Oι γυναίκες μπορούν να έχουν φυσιολογική ερωτική επιθυμία και τακτική σεξουαλική ζωή έως τα βαθιά γεράματα, παρά την αντίθετη κοινή πεποίθηση.
Οι επιστήμονες τονίζουν πως η ερωτική επιθυμία δεν επηρεάζεται από τη μείωση των οιστρογόνων και την εμμηνόπαυση, ενώ οποιαδήποτε προβλήματα.....
-οργανικά ή ψυχολογικά - μπορεί να αντιμετωπισθούν σήμερα με επιτυχία από τον γυναικολόγο, τον ουρολόγο και τον ψυχολόγο ή ψυχίατρο. Πολύ λίγες Ελληνίδες, όμως, φθάνουν έως τον ειδικό, για να μιλήσουν και να μάθουν.
Ελληνική έρευνα, η οποία βραβεύθηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Σεξουαλική Ιατρική, δείχνει πως, αν και πάνω από το 40% των ενήλικων Ελληνίδων έχει μια σεξουαλική δυσλειτουργία και η μειωμένη ερωτική επιθυμία είναι αυτό τις στενοχωρεί περισσότερο, περίπου οι μισές δεν θα μιλούσαν γι΄ αυτό σε ειδικό.
Για καλή σεξουαλική ζωή μετά τα 40, οι επιστήμονες συνιστούν στις γυναίκες:
1. Να γυμνάζονται καθημερινά με αεροβική άσκηση.
2. Να μην πίνουν πολύ αλκοόλ.
3. Να διατηρούν καλή γενική υγεία.
4. Να ζητούν ενημέρωση από τον γυναικολόγο τους για τις φυσιολογικές μεταβολές της ηλικίας και τη φαρμακευτική ή πρακτική αντιμετώπισή τους.
5. Για οποιοδήποτε σεξουαλικό πρόβλημα, να μη διστάζουν να επισκεφθούν ένα κρατικό σεξολογικό ιατρείο.
Τα μυστικά της καλής σεξουαλικής υγείας των γυναικών
Να ασκείσθε καθημερινά, να μην πίνετε πολύ αλκοόλ, να συμβουλεύεσθε τους ειδικούς γιατρούς και- κυρίως- να πιστέψετε ότι η σεξουαλικότητα δεν είναι θέμα ηλικίας!
Αυτά, μεταξύ άλλων, συμβουλεύει τις γυναίκες ο καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και πρόεδρος της Ελληνικής Γυναικολογικής Εταιρείας κ. Γιάννης Μεσσήνης. Επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες μπορούν να συνεχίσουν ώς τα 80 και τα 90 τους να έχουν ερωτική επιθυμία και σεξουαλική ζωή- και μάλιστα το ίδιο τακτικά όσο και στη νέα ηλικία!- αρκεί να έχουν μια γενικά καλή υγεία.
Η σταδιακή μείωση των γυναικείων ορμονών των ωοθηκών (των οιστρογόνων), που συμβαίνει με την πάροδο της ηλικίας, δεν προκαλεί μείωση της ερωτικής επιθυμίας της γυναίκας. «Μια μείωση της ερωτικής επιθυμίας σχετίζεται περισσότερο με την αντίληψη που έχει η ίδια για τα θέματα σεξουαλικότητας, με τη σεξουαλική ζωή που είχε η ίδια σε νεαρότερη ηλικία, τυχόν χειρουργικές επεμβάσεις ή συστηματικά νοσήματα από τα οποία πιθανώς πάσχει κ.ά.», επισημαίνει ο κ. Μεσσήνης. Και αναλύει τους παράγοντες αυτούς:
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ
Μια γυναίκα που έχει έντονη προσωπικότητα και υγιείς αντιλήψεις για τη σεξουαλικότητα και είχε και σε νεαρότερη ηλικία οργασμό και τακτική σεξουαλική ζωή, θα ξεπεράσει εύκολα τυχόν προβλήματα και θα συνεχίσει να έχει φυσιολογικές ερωτικές σχέσεις. Με λίγα λόγια, φροντίστε να έχετε μια καλή ερωτική ζωή στις νέες ηλικίες, για να συνεχίσετε το ίδιο και στις μεγαλύτερες!
ΟΡΜΟΝΕΣ
Οι ορμονικές μεταβολές στη γυναίκα με την πάροδο της ηλικίας (μείωση των οιστρογόνων) επιφέρουν ορισμένες μόνον ανατομικές μεταβολές, που ελαττώνουν την ευαισθησία στην περιοχή των γεννητικών οργάνων. Αυτές είναι η συρρίκνωση του κόλπου (με λέπτυνση του επιθηλίου του κολπικού τοιχώματος), η μείωση της αιμάτωσης του κόλπου και η μείωση των εκκρίσεων του κόλπου (που επιφέρει ξηρότητα της περιοχής και δυσπαρευνία, δηλαδή πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή).
«Η γυναίκα θα πρέπει να επισκεφθεί τον γυναικολόγο της, ο οποίος έχει καθήκον να της εξηγήσει λεπτομερώς τη φυσιολογική λειτουργία των γεννητικών οργάνων», συμβουλεύει ο κ. Μεσσήνης. «Κατόπιν, θα πρέπει να της δώσει διεξόδους στα τυχόν προβλήματα, είτε φαρμακευτικές (όπως κρέμες οιστρογόνων ή λιπαντικές κρέμες για τη δυσπαρευνία στον κόλπο) είτε συμβουλευτικές».
Η τεστοστερόνη, η πραγματική ορμόνη του λίμπιντο σε άνδρες και γυναίκες, παίζει σημαντικό ρόλο και στη γυναικεία ερωτική επιθυμία. Η ορμόνη αυτή εξακολουθεί να παράγεται σε μικρότερες δόσεις από τις ωοθήκες στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. «Υπάρχουν μελέτες, που δείχνουν ότι η σεξουαλική επιθυμία της γυναίκας βελτιώνεται εάν πάρει λίγα ανδρογόνα (τεστοστερόνη)», λέει ο κ. Μεσσήνης. «Δεν έχει, όμως, καθιερωθεί αυτό ως πρακτική, γιατί μπορεί να έχει επιπτώσεις (όπως τριχο φυΐα, ακμή, αύξηση της κακής χοληστερίνης, πτώση των μαλλιών κ.ά.). Η χορήγηση τεστοστερόνης για μικρό χρονικό διάστημα, σε γυναίκες με έντονη μείωση της ερωτικής επιθυμίας, αποτελεί επιλογή του θεράποντα γιατρού της».
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ
Οι μελέτες έχουν δείξει ότι οι επεμβάσεις στα γεννητικά όργανα (λ.χ. υστερεκτομή) δεν επηρεάζουν την ερωτική επιθυμία της γυναίκας, ούτε την ικανοποίησή της από την ερωτική επαφή. Οι επεμβάσεις για κακοήθεις παθήσεις, που είναι πιο εκτεταμένες και μπορεί να επιφέρουν δυσμορφίες στο γεννητικό σύστημα (όπως στον καρκίνο του αιδοίου), μπορεί να επιφέρουν μια μείωση της επιθυμίας για σεξ. Η αφαίρεση, επίσης, του μαστού και η απώλεια της θηλής που μεταφέρει τη διέγερση στον εγκέφαλο μέσω των νευρικών ινών, επηρεάζει τη σεξουαλική ζωή της γυναίκας. «Ο χειρουργός θα πρέπει εκ των προτέρων να εξηγήσει στη γυναίκα τις μεταβολές που θα επιφέρει η επέμβαση και να της δώσει εναλλακτικές λύσεις για τη σεξουαλική ζωή της μετά την εγχείρηση», υπογραμμίζει ο κ. Μεσσήνης.
ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ
Καρδιοπάθειες, κατάγματα και άλλες σοβαρές παθήσεις μπορεί να επιφέρουν την αποχή από το σεξ ή την προσοχή κατά την επαφή. Συμβουλευθείτε τον θεράποντα γιατρό σας για τον τρόπο που μπορείτε να έχετε με ασφάλεια μια σεξουαλική επαφή και συζητήστε το θέμα με τον σύντροφό σας (νέοι τρόποι και νέες στάσεις, καθώς και ερωτικά βοηθήματα, μπορεί να δώσουν στη γυναίκα την ίδια ή και περισσότερη ευχαρίστηση).
ΑΣΚΗΣΗ
Οι γυναίκες που ασκούνται συστηματικά έχει βρεθεί ότι διατηρούν καλύτερη σεξουαλική ζωή, κυρίως γιατί η άσκηση δημιουργεί καλή διάθεση και τις βοηθά να μην αισθάνονται έντονα τις φυσιολογικές μεταβολές της ηλικίας. Η απλή αεροβική άσκηση, το καθημερινό περπάτημα της μισής έως μιας ώρας, αρκεί για καλή σωματική, ψυχική και σεξουαλική υγεία.
ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ ΑΛΚΟΟΛ
Ορισμένα φάρμακα, όπως είναι αντιυπερτασικά και ψυχιατρικά, μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την ερωτική επιθυμία. Γι΄ αυτό, συμβουλευθείτε σχετικά τον θεράποντα γιατρό σας, για τυχόν αλλαγή στο συγκεκριμένο φάρμακο ή στη δόση του. Επίσης, η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ «ρίχνει» τη λίμπιντο, παρά την αντίθετη κοινή πεποίθηση.
Τι είναι η σύγχρονη σεξοθεραπεία
Η γυναίκα μπορεί να έχει καλύτερη σεξουαλική ζωή μετά τα 45 και τα 50 απ΄ ό,τι προηγουμένως, γιατί δεν υπάρχει ο ανασταλτικός φόβος μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, αλλά και γιατί μπορεί πλέον να δει το σεξ με νέα - πιο θετική - στάση.
Αυτό το αισιόδοξο μήνυμα στέλνει στις γυναίκες ο ψυχίατρος- σεξολόγος, υπεύθυνος του Σεξολογικού Ιατρείου στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο κ. Κωνσταντίνος Παπασταμάτης. Και εξηγεί: «Η γυναίκα έχει την κορύφωση της ερωτικής επιθυμίας της μεταξύ των 30 και 40 χρόνων, ενώ ο άνδρας μεταξύ των 20 και 30 χρόνων. Μετά τα 40 χρόνια, εάν δεν υπάρχει παθολογικός λόγος, η γυναίκα μπορεί να έχει σεξουαλικές σχέσεις έως τα βαθιά γεράματα, γιατί δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο από τη Φύση. Οι μεταβολές της εμμηνόπαυσης είναι φυσιολογικές και παροδικές και μπορεί να αντιμετωπιστούν θαυμάσια με τη βοήθεια του γυναικολόγου, του ενδοκρινολόγου και του ψυχοθεραπευτή».
Τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά και της επιστημονικής έρευνας, έχουν πέσει την τελευταία δεκαετία αποκλειστικά στον άνδρα και κυρίως στις διαταραχές της στυτικής λειτουργίας του. «Έτσι, έχει γίνει μικρότερη πρόοδος στην αντιμετώπιση της γυναικείας σεξουαλικής δυσλειτουργίας», επισημαίνει ο κ. Παπασταμάτης.
«Είναι, πάντως, γεγονός ότι η γυναικεία σεξουαλική λειτουργία είναι πιο σύνθετη από αυτή του ανδρός και γνωρίζουμε γενικά λίγα πράγματα για τους μηχανισμούς της».
Οι μελέτες - κυρίως στο εξωτερικό - δείχνουν ότι τα πιο συχνά σεξουαλικά προβλήματα των γυναικών είναι κατά σειρά συχνότητας:
1) η μειωμένη επιθυμία
2) η έλλειψη οργασμού
3) ο κολεόσπασμος (σε απόσταση από τα άλλα δύο).
«Πολλές φορές και οι ίδιες οι γυναίκες δεν γνωρίζουν το σεξουαλικό πρόβλημά τους και μας το αποκαλύπτουν μιλώντας για άλλα θέματα», τονίζει ο κ. Παπασταμάτης. «Διεθνώς, και ειδικότερα στην Ελλάδα, οι γυναίκες πηγαίνουν στα σεξολογικά ιατρεία πολύ λιγότερο από τους άνδρες και αυτό πιστεύουμε ότι οφείλεται σε κοινωνικούς λόγους (στην ανδροκρατική αντίληψη της κοινωνίας μας)».
Οι αντιλήψεις και οι πεποιθήσεις που δημιουργούν αρνητική στάση για το σεξ διαμορφώνονται με την επιρροή του οικογενειακού και του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος. «Αυτό σημαίνει ότι είναι προϊόντα μάθησης», λέει ο κ. Παπασταμάτης. «Επομένως, κάθε γυναίκα μπορεί, με την κατάλληλη επιστημονική βοήθεια, να αποκτήσει νέες γνώσεις για το σεξ, να δει το θέμα υπό νέα οπτική γωνία και να περάσει στη μέση ηλικία μια καλύτερη σεξουαλική ζωή από αυτή των προηγούμενων δεκαετιών».
Πολύτιμη βοήθεια δίνει η σύγχρονη σεξοθεραπεία
« Η σεξοθεραπεία είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας, με συγκεκριμένες τεχνικές (όπως τις όρισαν οι Μάστερς και Τζόνσον) για κάθε διαταραχή», εξηγεί ο κ. Παπασταμάτης.
«Συνδυάζεται με την τεχνική μιας μεγάλης, σύγχρονης και δημοφιλούς ψυχοθεραπευτικής σχολής, της γνωσιακής- συμπεριφεριολογικής. Στόχος είναι να τροποποιήσουμε αρνητικά συναισθήματα της γυναίκας και διαστρεβλωμένες απόψεις και προσεγγίσεις της σχετικά με τον εαυτό της και το σεξ. Προσπαθούμε με τον τρόπο αυτό να κάνουμε τη γυναίκα πιο ευέλικτη και πιο προσαρμοστική στις σύγχρονες αντιλήψεις. Η θεραπεία γίνεται σε εβδομαδιαία βάση, για ένα διάστημα λίγων ή περισσοτέρων μηνών. Τα αποτελέσματα είναι πολύ καλά».
Οι επιστήμονες του Κέντρου Σεξουαλικής και Αναπαραγωγικής Υγείας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, παρουσίασαν πρόσφατα στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Σεξουαλικής Ιατρικής στη Βιέννη μια μελέτη η οποία βραβεύθηκε ως η καλύτερη κλινική εργασία στη μελέτη της γυναικείας σεξουαλικής δυσλειτουργίας για το 2006.
Υπολογίζεται γενικά ότι μία στις τρεις ενήλικες γυναίκες έχουν μια σεξουαλική δυσλειτουργία και ότι μία στις επτά γυναίκες έχει πρόβλημα οργασμού. Σκοπός της εργασίας ήταν να εκτιμήσει για πρώτη φορά εάν αυτό που ιατρικά αξιολογείται ως «γυναικείο σεξουαλικό πρόβλημα» γίνεται αντιληπτό ως πρόβλημα και από την ίδια την γυναίκα.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε γυναίκες 18 έως 72 ετών (κατά μέσο όρο 43 ετών), οι οποίες επισκέφθηκαν ένα δημόσιο νοσοκομείο για κάποιο άλλο πρόβλημα υγείας και τους ζητήθηκε ανώνυμα να απαντήσουν δύο ειδικά ερωτηματολόγια.
Οι 8 στις 10 δήλωσαν πως ήταν ικανοποιημένες από τη σεξουαλική τους λειτουργία, ενώ οι 2 στις 10 πως ήταν δυσαρεστημένες. Όσο πιο μεγάλης ηλικίας ήταν μια γυναίκα τόσο πιο μειωμένη ήταν η σεξουαλική της επιθυμία, πιο δύσκολα διεγειρόταν, δυσκολότερα ερχόταν σε οργασμό και φυσικά τόσο λιγότερο έμενε ικανοποιημένη από τη σεξουαλική επαφή.
Περισσότερες από τις 4 στις 10 (το 41,2%) ανέφεραν πως αντιμετώπιζαν τουλάχιστον μια σεξουαλική δυσλειτουργία. Αυτό που τις ενοχλούσε περισσότερο ήταν η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία. Μόνο το 57,4%, όμως, θα ήθελε να συζητήσει το σεξουαλικό πρόβλημά της με έναν ειδικό επιστήμονα.
Τα δεδομένα από την οκταετή λειτουργία της ανοικτής γραμμής του Κέντρου Σεξουαλικής και Αναπαραγωγικής Υγείας, δείχνουν ότι το σεξ και η σεξουαλική υγεία είναι ταμπού για πολλές Ελληνίδες και ίσως μόνον οι νέες διεκδικούν μια καλύτερη και έγκυρη ενημέρωση γι αυτά τα ευαίσθητα θέματα. Το 40% των γυναικείων τηλεφωνημάτων στο ΚΕ.Σ.Α.Υ. προέρχεται από άτομα ηλικίας 20-29 ετών και ακολουθούν στη σειρά, οι γυναίκες ηλικίας 30-39 ετών (28%) και 40-49 ετών (14%).
Μόνο μία στις τρεις γυναίκες που επικοινώνησαν με την γραμμή του ΚΕ.Σ.Α.Υ., για να λάβουν ανώνυμα πληροφόρηση, είχαν τολμήσει να μιλήσουν με τον γιατρό τους σχετικά με τα θέματα που τις απασχολούσαν.
Όλα διορθώνονται, χειρουργικά ή φαρμακευτικά
Παθολογικά προβλήματα, που σήμερα λύνονται εύκολα, μπορεί να αποτελούν την αιτία για την κακή ή ανύπαρκτη σεξουαλική ζωή της γυναίκας.
«Τα προβλήματα αυτά είναι η ακράτεια προσπάθειας, μια κυστεοκήλη, μια ορθοκήλη, ένα συρίγγιο, χρόνιες ή ατροφικές κολπίτιδες, το αίσθημα επιτακτικής ούρησης κ.ά.», εξηγεί ο διευθυντής του Ουρολογικού Τμήματος στο Νοσοκομείο «Αμαλία Φλέμινγκ» κ. Ν. Αντωνίου. «Οι γυναίκες συχνά ντρέπονται να τα ομολογήσουν στον ερωτικό σύντροφό τους και απέχουν από τη σεξουαλική πράξη. Όλα αυτά, όμως, διορθώνονται σήμερα, με χειρουργικό ή φαρμακευτικό τρόπο».
Το πιο συχνό πρόβλημα είναι η ακράτεια προσπάθειας, που είναι αποτέλεσμα πολλών τοκετών, καισαρικής τομής, χαλάρωσης του πυελικού εδάφους κ.ά. και επιδεινώνεται με την εμμηνόπαυση. Μόνο στη Βρετανία, υπολογίζεται ότι τρία εκατομμύρια γυναίκες πάσχουν από αυτή το πρόβλημα.
«Το 8-10% των γυναικών υπολογίζουμε ότι πάσχει από κάποιας μορφής ακράτεια», επισημαίνει ο κ. Αντωνίου. «Η αντιμετώπιση είναι μόνο χειρουργική, με την τοποθέτηση των ταινιών ελευθέρας τάσεως (ΤVΤ), με μια μικρή τομή στο κολπικό τοίχωμα. Η γυναίκα μένει στο νοσοκομείο μία μόνο ημέρα».
Χειρουργικά αντιμετωπίζονται και άλλες παθήσεις, όπως η κυστεοκήλη και η ορθοκήλη, ενώ για το αίσθημα επιτακτικής ούρησης συνιστώνται αντιχοληνεργικά φάρμακα. Τα νέα φάρμακα μπορεί μάλιστα να τοποθετούνται από τη γυναίκα με ένθετα αυτοκόλλητα στο κοιλιακό τοίχωμα.
«Παράλληλα, συνιστούμε στις γυναίκες ασκήσεις πυελικού εδάφους», λέει ο κ. Αντωνίου. «Ο γιατρός, πάντως, που εξετάζει το σεξουαλικό πρόβλημα μιας γυναίκας, πρέπει να ζητά οπωσδήποτε έναν πλήρη γυναικολογικό και ουρολογικό έλεγχο».
Βιάγκρα και ορμονοθεραπεία
Το βιάγκρα και τα άλλα δύο φάρμακα της ίδιας κατηγορίας (το σιάλις και το λεβίτρα) δεν συνιστώνται προς το παρόν και για τις γυναίκες, παρά τις κατά καιρούς σχετικές συζητήσεις.
«Η λήψη του βιάγκρα και των παρόμοιων φαρμάκων για τις γυναίκες έχει συζητηθεί, γιατί τα φάρμακα αυτά αυξάνουν την αιμάτωση της περιοχής των οργάνων αναπαραγωγής και προκαλούν διάταση των αγγείων», λέει ο καθηγητής κ. Γιάννης Μεσσήνης. «Δεν έχει αποδειχθεί, όμως, η ωφέλειά τους για τις γυναίκες, όπως για τους άνδρες».
Όσο για την πολυσυζητημένη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μετά την εμμηνόπαυση, αυτή μπορεί να βοηθήσει εμμέσως τη σεξουαλική λειτουργία των γυναικών, συνυπολογίζοντας βέβαια κανείς τους ενδεχόμενους κινδύνους από τη λήψη της.
«Η ορμονοθεραπεία βελτιώνει τις μεταβολές που συντελούνται στην περιοχή των γεννητικών οργάνων μετά την εμμηνόπαυση και αντιμετωπίζει τυχόν εξάψεις, αϋπνίες και άλλα μετεμμηνοπαυσιακά συμπτώματα», εξηγεί ο καθηγητής. «Έτσι, η γυναίκα νιώθει γενικά καλύτερα και έχει μεγαλύτερη διάθεση για σεξ».
Ο γυναικολόγος θα πρέπει να εξετάσει τη γυναίκα και να μιλήσει μαζί της. «Εάν διαπιστώσει ότι το κύριο πρόβλημα είναι το ορμονικό, θα της συστήσει τοπικά οιστρογόνα», λέει ο κ. Μεσσσήνης. «Εάν συνυπάρχουν αγγειοκινητικά συμπτώματα από τη μείωση των οιστρογόνων, πιθανώς να συστήσει στη γυναίκα ορμονοθεραπεία υποκατάστασης για τα πρώτα δύο-τρία χρόνια, ύστερα από συνεκτίμηση του οικογενειακού ιστορικού της και της συνολικής υγείας της».
Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι πρόσφατη μελέτη έδειξε στο περιοδικό της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας, έδειξε ότι η ορμονοθεραπεία στις γυναίκες γύρω στην ηλικία των 50 χρόνων ενέχει μικρότερο κίνδυνο για καρδιακό έμφραγμα σε σχέση με τις μεγαλύτερες γυναίκες. «Είναι ένα θέμα που πρέπει ακόμα να μελετηθεί», σχολιάζει ο κ. Μεσσήνης.
Οι επιστήμονες τονίζουν πως η ερωτική επιθυμία δεν επηρεάζεται από τη μείωση των οιστρογόνων και την εμμηνόπαυση, ενώ οποιαδήποτε προβλήματα.....
-οργανικά ή ψυχολογικά - μπορεί να αντιμετωπισθούν σήμερα με επιτυχία από τον γυναικολόγο, τον ουρολόγο και τον ψυχολόγο ή ψυχίατρο. Πολύ λίγες Ελληνίδες, όμως, φθάνουν έως τον ειδικό, για να μιλήσουν και να μάθουν.
Ελληνική έρευνα, η οποία βραβεύθηκε στο ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Σεξουαλική Ιατρική, δείχνει πως, αν και πάνω από το 40% των ενήλικων Ελληνίδων έχει μια σεξουαλική δυσλειτουργία και η μειωμένη ερωτική επιθυμία είναι αυτό τις στενοχωρεί περισσότερο, περίπου οι μισές δεν θα μιλούσαν γι΄ αυτό σε ειδικό.
Για καλή σεξουαλική ζωή μετά τα 40, οι επιστήμονες συνιστούν στις γυναίκες:
1. Να γυμνάζονται καθημερινά με αεροβική άσκηση.
2. Να μην πίνουν πολύ αλκοόλ.
3. Να διατηρούν καλή γενική υγεία.
4. Να ζητούν ενημέρωση από τον γυναικολόγο τους για τις φυσιολογικές μεταβολές της ηλικίας και τη φαρμακευτική ή πρακτική αντιμετώπισή τους.
5. Για οποιοδήποτε σεξουαλικό πρόβλημα, να μη διστάζουν να επισκεφθούν ένα κρατικό σεξολογικό ιατρείο.
Τα μυστικά της καλής σεξουαλικής υγείας των γυναικών
Να ασκείσθε καθημερινά, να μην πίνετε πολύ αλκοόλ, να συμβουλεύεσθε τους ειδικούς γιατρούς και- κυρίως- να πιστέψετε ότι η σεξουαλικότητα δεν είναι θέμα ηλικίας!
Αυτά, μεταξύ άλλων, συμβουλεύει τις γυναίκες ο καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και πρόεδρος της Ελληνικής Γυναικολογικής Εταιρείας κ. Γιάννης Μεσσήνης. Επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες μπορούν να συνεχίσουν ώς τα 80 και τα 90 τους να έχουν ερωτική επιθυμία και σεξουαλική ζωή- και μάλιστα το ίδιο τακτικά όσο και στη νέα ηλικία!- αρκεί να έχουν μια γενικά καλή υγεία.
Η σταδιακή μείωση των γυναικείων ορμονών των ωοθηκών (των οιστρογόνων), που συμβαίνει με την πάροδο της ηλικίας, δεν προκαλεί μείωση της ερωτικής επιθυμίας της γυναίκας. «Μια μείωση της ερωτικής επιθυμίας σχετίζεται περισσότερο με την αντίληψη που έχει η ίδια για τα θέματα σεξουαλικότητας, με τη σεξουαλική ζωή που είχε η ίδια σε νεαρότερη ηλικία, τυχόν χειρουργικές επεμβάσεις ή συστηματικά νοσήματα από τα οποία πιθανώς πάσχει κ.ά.», επισημαίνει ο κ. Μεσσήνης. Και αναλύει τους παράγοντες αυτούς:
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ
Μια γυναίκα που έχει έντονη προσωπικότητα και υγιείς αντιλήψεις για τη σεξουαλικότητα και είχε και σε νεαρότερη ηλικία οργασμό και τακτική σεξουαλική ζωή, θα ξεπεράσει εύκολα τυχόν προβλήματα και θα συνεχίσει να έχει φυσιολογικές ερωτικές σχέσεις. Με λίγα λόγια, φροντίστε να έχετε μια καλή ερωτική ζωή στις νέες ηλικίες, για να συνεχίσετε το ίδιο και στις μεγαλύτερες!
ΟΡΜΟΝΕΣ
Οι ορμονικές μεταβολές στη γυναίκα με την πάροδο της ηλικίας (μείωση των οιστρογόνων) επιφέρουν ορισμένες μόνον ανατομικές μεταβολές, που ελαττώνουν την ευαισθησία στην περιοχή των γεννητικών οργάνων. Αυτές είναι η συρρίκνωση του κόλπου (με λέπτυνση του επιθηλίου του κολπικού τοιχώματος), η μείωση της αιμάτωσης του κόλπου και η μείωση των εκκρίσεων του κόλπου (που επιφέρει ξηρότητα της περιοχής και δυσπαρευνία, δηλαδή πόνο κατά τη σεξουαλική επαφή).
«Η γυναίκα θα πρέπει να επισκεφθεί τον γυναικολόγο της, ο οποίος έχει καθήκον να της εξηγήσει λεπτομερώς τη φυσιολογική λειτουργία των γεννητικών οργάνων», συμβουλεύει ο κ. Μεσσήνης. «Κατόπιν, θα πρέπει να της δώσει διεξόδους στα τυχόν προβλήματα, είτε φαρμακευτικές (όπως κρέμες οιστρογόνων ή λιπαντικές κρέμες για τη δυσπαρευνία στον κόλπο) είτε συμβουλευτικές».
Η τεστοστερόνη, η πραγματική ορμόνη του λίμπιντο σε άνδρες και γυναίκες, παίζει σημαντικό ρόλο και στη γυναικεία ερωτική επιθυμία. Η ορμόνη αυτή εξακολουθεί να παράγεται σε μικρότερες δόσεις από τις ωοθήκες στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. «Υπάρχουν μελέτες, που δείχνουν ότι η σεξουαλική επιθυμία της γυναίκας βελτιώνεται εάν πάρει λίγα ανδρογόνα (τεστοστερόνη)», λέει ο κ. Μεσσήνης. «Δεν έχει, όμως, καθιερωθεί αυτό ως πρακτική, γιατί μπορεί να έχει επιπτώσεις (όπως τριχο φυΐα, ακμή, αύξηση της κακής χοληστερίνης, πτώση των μαλλιών κ.ά.). Η χορήγηση τεστοστερόνης για μικρό χρονικό διάστημα, σε γυναίκες με έντονη μείωση της ερωτικής επιθυμίας, αποτελεί επιλογή του θεράποντα γιατρού της».
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ
Οι μελέτες έχουν δείξει ότι οι επεμβάσεις στα γεννητικά όργανα (λ.χ. υστερεκτομή) δεν επηρεάζουν την ερωτική επιθυμία της γυναίκας, ούτε την ικανοποίησή της από την ερωτική επαφή. Οι επεμβάσεις για κακοήθεις παθήσεις, που είναι πιο εκτεταμένες και μπορεί να επιφέρουν δυσμορφίες στο γεννητικό σύστημα (όπως στον καρκίνο του αιδοίου), μπορεί να επιφέρουν μια μείωση της επιθυμίας για σεξ. Η αφαίρεση, επίσης, του μαστού και η απώλεια της θηλής που μεταφέρει τη διέγερση στον εγκέφαλο μέσω των νευρικών ινών, επηρεάζει τη σεξουαλική ζωή της γυναίκας. «Ο χειρουργός θα πρέπει εκ των προτέρων να εξηγήσει στη γυναίκα τις μεταβολές που θα επιφέρει η επέμβαση και να της δώσει εναλλακτικές λύσεις για τη σεξουαλική ζωή της μετά την εγχείρηση», υπογραμμίζει ο κ. Μεσσήνης.
ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ
Καρδιοπάθειες, κατάγματα και άλλες σοβαρές παθήσεις μπορεί να επιφέρουν την αποχή από το σεξ ή την προσοχή κατά την επαφή. Συμβουλευθείτε τον θεράποντα γιατρό σας για τον τρόπο που μπορείτε να έχετε με ασφάλεια μια σεξουαλική επαφή και συζητήστε το θέμα με τον σύντροφό σας (νέοι τρόποι και νέες στάσεις, καθώς και ερωτικά βοηθήματα, μπορεί να δώσουν στη γυναίκα την ίδια ή και περισσότερη ευχαρίστηση).
ΑΣΚΗΣΗ
Οι γυναίκες που ασκούνται συστηματικά έχει βρεθεί ότι διατηρούν καλύτερη σεξουαλική ζωή, κυρίως γιατί η άσκηση δημιουργεί καλή διάθεση και τις βοηθά να μην αισθάνονται έντονα τις φυσιολογικές μεταβολές της ηλικίας. Η απλή αεροβική άσκηση, το καθημερινό περπάτημα της μισής έως μιας ώρας, αρκεί για καλή σωματική, ψυχική και σεξουαλική υγεία.
ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΙ ΑΛΚΟΟΛ
Ορισμένα φάρμακα, όπως είναι αντιυπερτασικά και ψυχιατρικά, μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την ερωτική επιθυμία. Γι΄ αυτό, συμβουλευθείτε σχετικά τον θεράποντα γιατρό σας, για τυχόν αλλαγή στο συγκεκριμένο φάρμακο ή στη δόση του. Επίσης, η μεγάλη κατανάλωση αλκοόλ «ρίχνει» τη λίμπιντο, παρά την αντίθετη κοινή πεποίθηση.
Τι είναι η σύγχρονη σεξοθεραπεία
Η γυναίκα μπορεί να έχει καλύτερη σεξουαλική ζωή μετά τα 45 και τα 50 απ΄ ό,τι προηγουμένως, γιατί δεν υπάρχει ο ανασταλτικός φόβος μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, αλλά και γιατί μπορεί πλέον να δει το σεξ με νέα - πιο θετική - στάση.
Αυτό το αισιόδοξο μήνυμα στέλνει στις γυναίκες ο ψυχίατρος- σεξολόγος, υπεύθυνος του Σεξολογικού Ιατρείου στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο κ. Κωνσταντίνος Παπασταμάτης. Και εξηγεί: «Η γυναίκα έχει την κορύφωση της ερωτικής επιθυμίας της μεταξύ των 30 και 40 χρόνων, ενώ ο άνδρας μεταξύ των 20 και 30 χρόνων. Μετά τα 40 χρόνια, εάν δεν υπάρχει παθολογικός λόγος, η γυναίκα μπορεί να έχει σεξουαλικές σχέσεις έως τα βαθιά γεράματα, γιατί δεν υπάρχει κανένα εμπόδιο από τη Φύση. Οι μεταβολές της εμμηνόπαυσης είναι φυσιολογικές και παροδικές και μπορεί να αντιμετωπιστούν θαυμάσια με τη βοήθεια του γυναικολόγου, του ενδοκρινολόγου και του ψυχοθεραπευτή».
Τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά και της επιστημονικής έρευνας, έχουν πέσει την τελευταία δεκαετία αποκλειστικά στον άνδρα και κυρίως στις διαταραχές της στυτικής λειτουργίας του. «Έτσι, έχει γίνει μικρότερη πρόοδος στην αντιμετώπιση της γυναικείας σεξουαλικής δυσλειτουργίας», επισημαίνει ο κ. Παπασταμάτης.
«Είναι, πάντως, γεγονός ότι η γυναικεία σεξουαλική λειτουργία είναι πιο σύνθετη από αυτή του ανδρός και γνωρίζουμε γενικά λίγα πράγματα για τους μηχανισμούς της».
Οι μελέτες - κυρίως στο εξωτερικό - δείχνουν ότι τα πιο συχνά σεξουαλικά προβλήματα των γυναικών είναι κατά σειρά συχνότητας:
1) η μειωμένη επιθυμία
2) η έλλειψη οργασμού
3) ο κολεόσπασμος (σε απόσταση από τα άλλα δύο).
«Πολλές φορές και οι ίδιες οι γυναίκες δεν γνωρίζουν το σεξουαλικό πρόβλημά τους και μας το αποκαλύπτουν μιλώντας για άλλα θέματα», τονίζει ο κ. Παπασταμάτης. «Διεθνώς, και ειδικότερα στην Ελλάδα, οι γυναίκες πηγαίνουν στα σεξολογικά ιατρεία πολύ λιγότερο από τους άνδρες και αυτό πιστεύουμε ότι οφείλεται σε κοινωνικούς λόγους (στην ανδροκρατική αντίληψη της κοινωνίας μας)».
Οι αντιλήψεις και οι πεποιθήσεις που δημιουργούν αρνητική στάση για το σεξ διαμορφώνονται με την επιρροή του οικογενειακού και του ευρύτερου κοινωνικού περιβάλλοντος. «Αυτό σημαίνει ότι είναι προϊόντα μάθησης», λέει ο κ. Παπασταμάτης. «Επομένως, κάθε γυναίκα μπορεί, με την κατάλληλη επιστημονική βοήθεια, να αποκτήσει νέες γνώσεις για το σεξ, να δει το θέμα υπό νέα οπτική γωνία και να περάσει στη μέση ηλικία μια καλύτερη σεξουαλική ζωή από αυτή των προηγούμενων δεκαετιών».
Πολύτιμη βοήθεια δίνει η σύγχρονη σεξοθεραπεία
« Η σεξοθεραπεία είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας, με συγκεκριμένες τεχνικές (όπως τις όρισαν οι Μάστερς και Τζόνσον) για κάθε διαταραχή», εξηγεί ο κ. Παπασταμάτης.
«Συνδυάζεται με την τεχνική μιας μεγάλης, σύγχρονης και δημοφιλούς ψυχοθεραπευτικής σχολής, της γνωσιακής- συμπεριφεριολογικής. Στόχος είναι να τροποποιήσουμε αρνητικά συναισθήματα της γυναίκας και διαστρεβλωμένες απόψεις και προσεγγίσεις της σχετικά με τον εαυτό της και το σεξ. Προσπαθούμε με τον τρόπο αυτό να κάνουμε τη γυναίκα πιο ευέλικτη και πιο προσαρμοστική στις σύγχρονες αντιλήψεις. Η θεραπεία γίνεται σε εβδομαδιαία βάση, για ένα διάστημα λίγων ή περισσοτέρων μηνών. Τα αποτελέσματα είναι πολύ καλά».
Οι επιστήμονες του Κέντρου Σεξουαλικής και Αναπαραγωγικής Υγείας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, παρουσίασαν πρόσφατα στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Σεξουαλικής Ιατρικής στη Βιέννη μια μελέτη η οποία βραβεύθηκε ως η καλύτερη κλινική εργασία στη μελέτη της γυναικείας σεξουαλικής δυσλειτουργίας για το 2006.
Υπολογίζεται γενικά ότι μία στις τρεις ενήλικες γυναίκες έχουν μια σεξουαλική δυσλειτουργία και ότι μία στις επτά γυναίκες έχει πρόβλημα οργασμού. Σκοπός της εργασίας ήταν να εκτιμήσει για πρώτη φορά εάν αυτό που ιατρικά αξιολογείται ως «γυναικείο σεξουαλικό πρόβλημα» γίνεται αντιληπτό ως πρόβλημα και από την ίδια την γυναίκα.
Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε γυναίκες 18 έως 72 ετών (κατά μέσο όρο 43 ετών), οι οποίες επισκέφθηκαν ένα δημόσιο νοσοκομείο για κάποιο άλλο πρόβλημα υγείας και τους ζητήθηκε ανώνυμα να απαντήσουν δύο ειδικά ερωτηματολόγια.
Οι 8 στις 10 δήλωσαν πως ήταν ικανοποιημένες από τη σεξουαλική τους λειτουργία, ενώ οι 2 στις 10 πως ήταν δυσαρεστημένες. Όσο πιο μεγάλης ηλικίας ήταν μια γυναίκα τόσο πιο μειωμένη ήταν η σεξουαλική της επιθυμία, πιο δύσκολα διεγειρόταν, δυσκολότερα ερχόταν σε οργασμό και φυσικά τόσο λιγότερο έμενε ικανοποιημένη από τη σεξουαλική επαφή.
Περισσότερες από τις 4 στις 10 (το 41,2%) ανέφεραν πως αντιμετώπιζαν τουλάχιστον μια σεξουαλική δυσλειτουργία. Αυτό που τις ενοχλούσε περισσότερο ήταν η μειωμένη σεξουαλική επιθυμία. Μόνο το 57,4%, όμως, θα ήθελε να συζητήσει το σεξουαλικό πρόβλημά της με έναν ειδικό επιστήμονα.
Τα δεδομένα από την οκταετή λειτουργία της ανοικτής γραμμής του Κέντρου Σεξουαλικής και Αναπαραγωγικής Υγείας, δείχνουν ότι το σεξ και η σεξουαλική υγεία είναι ταμπού για πολλές Ελληνίδες και ίσως μόνον οι νέες διεκδικούν μια καλύτερη και έγκυρη ενημέρωση γι αυτά τα ευαίσθητα θέματα. Το 40% των γυναικείων τηλεφωνημάτων στο ΚΕ.Σ.Α.Υ. προέρχεται από άτομα ηλικίας 20-29 ετών και ακολουθούν στη σειρά, οι γυναίκες ηλικίας 30-39 ετών (28%) και 40-49 ετών (14%).
Μόνο μία στις τρεις γυναίκες που επικοινώνησαν με την γραμμή του ΚΕ.Σ.Α.Υ., για να λάβουν ανώνυμα πληροφόρηση, είχαν τολμήσει να μιλήσουν με τον γιατρό τους σχετικά με τα θέματα που τις απασχολούσαν.
Όλα διορθώνονται, χειρουργικά ή φαρμακευτικά
Παθολογικά προβλήματα, που σήμερα λύνονται εύκολα, μπορεί να αποτελούν την αιτία για την κακή ή ανύπαρκτη σεξουαλική ζωή της γυναίκας.
«Τα προβλήματα αυτά είναι η ακράτεια προσπάθειας, μια κυστεοκήλη, μια ορθοκήλη, ένα συρίγγιο, χρόνιες ή ατροφικές κολπίτιδες, το αίσθημα επιτακτικής ούρησης κ.ά.», εξηγεί ο διευθυντής του Ουρολογικού Τμήματος στο Νοσοκομείο «Αμαλία Φλέμινγκ» κ. Ν. Αντωνίου. «Οι γυναίκες συχνά ντρέπονται να τα ομολογήσουν στον ερωτικό σύντροφό τους και απέχουν από τη σεξουαλική πράξη. Όλα αυτά, όμως, διορθώνονται σήμερα, με χειρουργικό ή φαρμακευτικό τρόπο».
Το πιο συχνό πρόβλημα είναι η ακράτεια προσπάθειας, που είναι αποτέλεσμα πολλών τοκετών, καισαρικής τομής, χαλάρωσης του πυελικού εδάφους κ.ά. και επιδεινώνεται με την εμμηνόπαυση. Μόνο στη Βρετανία, υπολογίζεται ότι τρία εκατομμύρια γυναίκες πάσχουν από αυτή το πρόβλημα.
«Το 8-10% των γυναικών υπολογίζουμε ότι πάσχει από κάποιας μορφής ακράτεια», επισημαίνει ο κ. Αντωνίου. «Η αντιμετώπιση είναι μόνο χειρουργική, με την τοποθέτηση των ταινιών ελευθέρας τάσεως (ΤVΤ), με μια μικρή τομή στο κολπικό τοίχωμα. Η γυναίκα μένει στο νοσοκομείο μία μόνο ημέρα».
Χειρουργικά αντιμετωπίζονται και άλλες παθήσεις, όπως η κυστεοκήλη και η ορθοκήλη, ενώ για το αίσθημα επιτακτικής ούρησης συνιστώνται αντιχοληνεργικά φάρμακα. Τα νέα φάρμακα μπορεί μάλιστα να τοποθετούνται από τη γυναίκα με ένθετα αυτοκόλλητα στο κοιλιακό τοίχωμα.
«Παράλληλα, συνιστούμε στις γυναίκες ασκήσεις πυελικού εδάφους», λέει ο κ. Αντωνίου. «Ο γιατρός, πάντως, που εξετάζει το σεξουαλικό πρόβλημα μιας γυναίκας, πρέπει να ζητά οπωσδήποτε έναν πλήρη γυναικολογικό και ουρολογικό έλεγχο».
Βιάγκρα και ορμονοθεραπεία
Το βιάγκρα και τα άλλα δύο φάρμακα της ίδιας κατηγορίας (το σιάλις και το λεβίτρα) δεν συνιστώνται προς το παρόν και για τις γυναίκες, παρά τις κατά καιρούς σχετικές συζητήσεις.
«Η λήψη του βιάγκρα και των παρόμοιων φαρμάκων για τις γυναίκες έχει συζητηθεί, γιατί τα φάρμακα αυτά αυξάνουν την αιμάτωση της περιοχής των οργάνων αναπαραγωγής και προκαλούν διάταση των αγγείων», λέει ο καθηγητής κ. Γιάννης Μεσσήνης. «Δεν έχει αποδειχθεί, όμως, η ωφέλειά τους για τις γυναίκες, όπως για τους άνδρες».
Όσο για την πολυσυζητημένη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης μετά την εμμηνόπαυση, αυτή μπορεί να βοηθήσει εμμέσως τη σεξουαλική λειτουργία των γυναικών, συνυπολογίζοντας βέβαια κανείς τους ενδεχόμενους κινδύνους από τη λήψη της.
«Η ορμονοθεραπεία βελτιώνει τις μεταβολές που συντελούνται στην περιοχή των γεννητικών οργάνων μετά την εμμηνόπαυση και αντιμετωπίζει τυχόν εξάψεις, αϋπνίες και άλλα μετεμμηνοπαυσιακά συμπτώματα», εξηγεί ο καθηγητής. «Έτσι, η γυναίκα νιώθει γενικά καλύτερα και έχει μεγαλύτερη διάθεση για σεξ».
Ο γυναικολόγος θα πρέπει να εξετάσει τη γυναίκα και να μιλήσει μαζί της. «Εάν διαπιστώσει ότι το κύριο πρόβλημα είναι το ορμονικό, θα της συστήσει τοπικά οιστρογόνα», λέει ο κ. Μεσσσήνης. «Εάν συνυπάρχουν αγγειοκινητικά συμπτώματα από τη μείωση των οιστρογόνων, πιθανώς να συστήσει στη γυναίκα ορμονοθεραπεία υποκατάστασης για τα πρώτα δύο-τρία χρόνια, ύστερα από συνεκτίμηση του οικογενειακού ιστορικού της και της συνολικής υγείας της».
Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι πρόσφατη μελέτη έδειξε στο περιοδικό της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας, έδειξε ότι η ορμονοθεραπεία στις γυναίκες γύρω στην ηλικία των 50 χρόνων ενέχει μικρότερο κίνδυνο για καρδιακό έμφραγμα σε σχέση με τις μεγαλύτερες γυναίκες. «Είναι ένα θέμα που πρέπει ακόμα να μελετηθεί», σχολιάζει ο κ. Μεσσήνης.
Δημοσίευση σχολίου