Τζήμας Θέμης
Το πολιτικό σύστημα είχε στρίψει προς τα δεξιά (δηλαδή προς την εξάρτηση και την ολιγαρχία) ήδη από το καλοκαίρι του 2015. Όχι λόγω κάποιας σχετικής διάθεσης του ελληνικού λαού (το αντίθετο) αλλά λόγω της εγκατάλειψης και του βιασμού της ετυμηγορίας του. Η ολιγαρχία εν μέρει πίεσε και εν μέρει θώπευσε τον ΣΥΡΙΖΑ, από κοινού με τους ξένους και ο τελευταίος, με πρώτο και καλύτερο τον Αλέξη Τσίπρα έσπευσε στις αγκαλιές της.
Ο τυχοδιωκτισμός και ο καιροσκοπισμός άνθισαν έκτοτε (ή τουλάχιστον ιδίως έκτοτε) δεδομένου ότι η ολιγαρχία ξέρει πολύ καλά πώς να χειριστεί τους σώγαμπρούς της. Τους χρησιμοποίησαν και τους πέταξαν. Δεν είναι οι πρώτοι που το παθαίνουν και δεν θα είναι οι τελευταίοι. Σήμερα, οι ίδιοι κύκλοι προετοιμάζουν ένα ακόμα πιο βολικό πολιτικό σύστημα, με ισχυρή την κλασική Δεξιά, μικρά κόμματα στα δεξιά της και μικρομεσαία, απολύτως ελεγχόμενα κόμματα του κέντρου –κατά βάση δεξιά– στο ρόλο της αντιπολίτευσης.
Η ολιγαρχία θέλει πάση θυσία να αποφύγει δύο τύπους πιθανών μελλοντικών εξελίξεων: έναν τύπο εξελίξεων αντίστοιχο με της δεκαετίας του 1980 και έναν άλλον αντίστοιχο με εκείνον της περιόδου 2012-2015. Επειδή λοιπόν φοβάται τη νέα φάση όξυνσης της κρίσης, το κατεστημένο (η πατρωνία και η ολιγαρχία) θέλουν να διασφαλίσουν ότι δεν θα υπάρχουν αρνητικές εκπλήξεις στο ορατό μέλλον.
Ο αχός του τίποτα
Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο, αυτό το οποίο έχει συμβεί τις τελευταίες εβδομάδες και ημέρες είναι κάτι το καταπληκτικό: όλη την προεκλογική περίοδο, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο και το ΠΑΣΟΚ συζητούσαν μόνο επί διαφορετικών κυβερνητικών συνθέσεων. Όχι για το τι θα κάνουν. Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ έκλινε τη λέξη προοδευτικός σε όλες τις πτώσεις, το δε ΠΑΣΟΚ έψαχνε για πρωθυπουργούς. Μετά τις εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ συμπεριφέρεται σαν να βρίσκεται ήδη εκτός Βουλής, το δε ΠΑΣΟΚ σαν να ετοιμάζεται να ορκίσει πρωθυπουργό. Πρόκειται για απόλυτη παράδοση (ή και συμμετοχή) στα σχέδια του κατεστημένου, ή –για να το θέσουμε καλύτερα– για πολιτική της πολιτικής ανυπαρξίας.
Αυτός ο αχός του τίποτα κρύβει στην πραγματικότητα μια σειρά από μείζονες αποφάσεις. Αποφάσεις που θα λάβει η κυβέρνηση (ή ακόμα καλύτερα εκείνοι οι κύκλοι που διευθύνουν την κυβέρνηση) και με τις οποίες είναι αμφίβολο κατά πόσο διαφωνεί η αντιπολίτευση. Εξ’ ου και οφείλει να μας διαφωτίσει για τη στάση της. Η πρώτη απόφαση έχει να κάνει με τη διαχείριση της “ανάγκης” δημοσιονομικής περιστολής (μικρότερης ή μεγαλύτερης) βάσει των κανόνων της Ευρωζώνης.
Από πού θα προέλθει η περιστολή; Κάτι μας λέει ότι μπορούμε να είμαστε βέβαιοι πως, όπως και την περίοδο 2010-2012, θα την “πληρώσουν” οι ήδη ισχνές κοινωνικές δαπάνες, οι δημόσιες επενδύσεις και γιατί όχι, οι συντάξεις και οι μισθοί, αναλόγως της κρίσης. Φυσικά, οτιδήποτε σχετικό αποκρύβεται. Αποκρύβεται όχι μόνο από την κυβέρνηση, αλλά και από την αντιπολίτευση, διότι αν ανοίξει η σχετική συζήτηση, θα κληθεί και η τελευταία να απαντήσει αν και κατά πόσο, όριο της πολιτικής της είναι οι εντολές από την ΕΕ, ή αν είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε έστω ορισμένες διαφωνίες και συγκρούσεις.
Ουκρανία και “Πρέσπες του Αιγαίου”
Η δεύτερη απόφαση έχει να κάνει με το μεγαλύτερο γεγονός μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και σίγουρα μετά την αποσύνθεση της ΕΣΣΔ: τον παγκόσμιο, εξελισσόμενο πόλεμο, με επίκεντρο την Ουκρανία και σύντομα ίσως την Ταϊβάν. Η Ελλάδα στο βωμό της εξάρτησής της από τις ΗΠΑ έχει επανέλθει στο προδικτατορικό και δικτατορικό δόγμα εξωτερικής πολιτικής: η Ρωσία (τότε η ΕΣΣΔ) εχθρός, η Τουρκία δύσκολος εταίρος. Στέλνει όπλα στην Ουκρανία και κάνει διάφορες “βρώμικες” δουλειές των ΗΠΑ, με κόστος όχι μόνο για τη διεθνή της θέση, αλλά και για την εθνική της άμυνα.
Τις “Πρέσπες του Αιγαίου” είναι η κυβέρνηση και η οικογένεια Μητσοτάκη που θέλουν να τις φέρουν, επειδή η Ουάσιγκτον τις απαιτεί. Η αντιπολίτευση (σύσσωμη σχεδόν και σίγουρα τα δύο κόμματα που ερίζουν για τη δεύτερη θέση) δεν έχουν να πουν το παραμικρό, ούτε για τις σχέσεις με τη Ρωσία, ούτε για εκείνες με την Τουρκία. Θα συγκρουστούν με τις επιταγές της Ουάσιγκτον ή θα εμείνουν στο “ανήκομεν εις την Δύσιν”; Θα περιοριστούν στα (ολοένα στενότερα) όρια της ΕΕ, ή θα κοιτάξουν και προς τον αναδυόμενο πολυκεντρικό κόσμο, όπως για παράδειγμα δομείται γύρω από τις BRICS;
Η τρίτη απόφαση αφορά τα ζητήματα δομής της ελληνικής οικονομίας. Η ελληνική οικονομία παραμένει δέσμια μιας ληστρικής ολιγαρχίας, η οποία ελέγχει πολιτικά κόμματα, ΜΜΕ και πνίγει τις παραγωγικές δυνάμεις. Ποιο ακριβώς είναι το εναλλακτικό μοντέλο για την παραγωγή και για την αναδιανομή; Και πάλι σιωπή από την αντιπολίτευση.
Ποιον βολεύει αυτή η σιωπή; Από πολιτικής απόψεως το κατεστημένο. Από εκλογικής (σήμερα) τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Ποιος αυτοκτονεί, πνιγμένος μέσα στις ανεπάρκειές του; Ο ΣΥΡΙΖΑ. Να μην επαναπαύονται, ωστόσο, οι τωρινοί κερδισμένοι. Έχουν λίγο χρόνο ακόμα, έως ότου δοκιμάσουν τις οδυνηρές εκπλήξεις που έρχονται λόγω της πολιτικής που εφαρμόζει (η κυβέρνηση) και λόγω της σιωπής πάνω στα μείζονα (το ΠΑΣΟΚ).
Δημοσίευση σχολίου