GuidePedia

0


Γράφει η Κρινιώ Καλογερίδου
Όλο και πιο συχνά σκέφτομαι τελευταία — με αφορμή τις τουρκικές διεκδικήσεις — τον λόγο των αρχαίων προγόνων μας που είναι άκρως επίκαιρος και διδακτικός στα θέματα Εξωτερικής πολιτικής και ειδικά στις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας με συνισταμένη το Διεθνές Δίκαιο.

Το Διεθνές Δίκαιο το οποίο χάθηκε στην πορεία (στη διάρκεια διαγκωνισμού ισχύος των ”Μεγάλων” της Γης) συμπαρασύροντας μαζί του την ιδέα του φιλόσοφου Πλάτωνα ότι το άκρον άωτον της αδικίας είναι να θεωρείται δίκαιος κάποιος που δεν είναι (”Εσχάτη αδικία δοκείν δίκαιον είναι μη όντα”, Πλάτων, Πολιτεία, Β’, 316α, 5ος-4ος αι. πΧ).

Ρήση που διευρύνθηκε απ’ τον μεταγενέστερο φιλόσοφο μαθητή του (και δάσκαλο του Μ. Αλεξάνδρου) Αριστοτέλη με την ”κατ’ αξίαν” απονομή της δικαιοσύνης, την οποία θεωρούσε μοναδική αρετή (”Κρατίστη τῶν ἀρετῶν εἶναι δοκεῖ ἡ δικαιοσύνη”, Ἠθικὰ Νικομάχεια”, 1129b-1130a, 4ος αι. π Χ).

Ωστόσο, στην περίπτωση του Ελληνισμού, το περί δικαίου αίσθημα έχει παραμεριστεί από χρόνια για χάρη της Τουρκίας. Το περί δικαίου αίσθημα όπως εκφράζεται στην υπέρτατη μορφή του, τη Διεθνή Δικαιοσύνη, αν και υπάρχουν περιοδικές αντιστάσεις απ’ τους εκπροσώπους της.

Ένα τέτοιο παράδειγμα ήταν η (έστω και ετεροχρονισμένη) δικαίωση της Κύπριας Τιτίνας Λοϊζίδου στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπου είχε καταφύγει κατά της Τουρκίας το 1989 κατηγορώντας την για στέρηση περιουσιακών δικαιωμάτων των Ελληνοκυπρίων ιδιοκτητών στα Κατεχόμενα.

Δεν εκφράζω τυχαία την πικρία μου για την Διεθνή Δικαιοσύνη, γιατί έχω κατά νου την πονεμένη διαδρομή του Κυπριακού, η οποία απέδειξε την πλήρη αδυναμία αυτής και των Διεθνών Οργανισμών να χειριστούν τη λύση του 48χρονου άλυτου ζητήματος της Κύπρου τιμωρώντας την Τουρκία για την καταπάτηση, προσβολή, παραποίηση και εξευτελιστική αντιμετώπιση του Διεθνούς Δικαίου.

Κι αυτό γιατί, απ’ το ’74 και εντεύθεν (έτος της τουρκικής εισβολής στο νησί) η Τουρκία πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων όλα τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας εναντίον της, τα οποία ζητούσαν την απομάκρυνση από την βόρεια Κύπρο του τουρκικού στρατού κατοχής και υποστήριζαν την εδαφική ακεραιότητα, πολιτική ενότητα και ανεξαρτησία της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Έχω κατά νου, επίσης, ένα απ’ τα κορυφαία αρνητικά δείγματα μεροληψίας των εκπροσώπων του Διεθνούς Δικαίου: την προ δεκαετιών επιβράβευση από την ΕΔΑΔ της αμαρτωλής τουρκικής δικαιοσύνης και δη του Συνταγματικού Δικαστηρίου της (ενεργούμενο του τουρκικού πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου), πράγμα που έδωσε το δικαίωμα στον (πρώτο ισλαμιστή) πρωθυπουργό της κυβέρνησης συνασπισμού Νετσμετίν Ερμπακάν (μέντορα του Ταγίπ Ερντογάν) να απαγορεύσει — δίκη προθέσεων — σε ένα ή περισσότερα κόμματα οποιαδήποτε ανατρεπτική διάθεση. Συνελόντι ειπείν να απαγορεύσει τη δημοκρατική πολυφωνία…

– ”Μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις”, σας ακούω να λέτε, προσπερνώντας την άδικη απόφαση της ΕΔΑΔ, για να εστιάσετε στις σχέσεις Ερμπακάν-Ερντογάν.

Και δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω μαζί σας διαπιστώνοντας πως τον… ”αέρα” της άμεσης αντίδρασης απέναντι στους πραξικοπηματίες της 15ης Ιουλίου του 2016 τον πήρε ο Τούρκος Πρόεδρος από τον ”δάσκαλο” Ερμπακάν, αν και εκείνος (παρά την δικαστική στήριξη μέσα και έξω από την Τουρκία) δεν τα κατάφερε τελικά και αναγκάστηκε να παραιτηθεί — υπό την πίεση του στρατού — ένα χρόνο μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας (1996-1997).

Αυτή η σύντομη πρωθυπουργική θητεία του μέντορά του έδωσε στον Ταγίπ Ερντογάν εμπειρία ετών και του έμαθε να ελίσσεται διπλωματικά (επίδειξη έλξης και πειθούς ”ήπιας ισχύος” μέσω της οικονομικής και πολιτιστικής διείσδυσης της χώρας του σε τρίτες) και επιθετικά (χρήση ”ισχυρής ισχύος” για την προώθηση των τουρκικών συμφερόντων έναντι των συμφερόντων των άλλων).

Στο πλαίσιο της δεύτερης περίπτωσης (της ”ισχυρής ισχύος” της) εντάσσεται η υποτίμηση του Διεθνούς Δικαίου και των Διεθνών Οργανισμών (ΟΗΕ και ΕΕ), με εξαίρεση το ΝΑΤΟ, το οποίο δεν το υποτιμά, γιατί είναι υποστηρικτικό προς αυτήν και τα τουρκικά συμφέροντα, επί ημερών τουλάχιστον του Γενικού Γραμματέα του Γενς Στόλτενμπεργκ.

Έτσι, με τις πλάτες του ΝΑΤΟ, η τελευταία παραβιάζει συστηματικά (χωρίς να συναντάει προσκόμματα) τη διεθνή νομιμότητα και — θρασύτατη καθώς είναι — καλεί την διεθνή κοινότητα να αναγνωρίσει τα παράνομα τετελεσμένα της (βλ. τουρκική κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου επί 48 χρόνια απ’ το 1974, υπογραφή δύο παράνομων τουρκολιβυκών μνημονίων το 2019 και 2022 κλπ.).

Το ότι… ζει για να φέρνει τους πάντες (συμπεριλαμβανομένων και των οργάνων του Διεθνούς Δικαίου) προ τετελεσμένων με στόχο την επικράτηση επί των εχθρών ή των άσπονδων φίλων της (βλ. Ευρωπαίους συμμάχους) είναι ένα απ’ τα χαρακτηριστικά της γείτονος εξ Ανατολών.

Οι γεμάτοι χαιρεκακία και εκδικητικότητα σχεδιασμοί του Ταγίπ Ερντογάν κατά της Ελλάδας είναι ενδεικτικοί της αναθεωρητικής πολιτικής του. Της πολιτικής που εδράζεται στην επιθετικότητα, τη διεκδικητικότητα και την αναθεώρηση Διεθνών Συνθηκών και Συμβάσεων (τις οποίες διατείνεται ότι προστατεύει σε μια αποθέωση της υποκρισίας του) εις βάρος της κύριας εκπροσώπου του Ελληνισμού στην Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Όπερ σημαίνει ότι η αλλαγή συνόρων είναι στρατηγική επιλογή του Τούρκου Προέδρου και τη χρησιμοποιεί με όπλα τον συνδυασμό ”ήπιας” και ”ισχυρής ισχύος”, με την τελευταία να ρίχνει το βάρος στον εξαναγκασμό του αδύναμου μέχρι να υποχωρήσει και να υποκύψει αυτός στη δύναμη της πυγμής του ισχυρού.

Αυτήν την πολιτική των τετελεσμένων. με τη μια ή την άλλη μορφή, κόβει και ράβει στα μέτρα μας η Τουρκία. Αρχικά, κατά προηγούμενα χρόνια κυρίως, πέρασε με επιτυχία (στο όνομα της ”ελληνοτουρκικής φιλίας”) την πολιτική ήπιας ισχύος, πρεσβευτές της οποίας ήταν οι τουρκικές σειρές στα ελληνικά τηλεοπτικά Μέσα και οι οικονομικές διεισδύσεις στη χώρα μας πλούσιων Τούρκων επιχειρηματιών.

Εδώ και μια εικοσαετία όμως (την εικοσαετία πολιτικής κυριαρχίας του Ταγίπ Ερντογάν, με επίταση την περίοδο μετά το 2016 (έτος εκδήλωσης στρατιωτικού πραξικοπήματος σε βάρος του), η τουρκική Εξωτερική πολιτική υπερκέρασε τα όρια της ήπιας ισχύος της και χάραξε διεκδικητική ρότα σκληρής ισχύος, επωφελούμενη της κατευναστικής ελληνικής πολιτικής και των χλιαρών αντιδράσεων των συμμάχων και των Διεθνών Οργανισμών στις αυθαιρεσίες και τις παρανομίες της.

Τη ρότα του υβριδικού πολέμου που μας κήρυξε ανεπίσημα η Τουρκία προ πέντε ετών με αρχικό της σκοπό την ουδετεροποίηση του Αιγαίου δια της ”γκριζοποίησης” ελληνικών νησιών (152) και ζωνών, την ακολούθησε η ωμή εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού της στρατού εναντίον μας, αποκορύφωμα της οποίας ήταν τα γεγονότα του Μαρτίου του ’20 στον Έβρο,

Έκτοτε και μέχρι τώρα είναι κατακλυσμιαίες οι πρωτοβουλίες ισχύος της επί του πεδίου των ΕΧΥ με στόχο την υποχωρητικότητά μας στο ζήτημα της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Αιγαίου. Πρωτοβουλίες που τις… συνδράμουν έμμεσα με την ποντιοπιλατική στάση τους οι Διεθνείς Οργανισμοί και οι ”Μεγάλοι” του ΝΑΤΟ αποφεύγοντας συστηματικά να της επιβάλλουν κυρώσεις και παραμένοντας θεατές των προσπαθειών της για διαμόρφωση τετελεσμένων σε Ελλάδα και Κύπρο.

Έτσι διαιωνίζεται στην μεν Κύπρο η de facto κατοχή του 40 % του εδάφους της (στην οποία έχουν προστεθεί ο εποικισμός των Βαρωσίων και η διεκδίκηση της ΑΟΖ της), στην δε Ελλάδα η ατέλειωτη σειρά τουρκικών προκλήσεων από τη Θράκη ως το Αιγαίο (τη βόρεια-βορειοανατολική θαλάσσια περιοχή έως την νοτιοανατολική μεταξύ Ρόδου και Καστελόριζου, που είναι πλούσια σε ενεργειακά κοιτάσματα. Κι από εκεί μέχρι την νότια Κρήτη, την οποία θεωρεί η Τουρκία… τουρκικό έδαφος ενταγμένο στο δόγμα της ”Γαλάζιας Πατρίδας”).

Τα δεδομένα αυτά επιβεβαιώνουν με τον δραματικότερο τρόπο ότι είναι στρατηγικό λάθος μας να συνεχίζουμε το τροπάρι της Χάγης, αφού — μετά το διπλό τουρκολιβυκό μνημόνιο — είναι ηλίου φαεινότερο ότι η Τουρκία επιδιώκει να φτάσει σ’ αυτήν έχοντας διαμορφώσει τετελεσμένα σε βάρος μας.

Τετελεσμένα τα οποία ορίζουν άπαντες τώρα ως παράνομα, αλλά την κρίσιμη ώρα των διαπραγματεύσεων (χάρη στη διπλωματική ευλυγισία του Ταγίπ Ερντογάν και τον έξυπνο τρόπο ”νομιμοποίησης” εκ μέρους του των de facto καταστάσεων) θα τα κατοχυρώσει σε βάρος μας, αν δεν τον αντιμετωπίσουμε έγκαιρα.

Και το ”έγκαιρα” σημαίνει αλλαγή στρατηγικής επί τη βάσει διπλωματικής κινητοποίησης, σε συνδυασμό με την επιχειρησιακή ετοιμότητα των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και την κάλυψη των κενών Άμυνας στα νησιά μας.

Συνελόντι ειπείν, επείγει να δοθεί άμεση λύση στο πρόβλημα που δημιουργήθηκε με την αποστολή των ρωσικών BMP-1 στην Ουκρανία, καθώς τα γερμανικά Marder 1A3- (τα οποία ήρθαν προς αντικατάστασή τους) προωθήθηκαν στο Δ’ Σώμα Στρατού στον Έβρο (σύμφωνα με ανακοίνωση του ΓΕΕΘΑ) αφήνοντας ”γυμνές” εξοπλιστικά τις ”Θερμοπύλες του Αιγαίου”…

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top