Μίχας Ζαχαρίας
Τα ελληνοτουρκικά μας έχουν συνηθίσει στην αυξομείωση της έντασης αναλόγως της συγκυρίας. Την πρωτοβουλία των κινήσεων έχει διαρκώς η Τουρκία, ως η χώρα που δεν κρύβει πως δυσαρεστημένη από το status quo της περιοχής… ασφυκτιά στο πλαίσιο των συνόρων της και κινείται με σκοπό να αλλάξει αυτή την πραγματικότητα. Η κατάσταση αυτή είναι λογικό να προκαλεί συζητήσεις στην Ελλάδα αναφορικά με τη σωστή πολιτική αντιμετώπισης της πρόκλησης. Τι θα αποκάλυπτε όμως, ενδεχόμενη προσπάθεια της Ελλάδας να ακολουθήσει πανομοιότυπο τρόπο διακηρυκτικής και εφαρμοσμένης πολιτικής με τον τουρκικό; Ποιο είναι το δέον γενέσθαι;
Αφορμή για το σχόλιο δίνουν οι νέες δηλώσεις του υπουργού Άμυνας της Τουρκίας, Χουλούσι Ακάρ. Μια μόλις ημέρα μετά το… τηλεφώνημα αιφνιδιασμού στον “φίλο του” Έλληνα υπουργό Εθνικής Άμυνας, Νίκο Παναγιωτόπουλο, έχοντας δίπλα του Έλληνα ποδοσφαιριστή που αγωνίζεται σε τουρκική ομάδα και είναι αρχηγός της, επανήλθε στα συνήθη. Με φαινομενικά ειρηνικό λόγο, ζήτησε έναρξη μιας διαδικασίας εκ του σύνεγγυς ειρηνικού διαλόγου με σκοπό «να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον ειρήνης και ηρεμίας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο», αλλά και «να μοιραστούμε με δίκαιο τρόπο τον πλούτο και οι δυο πλευρές να ζήσουν με ευημερία και χαρά».
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων από ελληνικής πλευράς όμως, φρόντισε να προσθέσει: «Αυτή είναι η ευχή και η επιθυμία μας… Αυτό όμως μην το δείτε ως αδυναμία μας. Δεν επιτρέψαμε και δεν θα επιτρέψουμε να καταπατηθούν τα δικαιώματα μας. Δεν θα επιτρέψουμε κανένα τετελεσμένο. Κι αυτό μην το δείτε ως απειλή»! Δηλαδή, ζητά τον διαμοιρασμό του πλούτου του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου (αλιεία, υδρογονάνθρακες κ.λπ.) και θα φροντίσει να βραχυκυκλώσει οποιαδήποτε διαδικασία αν δεν συμπεριλαμβάνει την Τουρκία.
Εν ολίγοις, η Τουρκία παρουσιάζεται να λέει “ναι” στην ειρηνική επίλυση των διαφορών που η ίδια βλέπει, το οποίο συμπλέει με τη διεθνή πολιτική ορθότητα, σε μια προσπάθεια να ρίξει εκ προοιμίου στην Ελλάδα το φταίξιμο για οποιαδήποτε εκτροπή, παρουσιάζοντας δικολαβίστικα την Τουρκία ως αμυνόμενο και όχι ως αναθεωρητικό κράτος! Υπόσχεται ειρήνη, υπό την προϋπόθεση αυτοπαραίτησης της Ελλάδας από τα νόμιμα, βάσει διεθνούς δικαίου, δικαιώματά της. Δεν αφήνει καν περιθώριο κάποιας διπλωματικής διευθέτησης, αφού πλαίσιο διαλόγου εκτός του διεθνούς δικαίου, άρα της διεθνούς νομιμότητας, δεν μπορεί… υπό φυσιολογικές συνθήκες να υπάρξει.
“Κανονικότητα” στα μέτρα της Τουρκίας
Παράλληλα, επιδιώκει την διά του καταναγκασμού δημιουργία μιας καινούργιας “νομιμότητας” κομμένης και ραμμένης στα μέτρα της Τουρκίας. Δηλαδή, την αποδοχή του τουρκικού ισχυρισμού περί ειδικών συνθηκών στην περιοχή, που όντας “ατελές” και “υπό δυναμική διαρκή διαμόρφωση“, δεν καλύπτει “δίκαια” την Τουρκία. Κατά συνέπεια, επιδιώκει να προσθέσει την “τουρκική εξαίρεση” στην νομολογία, ώστε να νομιμοποιήσει από την πίσω πόρτα τις διεκδικήσεις της και να μην εμφανίζεται ως παράνομη και αποσταθεροποιητική. Στο πλαίσιο αυτής της επιδίωξης χειραγωγεί επικοινωνιακά ακόμα και Έλληνες πολιτικούς, με στόχο να ενισχύσει το αφήγημα μιας Τουρκίας που έχει αγαθές και φιλειρηνικές προθέσεις!
Το μέγα ζητούμενο είναι εάν η Ελλάδα έχει συναίσθηση και συνείδηση αυτής της τουρκικής στρατηγικής. Ας επιχειρήσουμε όμως να αναλογιστούμε μια απάντηση της ελληνικής πλευράς στο πρότυπο των δηλώσεων Ακάρ. Αντιλαμβανόμαστε ότι θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσει πανομοιότυπη φρασεολογία; Εξάλλου και η Τουρκία διατυμπανίζει ότι είναι προασπιστής του διεθνούς δικαίου! Είναι κατανοητό για ποιον λόγο η Τουρκία προκρίνει μόνο τον διμερή διάλογο από όλες τις αποδεκτές ειρηνικές μεθόδους επίλυσης των “διαφορών”. Ακριβώς διότι αντιλαμβάνεται ότι κινείται εκτός πλαισίου του διεθνούς δικαίου.
Κι ακριβώς επειδή αντιλαμβάνεται ότι δεν υπάρχουν περιθώρια σύγκλισης όταν θέτει στο τραπέζι ακόμα και ζητήματα κυριαρχίας, αποπειράται να νομιμοποιήσει τον επεκτατισμό της αναφερόμενη στον διάλογο, στο πλαίσιο του οποίου ευελπιστεί ότι τη λύση θα δώσει η απειλή στρατιωτικής εμπλοκής, την οποία δικαιολογεί ως “υπεράσπιση δικαίων” και “αποτροπή τετελεσμένων“! Καθίσταται ηλίου φαεινότερο, ότι η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή παρά να προσαρμόσει τη στρατηγική της στις τουρκικές επιλογές, καθώς η πρωτοβουλία των κινήσεων που έχει η Άγκυρα και η καθαρότητα των στόχων της, δεν αφήνει άλλη επιλογή από την άρνηση της στοχοθεσίας της επί του πεδίου.
Αυτό που δεν αλλάζει στην στρατηγική της Τουρκίας ακόμα και σε μια περίοδο απελπιστικής για τον μέσο Τούρκο οικονομικής κατάστασης, είναι το εξοπλιστικό της πρόγραμμα. Κι ας μην ξεχνάμε ότι είναι ο ίδιος ο Τούρκος πολίτης που υποφέρει, ο οποίος όμως ανανεώνει την εντολή διακυβέρνησης από το καθεστώς Ερντογάν, ενταφιάζοντας δημοφιλείς στην Ελλάδα ιδεοληψίες περί του αντιθέτου. Τώρα διακηρύσσει πως θέλει δεύτερο αεροπλανοφόρο, μεγαλύτερο, μαζική αύξηση και αναβάθμιση του υποβρυχιακού στόλου, εγχώριο μαχητικό “πέμπτης γενιάς”, περισσότερα και φονικότερα μη επανδρωμένα αεροχήματα, εμπλουτίζοντας διαρκώς το πυραυλικό της οπλοστάσιο κλπ.
Μονόδρομος ο επανεξοπλισμός
Η συνέχιση του προγράμματος επανεξοπλισμού της Ελλάδας είναι μονόδρομος, με την έμφαση να δίδεται αναπόφευκτα στον αεροναυτικό τομέα. Είτε μας αρέσει είτε όχι, η Ελλάδα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να πλήξει σκληρά και να βυθίσει μονάδες επιφανείας οποιουδήποτε μεγέθους από ξηρά, θάλασσα και αέρα και να διατηρήσει το προβάδισμά της στον υποβρυχιακό αγώνα.
Η συνεχιζόμενη συνεργασία Τουρκίας-Γερμανίας πρέπει να τύχει προσεκτικής μελέτης και να αυξηθεί το κόστος του Βερολίνου, με την αύξηση των διερευνητικών επαφών με τη Γαλλία και τη Σουηδία. Το να μην σε θεωρούν δεδομένο είναι κεφαλαιώδους σημασίας, ακόμα και ως διαπραγματευτική στρατηγική, κάτι που αυτοκαταστροφικά λησμονείται στην Ελλάδα… Απαιτείται επίσης μακροπρόθεσμο ναυπηγικό πρόγραμμα, καθώς η ηλικία πολλών μονάδων επιφανείας αλλά και υποβρυχίων, προβληματίζει έντονα.
Στον αεροπορικό τομέα, η Ελλάδα οφείλει να εξορθολογίσει τις δαπάνες της στον αεροπορικό τομέα με τη δημιουργία “μεικτού“, ενός πανάκριβου αλλά και ενός οικονομικότερου αεροπορικού στόλου. Τι σημαίνει αυτό; Τον προσεκτικό υπολογισμό των απαιτούμενων κονδυλίων με βάση το κόστος κύκλου ζωής (life-cycle cost) κι όχι μόνο τη δαπάνη αγοράς μαχητικών αεροσκαφών τελευταίας γενιάς. Τόσο τα Rafale όσο και τα F-35 έχουν εξαιρετικά δαπανηρή υποστήριξη για να υπάρχει διαθεσιμότητα. Η νοοτροπία του “αγοράζουμε για γεωπολιτικούς λόγους” στην εν λόγω περίπτωση πρέπει να τεθεί στη σωστή της διάσταση, προτού οδηγήσει σε οικονομικές περιπέτειες, υπονομεύοντας το θεωρητικό ελληνικό αεροπορικό προβάδισμα.
Ένας όσο το δυνατόν ομογενοποιημένος στόλος μαχητικών F-16 έχει τη δυνατότητα πολύ πιο οικονομικής κάλυψης των καθημερινών αναγκών. Ενδεχομένως δε και με την εξέταση ακόμα πιο οικονομικών λύσεων όπως τα M-346FA (εκπαιδευτικά σε διαμόρφωση ελαφρού μαχητικού με κλάσμα του κόστους ανά ώρα πτήσης ακόμα και των F-16/ Mirage 2000-5, πόσο μάλλον των σύγχρονων αεροσκαφών 4,5 και 5ης γενιάς. Άρα, θα πρέπει να επιταχυνθούν οι διαδικασίες αξιοποίησης όσων μαχητικών του τύπου δεν θα αναβαθμιστούν στο επίπεδο “V”, με την ομογενοποίηση του στόλου στο επίπεδο “Block 50M”.
Τί μπορεί να γίνει με τα F-16
Εάν θα μπορούσε επιλεγεί η εκποίηση κάποιων εκ των παλαιοτέρων F-16 (Block 30) με στόχο τη χρηματοδότηση απόκτησης μιας μοίρας ελαφρών μαχητικών, είναι δουλειά του αεροπορικού επιτελείου να αποφανθεί, καθώς πέραν της γενικής ιδέας, υπάρχει πολύ μεγάλος αριθμός παραγόντων που θα διαμόρφωναν την πλέον ορθολογική από επιχειρησιακής και οικονομικής οπτικής γωνίας απόφαση.
Το βέβαιο είναι όμως, ότι πέραν των γεωπολιτικών συμβολισμών εμβληματικών προμηθειών (Rafale/F-35) και του ψυχολογικού αντίκτυπου στον αντίπαλο, η αποκατάσταση του υπάρχοντος στόλου μαχητικών θα έπρεπε να έχει σαφέστατη προτεραιότητα, έναντι τουλάχιστον της προμήθειας και δεύτερου υπερσύγχρονου τύπου μαχητικού που θα δεσμεύσει κονδύλια που θα λείψουν από αλλού.
Είναι κομβικής σημασίας ο ορθολογικός μακροπρόθεσμος σχεδιασμός από όλους τους Κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων, που θα έχει προηγηθεί οποιασδήποτε πολιτικής απόφασης. Η δε προμήθεια των F-35A Lightning II, θα πρέπει να γίνει στον σωστό χρόνο, ώστε να έχει ολοκληρωθεί η ανάπτυξη της έκδοσης “Block 4” που θα έχει πλήρεις επιχειρησιακές ικανότητες FOC (Full Operational Capability). Ίσως δεν έχει αντιληφθεί η πολιτική ηγεσία το πόσο θα κοστίσει αυτή η τελική -μέχρι την επόμενη αναβάθμιση- διαμόρφωση, αφού εμείς θα προμηθευτούμε την Block TR-3 (TR: Technical Refreshment) και η αναβάθμιση θα είναι ακριβή… έχουμε καμία ιδέα πόσο;
Ας μην ξεχνάμε ότι παρόμοιοι συμβιβασμοί έγιναν και με τα Rafale (F3R ενώ αναμένεται η έκδοση F4) με σκοπό να επαρκέσει ο προϋπολογισμός της προμήθειας. Καλύτερα ας αποφύγουμε ελληνικές παροιμίες που αναφέρονται σε μεταξωτά εσώρουχα και στον πως δεν μπορείς να βάψεις πασχαλινά αυγά. Επειδή το κόστος θα ζαλίσει την πολιτική ηγεσία και θα οδηγήσει σε αδιέξοδο τη στρατιωτική, ας φροντίσουμε εγκαίρως, ώστε τουλάχιστον η προμήθεια των F-35 να μην έχει οικονομικούς “αστερίσκους”. Κυρίως όμως, να συνδεθεί άρρηκτα με την αποδέσμευση συγκεκριμένων αεροπορικών όπλων που απουσιάζουν από το ελληνικό αεροπορικό οπλοστάσιο, παρότι είναι αυτά που δίνουν υπόσταση ακόμα και στις πιο φουτουριστικές πλατφόρμες.
Δημοσίευση σχολίου