DIESEN GLENN
Η κάλυψη των ρωσικών εκλογών από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης είναι κακή. Αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν ακόμα χειρότερα από το συνηθισμένο. Αντί να επικρίνουμε την εν λόγω ανικανότητα, είναι πιο εποικοδομητικό να διερευνήσουμε γιατί οι ορθολογικές συζητήσεις για τη Ρωσία συνεχίζουν να φαίνονται αδύνατες για να μην αναφέρουμε τις τρομερές συνέπειες της συνεχιζόμενης αυταπάτης.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνουμε στην κοινωνιολογία είναι ότι οι άνθρωποι βρίσκονται σε μια συνεχή μάχη μεταξύ ενστίκτων και λογικής. Εδώ και δεκάδες χιλιάδες χρόνια, έχουμε αναπτύξει το ένστικτο να οργανωνόμαστε σε ομάδες ως πηγή ασφάλειας. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της εξελικτικής βιολογίας, καθώς η επιβίωση απαιτεί να οργανώνουμε το “εμείς” έναντι του “αυτοί”. Η πίστη εντός της ομάδας επαυξάνεται με την ανάθεση αντιτιθέμενων ταυτοτήτων του ενάρετου “εμείς” έναντι του κακού “άλλου”, κάτι που βοηθάει στο να σταματήσει ένα άτομο να απομακρυνθεί πολύ από την αγέλη.
Ωστόσο, τα ανθρώπινα όντα διαθέτουν επίσης λογική και επομένως την ικανότητα να αξιολογούν την αντικειμενική πραγματικότητα ανεξάρτητα από τον άμεσο κύκλο τους. Στις διεθνείς σχέσεις είναι επιτακτική ανάγκη να μπεις στη θέση του αντιπάλου. Ο ορθολογισμός που απαιτείται για να δούμε τον κόσμο μέσα από την προοπτική του “άλλου” είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη αμοιβαίας κατανόησης, για τη μείωση των εντάσεων και την επιδίωξη μιας λειτουργικής ειρήνης.
Κάθε επιτυχημένη ειρηνευτική διαδικασία και συμφιλίωση στην ιστορία –από τη Βόρεια Ιρλανδία έως τις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική– βασίζεται σε αυτό. Αναμένουμε από τους δημοσιογράφους να είναι αντικειμενικοί στην αναφορά της πραγματικότητας, η οποία είναι πολύ σημαντική ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια ενός πολέμου. Αλλά αυτό φαίνεται να είναι σχεδόν αδύνατο. Όταν τα ανθρώπινα όντα βιώνουν εξωτερικές απειλές, τα ένστικτα της αγέλης ενεργοποιούνται, καθώς η κοινωνία απαιτεί ομαδική πίστη και τιμωρία αυτών που παρεκκλίνουν. Η πολιτική υπακοή που απαιτείται κατά τη διάρκεια ενός πολέμου συνήθως έχει ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της ελευθερίας του λόγου, του ρόλου της δημοσιογραφίας και της δημοκρατίας.
Γιατί οι Ρώσοι ψήφισαν Πούτιν
Πώς μπορούμε να κατανοήσουμε τους λόγους που ο πρόεδρος Πούτιν έχει τεράστια δημοτικότητα και επέτυχε συντριπτική νίκη; Αν χρησιμοποιήσουμε τη λογική μας και αντισταθούμε στα ένστικτα της αγέλης, δεν θα είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τη δημοτικότητα του Πούτιν. Ενώ η δεκαετία του 1990 ήταν μια χρυσή περίοδος για τη Δύση, ήταν ένας εφιάλτης για τους Ρώσους. Η οικονομία κατέρρευσε και η κοινωνία διαλύθηκε με πραγματικά φρικτές συνέπειες. Η ασφάλεια της χώρας κατέρρευσε επίσης, καθώς η επέκταση του ΝΑΤΟ σήμαινε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να συμφωνηθεί μια ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας χωρίς αποκλεισμούς.
Αυτό είχε σκιαγραφηθεί στη Χάρτα του Παρισιού για μια Νέα Ευρώπη το 1990 και στα ιδρυτικά έγγραφα του ΟΑΣΕ. Μια αποδυναμωμένη Ρωσία σήμαινε ότι τα συμφέροντά της θα μπορούσαν να αγνοηθούν. Έτσι, το ΝΑΤΟ μπόρεσε να εισβάλει στη σύμμαχο της Μόσχας Γιουγκοσλαβία, παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο. Όταν ο Πούτιν ανέλαβε την προεδρία στις 31 Δεκεμβρίου 1999, ήταν συνηθισμένο στη Δύση να προβλέπουν ότι η μοίρα της Ρωσίας θα ήταν ίδια με τη μοίρα της Σοβιετικής Ένωσης, δηλαδή η κατάρρευση.
Ωστόσο, η Ρωσία έχει γίνει η μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη με πραγματικούς όρους, η κοινωνία της έχει επουλώσει τις πληγές της από την καταστροφική δεκαετία του 1990, η στρατιωτική της ισχύς έχει αποκατασταθεί και νέοι διεθνείς εταίροι έχουν βρεθεί, όπως αποδεικνύεται από το αυξανόμενο ρόλο των BRICS. Επιπλέον, οι περισσότεροι Ρώσοι πιστεύουν ότι δεν είναι καλή ιδέα να υπάρχουν αναταραχές στην ηγεσία εν μέσω ενός πολέμου μέσω αντιπροσώπων ΝΑΤΟ-Ρωσίας στην Ουκρανία, ο οποίος θεωρείται υπαρξιακή απειλή.
Μιλώντας για τις ΗΠΑ, ο αείμνηστος Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο οποίος ήταν εξαιρετικά δημοφιλής εκεί, δεν απέφυγε να επικρίνει τον Πούτιν. Ωστόσο, υποστήριξε ότι ο Πούτιν «έσωσε τη Ρωσία από την αρχή μιας κατάρρευσης». Σήμερα, οποιοσδήποτε δυτικός δημοσιογράφος που θα επαναλάμβανε αυτό θα χαρακτηριζόταν αμέσως σαν “πουτινιστής”, υπονοώντας προδοσία του “εμείς” (Δύση). Οι δυτικοί δημοσιογράφοι δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τα τεράστια επιτεύγματα της Ρωσίας από το 1999, καθώς αυτό θα μπορούσε να ερμηνευθεί σαν “παραχώρηση” νομιμότητας και σαν σηματοδότηση υποστήριξης των “κακών”.
Η κάλυψη των ρωσικών εκλογών από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης είναι κακή. Αλλά αυτή τη φορά τα πράγματα ήταν ακόμα χειρότερα από το συνηθισμένο. Αντί να επικρίνουμε την εν λόγω ανικανότητα, είναι πιο εποικοδομητικό να διερευνήσουμε γιατί οι ορθολογικές συζητήσεις για τη Ρωσία συνεχίζουν να φαίνονται αδύνατες για να μην αναφέρουμε τις τρομερές συνέπειες της συνεχιζόμενης αυταπάτης.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που μαθαίνουμε στην κοινωνιολογία είναι ότι οι άνθρωποι βρίσκονται σε μια συνεχή μάχη μεταξύ ενστίκτων και λογικής. Εδώ και δεκάδες χιλιάδες χρόνια, έχουμε αναπτύξει το ένστικτο να οργανωνόμαστε σε ομάδες ως πηγή ασφάλειας. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της εξελικτικής βιολογίας, καθώς η επιβίωση απαιτεί να οργανώνουμε το “εμείς” έναντι του “αυτοί”. Η πίστη εντός της ομάδας επαυξάνεται με την ανάθεση αντιτιθέμενων ταυτοτήτων του ενάρετου “εμείς” έναντι του κακού “άλλου”, κάτι που βοηθάει στο να σταματήσει ένα άτομο να απομακρυνθεί πολύ από την αγέλη.
Ωστόσο, τα ανθρώπινα όντα διαθέτουν επίσης λογική και επομένως την ικανότητα να αξιολογούν την αντικειμενική πραγματικότητα ανεξάρτητα από τον άμεσο κύκλο τους. Στις διεθνείς σχέσεις είναι επιτακτική ανάγκη να μπεις στη θέση του αντιπάλου. Ο ορθολογισμός που απαιτείται για να δούμε τον κόσμο μέσα από την προοπτική του “άλλου” είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη αμοιβαίας κατανόησης, για τη μείωση των εντάσεων και την επιδίωξη μιας λειτουργικής ειρήνης.
Κάθε επιτυχημένη ειρηνευτική διαδικασία και συμφιλίωση στην ιστορία –από τη Βόρεια Ιρλανδία έως τις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική– βασίζεται σε αυτό. Αναμένουμε από τους δημοσιογράφους να είναι αντικειμενικοί στην αναφορά της πραγματικότητας, η οποία είναι πολύ σημαντική ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια ενός πολέμου. Αλλά αυτό φαίνεται να είναι σχεδόν αδύνατο. Όταν τα ανθρώπινα όντα βιώνουν εξωτερικές απειλές, τα ένστικτα της αγέλης ενεργοποιούνται, καθώς η κοινωνία απαιτεί ομαδική πίστη και τιμωρία αυτών που παρεκκλίνουν. Η πολιτική υπακοή που απαιτείται κατά τη διάρκεια ενός πολέμου συνήθως έχει ως αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της ελευθερίας του λόγου, του ρόλου της δημοσιογραφίας και της δημοκρατίας.
Γιατί οι Ρώσοι ψήφισαν Πούτιν
Πώς μπορούμε να κατανοήσουμε τους λόγους που ο πρόεδρος Πούτιν έχει τεράστια δημοτικότητα και επέτυχε συντριπτική νίκη; Αν χρησιμοποιήσουμε τη λογική μας και αντισταθούμε στα ένστικτα της αγέλης, δεν θα είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τη δημοτικότητα του Πούτιν. Ενώ η δεκαετία του 1990 ήταν μια χρυσή περίοδος για τη Δύση, ήταν ένας εφιάλτης για τους Ρώσους. Η οικονομία κατέρρευσε και η κοινωνία διαλύθηκε με πραγματικά φρικτές συνέπειες. Η ασφάλεια της χώρας κατέρρευσε επίσης, καθώς η επέκταση του ΝΑΤΟ σήμαινε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να συμφωνηθεί μια ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας χωρίς αποκλεισμούς.
Αυτό είχε σκιαγραφηθεί στη Χάρτα του Παρισιού για μια Νέα Ευρώπη το 1990 και στα ιδρυτικά έγγραφα του ΟΑΣΕ. Μια αποδυναμωμένη Ρωσία σήμαινε ότι τα συμφέροντά της θα μπορούσαν να αγνοηθούν. Έτσι, το ΝΑΤΟ μπόρεσε να εισβάλει στη σύμμαχο της Μόσχας Γιουγκοσλαβία, παραβιάζοντας το διεθνές δίκαιο. Όταν ο Πούτιν ανέλαβε την προεδρία στις 31 Δεκεμβρίου 1999, ήταν συνηθισμένο στη Δύση να προβλέπουν ότι η μοίρα της Ρωσίας θα ήταν ίδια με τη μοίρα της Σοβιετικής Ένωσης, δηλαδή η κατάρρευση.
Ωστόσο, η Ρωσία έχει γίνει η μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρώπη με πραγματικούς όρους, η κοινωνία της έχει επουλώσει τις πληγές της από την καταστροφική δεκαετία του 1990, η στρατιωτική της ισχύς έχει αποκατασταθεί και νέοι διεθνείς εταίροι έχουν βρεθεί, όπως αποδεικνύεται από το αυξανόμενο ρόλο των BRICS. Επιπλέον, οι περισσότεροι Ρώσοι πιστεύουν ότι δεν είναι καλή ιδέα να υπάρχουν αναταραχές στην ηγεσία εν μέσω ενός πολέμου μέσω αντιπροσώπων ΝΑΤΟ-Ρωσίας στην Ουκρανία, ο οποίος θεωρείται υπαρξιακή απειλή.
Μιλώντας για τις ΗΠΑ, ο αείμνηστος Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, ο οποίος ήταν εξαιρετικά δημοφιλής εκεί, δεν απέφυγε να επικρίνει τον Πούτιν. Ωστόσο, υποστήριξε ότι ο Πούτιν «έσωσε τη Ρωσία από την αρχή μιας κατάρρευσης». Σήμερα, οποιοσδήποτε δυτικός δημοσιογράφος που θα επαναλάμβανε αυτό θα χαρακτηριζόταν αμέσως σαν “πουτινιστής”, υπονοώντας προδοσία του “εμείς” (Δύση). Οι δυτικοί δημοσιογράφοι δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τα τεράστια επιτεύγματα της Ρωσίας από το 1999, καθώς αυτό θα μπορούσε να ερμηνευθεί σαν “παραχώρηση” νομιμότητας και σαν σηματοδότηση υποστήριξης των “κακών”.
Το τίμημα της αυταπάτης
Τα επιχειρήματα δεν κρίνονται από το βαθμό που αντικατοπτρίζουν μια αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά αξιολογούνται από το εάν φαίνεται ότι εκφράζουν την υποστήριξη ή την καταδίκη της Ρωσίας. Η συμμόρφωση σε μια αφήγηση σηματοδοτεί την πίστη εντός της ομάδας. Η επιθυμία να στερηθεί η νομιμότητα από τους αντιπάλους περιορίζει αυτό που επιτρέπεται να συζητηθεί.
Η αναγνώριση των επιτευγμάτων του Πούτιν τα τελευταία 25 χρόνια από έναν δυτικό αντιμετωπίζεται (στη Δύση) ως έκφραση υποστήριξης προς αυτόν, κάτι που ισοδυναμεί με “προδοσία”. Εν τω μεταξύ, οι δημοσιογράφοι σχεδόν ποτέ δεν συζητούν τις ανησυχίες της Ρωσίας για την ασφάλειά της και τον βαθμό στον οποίο μπορούν να εναρμονιστούν τα ανταγωνιστικά συμφέροντα. Αντίθετα, οι ρωσικές πολιτικές μεταφέρονται με αναφορά σε υποτιμητικές περιγραφές του χαρακτήρα του Πούτιν.
Όπως και σε άλλους πολέμους, οι συγκρούσεις εξηγούνται από την παρουσία ενός κακού ανθρώπου που αν μπορούσαμε να τον κάνουμε να φύγει, τότε η φυσική τάξη της ειρήνης θα αποκαθίστατο! Ο Πούτιν –υποστηρίζει η δυτική αφήγηση– είναι η πιο πρόσφατη μετενσάρκωση του Χίτλερ και ζούμε συνεχώς στη δεκαετία του 1940 όπου ένας αντίπαλος πρέπει να νικηθεί και όχι να κατευναστεί.
Πώς μπορούν τότε οι δημοσιογράφοι να εξηγήσουν στο ακροατήριό τους τη δημοτικότητα του Πούτιν, όταν δεν επιτρέπεται να δουν οτιδήποτε θετικό στον Ρώσο πρόεδρο; Ανίκανοι να ζήσουν στην πραγματικότητα και ανίκανοι να μπουν στη θέση του αντιπάλου, πώς υποτίθεται ότι έχουμε λογική ανάλυση; Όπως πάντα προειδοποιούσα τους φοιτητές μου στις διεθνείς σχέσεις: «Μην μισείτε τους αντιπάλους σας, το μίσος παράγει κακή και επικίνδυνη ανάλυση»!
Η αυταπάτη και το τίμημα
Το να κάνεις την αυταπάτη ενάρετη έχει υψηλό τίμημα. Πώς μπορεί η Δύση να επιδιώξει διπλωματικές λύσεις και να συνεργαστεί με τον Πούτιν όταν τον παρουσιάζει σαν ενσάρκωση του κακού και σαν παράνομο ηγέτη; Ακόμη και η εξήγηση των ρωσικών πολιτικών καταδικάζεται σαν νομιμοποίησή τους! Με άλλα λόγια, θεωρείται προπαγάνδα στην οποία δεν πρέπει να δοθεί χώρος! Οι άνθρωποι συμμορφώνονται με το σχήμα του “καλού” εναντίον του “κακού”, καθώς αισθάνονται ότι είναι ενάρετο και πατριωτικό να σηματοδοτούν ότι υποστηρίζουν την φίλια ομάδα και να μισούν την αντίπαλη. Πώς, όμως, μπορούμε να προωθήσουμε τα συμφέροντά μας, όταν έχουμε δεσμευτεί στην αυταπάτη και έχουμε αποκλείσει την πραγματικότητα από την ανάλυσή μας;
Προσπαθώ να εξηγήσω εδώ και δύο χρόνια γιατί οι κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας ήταν εξαρχής καταδικασμένες να αποτύχουν και γιατί η Ρωσία θα κερδίσει τον πόλεμο. Και η απάντηση που έπαιρνα ήταν ότι τα όσα εξηγούσα ήταν ρωσική προπαγάνδα, ότι υπονομεύουν την υποστήριξη στις κυρώσεις και αμφισβητούν το αφήγημα της επικείμενης ουκρανικής νίκης. Καταραμένη η πραγματικότητα!
Η αγνόησή της, όμως, έχει ως αποτέλεσμα μια στρεβλή εικόνα της Ρωσίας, η οποία αναμενόμενα οδηγεί σε λανθασμένους υπολογισμούς και σε λανθασμένες πολιτικές εκ μέρους της Δύσης. Όταν θεωρούσαν τη Ρωσία σαν «πρατήριο καυσίμων μεταμφιεσμένο σε χώρα» τους ήταν αδιανόητο ότι μπορούσε να νικήσει τις πιο δρακόντειες κυρώσεις της Δύσης και να δει την οικονομία της όχι μόνο να επιβιώνει, αλλά με ορισμένα μέτρα ακόμη και να ευδοκιμεί. Πώς να εξηγήσουν το γεγονός ότι οι Ρώσοι ενώνονται κάτω από μια υπαρξιακή απειλή, όταν δεν μπορούν να αναγνωρίσουν τον ρόλο που διαδραμάτισε το ΝΑΤΟ σ’ αυτό;
Ο Sigmund Freud διερεύνησε τον βαθμό στον οποίο η ενστικτώδης ομαδική ψυχολογία θα μπορούσε να μειώσει τον ορθολογισμό του ατόμου. Οι ιδέες του Φρόιντ αναπτύχθηκαν περαιτέρω από τον ανιψιό του, Έντουαρντ Μπερνέις, ο οποίος έγινε ο πατέρας της σύγχρονης πολιτικής προπαγάνδας. Πάνω από έναν αιώνα πριν, ο Walter Lippman ομιλούσε για την ομαδική ψυχολογία ως βάση για προπαγάνδα. Η υποχώρηση στο ένστικτο της θεώρησης της σύγκρουσης ως πάλης μεταξύ του ενάρετου «εμείς» εναντίον του κακού “άλλου” συνεπάγεται το αφήγημα ότι η ειρήνη απαιτεί να νικήσει τον αντίπαλο, ενώ μια εφαρμόσιμη λύση ισοδυναμεί με κατευνασμό. Τί εξηγεί καλύτερα την τρέχουσα αποτυχία της ορθολογικής ανάλυσης και την επακόλουθη κατάρρευση της διπλωματίας;
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου