GuidePedia

0
Ο Τούρκος πρωθυπουργός μπορεί έντονα να επικρίνει την ΕΕ, είναι σαφές όμως ότι το μέλλον της χώρας του περνά μέσω της ΕΕ, ισχυρίζεται ένας χρονικογράφος της Γκάρντιαν.
Εάν είσαι υποκριτής, είναι καλύτερο να είσαι και άκρως θεαματικός, ώστε για μια στιγμή να στερήσεις από το κοινό σου το οξυγόνο που θα του επέτρεπε να αναλύσει τον απλό και καθαρό παραλογισμό των όσων μόλις ανέφερες.
Ο τρόπος αυτός λειτουργεί πάντα.
Δεν έχετε παρά να ρωτήσετε τον Τούρκο Πρωθυπουργό Ταγίπ Ερντογάν, ο περήφανος αποδέκτης του, πιθανώς τελευταίου, Διεθνούς Βραβείου Μουαμάρ Καντάφι για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Ο Ερντογάν βρισκόταν αυτή τη εβδομάδα στη Γερμανία, όπου διέδιδε το Ευαγγέλιο στους αυτόχθονες.
Για τους Γερμανούς, ο Ερντογάν το έπαιξε Καντάφι όταν τους κατηγόρησε ωμά ως ρατσιστές έτοιμοι να καταπιέζουν τα τρία εκατομμύρια ντόπιους Τούρκους μετανάστες, υποχρεώνοντας τους να μιλούν γερμανικά και εμποδίζοντας τους να ασκούν τη θρησκεία τους.
«Κανείς δεν μπορεί να αγνοεί τα δικαιώματα των μειονοτήτων … Κανείς δεν μπορεί να μας χωρίσει από τον πολιτισμό μας », έλεγε ο Ερντογάν σε ένα ακροατήριο 11.000 Τούρκων μεταναστών στο Ντίσελντορφ.
«Τα παιδιά μας πρέπει να μάθουν τα γερμανικά, αλλά πρέπει πρώτα να μάθουν τα τουρκικά», βρόντηξε, δίνοντας ακούσια μια υποστήριξη στην Άνγκελα Μέρκελ, η οποία είχε δηλώσει ότι η πολυπολιτισμικότητα έχει “εντελώς αποτύχει” στη Γερμανία, επειδή οι μετανάστες αρνήθηκαν να μάθουν τη γλώσσα της χώρας
Τα όρια της τουρκικής ανοχής
Ασφαλώς, ποτέ δεν ήταν διασκεδαστικό να είσαι Τούρκος μετανάστης στη Γερμανία.
Φτάνει να περάσεις μερικές ώρες με τα μέλη του κόμματος της Μέρκελ για να καταλάβεις πώς οι συμπεριφορές ελάχιστα αλλάξαν από την άφιξη του πρώτου «Gastarbeiter» πριν από πενήντα χρόνια.
Η ιθαγένεια, όταν χορηγείται, είναι με τόσες δυσκολίες που μπορούμε να πιστέψουμε ότι έχει σχεδιαστεί για να κάνει τη ζωή δύσκολη.
Όμως, ποιος θα επιθυμούσε να μοιράζει την τύχη των 15 εκατομμυρίων Κούρδων της Τουρκίας;
Όποιος έχει το θάρρος να θέλει να διδάξει πρώτα τη κουρδική γλώσσα στα παιδιά του, σύντομα θα αντιληφθεί τα όρια της τουρκικής ανοχής.
Όσο για την ελευθερία της λατρείας, οι Αλεβίτες (σχεδόν το ένα πέμπτο του μουσουλμανικού πληθυσμού της Τουρκίας) είναι τα θύματα συστηματικών διακρίσεων, ενώ ακόμα και οι θρησκευτικές αδελφότητες που αποτελούν τη σπονδυλική στήλη του AKΡ, το κόμμα του Ερντογάν, υπόκεινται σε επίσημη απαγόρευση.
Για τις Ελληνορθόδοξη, Αρμενική, Εβραϊκή, Συριακή μειονότητες, παρά τα ωραία λόγια των τελευταίων ετών, είναι δύσκολο να μη τους δει κανείς ως όμηροι της ιστορίας.
Το καλό, με τον Ερντογάν, είναι ότι κάπου βαθιά στο στιβαρό στήθος του, αυτός ο πρώην επαγγελματίας ποδοσφαιριστής, θέλει να επανορθώσει αυτά τα λάθη, η ορισμένα από αυτά εμπάσει περιπτώση.
Το κόμμα του έχει κάνει περισσότερα για να καταργήσει αυτό το μακρύ κατάλογο αδικιών όσο καμία άλλη κυβέρνηση από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Αλλά είναι μερικές φορές δύσκολο να διακρίνουμε με ποιον Ερντογάν έχουμε να κάνουμε.
Ο λαϊκίστικης που ανακατώνει τα πλήθη, όπως στο Ντίσελντορφ, που κολακεύει με κυνισμό την τουρκική διασπορά για να φουσκώσει το πολεμικό θησαυρό του πριν από τις εκλογές του Ιουνίου;
η ο Ερντογάν, ο θρησκευτικός Ατατούρκ, ο επανιδρυτής της Τουρκίας, ο προάγγελος της παγκόσμιας ειρήνης;
η ο Ερντογάν ο Καραγκιόζης, ο ήρωας του αραβικού πεζοδρομίου, αυτός που έχασε τη ψυχραιμία του με τον Σιμόν Πέρες στο Νταβός, σχετικά με την επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα;
“Μια συγκεχυμένη εικόνα για το παρελθόν της χώρας του”
Κάπου εκεί κρύβεται ακόμα και ένας συναισθηματικός ιδεαλιστής, γρήγορος να αντιδράσει στην παραμικρή πρόκληση, προερχόμενος από μια φτωχή οικογένεια που εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, με όλα όσα συνεπάγονται. (Ο Αμπντουλάχ Γκιούλ, ο σημερινός πρόεδρος της Τουρκίας, είχε συνηθίσει να του δώσει κλωτσιές κάτω από το τραπέζι για να τον ανακαλέσει στην τάξη, σε ιδιαίτερα λεπτές διαπραγματεύσεις με τους στρατηγούς ή με τις ευρωπαϊκές αντιπροσωπείες.)
Ιδού ο λόγος που παρά τις μάγκικες τάσεις του, και παρά την αυξανόμενη διαφθορά και ευνοιοκρατία στο εσωτερικό του κόμματός του, ο Ερντογάν ενδέχεται να επανεκλεγεί για μια άνευ προηγουμένου τρίτη θητεία.
Έχοντας καταφέρει να περιορίσει τον ρόλο του στρατού και να φιλελευθεροποιήσει την οικονομία, μετέβαλε τη τουρκική πολιτική ζωή σε τέτοιο βαθμό που το παλιό Ρεπουμπλικανικό κόμμα του Ατατούρκ, που φλέρταρε με τον ακραίο εθνικισμό, έχει αναθέσει σ’ έναν Αλεβίτη να τον αντιμετωπίσει.
Όπως οι περισσότεροι Τούρκοι, ο Ερντογάν έχει μια μάλλον συγκεχυμένη γνώση της ιστορίας της χώρας του πριν από τη λεγόμενη «ανεξαρτησία» και θεωρεί γενικά την Οθωμανική Αυτοκρατορία ως περίοδος έξι αιώνων συνεχής προόδου και οικουμενικής ισλαμικής ανοχής.
Ας δοκιμάσει κανείς να πείσει για αυτή τη θεώρηση τους Άραβες, Αιγύπτιους, Έλληνες, και τους λαούς των Βαλκανίων και του Καυκάσου.
Με την αγαθότητα της, ένα μεγάλο μέρος της εξωτερικής πολιτικής της νεο-οθωμανικής Τουρκίας – μια φαινομενική τακτική απομάκρυνσης από την Ευρώπη – είναι μια αντανάκλαση της εικόνας του Ερντογάν.
Τόσο ευρωπαϊκή όσο η Μεγάλη Βρετανία
Η Τουρκία έχει την αίσθηση ότι κακομεταχειρίζεται από μια Ευρώπη που διπλώνεται στον εαυτό της και γίνεται κάθε μέρα λιγότερο ελκυστική.
Επιπλέον, δυσκολεύεται να διαχειριστεί πλήρως τη δική της ταχεία ανάπτυξη.
Από πλευράς βασικών οικονομικών μεγεθών, η Άγκυρα θεωρεί ότι έχει το ίδιο δικαίωμα να κάτσει στο ευρωπαϊκό τραπέζι, όπως η Ρουμανία ή η Βουλγαρία.
Ωστόσο, μόνο ένα από τα 35 κεφάλαια των διαπραγματεύσεων για την ένταξή της, έχει ολοκληρωθεί, από τότε που ξεκίνησαν το 2004.
Αλλά ακόμα, γνωρίζοντας μόνο τις γενικές γραμμές της τουρκικής ιστορίας, αντιλαμβανόμαστε ότι η χώρα έχει ένα ευρωπαϊκό πεπρωμένο τόσο όσο και η Μεγάλη Βρετανία.
Ήταν στην Ευρώπη που οι Οθωμανοί εισέπραξαν τους περισσότερους φόρους και στράτευαν τις περισσότερες δυνάμεις τους, και από την Ευρώπη ερχόταν παραδοσιακά η πλειοψηφία των ελίτ τους.
Φτάνει σήμερα να μετρήσετε τα φορτηγά φορτωμένα με τούρκικές τηλεοράσεις, τουρκικά ψυγεία και τουρκικούς υπολογιστές που περιμένουν ουρά για χιλιόμετρα στα σύνορα με την Βουλγαρία και την Ελλάδα, για να μαντέψετε πού βρίσκεται το μέλλον της.
Και ο Ερντογάν καλά το ξέρει, παρά τα όσα λένε ο Σαρκοζί, ο Λε Πεν, ή ο Πάπας, ακόμα και ο ίδιος, κατά καιρούς, όταν χαρακτηρίζει την Ευρώπη ως μια αποκλειστική «χριστιανική λέσχη».
ΠΗΓΗ

Δημοσίευση σχολίου

 
Top