GuidePedia

0

Το ερώτημα που τίθεται τις τελευταίες ώρες τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο κυρίως στο εξωτερικό είναι το κατά πόσο η Αθήνα στo πλαίσιο της πολιτικής «τα αλλάζω όλα», συμπεριλαμβάνει και κινήσεις μείζονος γεωπολιτικού αναπροσανατολισμού.
Του Δρ. Γεωργίου Κ. Φίλη
Η στάση της Αθήνας στο θέμα της αντίδρασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη σφαγή της Μαριούπολης δημιούργησε έκπληξη μεγάλου μεγέθους τόσο στο εσωτερικό της Ένωσης και όσο κυρίως στον ευρωπαϊκό Τύπο. Είναι εντυπωσιακό πως τα αντανακλαστικά των Ευρωπαίων αναφορικά με την αντίδραση της Ελλάδας ήταν εξόχως αρνητικά ενώ μία σειρά αυτών έφτασε στο σημείο να μιλάει για μία πιθανή αλλαγή γεωπολιτικού προσανατολισμού της χώρας μας.
Φυσικά, όλα αυτά θα πρέπει να τα χαρακτηρίσουμε υπερβολικά και ανυπόστατα, κάτι το οποίο φάνηκε και από το αποτέλεσμα του έκτακτου Συμβουλίου υπουργών το οποίο έλαβε χώρα εχθές και στο οποίο υπήρξε κοινό ανακοινωθέν, χωρίς κάποια «υποσημείωση» και «αστερίσκο» από κανέναν – συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας.
Δεν είναι επίσης τυχαίο το γεγονός πως ο φαινομενικά «άσχετος» με το θέμα, υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, «επιστρατεύθηκε» για να προβεί σε απαραίτητες διευκρινήσεις. Η δημοτικότητά του στον ξένο Tύπο, η ακρίβεια στην έκφραση της αγγλικής και το γεγονός πως εκ της θέσεως, του χαρακτήρα αλλά και των απόψεών του, οι τοποθετήσεις του είναι πάντα στο κέντρο του ενδιαφέροντος, εγγυούνταν πως η παρέμβασή και το μήνυμα που θα έστελνε, δεν θα περνούσε απαρατήρητο.

Δεν είναι επίσης τυχαίο το γεγονός πως ο πρόεδρος τον ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα στη συνομιλία του με τον Έλληνα πρωθυπουργό δεν φαίνεται να έθεσε ζήτημα στάσης της ελληνικής πλευράς στο ζήτημα της Ουκρανίας, παρά μόνο εμμέσως, τονίζοντας το ενδιαφέρον της χώρας του για την ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Αντιθέτως οι επίσημες θέσεις της Ουάσιγκτον αλλά και διάφορες διαρροές για το τι συζητήθηκε στην ουσία υπογραμμίζουν την «διακριτική» στάση των ΗΠΑ απέναντι στη νέα κυβέρνηση, αν και το σύνηθες «αγκάθι» με το θέμα της τρομοκρατίας υφίσταται κι εάν δεν προσεχθεί θα «δηλητηριάσει» στις σχέσεις των δυο πλευρών.
Κυρίως όμως, δεν μπορεί να μην αναφερθεί πως η θέση του Αμερικανού προέδρου αναφορικά με το ζήτημα των «μεταρρυθμίσεων» οι οποίες θα πρέπει να συνδέονται με την «ανάπτυξη» και όχι με την «λιτότητα», στην ουσία αδειάζει το Βερολίνο και θα μπορούσε να θεωρηθεί ακόμα και ότι ενθαρρύνει την Αθήνα να προχωρήσει προς την κατεύθυνση που έχει χαράξει όλο αυτό το διάστημα.
Φυσικά, το κατά πόσον κάποιος θα μπορούσε να κρίνει μία κυβέρνηση τριών, στην κυριολεξία, ημερών είναι αμφίβολο. Το σίγουρο είναι πως η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, για ακόμα μία φορά έφερε τη χώρα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.
Ο λόγος ήταν η οικονομική πολιτική που θα ακολουθήσει αφού οι αποφάσεις της Αθήνας θα επηρεάσουν άμεσα τρία σημαντικά θέματα: Την ίδια τη θέση της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση, την αντίδραση των υπολοίπων «νοτίων» απέναντι στις πολιτικές του Βερολίνου, αλλά και σε τελική ανάλυση την ίδια την υπόσταση της άκρατης περιοριστικής πολιτικής που επιβάλλει η Γερμανία σε ολόκληρη την Ένωση.
Τη στιγμή λοιπόν που οι «τρελοί αριστεροί» έρχονται στην εξουσία με την υπόσχεση να ξαναμοιράσουν την τράπουλα στην οικονομικο-πολιτική πραγματικότητα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η αίσθηση πως η ατζέντα τους εκτίνεται σε ακόμα πιο σοβαρά ζητήματα όπως αυτά των γεωπολιτικών ισορροπιών στην Ευρασία έρχεται ξαφνικά στο προσκήνιο και σηκώνει νέα κύματα ανησυχίας.
Είναι προφανές πως οι εξελίξεις στην Ελλάδα και η στάση της νέας της κυβέρνησης σε κορυφαία θέματα για το οικονομικό, πολιτικό και γεωπολιτικό μέλλον της Ευρώπης έχουν δημιουργήσει μία κατάσταση «σοκ και δέος» για τις έως τώρα πραγματικότητες των Βρυξελλών για έναν κυρίως λόγο:
H γεωπολιτική υπεραξία του οικοπέδου Ελλάδα ξαφνικά έρχεται στο προσκήνιο αφού η υπόνοια και μόνο πως επέρχεται ραγδαία αλλαγή σε βεβαιότητες ετών, μεταφέρει τη χώρα μας στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, αρνητικού αλλά ταυτοχρόνως και γνησίως συγκαταβατικού, αναλόγως από την οπτική που το αντιλαμβάνεται ο καθένας.
Είναι αλήθεια πως αναφορικά με την αρχική αντίδραση της κυβέρνησης στην «κοινή» ανακοίνωση των χωρών της Ένωσης για την Ουκρανία ουδείς στην χώρα δεξιός, κεντρώος, αριστερός ή θαυμαστής των άκρων δεν μπορεί να πει πως δεν «το ευχαριστήθηκε». Το γεγονός δηλαδή πως μετά από χρόνια «άμεμπτης συμπεριφοράς», η Ελλάδα φαίνεται να απαιτεί το αυτονόητο, δηλαδή να ακουστεί η άποψή της σε έναν οργανισμό του οποίου αποτελεί ένα παλαιό, ιστορικό και ισότιμο μέλος, δεν δυσαρέστησε κανέναν Έλληνα. Ειδικά εάν κάποιος λάβει υπόψη του και τους στενούς συναισθηματικούς δεσμούς του λαού μας με τον ρωσικό λαό.
Όμως, το να εκφράσουμε τη διαφωνία μας αναφορικά με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και να συνδιαμορφώσουμε την θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω του πραγματικά κοινού ανακοινωθέντος της 29ης Ιανουαρίου, δεν αποτελεί στην πραγματικότητα «επανάσταση» κατά των Βρυξελών αλλά μάλλον μία αυτονόητη στάση για την υπεράσπιση των δημοκρατικών θεσμών που έχουν δημιουργηθεί στην Ένωση εδώ και δεκαετίες και είναι αυτοί που επιτρέπουν τη λειτουργία της.
Κατά συνέπεια σε καμία περίπτωση η ελληνική στάση δεν αποτελεί στην ουσία αλλαγή γεωπολιτικού προσανατολισμού. Μάλλον αποτελεί υπενθύμιση στους εταίρους πως οι κανόνες πρέπει να τηρούνται.
Με βάση τις παραπάνω επισημάνσεις η Αθήνα το επόμενο χρονικό διάστημα θα πρέπει να ακολουθήσει μία πολύ προσεχτική πολιτική. Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας, ήδη προβληματισμένοι για τις οικονομικές συνέπειες της πολιτικής αλλαγής στην Ελλάδα είναι πολύ «ευαίσθητοι». Η προσπάθεια αρχικού κατευνασμού έτσι ώστε να προσέλθουν στο τραπέζι των συνομιλιών θα πάει χαμένη εάν στην όλη τους ανασφάλεια προστεθεί και ένας γεωπολιτικός πονοκέφαλος τεραστίων διαστάσεων.
Από την πλευρά μας, όπως και να το αναλύσει κανείς κάναμε το «κομμάτι» μας. Η Ευρώπη φαίνεται να θορυβήθηκε για το τι μπορεί να προκαλέσει η Αθήνα αλλά και η Κύπρος εάν συνεχίσει να τις πιέζει. ΟΙ ΗΠΑ φαίνεται να το περνάνε ως μη γεννώμενο και με τον τρόπο τους να υποστηρίζουν την οικονομική πολιτική της Αθήνας, άρα δεν θα ήταν σοφό με τη στάση μας να τις φέρουμε απέναντί μας. Ενώ η Ρωσία από τις πρώτες πληροφορίες δείχνει «ενθουσιασμένη» από τις κινήσεις της Αθήνας.
Συμπέρασμα: Επειδή τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία είναι μεγάλες δυνάμεις οι οποίες διέπονται από άκρατο ρεαλισμό, καλό θα ήταν να σταματήσουμε για την ώρα κάθε τύπου ηρωικό βερμπαλισμό ο οποίος θα βασίζεται σε ιδεοληψίες της δεκαετίας του 1970 για το πώς λειτουργεί το διεθνές σύστημα, και να καθησυχάσουμε και τις δύο δυνάμεις αναφορικά με τις προθέσεις μας.
Με άλλα λόγια στην Ουάσιγκτον πρέπει να περάσουμε το αδιαμφισβήτητο μήνυμα πως η χώρα μας αποτελεί αναπόσπαστο μέλλος των ευρωατλαντικών θεσμών, έχει όμως κάθε δικαίωμα να αναζητεί συμμαχίες για τα «ειδικά» θέματα τα οποία πρέπει να επιλύσει και χρίζουν «ειδικής» αντιμετώπισης.
Στη Μόσχα πρέπει να υπογραμμίσουμε, πως μπορούμε να σφυρηλατήσουμε ακόμα περισσότερο μία εξόχως λειτουργική και συμμαχική σχέση σε μία σειρά θεμάτων, τα οποία όμως δεν θα θέσουν σε αμφισβήτηση τις υπάρχουσες συμμαχίες μας.
Με τη Γερμανία δε το επίκεντρο της διαπραγμάτευσης πρέπει να είναι το θέμα της οικονομικής μας πολιτικής, χωρίς να βάζουμε περεταίρω θέματα στο τραπέζι, αρκεί στο Βερολίνο να γνωρίζουν ότι κρατάμε κι άλλα χαρτιά στα χέρια μας.

Το «Σοκ και Δέος» που δημιούργησαν στη διεθνή σκηνή οι πρώτες, σημειολογικές είναι η αλήθεια, κινήσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης φαίνεται να λειτουργεί για την ώρα θετικά. Εάν ο στόχος είναι να μας προσέξουν και να μας ακούσουν είναι πλέον σίγουρο πως έχουμε την αμέριστη προσοχή τους. Από εδώ και πέρα, τον λόγο θα έχει η πολιτική που θα ακολουθήσουμε και το κατά πόσον θα κινηθούμε με όρους πολιτικού και στρατηγικού ρεαλισμού και όχι ενός ιδεοληπτικού λαϊκιστικού τυχοδιωκτισμού. Να είμαστε σίγουροι πως τόσο το Κρεμλίνο όσο και ο Λευκός Οίκος περιμένουν πράγματα από εμάς και κάποια από αυτά δεν είναι αντιθετικά μεταξύ τους. 
πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top