Τάρκας Αλέξανδρος
Οι χθεσινές συμφωνίες Άγκυρας-Τρίπολης επιβεβαιώνουν τις προβλέψεις –ήδη από το Νοέμβριο 2019– ότι τα τότε υπογραφέντα τουρκολιβυκά μνημόνια, για τις θαλάσσιες ζώνες και τη στρατιωτική συνεργασία, θα επιφέρουν πλήγμα ιστορικών διαστάσεων στα συμφέροντα της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή. Η κυβέρνηση και, ειδικά, τα αρμόδια στελέχη του υπουργείου Εξωτερικών, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι –έστω με μεγάλη καθυστέρηση– θα κάνουν το προσεχές διάστημα όσα επιβάλλονται για την αντιμετώπιση της διπλωματικής και τουρκικής επιθετικότητας από Λιβύη.
Ωστόσο, για πολλοστή φορά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, επί πρωθυπουργικής θητείας του Κυριάκου Μητσοτάκη, το ερώτημα είναι πώς και γιατί φτάσαμε σε ένα τόσο δυσάρεστο σημείο με περιορισμένες δυνατότητες αντίδρασης ή εξουδετέρωσης των πρωτοβουλιών της Άγκυρας. Δυστυχώς, η απάντηση είναι –και πάλι για πολλοστή φορά– ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, προσωπικά, αδράνησε. Υποβάθμισε το ζήτημα και δεν ανέλαβε καμία ουσιαστική (πόσο μάλλον αποτελεσματική) πρωτοβουλία, αν και γνώριζε εγκαίρως τις νέες κινήσεις του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και των πρόθυμων συνεργατών του στη Λιβύη, η οποία έχει μετατραπεί σε ντε φάκτο τουρκική αποικία.
Σύμφωνα με απόλυτα έγκυρες πηγές, η ελληνική κυβέρνηση διέθετε πληροφορίες από τις αρχές Φεβρουαρίου φέτος, ότι από Λιβύη θα ερχόταν σύντομα το επόμενο βήμα των συμφωνιών του 2019. Η Τρίπολη θα πρόσφερε στην Τουρκία δικαιώματα εκμετάλλευσης υδρογονανθράκων στις επίμαχες θαλάσσιες περιοχές. Με βάση αυτές τις πληροφορίες, η Αθήνα επεσήμανε –μέσω της διπλωματικής οδού– στην Τρίπολη ότι ενδεχόμενες προσπάθειες, είτε κοινοβουλευτικής κύρωσης είτε εφαρμογής του μνημονίου (με ανάθεση συμβολαίων ερευνητικής ή εμπορικής ή άλλης αξιοποίησης των θαλάσσιών οικοπέδων) θα επέφεραν σοβαρότατες αλλαγές στις σχέσεις Ελλάδας-Λιβύης και τις αντίστοιχες ΕΕ-Λιβύης.
Όμως, προς έκπληξη των αρμόδιων Ελλήνων υπηρεσιακών παραγόντων, η λιβυκή πλευρά όχι μόνον δεν πτοήθηκε, αλλά αντέδρασε με την υποβολή επίσημης ρηματικής διακοίνωσης προκλητικού περιεχομένου και διατυπώσεων. Μεταξύ άλλων, υποστηριζόταν ότι το μνημόνιο είναι νόμιμο και πως οι αρχές της Λιβύης θα συνεχίζουν να δρουν, με όποιο τρόπο επιθυμούν, για την προώθηση των εθνικών τους συμφερόντων.
Εχθρότητα από Λιβύη
Επιπλέον, οι ελληνικές υπομνήσεις χαρακτηρίζονταν απαράδεκτες και απορριπτέες, ενώ υπογραμμιζόταν πως δεν θα γίνουν αποδεκτές ελληνικές παρεμβάσεις στις μελλοντικές σχέσεις της Λιβύης με άλλες χώρες, εννοώντας προφανέστατα την Τουρκία. Ταυτόχρονα, η ρηματική διακοίνωση έφτανε στo σημείο να επικρίνει ακόμα και το γεγονός μίας συνάντησης στη Ρώμη, λίγες ημέρες νωρίτερα, του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια με την τότε ειδική σύμβουλο του Γ.Γ. του ΟΗΕ για τη Λιβύη, Στέφανι Γουίλιαμς, η οποία ήταν γνωστό ότι είχε στενούς δεσμούς με το Στέητ Ντηπάρτμεντ και τον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν. Δεν είναι τυχαίο, ασφαλώς, ότι το προηγούμενο διάστημα το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών επέκρινε την Στέφανι Γουίλιαμς για διάφορες άλλες κινήσεις της στη Λιβύη.
Ενώπιον αυτής της κατάστασης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης κινήθηκε (όπως συνέβη επανειλημμένα και αποτυχημένα και στις επαφές με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν) στη συνήθη του οδό της “προσωπικής διπλωματίας”, εν αγνοία άλλων μελών της κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός φέρεται να επικοινώνησε προ μηνών με έναν (μόνο!) κορυφαίο παράγοντα και όχι με το σύνολο της πολυπρόσωπης και πολυδιασπασμένης ηγεσίας της Λιβύης, όπως κάνουν αναγκαστικά όλες οι άλλες ξένες κυβερνήσεις, όταν προσπαθούν να βρουν κάποια άκρη στο χάος της -πάντα σημαντικής- αυτής χώρας.
Η λογική αντίδραση του Κυριάκου Μητσοτάκη θα ήταν αφενός να πιέσει όλους ανεξαιρέτως τους Λίβυους ηγέτες (Μοχάμεντ Μένφι, Αμπντέλ Χαμίντ Ντμπεϊμπά, Φατί Μπασάγκα, Αγκίλα Σαλέχ, Χαλίφα Χαφτάρ), αφετέρου να αναλάβει επείγουσα πρωτοβουλία στον ΟΗΕ, στην ΕΕ και στις ΗΠΑ, ώστε να εξουδετερωθούν οι νέες κινήσεις της Τρίπολης και της Άγκυρας. Τίποτα από αυτά δεν συνέβη και καμιά σοβαρή κίνηση δεν έγινε, εκ μέρους του πρωθυπουργού, από τον Φεβρουάριο.
Δεύτερη ολιγωρία μετά το 2019
Πριν από λίγες εβδομάδες, εξετάστηκε το θέμα επειγόντως στο υπουργείο Εξωτερικών με τη συνδρομή του πεπειραμένου πρεσβευτή στην Άγκυρα (και πρώην ειδικού απεσταλμένου για τη Λιβύη) Χριστόδουλο Λάζαρη. O Κυριάκος Μητσοτάκης το μόνο που έπραξε ήταν μία τυπική συνάντηση με τον πρόεδρο του Προεδρικού Συμβουλίου της Λιβύης (δηλαδή, τον πιο αδύναμο εκ των πολλών ηγετών) Μοχάμεντ Μένφι, στη Νέα Υόρκη, στις 23 Σεπτεμβρίου.
Η –τραγική πλέον– πτυχή των ελληνολιβυκών σχέσεων και της απειλητικής πια παρουσίας της Τουρκίας νότια της Κρήτης (που φάνταζε υπερβολή ή ανέκδοτο όταν είχε ακουστεί μετά την κρίση των Ιμίων του 1996), είναι ότι δεν πρόκειται για την πρώτη φορά που ο Κυριάκος Μητσοτάκης αδρανεί. Όπως έχουμε αποκαλύψει και στο παρελθόν, ο πρωθυπουργός δεν είχε αναλάβει καμία σοβαρή πρωτοβουλία για την αποτροπή υπογραφής του τουρκολιβυκού μνημονίου, το Νοέμβριο 2019, αν και πάλι η κυβέρνηση διέθετε σοβαρότατα στοιχεία.
Η απλή παράθεση των ημερομηνιών είναι ενδεικτική για τις προ τριετίας παραλείψεις. Στις 5 Νοεμβρίου 2019, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος ενημερώνει ξένο συνομιλητή του ότι η Τουρκία θα ανατρέψει την κατάσταση ασφαλείας στη Μεσόγειο, προχωρώντας σε παράνομη οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών με τη Λιβύη εντός των επόμενων ημερών.
Στις 16 Νοεμβρίου 2019, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αντί να περιοδεύσει σε ξένες πρωτεύουσες και έδρες διεθνών οργανισμών καταγγέλλοντας –και ίσως εξουδετερώνοντας– τα τουρκολιβυκά σχέδια πραγματοποιεί τριήμερη ιδιωτική επίσκεψη στο Λονδίνο. Μεταξύ άλλων, παρακολουθεί τον αγώνα τένις Τσιτσιπά-Φέντερερ και φωτογραφίζεται εύχαρις με τον Έλληνα αθλητή. Στις 27 Νοεμβρίου 2019, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο τότε πρωθυπουργός της Λιβύης Φαγέζ αλ Σαράζ υπογράφουν, ανενόχλητοι και πιο χαρούμενοι, τα δύο μνημόνια με τις ανυπολόγιστες ακόμα συνέπειες. Το πρώτο πλήγμα από Λιβύη ήταν γεγονός.
Δημοσίευση σχολίου