Του Ζαχαρία Μίχα
Η νέα προσπάθεια επιβολής τετελεσμένων από την Τουρκία βρίσκεται σε εξέλιξη. Όπως αποδείχθηκε οι διαρροές στα τουρκικά κοινωνικά δίκτυα είχαν τελικά υπόσταση και η ελληνική πλευρά καλείται να διαχειριστεί μια συμφωνία Άγκυρας-Τρίπολης που σφετερίζεται ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Μετά τη χθεσινή «γκρίνια» μας για την αβελτηρία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής συνεπεία του φοβικού της συνδρόμου απέναντι στην Τουρκία, ας επιχειρήσουμε να δούμε το ποτήρι μισογεμάτο, καθώς υπάρχει και θετική διάσταση σε όσα συμβαίνουν.
Η θετική διάσταση εστιάζεται στο ότι η επερχόμενη κρίση θα εκδηλωθεί σε μια θετική συγκυρία για την ελληνική πλευρά. Η «εξωτερική νομιμοποίηση» της ελληνικής πολιτικής βρίσκεται σε ιστορικό υψηλό. Ο όρος αναφέρεται στην αποδοχή που συναντά στο διεθνές περιβάλλον, το οποίο συνήθως αποτελεί προϋπόθεση εξασφάλισης συμμαχιών, φυσικά πάντα με βάση το κοινό συμφέρον.
Το ακριβώς αντίθετο ισχύει για την τουρκική πλευρά. Πρόκειται για «κατόρθωμα» του Ερντογάν, ο οποίος πάνω από δυο δεκαετίες μετά την εκλογή του, βλέπει τις επιλογές του να προκαλούν αντιδράσεις και αντισυσπειρώσεις, που παρόμοιες δεν έχει συναντήσει η Τουρκία μεταπολεμικά. Στην κατάσταση αυτή έρχεται να προστεθεί η έλλειψη κουλτούρας συμβιβασμού των Τούρκων, η οποία καθιστά την εξεύρεση διπλωματικής λύσης σχεδόν αδύνατη.
ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΕΧΟΥΝ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ειδικά τη στιγμή που οι ρωσικές δυνάμεις αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα με την σε εξέλιξη ουκρανική αντεπίθεση, απονομιμοποιεί περαιτέρω την επιλογή συνεργασίας με τη Ρωσία του Πούτιν. Κι ας προμηθεύει με οπλικά συστήματα (π.χ. μη επανδρωμένα αεροχήματα και κορβέτες) τις ουκρανικές δυνάμεις. Κι ας αρνείται να αναγνωρίσει την προσάρτηση των ουκρανικών περιοχών στη Ρωσία. Οι σχέσεις του Ερντογάν με τη Ρωσία είναι όρος για τη μετατροπή της Τουρκίας σε ανεξάρτητη περιφερειακή δύναμη.
Η εικόνα που σταδιακά κερδίζει έδαφος στη Δύση και ιδιαίτερα στην Ουάσιγκτον, είναι ότι η Τουρκία έχει «σαλπάρει για άλλα λιμάνια», ανεξάρτητα και ανταγωνιστικά με τα δυτικά. Όπως έχει αναφερθεί κατά κόρον, η Τουρκία θεωρεί ότι λόγω μεγέθους και γεωγραφικής θέσης εξυπηρετεί τα εθνικά της συμφέροντα καλύτερα ως αυτόνομος γεωπολιτικός δρων στο διεθνές σύστημα, επιχειρώντας να προκαλέσει ανταγωνισμό προσφορών από τους υπόλοιπους και έτσι να αποσπά το μέγιστο των ανταλλαγμάτων.
Προς το παρόν όμως, αποδεικνύεται ότι σε εποχές μεγάλων ξεκαθαρισμάτων, όπου αναμένεται να καθοριστούν εκ νέου οι παγκόσμιες ισορροπίες, η Τουρκία δεν έχει τις προϋποθέσεις για να παίξει τέτοιον ρόλο. Η επιδίωξή της να τους έχει όλους λίγο ικανοποιημένους αποδεικνύεται ότι τους έχει όλους ανικανοποίητους και προβληματισμένους. Κι ακριβώς λόγω αυτής της μεταβατικής φάσης στη διεθνή αρχιτεκτονική ασφάλειας, τουλάχιστον απέναντι στο ΝΑΤΟ όπου τυπικά ανήκει, η συμπεριφορά της ερμηνεύεται ολοένα και από περισσότερους ως αντισυμμαχική. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΑΜΕΤΡΟΕΠΕΙΑΣ
Το πρόβλημα δεν ήταν ποτέ η έγερση ενστάσεων επί μιας πολιτικής όσο παραμένει εσωτερικό πρόβλημα της Συμμαχίας. Αυτά τα επιλύει η διπλωματία. Όταν όμως η στάση ενός συμμάχου, όπως η Τουρκία, δεν διαφέρει ουσιαστικά από αυτή του κύριου αντιπάλου, της Ρωσίας, τότε το ζήτημα αποκτά άλλη διάσταση. Πλέον, τον τρόπο που χρησιμοποιεί η Τουρκία στις συναλλαγές με τους τυπικά δυτικούς συμμάχους της, χρησιμοποιούν και οι τυπικά σύμμαχοί της στην πολιτική τους απέναντι στην Τουρκία.
Όπως δηλαδή η Άγκυρα χρησιμοποιεί κάθε μέσο απόσπασης αυτού που επιδιώκει, του εκβιασμού συμπεριλαμβανομένου, διαπιστώνει ότι η πρακτική αυτή μπορεί να γίνει και όπλο που θα στραφεί εναντίον της. Κλασικό παράδειγμα η περίπτωση των περιπετειών της κρατικής τουρκικής τράπεζας Halkbank στις ΗΠΑ.
Μια υπόθεση που παρουσίασε ξανά εξέλιξη σε μια στιγμή τουρκικής διπλωματικής εκτροπής. Όπως κατά διαβολική σύμπτωση(;) ανακοινώθηκε χθες, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ δέχθηκε να εξετάσει την υπόθεση της τουρκικής τράπεζας που έχει ήδη καταδικαστεί και αντιμετωπίζει την επιβολή δυσβάσταχτου προστίμου.
Υπενθυμίζεται, ότι πρόκειται για την κρατική τουρκική τράπεζα, μέσω της οποίας παρακάμπτονταν οι αμερικανικές κυρώσεις στο Ιράν. Η υπόθεση της Halkbank ξεκίνησε το 2019, όταν η αμερικανική Δικαιοσύνη της άσκησε δίωξη για νομιμοποίηση εσόδων (βλ. ξέπλυμα) από παράνομη δραστηριότητα (περί τα 20 δισ. δολάρια από αγοραπωλησίες ιρανικών υδρογονανθράκων), απάτη και συνωμοσία.
Η εν λόγω υπόθεση έχει αποτελέσει επί μακρόν αντικείμενο διαβουλεύσεων σε ανώτατο επίπεδο, χωρίς όμως να έχει υπάρξει λύση. Ο Ερντογάν προφανώς γνωρίζει τι ακριβώς έχουν κάνει οι Τούρκοι. Όμως νομίζει ότι ζει σε έναν κόσμο που όλα του επιτρέπονται, εάν συμφωνούνται μεταξύ ηγετών κυρίως μη δημοκρατικών καθεστώτων, όπου η βούληση των ηγετών έχει υπέρτερη ισχύ από τον οποιοδήποτε νόμο.
Στη Δύση, η επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας επιτρέπει «εξαιρέσεις», αλλά με κάποιο μέτρο. Ισχύει όμως και το ακριβώς αντίθετο. Όταν δηλαδή το εθνικό συμφέρον κριθεί ότι εξυπηρετείται διαφορετικά, η δικαστική δίωξη μετατρέπεται σε πρόσχημα για άσκηση πίεσης σε κυβερνήσεις που επιδιώκουν «πολιτική διευθέτηση».
Η υπόθεση Halkbank είναι ισχυρό χαρτί στα χέρια των ΗΠΑ στην προσπάθεια ελέγχου της τουρκικής συμπεριφοράς. Στην ήδη προβληματική τουρκική οικονομία, η επιβολή προστίμου δεκάδων δισ. μπορεί να κλονίσει το τουρκικό τραπεζικό σύστημα. Για να φτάσουν οι ΗΠΑ στο σημείο να επικαλεστούν παρασκηνιακά την εθνική ασφάλεια και να τακτοποιηθεί η υπόθεση εκτός του νομικού πλαισίου της, πρέπει να λάβουν σοβαρά ανταλλάγματα από την Τουρκία. Η συμπεριφορά της Άγκυρας όμως, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, μόνο προβλήματα δημιουργεί στους Αμερικανούς.
ΕΛΛΗΝΑΣ ΣΤΟ ΤΙΜΟΝΙ ΤΗΣ EUNAVFOR MED IRINI
Μια δεύτερη ενδιαφέρουσα εξέλιξη είναι ότι την 1η Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκε στη Ναυτική Βάση Τάραντα της Ιταλίας η παράδοση καθηκόντων Διοικητού εν Πλω (COMFHQ) της επιχείρησης IRINI από τον Ιταλό υποναύαρχο Fabrizio Rutteri στον Έλληνα αρχιπλοίαρχο Στυλιανό Δημόπουλο, παρουσία του Ιταλού Διοικητή της επιχείρησης IRINI.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση του ελληνικού ΓΕΕΘΑ, η φρεγάτα F460 ΑΙΓΑΙΟΝ παρέλαβε καθήκοντα πλοίου έδρας εν πλω Διοικητού από την ιταλική Φρεγάτα ITSLIBECCIO, «με Εν Πλω Επιτελείο της Επιχείρησης (FHQ) προς υποστήριξη του Διοικητού, το οποίο μεταξύ άλλων στελεχώνεται και από Έλληνες επιτελείς».
Υπενθυμίζεται, ότι η επιχείρηση της ΕΕ με την επωνυμία «Ειρήνη» (EUNAVFOR MED IRINI), στόχο έχει να επιβάλει το εμπάργκο όπλων του ΟΗΕ κατά της Λιβύης, συμβάλλοντας έτσι στην ειρηνευτική διαδικασία. Η επιχείρηση τελεί στο πλαίσιο της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας στη Μεσόγειο. Η ανάληψη της ευθύνης της διοίκησης από την Ελλάδα σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία, έχει ειδική σημασία, καθώς βασικός πυλώνας της ελληνικής στρατηγικής είναι οι συμμαχίες με τις χώρες της ΕΕ, καθώς η παρουσία της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ δημιουργεί τις γνωστές περιπλοκές.
Καταληκτικά, όλα θα κριθούν από τη βούληση της ελληνικής πλευράς να μην υποχωρήσει προ της τουρκικής απειλής πολέμου. Η Τουρκία χρησιμοποιεί τη στρατιωτική της μηχανή για να επιβάλει τετελεσμένα, γνωρίζοντας ότι η θέση της –με βάση το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας– είναι παράνομη. Όμως, εν μέσω της σύρραξης στην Ουκρανία, όπου η Δύση και πολλά άλλα κράτη καταγγέλλουν τη ρωσική εισβολή, η ανοχή απέναντι στην τουρκική συμπεριφορά θα έπρεπε να είναι μηδενική.
Η Ελλάδα θα μπορούσε να αντιμετωπίζει αυτή την κατάσταση με ακόμα καλύτερους –διπλωματικά και στρατιωτικά– όρους. Έστω και την ύστατη στιγμή όμως, το να ξεκαθαρίσει πειστικά ότι δεν θα υποχωρήσει στον τουρκικό στρατιωτικό εκβιασμό, είναι η πιο φιλειρηνική στρατηγική. Αφενός διότι η Τουρκία γνωρίζει τι μπορεί να της συμβεί εάν απελευθερώσει τα «σκυλιά του πολέμου», αφετέρου διότι η πραγματική προοπτική μιας ενδονατοϊκής στρατιωτικής σύγκρουσης και μάλιστα στην πιο κρίσιμη γεωστρατηγικά περιοχή, είναι ίσως ο μοναδικός τρόπος που θα επιβάλει στις ΗΠΑ να κινητοποιηθούν και στρατιωτικά…
Δημοσίευση σχολίου