«Βόμβα» στα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία περιορίστηκε στο να είναι νομισματική και οικονομική, αλλά δεν έγινε ποτέ πολιτική, φαίνεται πως βάζει η οικονομική κρίση και η άτεγκτη στάση της Γερμανίας -κυρίως- και της Γαλλίας -δευτερευόντως- απέναντι στην Ελλάδα και τις υπόλοιπες νοσούσες οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου. Η αποδόμηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος φαίνεται πως ξεκινάει από την Ιταλία και τη Βρετανία, που σηκώνουν «μπαϊράκι» κόντρα στο γαλλογερμανικό άξονα.
Πρώτος ο Ιταλός πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι, αντιδρώντας στις πιέσεις από Παρίσι και Βερολίνο για την άμεση έγκριση περαιτέρω οικονομικών μέτρων και μεταρρυθμίσεων από την Ιταλία, απάντησε ξεκάθαρα: «Κανένας, στο εσωτερικό της Ένωσης, δεν μπορεί να βαπτισθεί επίτροπος και να μιλά εξ ονόματος των εκλεγμένων κυβερνήσεων και των ευρωπαϊκών λαών. Κανείς δεν μπορεί να δώσει μαθήματα στους εταίρους».
Έχοντας ήδη εισπράξει την άρνηση των πολιτικών δυνάμεων της Ιταλίας να συναινέσουν στη λήψη νέων, επώδυνων μέτρων και υπό το πρίσμα των φημών περί ενεργοποίησης του EFSF για στήριξη της ιταλικής οικονομίας, ο Καβαλιέρε ξεκαθάρισε πως η χώρα του «έχει ήδη κάνει όλα όσα κρίνει πως είναι προς συμφέρον της χώρας και της Ευρώπης, αλλά και σύμφωνα με το αίσθημα κοινωνικής δικαιοσύνης», ενώ υπενθύμισε στους Νικολά Σαρκοζί και Άνγκελα Μέρκελ ότι η κρίση ξεκίνησε από τις τράπεζες και πως «οι τραπεζικές αναταράξεις ήταν ένα πρόβλημα που παρουσιάστηκε έντονα σε Γαλλία και Γερμανία». Παράλληλα, κάλεσε την ευρωζώνη να ενισχυθεί με έναν «δανειστή έσχατης ανάγκης, όπως άλλες νομισματικές ενώσεις»
Την ίδια ώρα, στη Βρετανία, η Βουλή των Κοινοτήτων απέρριπτε το αίτημα διενέργειας δημοψηφίσματος σχετικά με τη συνέχιση ή μη της συμμετοχής της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον ζήτησε από τα μέλη του κόμματός του να καταψηφίσουν την πρόταση, υποστηρίζοντας ότι η χώρα χρειάζεται να έχει «ισχυρή φωνή» στην Ευρώπη, προκειμένου να διασφαλιστούν τα οικονομικά και εμπορικά συμφέροντά της.
Προηγουμένως, είχε δεχτεί την ισχυρότερη «εξέγερση» των βουλευτών του στη διάρκεια της πρωθυπουργίας του, καθώς σημαντικός αριθμός εξ αυτών ετοιμαζόταν να υποστηρίξει το αίτημα. Τα όσα προηγήθηκαν της απόρριψης της πρότασης θεωρήθηκαν δυνατή δοκιμασία για την ηγεσία του Κάμερον.
Συνολικά 78 μέλη του Κοινοβουλίου, πολλά από τα οποία Συντηρητικοί, προσυπέγραψαν το κοινοβουλευτικό αίτημα για διεξαγωγή δημοψηφίσματος με ερώτημα αν η Βρετανία θα πρέπει να φύγει από την ΕΕ ή να επαναδιαπραγματευτεί τους όρους της συμμετοχής της.
Η συζήτηση για τη συμμετοχή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναζωπύρωσε τη σχετική διένεξη που δίχασε τους Συντηρητικούς κατά τη δεκαετία του 1990 και την οποία ο Κάμερον ήθελε να αμβλύνει αφότου έγινε αρχηγός του κόμματος, πριν από έξι χρόνια.
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου