GuidePedia

0

To άρθρο που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Άμυνα και Διπλωματία», τον Απρίλιο του 2003 και είναι του γνωστού από την υπόθεση Οτζαλάν, Σάββα Καλεντερίδη.
Η Θέση της Τουρκίας την Επόμενη Μέρα: Μεταξύ Λωζάννης και Σεβρών
Ιστορικό Πλαίσιο

Η Συνθήκη του Κάρλοβιτς (26 Ιανουαρίου 1699) αποτελεί για την τουρκική εθνικιστική πολιτική διανόηση το σημείο καμπής για τον τουρκισμό, αφού τότε αρχίζει για πρώτη φορά η καθοδική πορεία και η απώλεια εδαφών για την Οθωμανική Αυτοκρατορία και τους Τούρκους, μετά τη θυελλώδη εμφάνιση τους στα εδάφη της Ανατολίας το 1071 (Μάχη του Ματζικέρτ). Μετά τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς, η Οθωμανική Αυτοκρατορία οδηγείται από περιπέτεια σε περιπέτεια και από ήττα σε ήττα, ενώ… κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης (1821) και μέχρι το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων (1913), υποχρεώνεται να εγκαταλείψει το σύνολο σχεδόν των εδαφών που είχε καταλάβει από το 14ο αιώνα στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο.
Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, που αποτέλεσε την τελευταία μεγάλη περιπέτεια των Οθωμανών, υποχρέωσε την Οθωμανική Αυτοκρατορία μετά τα βαλκανικά εδάφη να απολέσει και τα λεγόμενα αραβικά εδάφη και να τοποθετηθεί στην «Κλίνη του Προκρούστη», στην οποία έμελλε να καθοριστεί η τύχη και ιστορική παρουσία στην Ανατολία των Τούρκων και των λοιπών μουσουλμανικών ετερογενών πληθυσμών, υπολειμμάτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που κατοικούσαν στα εδάφη της υπό ίδρυση Τουρκικής Δημοκρατίας.

Η «κλίνη του προκρούστη»
Η Μυστική Συμφωνία του Λονδίνου ή «Σάικς-Πικώ» (Sykes – Picot, 16 Μαΐου 1916), με την οποία Αγγλία και Γαλλία χώρισαν σε ζώνες επιρροής την ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης και της Χάιφας, της Ιορδανίας, της Συρίας και της Μοσούλης-Βαγδάτης-Βασόρας (περιοχή που είναι και το επίδικο της υπό εξέλιξη στρατιωτικής επιχείρησης των ΗΠΑ-Αγγλίας στην περιοχή), η Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων (18 Ιανουαρίου-12 Μαΐου 1919) όπου το Ανώτατο Συμβούλιο των Συμμάχων αποφασίζει τη διάλυση και το μοίρασμα των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) με την οποία οι Τούρκοι περιορίζονται από τους Συμμάχους στα οροπέδια της Κεντρικής Ανατολίας, αποτελούν την «Κλίνη του Προκρούστη» για τα υπολείματα της άλλοτε κραταιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ειδικότερα με τη Συνθήκη των Σεβρών αποδιδόταν ιστορική δικαιοσύνη και αφαιρούνταν το βάρος της περίπου χιλιόχρονης επιβολής και καταπίεσης που άσκησαν οι τουρκομανικοί και τουρκικοί πληθυσμοί, επί των Ελλήνων, Αρμενίων, Κούρδων και λοιπών αυτοχθόνων εθνοτήτων της περιοχής της Ανατολίας.
Ο Πρέσβης Γ. Χριστόπουλος αναφερόμενος στη Συνθήκη των Σεβρών, γράφει:
«Η Συνθήκη των Σεβρών ήτο έργον ηθικής αποκαταστάσεως και πολιτικής σκοπιμότητος. Οι νικηταί του 1918 ηδυνήθησαν να επανορθώσουν τα αμαρτήματα της Ευρώπης, που είχε θυσιάσει τον Ελληνισμόν και τον Χριστιανισμόν επί σειρά αιώνων. Η Συνθήκη περισσότερον από οιανδήποτε άλλην εμφανιζόταν, από γενικωτέρας απόψεως, ως πρώτη σοβαρά εκδήλωσις της Ευρωπαϊκής και Χριστιανικής συνειδήσεως και αλληλεγγύης. Απεδείκνυε συγχρόνως την πολιτική ωφελιμότητα της. Διότι, πιστώς εφαρμοζόμενη, έθετε τέρμα εις τους μακρούς απελευθερωτικούς πολέμους της Βαλκανικής, που επανειλημμένως επροκάλεσαν διεθνείς περιπλοκάς και τελικώς τον Παγκόσμιον Πόλεμον.»
Η Συνθήκη της Λωζάννης ή άλλως η «Επιθετική Επιστροφή των Τούρκων»
Η Συνθήκη των Σεβρών δεν εφαρμόστηκε ποτέ, κυρίως λόγω αδυναμίας των συμμαχικών χωρών που την υπέγραψαν να συνεννοηθούν και να ομονοήσουν σε θέματα που αφορούσαν διάφορες πτυχές του Ανατολικού Ζητήματος και της περιοχής. Από την άλλη πλευρά η Συνθήκη αυτή αποτέλεσε την κύρια αιτία της Μικρασιατικής Εκστρατείας που κατέληξε στη γνωστή τραγωδία για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό. Ενώ η Τουρκία, που ήταν με την πλευρά των ηττημένων στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά την ήττα των Ελλήνων στη Μικρά Ασία βρέθηκε να διαπραγματεύεται περίπου ως νικητής την παρουσία της στη Μικρασιατική Χερσόνησο με την Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ελλάδα, Ρουμανία και Σερβία.
Η Συνθήκη της Λωζάννης που αναθεωρεί τη θνησιγενή Συνθήκη των Σεβρών αποτελεί και τον τερματικό σταθμό της μακροχρόνιας πορείας της διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που όπως προαναφέρθηκε άρχισε με τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς (1699).
Με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, που κατά τους Τούρκους αποτελεί τη συμβολαιογραφική πράξη γέννησης της Τουρκικής Δημοκρατίας, οι Τούρκοι και ο ηγέτης τους Μουσταφά Κεμάλ, υπό το πέπλο του νομιμοποιημένου κοσμικού και μόνο φαινομενικά δυτικότροπου καθεστώτος, εγκαθιστούν ένα ρατσιστικό μονοκομματικό πολιτικό σύστημα, το οποίο αναλαμβάνει τη διαχείριση της τύχης των χριστιανικών και μουσουλμανικών πληθυσμών που κατοικούσαν στην επικράτεια της νεότευκτης χώρας.

Η Ανατολική Πολιτική των ΗΠΑ και η Συνθήκη της Λωζάννης
Οι ΗΠΑ, από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, είχαν δείξει έντονο ενδιαφέρον για την περιοχή της Ανατολίας και πέρα από τις παραδοσιακές διπλωματικές σχέσεις, ανέπτυξαν έντονη εκπαιδευτική και ιεραποστολική δραστηριότητα στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τη Μερζιφούντα, την Καισαρεία, το Βαν, το Χαρπούτ, το Ντιγιάρμπακιρ και διάφορες περιοχές της μικρασιατικής χερσονήσου. Μάλιστα το Σεπτέμβριο του 1919 στο Συνέδριο της Σεβάστειας, οι ΗΠΑ, δια του στρατηγού Χάρμπορ, πρότειναν στους συνέδρους και τον ίδιο τον Μουσταφά Κεμάλ την ίδρυση ένα αμερικανικού προτεκτοράτου στα εδάφη της Κεντρικής Ανατολίας, πρόταση που απορρίφθηκε από την πτέρυγα του Μουσταφά Κεμάλ.
Από στοιχεία που βλέπουν το φως της δημοσιότητας τους τελευταίους δώδεκα μήνες, διάστημα που παρατηρείται και οι βαθιά σύγκρουση των τουρκοαμερικανικων σχέσεων με αφορμή την πολιτική των ΗΠΑ στο Βόρειο Ιράκ και το Κουρδικό, προκύπτει ότι οι ΗΠΑ ενοχλήθηκαν από το γεωπολιτικό τους αποκλεισμό από την περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Ανατολίας μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποκλεισμός που επικυρώθηκε με τη Συνθήκη της Λωζάννης. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο οι ΗΠΑ δεν επικύρωσαν ποτέ ούτε την Συνθήκη της Λωζάννης, αλλά ούτε και την κατάργηση των διομολογήσεων, ενώ ο πρώτος πρέσβης των ΗΠΑ τοποθετήθηκε στην Άγκυρα μόλις το 1927. Τον Ιανουάριο του 1927, κατά τη διάρκεια των ομιλιών που πραγματοποιόντουσαν στην Βουλή των Αντιπροσώπων, ο Upshow αναφερόμενος στη Συνθήκη της Λοζάννης είχε δηλώσει τα εξής:
»Η συμφωνία αυτή είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικής την οποία με μεγάλη εξυπνάδα ακολουθεί ένας δικτάτορας, ο οποίος είναι βάρβαρος όσο ο Ταμερλάνος, δόλιος όσο και ο Τρελός Ίβαν και πονηρός όπως ο Τζενγκίζ Χάν, ο οποίος κάθεται πάνω σε πυραμίδα από νεκροκεφαλές των θυμάτων του. Αυτό το τέρας επέβαλε στον υπόλοιπο κόσμο, ο οποίος ήταν κουρασμένος από τους συνεχιζόμενους πολέμους, μια διπλωματική συμφωνία η οποία υποτίμησε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο. Σε κάθε σημείο του κόσμου αποκάλεσαν το γεγονός αυτό ως τουρκική νίκη. Και αφού επέβαλαν στα κοινοβούλια των χωρών του Παλαιού Κόσμου να αποδεχθούν την συνθήκη αυτή, στη συνέχεια, οι μεγάλες ομάδες του κεφαλαίου, ο ψυχρός και απολίτικος κόσμος του εμπορίου, ακόμη και ορισμένοι εκπρόσωποι της θρησκείας ανύψωσαν την Τουρκία στο τραπέζι των σύγχρονων και πολιτισμένων εθνών».
Από την άλλη ο γερουσιαστής King δήλωνε πως “οι Τούρκοι είναι άνθρωποι αγράμματοι, φανατικοί και γεμάτοι μίσος” ενώ ο Hart, ο οποίος ήταν επιστήμονας και καθηγητής στο τμήμα των πολιτικών επιστημών του Πανεπιστημίου Ηarvard θα έφερε στο προσκήνιο την άποψη του ότι “οι Τούρκοι δεν έχουν θέση στην Ευρώπη και στο περιβάλλον των πολιτισμένων χωρών”.

Η Επιχείρηση στο Ιράκ, ο Κεμαλισμός και η «Επόμενη Μέρα»
Η Τουρκία και το μονοκομματικό κεμαλικό καθεστώς, παίζοντας καλά το διπλωματικό παιχνίδι και εκμεταλλευόμενο τις συγκυρίες της περιόδου του Μεσοπολέμου και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και ενώ συνέχισε τις σκληρές αφομοιωτικές πολιτικές εναντίον χριστιανικών (Αρμένιοι, Έλληνες, Ασσύριοι) αλλά και μουσουλμανικών (Κούρδοι, Λαζοί, Τσερκέζοι, Άραβες κ.λπ.) πληθυσμών, κατόρθωσε να διατηρηθεί μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 40, κερδίζοντας μάλιστα τον τίτλο του «Επιτήδειου Ουδέτερου».
Η ανατολή της δεκαετίας του ’50 και ο «κομουνιστικός κίνδυνος» του Ανατολικού Μπλοκ λειτούργησαν ως σωσίβιο για τον κεμαλισμό. Έτσι παρά το πέρασμα στο πολυκομματικό σύστημα, ο κεμαλισμός και οι ολοκληρωτικές νοοτροπίες και πρακτικές συνέχισαν να κυριαρχούν στο πολιτικό σύστημα της γειτονικής χώρας, με ότι επιπτώσεις είχε και συνεχίζει να έχει το γεγονός αυτό στους ετερογενείς αλλόθρησκους και αλλόφυλους πληθυσμούς της Τουρκίας, αλλά και στις σχέσεις της Τουρκίας με τις γειτονικές χώρες.
Ο κεμαλισμός, τρέφοντας έναν ορθόδοξο ρατσιστικό εθνικισμό στις αναλφάβητες και απαίδευτες πολιτικά λαϊκές μάζες στην Τουρκία, από τη μια πλευρά προσπάθησε να ολοκληρώσει το αφομοιωτικό έργο της οθωμανικής περιόδου και από την άλλη λειτούργησε σαν το κύριο ιδεολογικό βάθρο του νέου οθωμανικού οράματος, που ήθελε την επιθετική επιστροφή των Τούρκων στην Αλεξανδρέττα, την Κύπρο, τα Βαλκάνια, τον Καύκασο, τη Θράκη, το Αιγαίο, το Κιρκούκ και τη Μοσούλη….το Σινικό Τείχος!
Η επιχείρηση των ΗΠΑ στο Ιράκ, κατά την άποψη μας, -πέραν των άλλων διαστάσεων που ασφαλώς υπάρχουν- αποτελεί την αρχή μιας ετεροχρονισμένης διορθωτικής παρέμβασης στο γεωπολιτικό αποκλεισμό που υπέστη η Αμερική στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Μικράς Ασίας τη δεύτερη δεκαετία
του 20ου αιώνα.
Η επιχείρηση στο Ιράκ, πέρα από τις τραγικές συνέπειες που θα έχει για τους λαούς της περιοχής, για τη διεθνή νομιμότητα, για τα συμφέροντα της ΕΕ και για μια σειρά από άλλα πολύ σοβαρά θέματα για την περιοχή και για το σύνολο της ανθρωπότητας, συνέπειες που δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς, θα έχει και δύο σοβαρότατες συνέπειες και για την ίδια την Τουρκία. Την ανάδειξη του Κουρδικού και την «άρση εμπιστοσύνης και της ασυλίας» που πρόσφερε στη διάρκεια του 20ου αιώνα η διεθνής κοινότητα και οι ΗΠΑ προς τους κεμαλιστές.
Με την αυτονόμηση του Βορείου Ιράκ ή Νοτίου Κουρδιστάν θα αναδειχθεί διεθνώς πλέον το Κουρδικό Ζήτημα, εξέλιξη που θα φέρει την Τουρκία αντιμέτωπη με εντελώς καινούργιες καταστάσεις για την αντιμετώπιση του Κουρδικού και των λοιπών εθνοτικών προβλημάτων, που αποτελεί μακράν το σοβαρότερο ζήτημα για την Άγκυρα.
Την ίδια στιγμή, η άρση της «εμπιστοσύνης και της ασυλίας» προς τους κεμαλιστές και το στρατό, φέρνει την Τουρκία και τον τουρκισμό προ του φάσματος της μεγάλης αλλαγής.
Η Τουρκία την επόμενη μέρα καλείται να αλλάξει.
>Να αλλάξει την πολιτική της και τη στάση της προς τους «άλλους» που κατοικούν στα εδάφη της Ανατολίας, όλους εκείνους που υπέστησαν τις γνωστές αφομοιωτικές πολιτικές και επί οθωμανικής περιόδου, αλλά και κατά την περίοδο της «Δημοκρατίας».
>Να αλλάξει την πολιτική της και τη στάση της προς τη διεθνή κοινότητα και το διεθνές δίκαιο.
>Να αλλάξει τη στάση της και τις πολιτικές της προς τις γειτονικές της χώρες.
>Να αναγνωρίσει τις μαύρες σελίδες της ιστορίας της.
Η θέση της Τουρκίας την Επόμενη μέρα θα είναι κάπου μεταξύ «Λωζάννης και Σεβρών».

πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top