Γράφει ο ΖΑΧΑΡΙΑΣ Β. ΜΙΧΑΣ*
Η συμπλήρωση ενός έτους από την υβριδική επίθεση στον Έβρο με την εργαλειοποίηση μεταναστών, οδήγησε στην αφύπνιση της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής ηγεσίας. Το αποτέλεσμα ήταν να σημειωθούν αλλαγές στο ελληνοτουρκικό μέτωπο. Η Τουρκία αιφνιδιάστηκε. Ακόμα και σήμερα δεν έχει χωνέψει πως άλλαξε στάση η Ελλάδα. Το μεγάλο ζητούμενο για την ελληνική πολιτική ηγεσία είναι να συνεχίσει με σύνεση στον ίδιον δρόμο και να μην αφήσει τη δουλειά στη μέση.
Διότι δυστυχώς αυτός είναι ορατός κίνδυνος. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κινητοποιήθηκε τότε κυρίως λόγω των αντανακλαστικών πολιτικής επιβίωσης. Έγινε εγκαίρως αντιληπτό ότι επρόκειτο για πρόβλημα που είχε τη δυναμική να την ακυρώσει πολιτικά.
Όσο κι αν η οικονομική επιβίωση είναι λογικό να απασχολεί σε πρώτο πλάνο την ταλαιπωρημένη ελληνική κοινωνία, αλλά όταν απειλείται η εθνική ασφάλεια πάντα θα μετατρέπεται σε προτεραιότητα για τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων, ανεξαρτήτως κομματικών αποχρώσεων.
Η αντίσταση στον Έβρο και αναπτέρωσε το ηθικό. Από την ψυχολογία του “χαμένου από τα αποδυτήρια”, σταδιακά οικοδομήθηκε η πεποίθηση ότι δεν θα μείνουμε με σταυρωμένα χέρια. Ακόμα και στο χειρότερο σενάριο, η Ελλάδα θα πουλήσει “ακριβά το τομάρι της” και έχει αντικειμενικά τη δυνατότητα να “ματώσει” σοβαρά την Τουρκία εάν τολμήσει να της επιτεθεί.
Σε συνδυασμό με την υπενθύμιση της κληρονομιάς του 1821, συνεπεία της επετείου, ενεργοποιήθηκαν εθνικά αντανακλαστικά και τέθηκαν σε κίνηση κοινωνικές ζυμώσεις. Αμφισβητήθηκαν “ιερά τοτέμ” της εξωτερικής πολιτικής που έχουν εγκλωβίσει τον Ελληνισμό σε μια δήθεν εκσυγχρονιστική οδό, που παραβιάζει θεμελιώδεις κανόνες των διεθνών σχέσεων. Η άκριτη ευθυγράμμιση της Ελλάδας με τις γεωπολιτικές προτεραιότητες άλλων ήταν σταθερή ορίζουσα.
Το πλέον ενδιαφέρον ήταν ότι η ανάκτηση της εθνικής αυτοπεποίθησης ήταν ευθέως ανάλογη με την επιτυχή αντίσταση στην τουρκική πίεση. Όσο, μάλιστα, κλιμακωνόταν η ελληνική αντίσταση, τόσο αυξανόταν και η αμηχανία της Άγκυρας με αποτέλεσμα να την οδηγήσει σε αδιέξοδο και τελικά σε υποχώρηση.
Η αντίσταση στον Έβρο πιστώθηκε και πολιτικά στην κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία ενίσχυσε το δημοσκοπικό της προβάδισμα και τη δημόσια εικόνα του πρωθυπουργού, με αποτέλεσμα οι αρνητικές εξελίξεις και κακοί χειρισμοί στη συνέχεια να μην προκαλέσουν την πολιτική φθορά που σε άλλες συνθήκες θα προκαλούσαν.
Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η αντίσταση δεν ήταν μόνο στο επίπεδο της εθνικής ασφάλειας. Συνοδεύτηκε και από κινητοποίηση στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής. Προβλήθηκε η εικόνα μιας Ελλάδας που παίρνει την τύχη της στα δικά της χέρια. Αξιοσημείωτη ήταν και η συναίνεση του πολιτικού κόσμου σε γενικές γραμμές, με αποτέλεσμα η συνολική εικόνα διεθνώς να αποπνέει σοβαρότητα κι αποτελεσματικότητα.
Ο παράγοντας αυτός αποτελεί προϋπόθεση για την εξεύρεση συμμάχων. Το “σύνδρομο του τζαμπατζή” (free rider’s syndrom) δεν εκτιμάται στο διεθνές σύστημα. Οι συμμαχίες συνεπάγονται ανάληψη βάρους από συμμάχους, κατά τρόπον που το αποτέλεσμα να είναι ισχυρότερο του αριθμητικού αθροίσματος της ισχύος τους.
Ο Έβρος δεν πέρασε απαρατήρητος από Γαλλία, Ισραήλ, Αίγυπτο, Εμιράτα, Σαουδική Αραβία, ακόμα και από την Ινδία. Παρά τα προβλήματα που εξακολουθούν να υπάρχουν, η αλλαγή είναι εμφανής. Το μεγάλο ζητούμενο είναι η Ελλάδα να συνεχίσει με συνέπεια στον ίδιον δρόμο. Διπλωματικά φαίνεται πως έχει γίνει αντιληπτό ότι αυτή η ομάδα κρατών εξασφαλίζουν ισχυρούς και πολυεπίπεδους μοχλούς επιρροής και πίεσης.
Ενδεχόμενη οπισθοδρόμηση θα επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία της Ελλάδας και θα πυροδοτήσει αντίστροφη δυναμική. Πρέπει να βελτιωθεί η επιτήρηση των συνόρων, κάτι που εν πολλοίς γίνεται. Αυτό που προκαλεί ανησυχία, είναι οι εν εξελίξει διαβουλεύσεις στην ΕΕ για το νέο Μεταναστευτικό Σύμφωνο με την Τουρκία.
Ο ΤΟΜΕΑΣ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Δυστυχώς, οι εταίροι μας εξακολουθούν να μην θέλουν να αντιληφθούν το πρόβλημα ασφαλείας που δημιουργείται στην Ελλάδα και όχι μόνο. Η δημιουργία κέντρων υποδοχής και εξέταση σε ατομική βάση των αιτημάτων για άσυλο, όχι μόνο δεν αποτελεί λύση, αλλά λειτουργήσει σαν προσκλητήριο προσέλευσης περισσοτέρων. Η δικαιολογία του συριακού εμφυλίου εκλείπει σταδιακά. Μεγάλη πλειοψηφία μεταναστών προέρχονται από το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και την Αφρική.
Εάν προβληθεί ως δικαιολογία η δίωξη στη χώρα προέλευσης λόγω π.χ. σεξουαλικού προσανατολισμού, πώς ακριβώς θα αποτραπεί η παραμονή τους; Με τις ευρωπαϊκές χώρες να απορροφούν το 5% από τους 40.000 μετανάστες ετησίως, πού ακριβώς θα μείνουν οι υπόλοιποι; Πόσο έξυπνο θα ήταν να δημιουργηθούν συμπαγείς μουσουλμανικοί και ενίοτε φιλικοί προς την Τουρκία πληθυσμοί στον Έβρο και στα νησιά;
Ας μην αφήσουμε περιθώριο για αφελείς προσεγγίσεις στα θέματα ασφαλείας. Η δράση κέντρων που ενδιαφέρονται για τον πληθυσμιακό “εμπλουτισμό” της Ευρώπης πλήττει καίρια την ελληνική ασφάλεια. Σε συνδυασμό μάλιστα με τα οικονομικά συμφέροντα που δημιουργούνται στο εσωτερικό (π.χ. με την επιδοτούμενη παραμονή μεταναστών), ο κίνδυνος είναι μεγάλος.
Η αποδοχή μετατροπής των νησιών και του Έβρου σε “αποθήκες μεταναστών” έναντι οικονομικών ανταλλαγμάτων, δεν πρόκειται να ωφελήσει ούτε καν τις τοπικές κοινωνίες. Το χρήμα πάει στις τσέπες εμπλεκόμενων επιχειρηματιών και κυρίως των ΜΚΟ. Υπάρχει, μάλιστα, και η πρόταση εμπλοκής ιδιωτικών “στόλων” σε αποστολές έρευνας και διάσωσης, οι οποίοι δεν θα υπάγονται καν στην ελληνική Ακτοφυλακή.
Εν ολίγοις, η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει στάση. Δεν είναι δυνατόν να διεξάγεται τέτοια συζήτηση στην Ευρώπη και η ελληνική εκπροσώπηση να περιορίζεται απλώς σε “διατύπωση ενστάσεων“. Αυτή η τακτική οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πραγματικός στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι όχι η πάση θυσία αποτροπή των μεταναστευτικών ροών, αλλά η ανοχή τους με οικονομικά ανταλλάγματα. Οι προειδοποιήσεις από τις αρχές ασφαλείας, όμως, είναι γνωστές…
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΜΥΝΑ
Στον τομέα της άμυνας έχουν γίνει σημαντικές κινήσεις και αναμένονται και άλλες. Πρώτη και εμβληματική είναι η προμήθεια των υπερσύγχρονων μαχητικών Rafale. Ωστόσο, παρατηρείται μια “συστημική κόπωση”, ενώ δεν έχει αντιμετωπιστεί παρά κλάσμα των προβλημάτων που συσσώρευσε η 15ετής παραμέληση της στρατιωτικής-αποτρεπτικής ισχύος.
Η Ελλάδα οφείλει να συζητήσει με ισχυρές πολιτικά και οικονομικά συμμαχικές χώρες την ενίσχυση της αμυντικής υποδομής επί βιώσιμων επιχειρηματικών σχεδίων (π.χ. ναυπηγική βιομηχανία, ΕΑΒ) και βάσει συμμαχικής λογικής. Η Ελλάδα πρέπει στο ανώτατο επίπεδο να διεκδικήσει ετήσια δωρεάν στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ, στο πρότυπο αυτής που δίδεται στο Ισραήλ και την Αίγυπτο.
Παράλληλα, δεν πρέπει επ’ ουδενί να μείνουν στη μέση οι προσπάθειες συνολικής και βάση σχεδίου ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων. Η αναβάθμιση των υπολοίπων F-16 με τα απάρτια που θα προκύψουν από τα 84 που θα αναβαθμιστούν στη διαμόρφωση “V”, θα δημιουργήσουν οικονομίες κλίμακος, καθώς ο στόλος αυτών των μαχητικών θα περιοριστεί σε δύο διαμορφώσεις. Αυτά τα μαχητικά θα είναι ικανότερα από το καλύτερο που διαθέταμε πριν το πρόγραμμα για F-16V.
Η αναβάθμιση του αεροπορικού στόλου θα είναι θεαματική. Με την απαραίτητη προσθήκη και δεύτερης μοίρας Rafale, η Πολεμική Αεροπορία θα είναι εκ των κορυφαίων στην Ευρώπη στο επίπεδο των μέσων, ενώ ο ποιοτικός ανθρώπινος παράγοντας θα προσθέσει στην αποτρεπτική αξιοπιστία. Δηλαδή, στη βασική προσπάθεια αποφυγής πολεμικής σύρραξης, δια της άρνησης των στόχων του αντιπάλου.
Στο Πολεμικό Ναυτικό το πρόβλημα δεν επιλύεται με την προμήθεια τεσσάρων φρεγατών. Δεκάδες μονάδες επιφανείας επιχειρούν επί 40 χρόνια και επείγει ολοκληρωμένο σχέδιο σταδιακής αντικατάστασης. Το δυσεπίλυτο αυτό από οικονομικής απόψεως πρόβλημα, αποτελεί ευκαιρία για την εθνική οικονομία.
Ο όγκος του απαιτούμενου έργου επιτρέπει την εμπλοκή περισσοτέρων του ενός προμηθευτή σε μακροχρόνια ναυπηγικά προγράμματα. Αυτό, με έξυπνο χειρισμό, θα αποφορτίσει την πίεση που ασκείται τουλάχιστον από αμερικανικής και ευρωπαϊκής πλευράς. Το βέβαιο είναι ότι τέτοια προγράμματα θα συμβάλλουν καθοριστικά στην ανάταξη της ελληνικής οικονομίας.
Ο Στρατός Ξηράς εμφανίζεται σαν “φτωχός συγγενής”, αλλά κατανοεί τις προτεραιότητες αγόγγυστα. Αλλά και εκεί υπάρχουν προγράμματα θεαματικής επαύξησης των επιχειρησιακών δυνατοτήτων, κυρίως με την απόκτηση υπερσύγχρονων βλημάτων που θα θωρακίσουν τον Έβρο και τα νησιά.
Εν κατακλείδι, ας μεριμνήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ώστε η “κληρονομιά του Έβρου” να μην πάει χαμένη. Να αξιοποιηθεί για να οδηγήσει σε εθνική αυτοπεποίθηση στο επίπεδο της άμυνας, της ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής. Εάν συμβεί αυτό, τα αποτελέσματα στην οικονομία θα είναι θεαματικά…
Η συμπλήρωση ενός έτους από την υβριδική επίθεση στον Έβρο με την εργαλειοποίηση μεταναστών, οδήγησε στην αφύπνιση της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής ηγεσίας. Το αποτέλεσμα ήταν να σημειωθούν αλλαγές στο ελληνοτουρκικό μέτωπο. Η Τουρκία αιφνιδιάστηκε. Ακόμα και σήμερα δεν έχει χωνέψει πως άλλαξε στάση η Ελλάδα. Το μεγάλο ζητούμενο για την ελληνική πολιτική ηγεσία είναι να συνεχίσει με σύνεση στον ίδιον δρόμο και να μην αφήσει τη δουλειά στη μέση.
Διότι δυστυχώς αυτός είναι ορατός κίνδυνος. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κινητοποιήθηκε τότε κυρίως λόγω των αντανακλαστικών πολιτικής επιβίωσης. Έγινε εγκαίρως αντιληπτό ότι επρόκειτο για πρόβλημα που είχε τη δυναμική να την ακυρώσει πολιτικά.
Όσο κι αν η οικονομική επιβίωση είναι λογικό να απασχολεί σε πρώτο πλάνο την ταλαιπωρημένη ελληνική κοινωνία, αλλά όταν απειλείται η εθνική ασφάλεια πάντα θα μετατρέπεται σε προτεραιότητα για τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων, ανεξαρτήτως κομματικών αποχρώσεων.
Η αντίσταση στον Έβρο και αναπτέρωσε το ηθικό. Από την ψυχολογία του “χαμένου από τα αποδυτήρια”, σταδιακά οικοδομήθηκε η πεποίθηση ότι δεν θα μείνουμε με σταυρωμένα χέρια. Ακόμα και στο χειρότερο σενάριο, η Ελλάδα θα πουλήσει “ακριβά το τομάρι της” και έχει αντικειμενικά τη δυνατότητα να “ματώσει” σοβαρά την Τουρκία εάν τολμήσει να της επιτεθεί.
Σε συνδυασμό με την υπενθύμιση της κληρονομιάς του 1821, συνεπεία της επετείου, ενεργοποιήθηκαν εθνικά αντανακλαστικά και τέθηκαν σε κίνηση κοινωνικές ζυμώσεις. Αμφισβητήθηκαν “ιερά τοτέμ” της εξωτερικής πολιτικής που έχουν εγκλωβίσει τον Ελληνισμό σε μια δήθεν εκσυγχρονιστική οδό, που παραβιάζει θεμελιώδεις κανόνες των διεθνών σχέσεων. Η άκριτη ευθυγράμμιση της Ελλάδας με τις γεωπολιτικές προτεραιότητες άλλων ήταν σταθερή ορίζουσα.
Το πλέον ενδιαφέρον ήταν ότι η ανάκτηση της εθνικής αυτοπεποίθησης ήταν ευθέως ανάλογη με την επιτυχή αντίσταση στην τουρκική πίεση. Όσο, μάλιστα, κλιμακωνόταν η ελληνική αντίσταση, τόσο αυξανόταν και η αμηχανία της Άγκυρας με αποτέλεσμα να την οδηγήσει σε αδιέξοδο και τελικά σε υποχώρηση.
Η αντίσταση στον Έβρο πιστώθηκε και πολιτικά στην κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία ενίσχυσε το δημοσκοπικό της προβάδισμα και τη δημόσια εικόνα του πρωθυπουργού, με αποτέλεσμα οι αρνητικές εξελίξεις και κακοί χειρισμοί στη συνέχεια να μην προκαλέσουν την πολιτική φθορά που σε άλλες συνθήκες θα προκαλούσαν.
Η ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η αντίσταση δεν ήταν μόνο στο επίπεδο της εθνικής ασφάλειας. Συνοδεύτηκε και από κινητοποίηση στο επίπεδο της εξωτερικής πολιτικής. Προβλήθηκε η εικόνα μιας Ελλάδας που παίρνει την τύχη της στα δικά της χέρια. Αξιοσημείωτη ήταν και η συναίνεση του πολιτικού κόσμου σε γενικές γραμμές, με αποτέλεσμα η συνολική εικόνα διεθνώς να αποπνέει σοβαρότητα κι αποτελεσματικότητα.
Ο παράγοντας αυτός αποτελεί προϋπόθεση για την εξεύρεση συμμάχων. Το “σύνδρομο του τζαμπατζή” (free rider’s syndrom) δεν εκτιμάται στο διεθνές σύστημα. Οι συμμαχίες συνεπάγονται ανάληψη βάρους από συμμάχους, κατά τρόπον που το αποτέλεσμα να είναι ισχυρότερο του αριθμητικού αθροίσματος της ισχύος τους.
Ο Έβρος δεν πέρασε απαρατήρητος από Γαλλία, Ισραήλ, Αίγυπτο, Εμιράτα, Σαουδική Αραβία, ακόμα και από την Ινδία. Παρά τα προβλήματα που εξακολουθούν να υπάρχουν, η αλλαγή είναι εμφανής. Το μεγάλο ζητούμενο είναι η Ελλάδα να συνεχίσει με συνέπεια στον ίδιον δρόμο. Διπλωματικά φαίνεται πως έχει γίνει αντιληπτό ότι αυτή η ομάδα κρατών εξασφαλίζουν ισχυρούς και πολυεπίπεδους μοχλούς επιρροής και πίεσης.
Ενδεχόμενη οπισθοδρόμηση θα επιφέρει σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία της Ελλάδας και θα πυροδοτήσει αντίστροφη δυναμική. Πρέπει να βελτιωθεί η επιτήρηση των συνόρων, κάτι που εν πολλοίς γίνεται. Αυτό που προκαλεί ανησυχία, είναι οι εν εξελίξει διαβουλεύσεις στην ΕΕ για το νέο Μεταναστευτικό Σύμφωνο με την Τουρκία.
Ο ΤΟΜΕΑΣ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ
Δυστυχώς, οι εταίροι μας εξακολουθούν να μην θέλουν να αντιληφθούν το πρόβλημα ασφαλείας που δημιουργείται στην Ελλάδα και όχι μόνο. Η δημιουργία κέντρων υποδοχής και εξέταση σε ατομική βάση των αιτημάτων για άσυλο, όχι μόνο δεν αποτελεί λύση, αλλά λειτουργήσει σαν προσκλητήριο προσέλευσης περισσοτέρων. Η δικαιολογία του συριακού εμφυλίου εκλείπει σταδιακά. Μεγάλη πλειοψηφία μεταναστών προέρχονται από το Αφγανιστάν, το Πακιστάν και την Αφρική.
Εάν προβληθεί ως δικαιολογία η δίωξη στη χώρα προέλευσης λόγω π.χ. σεξουαλικού προσανατολισμού, πώς ακριβώς θα αποτραπεί η παραμονή τους; Με τις ευρωπαϊκές χώρες να απορροφούν το 5% από τους 40.000 μετανάστες ετησίως, πού ακριβώς θα μείνουν οι υπόλοιποι; Πόσο έξυπνο θα ήταν να δημιουργηθούν συμπαγείς μουσουλμανικοί και ενίοτε φιλικοί προς την Τουρκία πληθυσμοί στον Έβρο και στα νησιά;
Ας μην αφήσουμε περιθώριο για αφελείς προσεγγίσεις στα θέματα ασφαλείας. Η δράση κέντρων που ενδιαφέρονται για τον πληθυσμιακό “εμπλουτισμό” της Ευρώπης πλήττει καίρια την ελληνική ασφάλεια. Σε συνδυασμό μάλιστα με τα οικονομικά συμφέροντα που δημιουργούνται στο εσωτερικό (π.χ. με την επιδοτούμενη παραμονή μεταναστών), ο κίνδυνος είναι μεγάλος.
Η αποδοχή μετατροπής των νησιών και του Έβρου σε “αποθήκες μεταναστών” έναντι οικονομικών ανταλλαγμάτων, δεν πρόκειται να ωφελήσει ούτε καν τις τοπικές κοινωνίες. Το χρήμα πάει στις τσέπες εμπλεκόμενων επιχειρηματιών και κυρίως των ΜΚΟ. Υπάρχει, μάλιστα, και η πρόταση εμπλοκής ιδιωτικών “στόλων” σε αποστολές έρευνας και διάσωσης, οι οποίοι δεν θα υπάγονται καν στην ελληνική Ακτοφυλακή.
Εν ολίγοις, η Ελλάδα πρέπει να αλλάξει στάση. Δεν είναι δυνατόν να διεξάγεται τέτοια συζήτηση στην Ευρώπη και η ελληνική εκπροσώπηση να περιορίζεται απλώς σε “διατύπωση ενστάσεων“. Αυτή η τακτική οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πραγματικός στόχος της ελληνικής κυβέρνησης είναι όχι η πάση θυσία αποτροπή των μεταναστευτικών ροών, αλλά η ανοχή τους με οικονομικά ανταλλάγματα. Οι προειδοποιήσεις από τις αρχές ασφαλείας, όμως, είναι γνωστές…
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΜΥΝΑ
Στον τομέα της άμυνας έχουν γίνει σημαντικές κινήσεις και αναμένονται και άλλες. Πρώτη και εμβληματική είναι η προμήθεια των υπερσύγχρονων μαχητικών Rafale. Ωστόσο, παρατηρείται μια “συστημική κόπωση”, ενώ δεν έχει αντιμετωπιστεί παρά κλάσμα των προβλημάτων που συσσώρευσε η 15ετής παραμέληση της στρατιωτικής-αποτρεπτικής ισχύος.
Η Ελλάδα οφείλει να συζητήσει με ισχυρές πολιτικά και οικονομικά συμμαχικές χώρες την ενίσχυση της αμυντικής υποδομής επί βιώσιμων επιχειρηματικών σχεδίων (π.χ. ναυπηγική βιομηχανία, ΕΑΒ) και βάσει συμμαχικής λογικής. Η Ελλάδα πρέπει στο ανώτατο επίπεδο να διεκδικήσει ετήσια δωρεάν στρατιωτική βοήθεια από τις ΗΠΑ, στο πρότυπο αυτής που δίδεται στο Ισραήλ και την Αίγυπτο.
Παράλληλα, δεν πρέπει επ’ ουδενί να μείνουν στη μέση οι προσπάθειες συνολικής και βάση σχεδίου ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων. Η αναβάθμιση των υπολοίπων F-16 με τα απάρτια που θα προκύψουν από τα 84 που θα αναβαθμιστούν στη διαμόρφωση “V”, θα δημιουργήσουν οικονομίες κλίμακος, καθώς ο στόλος αυτών των μαχητικών θα περιοριστεί σε δύο διαμορφώσεις. Αυτά τα μαχητικά θα είναι ικανότερα από το καλύτερο που διαθέταμε πριν το πρόγραμμα για F-16V.
Η αναβάθμιση του αεροπορικού στόλου θα είναι θεαματική. Με την απαραίτητη προσθήκη και δεύτερης μοίρας Rafale, η Πολεμική Αεροπορία θα είναι εκ των κορυφαίων στην Ευρώπη στο επίπεδο των μέσων, ενώ ο ποιοτικός ανθρώπινος παράγοντας θα προσθέσει στην αποτρεπτική αξιοπιστία. Δηλαδή, στη βασική προσπάθεια αποφυγής πολεμικής σύρραξης, δια της άρνησης των στόχων του αντιπάλου.
Στο Πολεμικό Ναυτικό το πρόβλημα δεν επιλύεται με την προμήθεια τεσσάρων φρεγατών. Δεκάδες μονάδες επιφανείας επιχειρούν επί 40 χρόνια και επείγει ολοκληρωμένο σχέδιο σταδιακής αντικατάστασης. Το δυσεπίλυτο αυτό από οικονομικής απόψεως πρόβλημα, αποτελεί ευκαιρία για την εθνική οικονομία.
Ο όγκος του απαιτούμενου έργου επιτρέπει την εμπλοκή περισσοτέρων του ενός προμηθευτή σε μακροχρόνια ναυπηγικά προγράμματα. Αυτό, με έξυπνο χειρισμό, θα αποφορτίσει την πίεση που ασκείται τουλάχιστον από αμερικανικής και ευρωπαϊκής πλευράς. Το βέβαιο είναι ότι τέτοια προγράμματα θα συμβάλλουν καθοριστικά στην ανάταξη της ελληνικής οικονομίας.
Ο Στρατός Ξηράς εμφανίζεται σαν “φτωχός συγγενής”, αλλά κατανοεί τις προτεραιότητες αγόγγυστα. Αλλά και εκεί υπάρχουν προγράμματα θεαματικής επαύξησης των επιχειρησιακών δυνατοτήτων, κυρίως με την απόκτηση υπερσύγχρονων βλημάτων που θα θωρακίσουν τον Έβρο και τα νησιά.
Εν κατακλείδι, ας μεριμνήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ώστε η “κληρονομιά του Έβρου” να μην πάει χαμένη. Να αξιοποιηθεί για να οδηγήσει σε εθνική αυτοπεποίθηση στο επίπεδο της άμυνας, της ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής. Εάν συμβεί αυτό, τα αποτελέσματα στην οικονομία θα είναι θεαματικά…
*Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA
Δημοσίευση σχολίου