GuidePedia

0

Στον Παλαιστινιακό η στάση της Ελλάδας οφείλει να καθοριστεί από το εθνικό συμφέρον στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου.

ΔΡΟΣΟΣ ΔΙΟΝΥΣΗΣ
Όταν μιλάμε για συλλογικές οντότητες, η προσέγγιση δια της ενσυναίσθησης που σκιαγραφήσαμε σε προηγούμενο κείμενο μας για το Παλαιστινιακό, και η οποία έχει σχεδιαστεί για φυσικά πρόσωπα, αλλοιώνεται πολλαπλώς. Μια σημαντική διαφορά είναι ότι κάθε συλλογικότητα εκφράζεται μεν ως μονάδα μέσω της πολιτικής αρχής της, όμως στο εσωτερικό της κινούνται αντιτασσόμενες δυνάμεις, ο συσχετισμός των οποίων είναι μεταβλητός και σταθεροποιείται κατά διαστήματα σε κυρίαρχες αποκρυσταλλώσεις μικρότερης ή μεγαλύτερης διάρκειας. Δεν υφίσταται συνεπώς μια ενιαία ηθική συνείδηση.

Το ίδιο συμβαίνει και με τον παρατηρητή, η θέση του οποίου –κυρίως αν βρίσκεται εγγύς– είναι περιορισμένης ή μηδενικής αμεροληψίας και ανά πάσα στιγμή μπορεί να μετατραπεί σε θέση ενεργού μετόχου στα τεκταινόμενα. Διατηρείται, πάντως, η προϋπόθεση της ισότητας δρώντων και παρατηρητή, ώστε η στάση του τελευταίου να στερείται εγκυρότητας και αυτοτέλειας, εάν είναι στάση υποτελούς. Για τον λόγο αυτό, η δική μας κρίση για ό,τι συμβαίνει στην εγγύτατη Παλαιστίνη, συναρτάται κατ’ ανάγκην με την αντίληψη που έχουμε για το εθνικό μας συμφέρον.

Οι Έλληνες πολίτες, όπως κάνουν συνήθως, ταυτίστηκαν με μεγάλη ευκολία και υπερβάλλον πάθος –ως μη όφειλαν– με τη μία ή την άλλη πλευρά. Ακούγονται και γράφονται υπερβολές εκατέρωθεν με έντονη συναισθηματική φόρτιση και ηθικολογικό οίστρο. Μερικές φορές εντυπωσιάζει το πάθος αυτό, όταν μάλιστα συγκρίνεται με την πλήρη αδιαφορία για την εθνοκάθαρση που συντελείται από το Αζερμπαϊτζάν εναντίον των Αρμενίων, αλλά και την επονείδιστη λήθη της εισβολής και κατοχής της βόρειας Κύπρου. Είναι οξύμωρο να θεωρούν ορισμένοι τον πατριωτισμό ως επιλήψιμο και συγχρόνως να παθιάζονται υπέρ του πατριωτισμού τρίτων.

Πέρα από τις συναισθηματικές μας προσηλώσεις, οφείλουμε να μετρήσουμε τη στάση μας στο Παλαιστινιακό, με γνώμονα το εθνικό μας συμφέρον και να μην θεωρήσουμε εαυτούς άνευ όρων δεσμευμένους με καμία από τις δύο πλευρές των αντιμαχομένων, οι οποίες συγκρούονται –μην ξεχνάμε– για τα δικά τους συμφέροντα και μάλιστα σύμφωνα με τον τρόπο που τα αντιλαμβάνονται οι ηγεσίες τους σήμερα κι όχι για αφηρημένα οικουμενικά ιδεώδη. Στη στάση μας λοιπόν (η Ελλάδα ως συντεταγμένη Πολιτεία) έναντι των εμπολέμων δεν είμαστε αμερόληπτοι: πρώτα η πατρίδα μας.

Ελλάδα και Παλαιστινιακό

Η Χαμάς που ηγείται των Παλαιστινίων της Γάζας (όχι όλων των Παλαιστινίων) δεν απειλεί άμεσα τη χώρα μας, αλλά δεν μπορεί κατ’ ουδένα τρόπο να θεωρηθεί φιλική προς την Ελλάδα δύναμη. Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι (παρακλάδι τους είναι η Χαμάς) και το κόμμα του Ερντογάν συνδέονται με βαθείς ιδεολογικούς, θρησκευτικούς και πολιτικούς-στρατιωτικούς δεσμούς. Αναγνώρισαν το τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος, πανηγύρισαν την μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί, την οποία ο Ερντογάν προπαγάνδισε ως προοίμιο της “απελευθέρωσης” του Αλ Άκσα.

Ως κράτος η Ελλάδα δεν μπορεί και δεν νοείται να είναι σύμμαχος μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, έστω κι αν αυτή εκφράζει μεγάλο μέρος ενός λαού προς τον οποίο υπάρχουν φιλικές παραδόσεις και κατανόηση για τα δίκαιά του. Βεβαίως οι κατακτητές ονομάζουν “τρομοκρατικές” όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις, αλλά η Χαμάς είναι όντως τρομοκρατική οργάνωση, όπως άλλωστε και οι ισραηλινές οργανώσεις Ιργκούν και Στερν Γκανγκ, που έκαναν το 1948 στο αραβικό χωριό Ντέιρ Γιασίν, ό,τι έκανε η Χαμάς στα κιμπούτζ τον περασμένο Οκτώβριο.

Η χώρα μας, έχει κάθε λόγο να στηρίζει το δικαίωμα του παλαιστινιακού λαού να αποκτήσει δικό του ανεξάρτητο κράτος. Δεν πρέπει για τον λόγο αυτό, όμως, να παράσχει καμία στήριξη στη Χαμάς. προσέχοντας ωστόσο να μην την μεταστρέψει από μη φίλο σε ενεργό εχθρό. Τουλάχιστον για τέσσερεις λόγους:Ο φονταμενταλιστικός θρησκευτικός της χαρακτήρας την καθιστά ακατάλληλη για οποιαδήποτε συνδιαλλαγή και πολιτική διαπραγμάτευση.
  • Η συστηματική θυματοποίηση και μαρτυροποίηση του λαού της.
  • Η καταστατική άρνησή της να αναγνωρίσει το κράτος του Ισραήλ.
  • Η ενίσχυση του ηγεμονικού ρόλου που διεκδικεί η νεοοθωμανική Τουρκία στον ισλαμικό κόσμο, στον βαθμό που η ισχύς της οργάνωσης εδραιώνεται.
  • Οι γεωπολιτικές σταθερές στο Παλαιστινιακό
Από την άλλη πλευρά, η Ελλάδα έχει πολλούς γεωστρατηγικούς λόγους να υποστηρίζει ένα ισχυρό κράτος του Ισραήλ και να επιθυμεί ειλικρινά την επίλυση του προβλήματος και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή: γι’ αυτό και ορθά τάσσεται υπέρ της λύσης των δύο κρατών στο Παλαιστινιακό. Πρέπει ασφαλώς να διαλυθεί η ψευδαίσθηση πως έχουμε κάποια συμμαχία με το Ισραήλ, το οποίο, ως κράτος, με ανύπαρκτο στρατηγικό βάθος, δεν μπορεί, δεν θέλει και δεν πρέπει (για τους δικούς του λόγους) να εμπλακεί σε καμία σύρραξη εκτός της περιοχής του. Συνεπώς ποτέ δεν πρόκειται να συμπολεμήσει μαζί μας. Εν τούτοις, είναι σημαντικό για εμάς να συνεχίσουμε και να αναπτύξουμε την απαραίτητη για εμάς συνεργασία μαζί του, σε επίπεδο πληροφοριών, εξοπλισμών και σύγχρονης πολεμικής τεχνολογίας.

Κυρίως έχουμε κάθε λόγο να παρεμβαλλόμαστε στη σχέση του με την Τουρκία. Οι σχέσεις του Ισραήλ με την Τουρκία πολύ απέχουν από το να έχουν κλείσει. Παρά τη δυσαρέσκεια με την στάση του Ερντογάν υπέρ της Χαμάς και το μποϋκοτάζ τουρκικών προϊόντων, οι σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας δεν έχουν οριστικά διαρραγεί. Παρατηρεί κανείς την προσεκτική διατύπωση άρθρων σε σοβαρές εφημερίδες του Ισραήλ σχετικά με το θέμα, όπου επιδεικνύεται “κατανόηση” και υπομονή για τη στάση του Ερντογάν, του οποίου η στάση ερμηνεύεται ως φραστική υποστήριξη προς τους ισλαμιστές ώστε να κερδίσει την επαύριο του πολέμου, μια προνομιακή θέση επιδιαιτητή στο νέο γεωστρατηγικό τοπίο που έχει διαμορφωθεί, ως “προστάτις” δύναμη του Ισλάμ.

Εξάλλου, οι σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας έχουν πλούσιο παρελθόν και αρκετά σκοτεινά για την Ελλάδα σημεία, που αφορούν και την εισβολή-κατοχή της Κύπρου. Ακόμα και σήμερα υπάρχει το θέμα των Ισραηλινών που έχουν επενδύσει στην Βόρεια Κύπρο, εκμεταλλευόμενοι την καταπάτηση ελληνικών περιουσιών. Εντυπωσιάζει η ηπιότητα με την οποία αντιμετωπίζει το Ισραήλ την “επίθεση” του Ερντογάν, κυρίως αν την συγκρίνουμε με την οξύτητα και σκαιότητα με την οποία η κυβέρνηση Νετανιάχου αντιμετώπισε τον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ, για πολύ πιο μετριοπαθή και αυτονόητα σχόλια που έκανε.

Η φιλία, λοιπόν, στη βάση του αμοιβαίου συμφέροντος επιβάλλει μια κριτική υποστήριξη που θα αποκλείει την δική μας πολεμική ανάμειξη και θα συνοδεύεται από την άσκηση πιέσεων για ανακωχή και κυρίως για αποκλεισμό της επέκτασης του πολέμου. Η κυβέρνηση Νετανιάχου, μέσα στον τυχοδιωκτισμό της, θα επιθυμούσε πιθανότατα την όξυνση της κατάστασης και την εμπλοκή των ΗΠΑ και των συμμάχων τους σε πόλεμο κατά του Ιράν, που είναι ο κύριος εχθρός του Ισραήλ.

Αυτό θα πρέπει να αποτραπεί οπωσδήποτε διότι θα σήμαινε γενικότερη ανάφλεξη με απρόβλεπτες και σίγουρα καταστροφικές συνέπειες. Επίσης, δεν θα πρέπει η Ελλάδα να δείξει προθυμία στην ενδεχόμενη πρόταση να “δεχθεί” στο έδαφός της ξεριζωμένους Παλαιστινίους. Το “σχέδιο μαζικής μετακίνησης” των κατοίκων της Γάζας από τις πατρογονικές εστίες τους εμπίπτει στην κατηγορία του εγκλήματος πολέμου και δεν θα πρέπει η χώρα μας να το διευκολύνει, οξύνοντας μάλιστα το μεγάλο πρόβλημα που ήδη έχει με την εξ ανατολών μετανάστευση.

Αντιθέτως, εκμεταλλευόμενη την παραδοσιακά καλή σχέση με τον Αραβικό Κόσμο και το Ιράν και την καλή σχέση με το Ισραήλ τα τελευταία χρόνια, θα πρέπει να εμφανιστεί με θετικές προτάσεις διαμεσολάβησης. Επίσης θα πρέπει να είναι προσεκτική η Ελλάδα, να μην προβεί σε καμία εχθρική ενέργεια κατά του Ιράν, καθώς δεν έχει κανέναν δικό της λόγο να το κάνει εχθρό. Κάθε άλλο μάλιστα…

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top