Το γερμανικό καρναβάλι αποτελούσε αφορμή για εμπαιγμό της εξουσίας και των πολιτικών. Γρήγορα οι Ναζί συνειδητοποίησαν το δυναμικό των εορταστικών εκδηλώσεων και προσπάθησαν να το αξιοποιήσουν για τους δικούς τους σκοπούς, χρησιμοποιώντας αντισημιτικά άρματα και ομιλίεςΤη «Δευτέρα των Ρόδων» -το αποκορύφωμα του καρναβαλιού- του 1934 στη γερμανική πόλη της Κολωνίας, σε ένα από τα πολλά άρματα που συμμετείχαν στην παραδοσιακή παρέλαση ήταν μια ομάδα ανδρών μεταμφιεσμένοι σε ορθόδοξοι Εβραίοι.
Το πανό πάνω στο άρμα έγραφε: «οι τελευταίοι φεύγουν». Το άρμα αποτελούσε μία από τις πολλές εκφράσεις αντισημιτισμού που χαρακτήριζαν το καρναβάλι στο πλαίσιο του τρίτου Ράιχ.
Ένα άλλο άρμα του 1935 μοιάζει προάγγελος του Ολοκαυτώματος. Στη Νυρεμβέργη, όπου οι διαβόητοι αντισημιτικοί νόμοι επρόκειτο να εφαρμοστούν αργότερα το ίδιο έτος, ένα άρμα είχε μία φιγούρα από πεπιεσμένο χαρτί ενός Εβραίου κρεμασμένου από μια κρεμάλα.
Το καρναβάλι γιορτάζεται στην κυρίως καθολική δυτική και νότια Γερμανία και παρουσιάζει τη χαρούμενη, χιουμοριστική και θορυβώδη πλευρά της χώρας. Μοιάζει ως κάτι απόλυτα απομακρυσμένο από τις φρικαλεότητες του καθεστώτος του Χίτλερ.
Ωστόσο «οι Ναζί σύντομα συνειδητοποίησαν τις δυνατότητες του καρναβαλιού», αναφέρει ο δημοσιογράφος και ιστορικός Carl Dietmar. Ο ίδιος μαζί με τον επίσης ιστορικό Marcus Leifeld έγραψαν και το σχετικό βιβλίο «Alaaf and Heil Hitler: Carnival in the Third Reich». Εξετάζοντας τα αρχεία των οργανισμών που συμμετείχαν στο καρναβάλι αποκάλυψαν το βαθμό στον οποίο οι Ναζί είχαν καταφέρει να ελέγχουν το φεστιβάλ.
Οι Ναζί είδαν ότι η παράδοση της Αποκριάς θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να προωθήσουν τις έννοιες του γερμανικού Volk ή έθνους. Ωστόσο, η «αναρχική» διασκέδαση και ο εμπαιγμός όσων βρίσκονται στην εξουσία ήταν κάτι που έπρεπε να θέσουν απολύτως υπό τον έλεγχό τους. Από την αρχή του ναζιστικού καθεστώτος το 1933, υπήρχαν εντολές να μην αναφέρεται το όνομα του Χίτλερ κατά τη διάρκεια των εορταστικών εκδηλώσεων. Οι υπάλληλοι που ήταν επιφορτισμένοι με την παρουσίαση του φεστιβάλ – εκφωνητές, παρουσιαστές κλπ- και εκείνοι που είχαν αναλάβει τον σχεδιασμό των αρμάτων ακολουθούσαν όλοι προσεκτικά την εντολή.
Σε γενικές γραμμές, η «ναζοποίηση» της παράδοσης ήταν μια σταδιακή και ελλιπής διαδικασία. Όμως, το πόσο «ναζοποιημένο» ήταν το καρναβάλι διέφερε από σύλλογο σε σύλλογο και από πόλη σε πόλη. «Είναι εκπληκτικό πόσο ετερογενές ήταν», δήλωσαν στη Spiegel ο Leifeld.
Εκείνοι που ήταν υπεύθυνοι του καρναβαλιού αντανακλούσαν την ευρύτερη κοινωνία: Υπήρχαν οι αφοσιωμένοι Ναζί και εκείνοι που απλά προσαρμόζονταν στις εκάστοτε συνθήκες. Επίσης, υπήρχαν διαφορές στο εσωτερικό των συλλόγων, αν και σπάνια υπήρχε θεμελιώδης αμφισβήτηση της ναζιστικής ιδεολογίας. Ως επί το πλείστον, ήταν διαφωνίες σχετικά με το πόσο έπρεπε να διατηρηθεί η παράδοση και κατά πόσο τα πράγματα θα έπρεπε να τροποποιηθούν ώστε να αντικατοπτρίζουν τη νέα εποχή.
Για το καθεστώς, το καρναβάλι ήταν ένα χρήσιμο εργαλείο προπαγάνδας. Γίνονταν επανειλημμένα αναφορές στη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ώθηση που έδινε το γερμανικό κράτος στην οικονομία. Μάλιστα, οι Ναζί ξεκίνησαν μια διαφημιστική εκστρατεία για την προσέλκυση τουριστών και για να δείξουν τους «ειρηνικούς Γερμανούς, οι οποίοι δεν θέλουν τον πόλεμο, αλλά απλώς να διασκεδάζουν», λέει ο Leifeld. Η εκστρατεία λειτούργησε, με πολλούς ξένους τουρίστες να ταξιδεύουν στη Γερμανία για το καρναβάλι, κυρίως από την Ολλανδία.
Εξαιρέσεις
Ωστόσο, υπήρξαν ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις ανυπακοής. Για παράδειγμα, μία ομάδα καρναβαλιού στη Φρανκφούρτη τόλμησε να εκτυπώσει αφίσες σε μια εφημερίδα που απεικονίζουν τον Φύρερ ως έναν γελωτοποιό. Μια ομάδα Ναζί εστάλη αμέσως να καταστρέψει το άρμα του συλλόγου και να συλλάβει τους εκδότες, οι οποίοι πέρασαν τρεις εβδομάδες στη φυλακή.
Επίσης, ο διάσημος ομιλητής τους καρναβαλιού Karl Küppner γνωστος για τα αστεία του με τους Ναζί, κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας του κάνοντας τον χαιρετισμό του Χίτλερ είπε χαριτολογώντας: «Μάλλον θα βρέξει». Ο Küppner κατέληξε στη φυλακή και του απαγορεύτηκε να απευθύνει άλλες ομιλίες.
Αλλά και ο πρόεδρος της επιτροπής του Ντίσελντορφ, Leo Statz, πλήρωσε με τη ζωή του την ανυπακοή στις εντολές. Είχε ενοχλήσει επανειλημμένως τους Ναζί με τα σατιρικά τραγούδια του και το 1943, όταν μεθυσμένος διερωτήθηκε εάν η Γερμανία θα μπορούσε να κερδίσει τον πόλεμο, συνελήφθη από την Γκεστάπο και τελικά εκτελέστηκε.
Όμως, τα παραπάνω αποτελούσαν εξαιρέσεις. Σε γενικές γραμμές όλοι συμμορφώνοντας με τις οδηγίες των Ναζί.
Τέλος, οι συγγραφείς του βιβλίου απομυθοποιήσαν μία πολύ γνωστή στη Γερμανία ιστορία, η οποία αναφέρει ότι στην Κολωνία οι διοργανωτές του καρναβαλιού είχαν αντισταθεί στους Ναζί. Το περίφημο Narrenrevolte (εξέγερση των γελωτοποιών) του 1935, όταν δηλαδή η τοπική επιτροπή αρνήθηκε να παραχωρήσει την εξουσία της στη ναζιστική πολιτιστική οργάνωση Kraft durch Freude. Αυτό δεν ήταν τίποτε άλλο από την πρόθεση της τοπικής επιτροπής να κρατήσει την εξουσία και να συνεχίσει να εκμεταλλεύεται τα σημαντικά κέρδη που αποκομίζονταν κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ, αναφέρουν οι συγγραφείς.
Το πανό πάνω στο άρμα έγραφε: «οι τελευταίοι φεύγουν». Το άρμα αποτελούσε μία από τις πολλές εκφράσεις αντισημιτισμού που χαρακτήριζαν το καρναβάλι στο πλαίσιο του τρίτου Ράιχ.
Ένα άλλο άρμα του 1935 μοιάζει προάγγελος του Ολοκαυτώματος. Στη Νυρεμβέργη, όπου οι διαβόητοι αντισημιτικοί νόμοι επρόκειτο να εφαρμοστούν αργότερα το ίδιο έτος, ένα άρμα είχε μία φιγούρα από πεπιεσμένο χαρτί ενός Εβραίου κρεμασμένου από μια κρεμάλα.
Το καρναβάλι γιορτάζεται στην κυρίως καθολική δυτική και νότια Γερμανία και παρουσιάζει τη χαρούμενη, χιουμοριστική και θορυβώδη πλευρά της χώρας. Μοιάζει ως κάτι απόλυτα απομακρυσμένο από τις φρικαλεότητες του καθεστώτος του Χίτλερ.
Ωστόσο «οι Ναζί σύντομα συνειδητοποίησαν τις δυνατότητες του καρναβαλιού», αναφέρει ο δημοσιογράφος και ιστορικός Carl Dietmar. Ο ίδιος μαζί με τον επίσης ιστορικό Marcus Leifeld έγραψαν και το σχετικό βιβλίο «Alaaf and Heil Hitler: Carnival in the Third Reich». Εξετάζοντας τα αρχεία των οργανισμών που συμμετείχαν στο καρναβάλι αποκάλυψαν το βαθμό στον οποίο οι Ναζί είχαν καταφέρει να ελέγχουν το φεστιβάλ.
Οι Ναζί είδαν ότι η παράδοση της Αποκριάς θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να προωθήσουν τις έννοιες του γερμανικού Volk ή έθνους. Ωστόσο, η «αναρχική» διασκέδαση και ο εμπαιγμός όσων βρίσκονται στην εξουσία ήταν κάτι που έπρεπε να θέσουν απολύτως υπό τον έλεγχό τους. Από την αρχή του ναζιστικού καθεστώτος το 1933, υπήρχαν εντολές να μην αναφέρεται το όνομα του Χίτλερ κατά τη διάρκεια των εορταστικών εκδηλώσεων. Οι υπάλληλοι που ήταν επιφορτισμένοι με την παρουσίαση του φεστιβάλ – εκφωνητές, παρουσιαστές κλπ- και εκείνοι που είχαν αναλάβει τον σχεδιασμό των αρμάτων ακολουθούσαν όλοι προσεκτικά την εντολή.
Σε γενικές γραμμές, η «ναζοποίηση» της παράδοσης ήταν μια σταδιακή και ελλιπής διαδικασία. Όμως, το πόσο «ναζοποιημένο» ήταν το καρναβάλι διέφερε από σύλλογο σε σύλλογο και από πόλη σε πόλη. «Είναι εκπληκτικό πόσο ετερογενές ήταν», δήλωσαν στη Spiegel ο Leifeld.
Εκείνοι που ήταν υπεύθυνοι του καρναβαλιού αντανακλούσαν την ευρύτερη κοινωνία: Υπήρχαν οι αφοσιωμένοι Ναζί και εκείνοι που απλά προσαρμόζονταν στις εκάστοτε συνθήκες. Επίσης, υπήρχαν διαφορές στο εσωτερικό των συλλόγων, αν και σπάνια υπήρχε θεμελιώδης αμφισβήτηση της ναζιστικής ιδεολογίας. Ως επί το πλείστον, ήταν διαφωνίες σχετικά με το πόσο έπρεπε να διατηρηθεί η παράδοση και κατά πόσο τα πράγματα θα έπρεπε να τροποποιηθούν ώστε να αντικατοπτρίζουν τη νέα εποχή.
Για το καθεστώς, το καρναβάλι ήταν ένα χρήσιμο εργαλείο προπαγάνδας. Γίνονταν επανειλημμένα αναφορές στη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ώθηση που έδινε το γερμανικό κράτος στην οικονομία. Μάλιστα, οι Ναζί ξεκίνησαν μια διαφημιστική εκστρατεία για την προσέλκυση τουριστών και για να δείξουν τους «ειρηνικούς Γερμανούς, οι οποίοι δεν θέλουν τον πόλεμο, αλλά απλώς να διασκεδάζουν», λέει ο Leifeld. Η εκστρατεία λειτούργησε, με πολλούς ξένους τουρίστες να ταξιδεύουν στη Γερμανία για το καρναβάλι, κυρίως από την Ολλανδία.
Εξαιρέσεις
Ωστόσο, υπήρξαν ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις ανυπακοής. Για παράδειγμα, μία ομάδα καρναβαλιού στη Φρανκφούρτη τόλμησε να εκτυπώσει αφίσες σε μια εφημερίδα που απεικονίζουν τον Φύρερ ως έναν γελωτοποιό. Μια ομάδα Ναζί εστάλη αμέσως να καταστρέψει το άρμα του συλλόγου και να συλλάβει τους εκδότες, οι οποίοι πέρασαν τρεις εβδομάδες στη φυλακή.
Επίσης, ο διάσημος ομιλητής τους καρναβαλιού Karl Küppner γνωστος για τα αστεία του με τους Ναζί, κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας του κάνοντας τον χαιρετισμό του Χίτλερ είπε χαριτολογώντας: «Μάλλον θα βρέξει». Ο Küppner κατέληξε στη φυλακή και του απαγορεύτηκε να απευθύνει άλλες ομιλίες.
Αλλά και ο πρόεδρος της επιτροπής του Ντίσελντορφ, Leo Statz, πλήρωσε με τη ζωή του την ανυπακοή στις εντολές. Είχε ενοχλήσει επανειλημμένως τους Ναζί με τα σατιρικά τραγούδια του και το 1943, όταν μεθυσμένος διερωτήθηκε εάν η Γερμανία θα μπορούσε να κερδίσει τον πόλεμο, συνελήφθη από την Γκεστάπο και τελικά εκτελέστηκε.
Όμως, τα παραπάνω αποτελούσαν εξαιρέσεις. Σε γενικές γραμμές όλοι συμμορφώνοντας με τις οδηγίες των Ναζί.
Τέλος, οι συγγραφείς του βιβλίου απομυθοποιήσαν μία πολύ γνωστή στη Γερμανία ιστορία, η οποία αναφέρει ότι στην Κολωνία οι διοργανωτές του καρναβαλιού είχαν αντισταθεί στους Ναζί. Το περίφημο Narrenrevolte (εξέγερση των γελωτοποιών) του 1935, όταν δηλαδή η τοπική επιτροπή αρνήθηκε να παραχωρήσει την εξουσία της στη ναζιστική πολιτιστική οργάνωση Kraft durch Freude. Αυτό δεν ήταν τίποτε άλλο από την πρόθεση της τοπικής επιτροπής να κρατήσει την εξουσία και να συνεχίσει να εκμεταλλεύεται τα σημαντικά κέρδη που αποκομίζονταν κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ, αναφέρουν οι συγγραφείς.
Δημοσίευση σχολίου