων της Συμφωνίας, προβλέπονταν η δυνατότητα προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, πλην του ζητήματος της ονομασίας (Άρθρο 5 παρ.1). Στο Άρθρο 22 διασαφηνίζονταν ότι η τρέχουσα Συμφωνία δεν στρέφονταν εναντίον τρίτης κρατικής οντότητας.
Μέσω του Άρθρου 23 ρυθμίζονταν η ισχύς της Συμφωνίας. Προβλέπονταν η έναρξη εφαρμογής της, τριάντα ημέρες μετά την υπογραφή του τελικού κειμένου. Η Σύμβαση θα παρέμενε σε ισχύ έως ότου αντικατασταθεί από μια οριστική Συμφωνία (μεταβατικός χαρακτήρας Συμφωνίας). Η οριστική Συμφωνία θα προέκυπτε όταν οι συνθήκες για την επίλυση του ονόματος θα κρίνονταν πολιτικά ώριμες. Ωστόσο, μετά την παρέλευση επτά ετών, θα μπορούσε οποιοδήποτε Μέρος να αποσυρθεί, υπό τον όρο ότι πρωτίστως θα ειδοποιούσε γραπτώς το έτερο Μέρος για την εν λόγω πρόθεση. Η αποχώρηση από την Ενδιάμεση Συμφωνία, θα ολοκληρώνονταν δώδεκα μήνες μετά την γραπτή επίδοση του συγκεκριμένου αιτήματος.
Η Ενδιάμεση Συμφωνία αν και ανέβαλε (η μετατόπισε) χρονικά την οριστική επίλυση της διαφοράς για την ονομασία, έδωσε την ευκαιρία στις δύο χώρες για μια πολιτική προσέγγιση, και αύξηση των οικονομικών συναλλαγών. Μετά το 1995 η Ελλάδα καθίσταται ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Π.Γ.Δ.Μ. γεγονός το οποίο σταδιακά δημιουργεί 5.000 νέες θέσεις εργασίας.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου