GuidePedia

0


Αναστασάκης Ιωάννης
Τα ερωτήματα που ταλανίζουν την ελληνική κοινή γνώμη είναι εάν θα έχουμε θερμό επεισόδιο, ή ακόμα και εάν θα οδηγηθούμε σε πόλεμο. Τις προηγούμενες ημέρες τα ερωτήματα ήταν πιο ήπιας μορφής, όπως: Είναι το Αιγαίο ελληνική λίμνη; Περιλαμβάνεται το Αιγαίο στην Ανατολική Μεσόγειο; Θα γίνει συνεκμετάλλευση με την Τουρκία; Είναι σημαντική η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια; Είναι παράνομο –σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο– το Casus Belli και η στρατικοποίηση κρίσεων εκτός των εθνικών ορίων μιας χώρας;

Το κάθε ένα από αυτά τα ερωτήματα, αποτελεί από μόνο του ένα slogan που όταν δεν υποστηρίζεται από τη δέουσα ανάλυση, παραμένει εμπρηστική ρητορική. Οι αναλύσεις και οι πολιτικές δηλώσεις με επίκληση του Διεθνούς Δικαίου για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, όταν γίνονται χωρίς επιστημονικό υπόβαθρο, τείνουν να γίνονται λαϊκισμός. Στην ουσία οδηγούν στον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης.

Τί άραγε αναμένουν οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις και οι Έλληνες από την προσφυγή στην κρίση ενός Διεθνούς Δικαστηρίου, ή από την εισήγηση ενός Δικαστηρίου Διαμεσολάβησης; Αυτό θα είναι η βάση για κάθε μελλοντική προσέγγιση με σκοπό την επίλυση των όποιων ελληνοτουρκικών διαφορών. Μέχρι να υπάρξει ελληνοτουρκική συμφωνία για προσφυγή, τα εκατέρωθεν επιχειρήματα δημιουργούν μονομερή φανατισμό και αντιδράσεις που ναρκοθετούν την όποια δυνατότητα δημιουργίας των προϋποθέσεων για “ειρηνική” επίλυση των όποιων διαφορών.

Πολυεθνικές ομάδες εμπειρογνωμόνων, επιχειρώντας να επιλύσουν διακρατικές διαφορές, εξετάζουν και θέματα οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών. Στις ομάδες αυτές λαμβάνεται υπόψη η εμπειρία πρώην δικαστών Διεθνών Δικαστηρίων, νομικών ειδικευμένων στο Διεθνές Δίκαιο, καθώς επίσης και χαρτογράφων, διεθνολόγων κ.α. Τα συμβουλευτικά πορίσματα τέτοιων ομάδων για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών είναι απαραίτητο να οπτικοποιούνται επί χάρτου, ώστε να συμβάλουν στην παγίωση απόψεων, τόσο από κυβερνήσεις όσο και από τους πολίτες.

Στην πραγματικότητα, για κάθε επιχείρημα που τίθεται από τις αντιπαρατιθέμενες πλευρές, σχεδιάζεται ένας νέος χάρτης. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται δεκάδες χάρτες της ίδιας περιοχής. Η επίπονη αυτή εργασία χαρτογράφησης είναι ουσιώδους σημασίας για την εξαγωγή συμπερασμάτων οριοθέτησης, κυρίως διότι καταδεικνύει την πραγματική επίδραση που επιφέρει η υιοθέτηση του κάθε ρητορικού επιχειρήματος. Έχοντας την τύχη και την τιμή να συμμετέχω σε μία από τις πλέον αξιόπιστες τέτοιες διεθνείς ομάδες, θέλω να μοιραστώ, έστω συνοπτικά, την εμπειρία που απέκτησα.

Οριοθέτηση και Διεθνές Δίκαιο

Σε ένα Διεθνές Όργανο, οι κριτές λαμβάνουν υπόψη και βασίζουν τις εισηγήσεις τους στην επιστημονική προσέγγιση του καθορισμού ΑΟΖ, που βασίζεται σε θεμελιώδεις Αρχές Διεθνούς Δικαίου, οι οποίες συνοπτικά εδράζονται στις ακόλουθες θέσεις:Τα όρια των χωρικών υδάτων υπερέχουν (prevail) έναντι οιασδήποτε οριοθέτησης οικονομικής ζώνης. Είναι επομένως προϋπόθεση ο καθορισμός του εύρους των χωρικών υδάτων πριν καθοριστούν οι οικονομικές ζώνες.
Η γεωγραφία της περιοχής είναι η βασική παράμετρος χάραξης ορίων. Τα φυσικά σύνορα και ο καθορισμός της μέσης γραμμής στη θάλασσα προϋποθέτει συμφωνία των διαδίκων για τις παραμέτρους που θα ληφθούν υπόψη. Αυτό είναι το γνωστό Συνυποσχετικό που ακούγεται ότι πρέπει να προηγηθεί πριν την προσφυγή σε διεθνή κρίση.
Η αρχή της αναλογικότητας είναι ουσιώδης παράμετρος που λαμβάνεται σοβαρά υπόψη, κυρίως στον καθορισμό ΑΟΖ, ή ακόμα και περιοχών συνεκμετάλλευσης με συμφωνία των δύο μερών.
Άλλες παράμετροι, όπως συναισθηματικές επικλήσεις (“Γαλάζια Πατρίδα”, “Σύνορα της Καρδιάς” κλπ), η πληθυσμιακή πυκνότητα, η ιστορική κληρονομιά, η λαογραφική παράδοση, η εθνική καταγωγή, καθώς και άλλες, ή απορρίπτονται, ή λαμβάνονται επικουρικά υπόψη με μειωμένη βαρύτητα.

Τα δεδομένα στο Βόρειο Αιγαίο

Στο βόρειο Αιγαίο, με σχετικά μικρή επίδραση των χωρικών υδάτων (από 6 έως 12 μίλια), δημιουργούνται δύο περιοχές Διεθνών Υδάτων για καθορισμό ΑΟΖ, η μία ανατολικά της Λήμνου και η δεύτερη νότια από την Χίο. Η συνολική επιφάνεια των δύο αυτών περιοχών είναι σχετικά μικρή, με αντίστοιχα μικρή επίδραση στον καθορισμό των εκεί ΑΟΖ Ελλάδας και Τουρκίας.

Επειδή η ΑΟΖ που αναλογεί στην Τουρκία στο βόρειο Αιγαίο είναι περιορισμένη, η Άγκυρα εφευρίσκει διάφορες αιτιάσεις για να επιτύχει παρέκκλιση από τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου στην οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών στην περιοχή. Συγκεκριμένα, επικαλείται ότι:

Πρώτον: Ο ποταμός Έβρος, καθορίζοντας τα χερσαία σύνορα, επηρεάζει την χάραξη των θαλάσσιων συνόρων που είναι η συνέχεια των χερσαίων. Συγκεκριμένα οι Τούρκοι εμπειρογνώμονες εμμένουν στην άποψη ότι με τις πλημύρες η κοίτη του ποταμού αλλάζει, καθώς επίσης μετατοπίζεται το Δέλτα του ποταμού και κυρίως η γωνία που ο ποταμός φτάνει την ακτή. Επομένως αφού τα χερσαία σύνορα δεν είναι σταθερά, δεν είναι δυνατόν να χαραχθούν ακριβή θαλάσσια σύνορα στην περιοχή.

Δεύτερον: Η νησίδα Ζουράφα, ελέγχοντας την είσοδο των Στενών, θεωρείται από την Τουρκία ότι είναι αγκάθι στην καρδιά της. Επίσης η Λήμνος και ο Άγιος Ευστράτιος καθορίζουν δυσμενώς για την Τουρκία τα ελληνικά χωρικά ύδατα στο βόρειο Αιγαίο.

Τρίτον: Τα νησιά δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και η χάραξη της μέσης γραμμής πρέπει να γίνεται μεταξύ των τουρκικών ακτών και της ηπειρωτικής Ελλάδας! Επειδή όμως τα νησιά, σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, ορίζουν χωρικά ύδατα, δεν ευσταθούν οι τουρκικοί ισχυρισμοί ενώπιον Διεθνούς Δικαστηρίου.

Τέταρτον: Η αποστρατικοποίηση Λήμνου και Σαμοθράκης, όπως και το δόγμα “Γαλάζια Πατρίδα” είναι τουρκικοί ισχυρισμοί που δεν έχουν νομική βάση και επομένως δεν έχουν βαρύτητα στον καθορισμό ΑΟΖ από Διεθνές Δικαστήριο.

Τα δεδομένα στο Νότιο Αιγαίο

Στο νότιο Αιγαίο απομένουν μόνο διάδρομοι διεθνούς ναυσιπλοΐας μεταξύ των ελληνικών νησιών. Η μόνη ενιαία περιοχή διεθνών υδάτων εντοπίζεται ανατολικά των Κυθήρων, που γίνεται περίκλειστη ελληνική περιοχή αν η Ελλάδα επεκτείνει σε 12 μίλια τα χωρικά της ύδατα στην περιοχή. Επειδή η ΑΟΖ που αναλογεί στην Τουρκία στο νότιο Αιγαίο είναι εξαιρετικά περιορισμένη, αυτή εφευρίσκει τις γνωστές αιτιάσεις.

Η Τουρκία αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία στα μικρονήσια και στις βραχονησίδες που δεν αναφέρονται επώνυμα στις Συνθήκες της Λωζάννης (1923) και των Παρισίων (1947). Με τη Συνθήκη της Λωζάνης, όμως, η Τουρκία έχει αποδεχθεί ότι δεν διεκδικεί νησιά που απέχουν πέραν των τριών μιλίων από την ηπειρωτική ακτή της. Άρα, η τουρκική αιτίαση είναι παντελώς αβάσιμη και μη αποδεκτή από ένα Διεθνές Δικαστήριο. Επισημαίνονται σχετικά τα άρθρα 6, 12 και 15 της Συνθήκης.
Τον Σολτς θα ενημερώσει ο Μητσοτάκης για την τουρκική επιθετικότητα

Με τη Συνθήκη της Λωζάνης η Τουρκία αναγνώρισε την κυριαρχία της Ιταλίας στα Δωδεκάνησα. Με την ιταλοτουρκική διμερή Συνθήκη του 1932 καθορίστηκαν τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ των Δωδεκανήσων και της τουρκικής ακτής (και για την περιοχή του Καστελλόριζου). Όταν με την Συνθήκη των Παρισίων η Ιταλία παρέδωσε τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα, η Τουρκία είχε ήδη αποξενωθεί από την περιοχή, ακριβώς λόγω των Συνθηκών που είχαν προηγηθεί. Επομένως οι τουρκικές αιτιάσεις δεν είναι δυνατόν να έχουν οποιαδήποτε τύχη ενώπιον Διεθνούς Δικαστηρίου.

Με την απειλή του Casus Belli οι Τούρκοι ισχυρίζονται ότι προστατεύουν την διεθνή ναυσιπλοΐα, διότι αν η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια στο Αιγαίο, τότε αυτό θα γίνει ελληνική “λίμνη”. Η αιτίαση της Τουρκίας είναι αβάσιμη. Πρώτον, διότι θα προβλέπεται διάδρομος διεθνούς ναυσιπλοΐας και δυνατότητα αβλαβούς διέλευσης των τουρκικών πολεμικών πλοίων και διαμέσου των ελληνικών χωρικών υδάτων, σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας. Επιπλέον η απειλή πολέμου και οι προκλητικές ενέργειες δεν είναι αποδεκτές πρακτικές σύμφωνα με τη Χάρτα του ΟΗΕ και δεν ευσταθούν ενώπιον Διεθνούς Δικαστηρίου.

Αντιλαμβανόμενη το αβάσιμο των ισχυρισμών της, η Τουρκία επιχειρεί να αντιστρέψει την πραγματικότητα και κατηγορεί την Ελλάδα ότι αυτή παρενοχλεί. Παραβλέπει ότι τα οπλισμένα τουρκικά αεροσκάφη κάνουν παραβάσεις το FIR Αθηνών, τα όρια του οποίου η ίδια η Τουρκία είχε αποδεχθεί. Επίσης, ότι παραβιάζουν τον εναέριο χώρο της Ελλάδας και στη ζώνη μεταξύ έξι και δέκα μιλίων και στη ζώνη των έξι μιλίων.

Ο Διεθνής Οργανισμός Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) είναι ο οργανισμός που ρυθμίζει τις διεθνείς αερομεταφορές. Ιδρυτική Συνθήκη του αποτελεί η Σύμβαση του Σικάγου (1944), ενώ η ίδρυσή του χρονολογείται το 1947. Ο ιδιαίτερα στενός χρονικά σύνδεσμός του με το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αντανακλά την πρόθεση των κρατών να ρυθμίσουν πλέον τις διεθνείς αερομεταφορές σε κλίμα αμοιβαίας συνεργασίας, κυρίως με σκοπό τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης. Η παραβίαση των υφιστάμενων Διεθνών Συνθηκών και Συμφωνιών για οιανδήποτε αιτία, δεν γίνεται αποδεκτή ενώπιον Διεθνούς Δικαστηρίου.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top