GuidePedia

0



Μια απ’ τις πιο λυπηρές διαπιστώσεις για τα κακώς κείμενα της Εξωτερικής πολιτικής μας είναι η ανυπαρξία πρωτοβουλιών εθνικής δυναμικής σ’ αυτά τα 48 χρόνια που πέρασαν από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο (Ιούλιος-Αύγουστος 1974).

Γράφει η Κρινιώ Καλογερίδου

Ανυπαρξία ηθελημένη, δομημένη στον φόβο του casus belli, αν και οι ελληνικές κυβερνήσεις γνώριζαν εξαρχής ότι οι κίνδυνοι απ’ την παθητική στάση μας προκαλεί αρνητικές επιπτώσεις στον Ελληνισμό και είναι ένας από τους λόγους που το Κυπριακό παραμένει, κοντά μισό αιώνα σχεδόν, σε λιμνάζοντα ύδατα με άδηλο το μέλλον της Κύπρου.

Το μέλλον της ”Μικρής Ελλάδας” στην Ανατολική Μεσόγειο, της οποίας όλοι οι αγώνες (1821, 1931, 1955-’59 κλπ) ήταν δεμένοι με την εθνική ολοκλήρωση, την απελευθερωτική ιστορική πορεία του Ελληνισμού και τη δημοκρατία.

Και για να μην ανατρέχουμε στο αρχαιοελληνικό παρελθόν που βρίθει παραδειγμάτων, περιορίζουμε την αναδρομή μας στα Νεότερα ιστορικά χρόνια απ’ τον στραγγαλισμό του λόγιου Ιωάννη Καρατζά (συντρόφου του Ρήγα Φεραίου) τον 18ο αιώνα ως τις κρητικές επαναστάσεις του 19ου. Κι από τους Βαλκανικούς Πολέμους του 20ου ως τον αντικατοχικό αγώνα των Κυπρίων στην Ελλάδα κατά των Γερμανών κατακτητών (1941-’44) και τη συμμετοχή των Κυπρίων φοιτητών στην εξέγερση του Πολυτεχνείου (1973).

Αυτό για τους έχοντες κοντή μνήμη, που μηρυκάζουν μισό αιώνα σχεδόν το ”Η Κύπρος κείται μακράν” ξεχνώντας πως τα προνόμια στην Τουρκία εμείς τα δώσαμε, οι Ελλαδίτες (βλ. Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου 1959: η Τουρκία εγγυήτρια δύναμη στο πλευρό της Ελλάδας και της Βρετανίας).

Κι απ’ τη στιγμή που έγινε το κακό, η τουρκοκυπριακή μειονότητα του 18% απέκτησε αυτόματα προνόμια συγκυριαρχίας. Οι Τούρκοι ξανάβαλαν πόδι στο νησί (απ’ το 1878 που το είχαν παραδώσει στους Άγγλους με τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης) και απέκτησαν στρατιωτική εκπροσώπηση (ΤΟΥΡΔΥΚ) κατ’ αντιστοιχία με την ΕΛΔΥΚ που ιδρύθηκε το ’59 ταυτόχρονα με την Κυπριακή Δημοκρατία.

Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Ελληνοκυπρίων για Αυτοδιάθεση-Ένωση (1955-’59) ήρθε δυναμικά στο προσκήνιο απ’ το 1950 ακόμα, όταν στο δημοψήφισμα που διοργάνωσε η Εκκλησία της Κύπρου (15/1/’50) το το 95,7% τάχθηκε υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα.

Ωστόσο η αδυναμία των ηγεσιών Ελλάδας και Κύπρου (Καραμανλή-Μακαρίου) να συνενώσουν τα κοινωνικά με τα εθνικοαπελευθερωτικά αιτήματα, καθώς και ο εσωτερικός διχασμός των Κυπρίων σε αδιάλλακτους ενωτικούς και σε συμβιβαστικούς είχε σαν αποτέλεσμα — με τη βοήθεια και των Αμερικανών που ήθελαν να ελέγχουν καλύτερα την Ελλάδα και την Τουρκία — να λήξει ο αγώνας του ’55-’59 άδοξα, αν και ήταν ρωμαλέος, μαζικός, μαχητικός, επικός!..

Η επόμενη (αρνητικά σημαδεμένη) περίοδος για τον κυπριακό ελληνισμό ήταν η επταετία της ελληνικής Χούντας, όπου διαμορφώθηκαν οι συνθήκες για ένα ενωτικό αντιχουντικό κίνημα που ήταν αποφασισμένο για αντιδικτατορική μάχη στο όνομα της Κύπρου και της Ενωσης, καθώς προοιωνιζόταν η προδοσία και το ξεπούλημά της από μια κίνηση των Ελλήνων πραξικοπηματιών: την ανάκληση της ελληνικής μεραρχίας απ’ την Μεγαλόνησο.

Ανάκληση εθνικά καταστροφική, που απέδειξε ότι οι συνταγματάρχες της Χούντας διέθεταν μεν πατριωτική ρητορική, αλλά όχι στρατηγική ευφυΐα, διορατικότητα και διπλωματική ικανότητα για να κρατήσουν την Ελληνική Μεραρχία στην Κύπρο, προ της απειλής της Τουρκίας για εισβολή στο νησί και επίθεση στον Έβρο με αφορμή τη στρατιωτική επιχείρηση στην Κοφίνου (1967).

Επιχείρηση που έγινε στην εν λόγω επαρχία της Λάρνακας με διαταγή του Γρίβα Διγενή. Επιχείρηση που προκάλεσε τον θάνατο 22 Τούρκων και έδωσε το δικαίωμα στην Τουρκία να απαιτήσει την αποχώρηση της Ελληνικής Μεραρχίας και του στρατηγού, καθώς και τη διάλυση της Εθνικής Φρουράς Κύπρου…

Στην επταετία που ακολούθησε άλλαξαν πολλά στο νησί και όλα προς το χειρότερο. Όχι μόνο σε επιχειρησιακό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο ψυχολογίας και αγωνιστικότητας των Κυπρίων, μέχρι που φτάσαμε στην εθνική ήττα του ’74 που γκρέμισε τη Χούντα στην Ελλάδα και άνοιξε το δρόμο για την επιστροφή της δημοκρατίας στο πρόσωπο του ”άρτι αφιχθέντα εκ Παρισίων” Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Το μαχαίρι βαθιά στην καρδιά του κυπριακού ελληνισμού έκτοτε παραμένει. Παραμένουν οι εικόνες απ’ τους ξεσπιτωμένους πρόσφυγες, τις εκτελέσεις, τους βιασμούς, τους ομαδικούς τάφους, τις βεβηλώσεις ναών και τις αναζητήσεις αγνοουμένων απ’ τους συγγενείς τους που έκαναν το γύρο του κόσμου κρατώντας στα χέρια τις φωτογραφίες τους με το σύνθημα ”ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ!!!”

Όλα αυτά μαζί προκάλεσαν εθνικό συγκλονισμό. Συγκλονισμό που οδήγησε σε μετάλλαξη τον κυπριακό λαό. Έτσι. αυτός που έβγαλε παλικάρια σαν τον Αυξεντίου και τον Παλληκαρίδη, αυτός που χτυπήθηκε βίαια απ’ τη αγγλοκρατία και έκανε ηρωικό αγώνα με αίτημα την εθνική ολοκλήρωση μέσω της Αυτοδιάθεσης-Ένωσης με την Ελλάδα, έδειχνε τώρα έτοιμος για ριζική αλλαγή.

Έτοιμος να αποβάλει τη σπιρτάδα της συλλογικής αγωνιστικότητας την οποία άρχισαν να υποκαθιστούν σταδιακά η ροπή προς τον ατομικισμό, η ευμάρεια και ο αφοπλισμός απ’ τη βασική εθνική επιδίωξή του για απελευθέρωση της κατεχόμενης βόρειας Κύπρου.

Έτοιμος να αποβάλει σταδιακά (με ευθύνη των κομματικών ιεραρχιών, των Κυπρίων αστών και των κομμάτων της Κύπρου) τη σπιρτάδα του σθένους, της εγκαρτέρησης και της αισιοδοξίας, τα οποία έδωσαν τη θέση τους σταδιακά στην παθητικότητα και την ηττοπάθεια που υποσκάπτουν σταδιακά την εθνική ταυτότητα των Ελληνοκυπρίων.

Πέραν αυτών, η μη λύση του Κυπριακού τούς έκανε πικρόχολους, φορτωμένους με παράπονα… μισού αιώνα για την Ελλάδα, η αστική ελίτ της οποίας εξακολουθεί, δυστυχώς, να διαιωνίζει το ίδιο επικίνδυνο λάθος της.

Το λάθος να απεκδύεται των εθνικών ευθυνών έναντι της Κύπρου και να καθησυχάζει τη συνείδησή της με το δόγμα (που είναι διακομματικά αποδεκτό) ”Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται”, το οποίο ισοδυναμεί ουσιαστικά με το ποντιοπιλατικό ”Νίπτω τας χείρας μου” για ό,τι μέλλει γενέσθαι στην Κύπρο…

Σας ακούω να λέτε ότι η καρδιά Ελλαδιτών και Ελληνοκυπρίων δεν χτυπάει, όπως παλιά — βίαια και πνιγηρά — σε κάθε χρονικό, ανατριχιαστικό ραντεβού με την ιστορία (20 Ιουλίου και 14 Αυγούστου 1974 η εισβολή του Αττίλα 1&2 στην Κύπρο αντίστοιχα), γιατί ο πόνος μαλάκωσε με τον χρόνο.

Χτυπάει σαν ξεθυμασμένη αντάρα, πράγματι. Απομεινάρι πονεμένης ανάμνησης που κάθε χρόνο τέτοιο καιρό μάς κάνει να συνειδητοποιούμε πως εδώ και μισό αιώνα ζούμε — ως Ελληνισμός — με μια πινέζα μόνιμα καρφωμένη στην καρδιά μας.

Το άγριο, ανατριχιαστικό ξύπνημα κάτω απ’ τους τρελαμένους ήχους των σειρήνων χάραξε εφ’ όρου ζωής όσους το έζησαν, γιατί σ’ αυτό προστέθηκαν αργότερα οι λεπτομέρειες της προδοσίας και τα αμείλικτα ερωτήματα Ελληνοκυπρίων και Ελλαδιτών για τον φάκελο της Κύπρου και τους υπεύθυνους της κυπριακής τραγωδίας.

Μισό αιώνα σχεδόν μετά, τα πάντα στο Κυπριακό φαίνεται να λιμνάζουν στα εντός εκτός και επί τα αυτά, αλλά στην πραγματικότητα βαίνουν προς το χειρότερο. Κι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την μη εφαρμογή και συμμόρφωση των Τούρκων στα πολυάριθμα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, αλλά και με την αποθράσυνσή τους λόγω ατιμωρισίας τους, όπως και με την αλλαγή στάσης του ΟΗΕ επί τα χείρω για την ελληνοκυπριακή πλευρά.

Το μαρτυρούν, άλλωστε, οι τελευταίες εκθέσεις του Διεθνούς Οργανισμού που δημιουργούν προβληματισμό συγκρινόμενες με εκείνες του παρελθόντος οι οποίες είχαν ως πρώτιστο αίτημα την αποχώρηση του στρατού κατοχής από την Κύπρο.

Συνελόντι ειπείν το μόνο που παραμένει αμετάβλητο επί 48 χρόνια είναι η ανανέωση παράτασης της θητείας της ΟΥΝΦΙΚΥΠ (ειρηνευτικής δύναμης του ΟΗΕ) στο νησί ανά έξι μήνες, γιατί — κατά τα άλλα — ο νυν ΓΓ του ΟΗΕ κάνει ό,τι μπορεί για να εξισώσει την Κυπριακή Δημοκρατία με το ψευδοκράτος, με το πρόσχημα της ”ισότητας των δύο μερών”.

Το ψευδοκράτος (”ΤΔΒΚ”) διευρύνεται, εντωμεταξύ, πληθυσμιακά με τη βοήθεια του Αντόνιο Γκουτέρες ο οποίος φρόντισε ήδη να εντάξει στην έκθεσή του και τους παράτυπους μετανάστες ως κατοίκους του, αν και δεν μένουν μόνιμα εκεί. Προωθούνται σκόπιμα απ’ τα Κατεχόμενα στην ελεύθερη Κύπρο με στόχο την αλλοίωση της εθνικής ταυτότητάς της και για να φέρει η Τουρκία προ των ευθυνών της την Κυπριακή Δημοκρατία απέναντι τους.

Σε όλα αυτά φυσικά, που υπονομεύουν ουσιαστικά όχι μόνο τη δικαίωση του κυπριακού λαού αλλά και τη διεθνή αναγνώριση ακόμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, έχει βάλει από χρόνια και συνεχίζει να βάζει το χέρι της η ιστορικά φιλοτουρκική βρετανική πολιτική κρυπτόμενη πίσω από τους κυανόκρανους του ΟΗΕ στην Κύπρο.

Στα δεδομένα τα πριν και τα μετά της κυπριακής τραγωδίας που σκοτεινιάζουν τον εθνικό μας ορίζοντα, θα πρέπει να προσθέσουμε και το θάρρος-θράσος ο Ερσίν Τατάρ (ηγέτη-ανδρείκελου του Ταγίπ Ερντογάν στο τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος) που — ως απόγονος των βαρβάρων του 16ου αιώνα μΧ — παραποιεί διεθνώς την ιστορία της Κύπρου με αναφορές όπως:

– […] Είμαστε (οι Τούρκοι) από το 1571 σε αυτά τα χώματα και υπάρχουν έγγραφα γι’ αυτό…

Ξεχνώντας ηθελημένα πως η ελληνική παρουσία εκεί χρονολογείται απ’ το 1240 πΧ, όταν ο Τεύκρος (γιος του Τελαμώνα και αδελφός του βασιλιά της Σαλαμίνας Αίαντα) ήρθε μετά τον Τρωικό πόλεμο (1250-1240 πΧ) στο νησί και έχτισε τη δική της Σαλαμίνα στην ανατολική ακτή του (εκβολές ποταμού Πεδιαίου, βόρεια της σύγχρονης Αμμοχώστου, η οποία χτίστηκε τον 3ο αι πΧ από τους απογόνους του Πτολεμαίου, στρατηγού του Μ. Αλεξάνδρου).

Αυτά για να τα ακούει και η μερίδα εκείνη των Ελληνοκυπρίων που υποτιμά την ελληνική καταγωγή και την μητρική γλώσσα της και για λόγους μιμητισμού την έχει αντικαταστήσει με την αγγλική, τη γλώσσα των κατακτητών της Κύπρου (1878-1960: Αγγλοκρατία).

Να τα ακούνε και οι πολιτικοί εκπρόσωποι του Ελληνισμού στην Ελλάδα και την Μεγαλόνησο, οι οποίοι — δια της σιωπής, της αβουλίας και της απραξίας τους και με απενεργοποιημένο το ΔΕΑΧ (που θα κάλυπτε αμυντικά την τελευταία) — την οδηγούν μοιρολατρικά (τη υποδείξει των ξένων και του ΟΗΕ) στην παγίδα της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας με κίνδυνο τουρκοποίησης όλης της Κύπρου.

Την οδηγούν αφελώς σε προτάσεις-παγίδες για συνομιλίες με τον Τατάρ (εντολοδόχο της Άγκυρας στα Κατεχόμενα), ενώ είναι ηλίου φαεινότερο ότι δεν υπάρχει περίπτωση συνεννόησης μαζί του και από το Τραπέζι των συνομιλιών θα σηκωθούμε ζημιωμένοι…

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top