Η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, γράφουν οι εφημερίδες, έχει αποφασίσει να συγκρουστεί με αυτό που αποκαλεί ως “μέτωπο του λαϊκισμού” που εκφράζει την αποκαλούμενη ως “αντισυστημική ψήφο”, ένα φαινόμενο που γιγαντώθηκε την εποχή των Μνημονίων, με τη διαφορά ότι σήμερα από τον ΣΥΡΙΖΑ έχει περάσει στην Ακροδεξιά. Η φράση στη δευτερολογία του πρωθυπουργού στη Βουλή, απευθυνόμενος στον Κυριάκο Βελόπουλος, ότι “είστε διακινητές των πιο θλιβερών fake news και θεωριών συνωμοσίας. Λέτε ό,τι σαχλαμάρα σας κατέβει με το αζημίωτο και όταν σας απαντάμε βγάζετε και γλώσσα. Νισάφι πια. Δεν θα είστε στο απυρόβλητο”, εκφράζει αυτή την πολιτική επιλογή του Μεγάρου Μαξίμου.
Το πρόβλημα με αυτή τη στάση δεν είναι ότι η κυβέρνηση βάζει απέναντί της μια μεγάλη δεξαμενή ψηφοφόρων, κυρίως “δεξιών καταβολών”. Αυτούς βέβαια τους έχει ήδη θυσιάσει, σε μια στρατηγική που της βγήκε εκλογικά. Εξάλλου, η αμφισβήτηση του αφηγήματος που συμπεριλαμβάνει την εναντίωση στις νέες ταυτότητες, τη διάδοση απόψεων περί “σχεδίου καταστροφής των δασών για να μπουν ανεμογεννήτριες” και τα σενάρια για εμπρησμούς από αλλοδαπούς, σύμφωνα με ενδιαφέρον ρεπορτάζ του Σταύρου Παπαντωνίου στην Καθημερινή, “ορίζουν τη δεξαμενή από την οποία αλιεύουν ακροδεξιά κόμματα και κομματίδια”.
Ο συνάδελφος αναφέρει, ότι “ουσιαστικά στο Μέγαρο Μαξίμου έχουν αποφασίσει να μην αφήσουν το μέτωπο του ανορθολογισμού και των σεναρίων συνωμοσίας χωρίς απάντηση, και αυτό εκφράστηκε στην πρώτη μάχη των πολιτικών αρχηγών μετά τις εκλογές”. Το πρόβλημα με την κυβερνητική στρατηγική είναι η -αναπόφευκτη- ομαδοποίηση όσων θεωρεί ότι εντάσσονται στην κατηγορία της συνωμοσιολογίας και των fake news. Διότι ο τρόπος που τίθεται το ζήτημα υπονοεί τα ακόλουθα και εξόχως προβληματικά…
1) Μόνο οι “ακροδεξιοί” πιστεύουν και διακηρύσσουν τα ανωτέρω. 2) Αποκλείεται κάποιος να δέχεται το ένα και να απορρίπτει κάποιο άλλο, καθώς και ενδεχόμενες παραλλαγές στην κάθε “κατηγορία fake news”. 3) Δεν υφίσταται ζήτημα εμπρησμών σε συνοριακές περιοχές από κυκλώματα διακίνησης παρανόμων μεταναστών, σε μια τακτική κίνηση διευκόλυνσης του έργου τους, που κατέληξε στρατηγικό πρόβλημα για τη χώρα, ενώ το τελευταίο διάστημα έχει αυξηθεί θεαματικά ο αριθμός των διακινούμενων.
Και τέλος, 4) δεν υφίσταται ζήτημα πυρκαγιών για την εξυπηρέτηση Ή ΤΗΝ ΑΠΟΤΡΟΠΗ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ οικονομικών συμφερόντων (αν ισχύει ότι καμμένα δεν μπορεί να υπάρξει οικονομική δραστηριότητα αλλά μόνο αναδάσωση, τότε δεν είναι απαραίτητο η φωτιά να έχει μπει για να εγκατασταθούν ανεμογεννήτριες, αλλά μπορεί να ισχύει και το ακριβώς αντίθετο)!
Κάποτε στην Αθήνα σημειώθηκε έξαρση των εμπρησμών αυτοκινήτων από αναρχικούς. Βρήκαν ευκαιρία κάθε λογής “μαφίες” να ξεκαθαρίσουν λογαριασμούς καίγοντας αυτοκίνητα, με την κοινωνία να είναι έτοιμη να χρεώσει τις ενέργειες… στα Εξάρχεια. Η υποψία είναι, μήπως με την ίδια λογική, η χρησιμοποίηση της “κλιματικής κρίσης” διά πάσαν νόσον… ενισχύσει το φαινόμενο, αφού θα αδράξουν την ευκαιρία κάθε λογής ενδιαφερόμενοι.
Αυτό το “τσουβάλιασμα” όλων μπορεί να ακυρώσει στην πράξη τα προσδοκώμενα οφέλη της επικοινωνιακής διάστασης του κυβερνητικού χειρισμού. Διότι είναι εξαιρετικά προσβλητικό να χρεώνεις έναν πολίτη στον έναν ή τον άλλον, λιγότερο ή περισσότερο γραφικό πολιτικό. Δηλαδή, εάν κάποιος δεν αποδέχεται στην ολότητά του το κυβερνητικό αφήγημα, χαρακτηρίζεται συλλήβδην ως “ΨΕΚ”, με τα φιλικά προς την κυβέρνηση μίντια να σιγοντάρουν προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό που συνήθως επιτυγχάνεται και έχει συμβεί ξανά στο παρελθόν, είναι να δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση ότι έχουν δημιουργηθεί “σιωπηρές πλειοψηφίες” που εκφράζονται αντισυστημικά στις κάλπες, ενώ στην πραγματικότητα είναι πολύ πιο κοντά στην κυβέρνηση από όσο εκτιμά το επικοινωνιακό κυβερνητικό επιτελείο.
Στην εποχή των κοινωνικών δικτύων και της ταχύτατης διακίνησης της πληροφορίας, με τη συνοδεία ενίοτε εικόνας και ήχου, δεν είναι απλό πράγμα να διαψεύδεις κάτι που συμβαίνει και καταγράφεται, το οποίο στα μάτια του μέσου πολίτη αποκτά μορφή επιδημίας. Δεν γίνεται π.χ. να διατείνεσαι ότι όλα καλά βαίνουν στο μεταναστευτικό όταν μια απλή επίσκεψη στον λογαριασμό του Λιμενικού Σώματος / Ελληνικής Ακτοφυλακής (ΛΣ/ΕΛ.ΑΚΤ) στο Twitter/X, αθροίζει επιχειρήσεις διάσωσης που αφορούν χιλιάδες μετανάστες το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Αντιθέτως, τροφοδοτείς πολιτικά την έγερση υποψιών μήπως έχει υπάρξει συνειδητή αλλαγή κυβερνητικής πολιτικής στο θέμα, π.χ. για να μη διαταραχθεί η απόπειρα επαναπροσέγγισης με την Τουρκία. Κι όταν η υπόθεση αυτή αφορά ένα θέμα το οποίο τρομάζει τον μέσο πολίτη αφού αφορά την ασφάλειά του, τη στιγμή που βίντεο με απίστευτη “μεταναστευτική βία” σε χώρες όπως η Νορβηγία, η Σουηδία, η Ιταλία κ.α. διακινούνται στα κοινωνικά δίκτυα, στο τέλος είναι ο ανησυχών πολίτης που θα καταλήξει να κατηγορήσει την πολιτική εξουσία για τη σκόπιμη διακίνηση fake news.
Αν η ελληνική κοινωνία έχει δείξει κάτι με την εκλογική συμπεριφορά της την τελευταία δεκαετία, είναι ότι οποιαδήποτε απόκλιση από την κοινή λογική τιμωρείται σκληρά στην κάλπη. Αυτή η τάση είναι που βοήθησε να δημιουργηθεί η σιωπηρή πλειοψηφία που οδήγησε σε εκλογικό θρίαμβο τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία. Εάν δεν προσέξουν οι νικητές και τροπαιοφόροι αυτή τη “λεπτομέρεια”, θα έχουν ανοίξει τον δρόμο για επανάληψη του φαινομένου. Αυτή τη φορά σε βάρος τους.
Υπάρχει και περαιτέρω ανάλυση – εμβάθυνση όμως. Η συμπεριφορά του πρωθυπουργού δίνει την αίσθηση νευρικότητας, πλήττοντας την ερμηνεία της πολιτικής τακτικής. Το πέραν πάσης αμφιβολίας κάκιστο ξεκίνημα της νέας του κυβέρνησης, που παραδέχονται ακόμη και οι πιο φανατικοί υποστηρικτές της στα κείμενά τους, έχει δημιουργήσει αναμφίβολα δυσαρέσκεια στην ελληνική κοινωνία. Μια δυσαρέσκεια που αποτυπώνεται προφανώς και στις πρώτες φθινοπωρινές δημοσκοπήσεις που έχει υπόψη του το Μέγαρο Μαξίμου.
Αντιλαμβάνονται ότι με την ανυπαρξία αντιπολίτευσης σε συνδυασμό με τη γενικότερη στροφή στην Ευρώπη προς τα δεξιά, η κοινωνική αντίδραση κατευθύνεται μοιραία μονοσήμαντα προς αυτήν και οποιαδήποτε απόπειρα μετακύλισης ευθυνών σε άλλους δεν έχουν απήχηση στη δεύτερη τετραετία. Δηλαδή, η συντριπτική εκλογική νίκη άρχισε να παρουσιάζει και την αρνητική της διάσταση.
Προφανώς, πολλά χαρακτηριστικά αυτής της ευρωπαϊκής στροφής προς τα δεξιά έχουν συνωμοσιολογικό – ανορθολογικό πρόσημο. Αλλά δεν περιορίζεται σε αυτό. Όσο κι αν το επιθυμεί η κυβέρνηση, ή θέλει να το προβάλλει ως τέτοιο. Δεν μπορεί να ξεφύγει από την πραγματικότητα. Μπορεί δηλαδή το πεδίο των νέων ταυτοτήτων ή ακόμη και οι πυρκαγιές για τις ανεμογεννήτριες να στιγματίζουν συλλήβδην τους φορείς αυτών των απόψεων ως ακραίους και να βάζουν βούτυρο στο ψωμί της ΝΔ, όμως το να θεωρηθεί ότι η κοινωνική δυσαρέσκεια περιορίζεται σε αυτά αποτελεί μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση.
Διότι υπάρχει το τραγικό γεγονός πως “κάηκε σχεδόν η μισή Ελλάδα”, και ότι έσβηναν οι φωτιές όταν έφταναν στη θάλασσα ή δεν είχαν τι άλλο να κάψουν. Αυτό αντιλαμβάνεται ο μέσος πολίτης. Υπάρχει ο θάνατος των δυο νέων πιλότων του CL-215 Canadair. Υπάρχει το ότι σχεδόν ανατινάχθηκε ένα καίριας σημασίας στρατόπεδο. Υπάρχει, επίσης, η νέα πραγματικότητα του μεταναστευτικού, καθώς καθημερινά εισέρχονται στην ελληνική επικράτεια εκατοντάδες “παράτυποι” μετανάστες, σε θάλασσα και ξηρά, με τους διακινητές να ποστάρουν και θριαμβευτικά βίντεο, προπαγανδίζοντας τις “υπηρεσίες” τους, άρα προσκαλώντας περισσότερους.
Υπάρχει η ακρίβεια που σαρώνει τα νοικοκυριά και δεν φαίνεται σωτηρία από τα διάφορα “pass”, με την κατάσταση διαρκώς να κλιμακώνεται. Υπάρχει ένα σύστημα υγείας άκρως προβληματικό, χωρίς οδηγούς ασθενοφόρων, όταν αυτά περπατάνε (…) και συνεχείς παραιτήσεις ιατρικού προσωπικού. Υπάρχει η καθημερινή εγκληματικότητα, που επιμένει παρά το ότι υποβαθμίζεται από τα μέσα ενημέρωσης.
Υπάρχουν τα σοβαρά ερωτήματα και οι ανησυχίες για την εξωτερική πολιτική, και ιδιαίτερα την πολυδιαφημισμένη προσέγγιση με την Τουρκία. Λαμβάνοντας υπόψη το ότι στην ουσία τους οι τουρκικές θέσεις δεν έχουν αλλάξει ούτε κατά κεραία, με τον Ερντογάν συχνά πυκνά να φροντίζει να μας το θυμίζει, εύλογα όλοι είναι καχύποπτοι για το αν είναι τακτικής ή στρατηγικής φύσεως η τόσο δημοφιλής σε ξένες πρωτεύουσες επιχειρούμενη “επαναπροσέγγιση” Αθήνας – Άγκυρας.
Υπάρχει, επίσης, η κάκιστη εικόνα πολλών υπουργών της κυβέρνησης, σε ένα, ειρήσθω εν παρόδω, υπουργικό συμβούλιο-μαμούθ, το μεγαλύτερο στην ιστορία της χώρας, με 63 υπουργούς, αναπληρωτές υπουργούς, υφυπουργούς, με έναν από αυτούς ήδη να έχει ήδη πάρει… την άγουσα για τα αποδυτήρια (Μηταράκης) και έναν άλλον να βρέθηκε λόγω των πυρκαγιών ένα βήμα πριν την έξοδο και άλλους 63 γενικούς και ειδικούς γραμματείς,
Άρα το διακύβευμα είναι πολύ πιο σοβαρό για να περιοριστεί σε μια επίδειξη δύναμης με όλα τα -επικοινωνιακά- όπλα δικά σου, απέναντι σε “ψεκασμένους”, φανατικούς και “βαρεμένους”. Αντί λοιπόν για επικοινωνιακά παίγνια, η κοινωνία θα προτιμούσε από την κυβέρνηση έργα ουσίας. Όσο κι αν αυτά ακούγονται κοινοτοπίες. Γι’ αυτά τα έργα εξάλλου πίστωσε δεύτερη τετραετία στον Κυριάκο Μητσοτάκη η ελληνική κοινωνία. Αυτός έχει επομένως και το μαχαίρι και το πεπόνι.
Δημοσίευση σχολίου