Την περασμένη Κυριακή τα επιτελεία των τηλεοπτικών σταθμών είχαν μια πολύ δυσάρεστη εμπειρία. Στήριζαν τη μετάδοση των εκλογικών αποτελεσμάτων στην αξιοπιστία των exit polls και υπέθεταν ότι έγκυρα και έγκαιρα θα προσέγγιζαν τις τάσεις των ψηφοφόρων. Από νωρίς όμως ένιωσαν ότι κάτι δεν πάει καλά.
Τα αποτελέσματα που ελάμβαναν δεν ταίριαζαν με τις παραστάσεις που είχαν για το μέγεθος της αποχής και την κατανομή των ψήφων. Με κρύα καρδιά λοιπόν μετέδωσαν στις 7 το απόγευμα της Κυριακής τις προγνώσεις των exit polls, για να μετανιώσουν σε ελάχιστο χρόνο και να αναθεωρήσουν τις εκτιμήσεις τους μόλις άρχισαν να λαμβάνουν επίσημα αποτελέσματα από το υπουργείο Εσωτερικών.
Τα exit polls δεν προσέγγισαν τη διαφορά ανάμεσα στα κόμματα εξουσίας, έχασαν την αποχή, υπερτίμησαν τους Οικολόγους και υποεκτίμησαν τα λοιπά κόμματα, μη ανιχνεύοντας τις τάσεις αμφισβήτησης. Τι άραγε συνέβη και οι εταιρείες δημοσκοπήσεων απέτυχαν; Τι αλλοίωσε την κρίση τους, τι δεν μέτρησαν σωστά, ποια στοιχεία αγνόησαν; Εχουν άραγε οι έρευνες πρόβλημα μεθοδολογικό ή άλλα πιο ταπεινά και ανθρώπινα καταδιώκουν τους δημοσκόπους;......
Οσοι έχουν σχετική εμπειρία σημειώνουν ότι η αποχή δεν ήταν απρόβλεπτη. Στις ευρωεκλογές του 2004 είχε φθάσει το 37%. Η εφετινή ήταν μόλις 10 μονάδες υψηλότερη και αναμενόμενη υπό την προφανή επίδραση της αργίας του Αγίου Πνεύματος και του θερινού καύσωνος. Επιπλέον όλες οι εταιρείες είχαν στη διάθεσή τους ποιοτικές έρευνες, οι οποίες κατέγραφαν τη δυσφορία, την απογοήτευση, τη δυσπιστία και τον θυμό του εκλογικού σώματος. Τα αισθήματα αυτά επιμερίζονταν σε όλα τα κόμματα και κατεδείκνυαν τις τάσεις αμφισβήτησης.
Ακόμη, εδώ και δύο χρόνια έχει καταγραφεί και από ποσοτικές έρευνες ότι στις ηλικίες μεταξύ 18 και 44 ετών επικρατεί ακριβώς αυτή η διάθεση.
Είναι κοινό μυστικό ότι αυτές οι καταγεγραμμένες τάσεις αποτελούν κοινό τόπο. Στις εμπορικές έρευνες, για παραγωγούς και πωλητές, οι ίδιες εταιρείες συμβουλεύουν με γνώμονα την κάμψη των συλλογικών επιλογών και την επικράτηση των ατομικών. Περιγράφουν άτομα που διεκδικούν το κέρδος και το όφελος, που απαιτούν λύσεις «εδώ και τώρα», διεκδικούν ανάληψη ευθύνης από τους υπευθύνους και αναμένουν από τις επιχειρήσεις πράξεις κοινωνικής εταιρικής ευθύνης.
Βάσει των παραπάνω επιβεβαιωμένων τάσεων έχουν σχεδιασθεί επιτυχώς προϊόντα, έχουν αναπτυχθεί υπηρεσίες και ολοκληρωμένες στρατηγικές προώθησης και επικοινωνίας. Ευλόγως λοιπόν τίθεται το ερώτημα: Πώς στην ιδιωτική επιχειρηματική έρευνα η πραγματικότητα αποκαλύπτεται και δεν συμβαίνει το ίδιο με την πολιτική έρευνα; Προφανέστατα, όταν υπηρετούν απαιτητικούς πελάτες, κάνουν τα αδύνατα δυνατά ώστε να είναι ακριβείς και σίγουροι.
Στην περίπτωση των πολιτικών ερευνών μάλλον η σχέση δεν είναι καθαρή, ούτε ανεξάρτητη. Οι δεσμοί αλλοιώνουν την κρίση και η έρευνα χάνεται στη σχέση με το κόμμα ή το μέσο. Και έτσι η επιστήμη αντί να υπηρετεί την πρόβλεψη μπερδεύεται με την προπαγάνδα και αποδίδει αναξιόπιστα αποτελέσματα σαν και αυτά της περασμένης Κυριακής.
Δημοσίευση σχολίου