Θα ήταν αυτοκτονικό εάν το Ελληνικό και Κυπριακό κράτος δεν αναθεωρήσουν εκ βάθρων την στάση τους απέναντι σε ένα τόσο αναθεωρητικό και επεκτατικό κράτος, όπως η Τουρκία.
Παναγιώτης Ήφαιστος*Η εισβολή της Τουρκίας στην Συρία για να ελέγξει το Κουρδικό κίνημα αναμφίβολα σχετίζεται με μακροπρόθεσμους σκοπούς της Τουρκικής στρατηγικής και για ακόμη μια φορά φανερώνει τον βαθύτατο και ανίατο αναθεωρητισμό του κράτους αυτού. Φανερώνει επίσης το πόσο αδίστακτη είναι η πολιτική του ηγεσία η οποία αδιαφορεί επιδεικτικά για τις πρόνοιες του ΟΗΕ όσον αφορά την ειρηνική επίλυση των διακρατικών διαφορών και την μη επέμβαση στα εσωτερικά άλλων κρατών. Ενόψει αυτής της εξόφθαλμης πραγματικότητας θα ήταν αυτοκτονικό εάν το Ελληνικό και Κυπριακό κράτος δεν αναθεωρήσουν εκ βάθρων την στάση τους απέναντι σε ένα τόσο αναθεωρητικό και επεκτατικό κράτος.
Θα πρέπει επίσης να μας απασχολήσει η ανυπαρξία Κουρδικής υψηλής στρατηγικής. Τα μέλη του ταλαίπωρου Κουρδικού έθνους τι δεν κάνουν σωστά με αποτέλεσμα η μια τραγωδία να διαδέχεται την άλλη. Ποια είναι τα λάθη τους και πόσο αυτά αφορούν την Ελλάδα, την Κύπρο και τα επερχόμενα. Πέραν του σχολιασμού της επικαιρότητας, λοιπόν, απαιτείται διάγνωση των αιτίων των παθολογιών που οδηγούν σε συμφορές ένα έθνος.
Αρχίζουμε λέγοντας ότι τα μέλη ενός έθνους τα οποία για ιστορικούς λόγους είναι διασκορπισμένοι δεν είναι εύκολο να συντονιστούν και να συγχρονιστούν. Προϋπόθεση επιτυχίας είναι οι κύριοι τουλάχιστον συντελεστές του έθνους αυτού να ενώσουν τα νήματα και να χαράξουν και εκπληρώσουν μια κοινή στρατηγική. Για τους Κούρδους, πάντως, μια η επί αιώνες διαίρεσή τους καθιστά μια κοινή υψηλή στρατηγικά εξαιρετικά δύσκολη. Εξάλλου, τα κράτη εντός των οποίων ζουν Κούρδοι, εδώ κυρίως της Τουρκίας, του Ιράκ, της Συρίας και του Ιράν, ακόμη και εάν έχουν πολλές και μεγάλες διαφορές, συγκλίνουν στο κοινό συμφέρον να καταστείλουν τις κουρδικές αξιώσεις για δημιουργία ενός κράτους που θα συσπειρώσει όλους τους Κούρδους της περιφέρειάς μας.
Ως προς την τελευταία παρατήρηση, εάν κάτι είναι βέβαιο είναι πως η ανάδυση στο κεντρικό αυτό γεωπολιτικό σημείο της Περιμέτρου της Ευρασίας ενός μεγάλου κράτους που θα συνένωνε όλους τους Κούρδους, δεν είναι επιθυμητή από καμιά μεγάλη δύναμη. Αυτό γιατί θα δυσχέραινε τον στρατηγικό έλεγχο της περιοχής. Παρενθετικά, σημειώνεται ότι σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό το ίδιο ίσχυε για τους διασκορπισμένους Έλληνες πριν και μετά την Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Αδύναμοι και Ισχυροί
Είτε στο πλαίσιο μιας κοινής υψηλής στρατηγικής των κομματιών του κουρδικού έθνους είτε μεμονωμένα απαιτείται κάθε απόφαση, στάση και δράση, να βρίσκεται σε συμβατότητα με τις ανελέητες λογικές του πανομοιότυπου με το κλασικό σύγχρονου κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος όπου «δίκαιο έχει όταν υπάρχει ίση δύναμη (δηλαδή ισορροπία δυνάμεων) και όταν αυτό δεν ισχύει ο ισχυρός επιβάλλει ότι του επιτρέπει η δύναμή του» και ο αδύναμος διασκορπίζεται ή και εξοντώνεται όπως στην Παραδειγματική περίπτωση των άσχετων με τις λογικές του κρατοκεντρικού συστήματος Μηλίων (το εντός εισαγωγικών από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο του Θουκυδίδη).
Κατάληξη για όποιον νεφελοβατεί ανορθολογικά όσον αφορά τα χαρακτηριστικά και τις λειτουργίες ενός κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος: (εδάφιο 114). «άρχισαν αμέσως τις εχθροπραξίες, κι αφού μοίρασαν τη δουλειά στα στρατιωτικά τμήματα της κάθε πόλης έζωσαν κυκλικά με τείχος τους Μηλίους ... έγινε μάλιστα και κάποια προδοσία ανάμεσα στους Μηλίους ... (οι Αθηναίοι) σκότωσαν όσους Μηλίους ενήλικους έπιασαν, κι έκαμαν δούλους τα παιδιά και τις γυναίκες. Το νησί το αποικίσανε οι ίδιοι στέλνοντας αργότερα πεντακόσιους αποίκους».
Οι Κούρδοι όπως και κάθε άλλο μη ελεύθερο έθνος όταν αξιώνουν ανεξαρτησία –αλλά και τα έθνη που διαθέτουν κράτος και δεν θέλουν να πάθουν ζημιές ή το κράτος τους να τερματιστεί και κατεδαφιστεί– αποτυγχάνουν εάν δεν γνωρίζουν ότι στην διεθνή πολιτική δεν υπάρχουν καλά και κακά κράτη αλλά κράτη με οικεία πολιτική ηθική και με οικεία συμφέροντα τα οποία πάντα εκλογικεύουν ως δικά τους συμφέροντα υπέρτερα. Όσον δε αφορά τα ισχυρά κράτη, και πάλι μας πληροφορούν τα αξιώματα του Θουκυδίδη, για το γεγονός πως, για κάποιο εγγενή λόγο, ρέπουν προς ηγεμονικές συμπεριφορές και προς τις συνεπακόλουθες εκλογικεύσεις για το δίκαιο του ισχυρού.
Ιμπεριαλισμός vs Ηγεμονισμού
Associated Press
Οι ηγεμονικές και αντί-ηγεμονικές συσπειρώσεις είναι το κυριότερο χαρακτηριστικό της ιστορικής διαχρονίας και καμιά σχέση δεν έχουν με τα ιδεολογικά συνθήματα Λενιστικών καταβολών περί αντί-ιμπεριαλισμού. Γιατί, πρέπει να πούμε, μια πηγή ανορθολογισμού εντός μιας κοινωνίας είναι αντί να σκέφτονται για τον πραγματικό κόσμο νεφελοβατούν και αερολογούν ιδεολογικά. Οι Κούρδοι αλλά όχι μόνο αυτοί –και με ιδιαίτερη ένταση οι σύγχρονοι Έλληνες– είναι συχνά και βαθύτατα διαιρεμένοι πίσω από τέτοιους ανυπόστατους και ανύπαρκτους όρους.
Ο «ιμπεριαλισμός» ως όρος είναι ιδεολογικός και βασικά κενός και ανυπόστατος.Ο ηγεμονισμός, αντίθετα, είναι κύριο διαχρονικό χαρακτηριστικό της διεθνούς πολιτικής και σημαίνει τις καταχρηστικές πολιτικές κρατών, συνήθως των ισχυρών, να αποκτήσουν πλουτοπαραγωγικούς πόρους και άλλους συντελεστές ισχύος που βρίσκονται εκτός της Επικράτειάς τους με το να ελέγχουν άλλα κράτη, με υπονομεύσεις και χρήση πολεμικής βίας. Είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι αντί-ηγεμονικές στάσεις ενός λιγότερο ισχυρού κράτους δεν σημαίνει ότι εχθρεύεται τα ισχυρά κράτη με τα οποία ενδέχεται να ανήκει στις ίδιες συμμαχίες, αλλά ότι στηρίζει τα δικά του συμφέροντα με ορθολογιστική διαχείριση του κόστους-οφέλους των εκατέρωθεν εναλλακτικών στάσεων και αποφάσεων. Κύριος σκοπός είναι συμφέρουσες ορατές ή και αθέατες συναλλαγές και συμφωνίες που επιτυγχάνουν συμμετρικές και ισόρροπες σχέσεις.
Τα ίδια ισχύουν, σημειώνεται, για ένα ισχυρό κράτος απέναντι σε κράτη πιο ισχυρά από το ίδιο. Σε αυτή την περίπτωση, ενώ απέναντι σε λιγότερο ισχυρές κοινωνίες επιχειρεί να ηγεμονεύσει, απέναντι σε ένα πιο ισχυρό ηγεμονικό κράτος επιδιώκει αντί-ηγεμονικές συσπειρώσεις. Ας πούμε μονολεκτικά ότι οιηγεμονικές συμπεριφορές και οι αντί-ηγεμονικές συσπειρώσεις είναι ένα από τα κύρια διαχρονικά χαρακτηριστικά της διεθνούς πολιτικής και δεν έχουν σχέση με τις ύστερες ιδεολογικές συζητήσεις που με τον ένα ή άλλο τρόπο λόγω κεκτημένης ταχύτητας της ιδεολογικής διαμάχης του Ψυχρού Πολέμου συνεχίζει να επηρεάζει κοινωνίες όπως οι Κούρδοι και οι Έλληνες. Το αποτέλεσμα είναι στάσεις και αποφάσεις οι οποίες στερούνται ορθολογισμού και οδηγούν σε συμφορές. Να υπενθυμίσουμε μόνο ότι, ανεξάρτητα της θέσης κάποιου για την Συμφωνία των Πρεσπών, στις συζητήσεις στην Ελληνική Βουλή βουλευτίνα αντιφατικά υποστήριξε ότι απόφαση αυτή ήταν απόρροια αντί-ιμπεριαλιστικών παραδοχών.
Κατά συνέπεια συναλλασσόμενοι, πολεμώντας, εναλλάσσοντας «συμμάχους» και αποσκοπώντας στην εκπλήρωση των στόχων τους οι Κούρδοι όπως και κάθε άλλος σε ανάλογη και αντίστοιχη κατάσταση απαιτείται να γνωρίζουν πως στις στάσεις και αποφάσεις των τρίτων δεν υπεισέρχονται κάποια ανύπαρκτα στην διεθνή πολιτική κριτήρια πολιτικής ηθικής αλλά μόνο συμφέροντα. Για δε τις ηγεμονικές δυνάμεις τα συμφέροντα αυτά αφορούν τον ανταγωνισμό των μεγάλων δυνάμεων κυρίως πάνω στην Περίμετρο της Ευρασίας.
Η στάθμιση και εκτίμηση αυτών των συμφερόντων από τα λιγότερο ισχυρά έθνη τα οποία συχνά βρίσκονται στις Συμπληγάδες των ηγεμονικών συγκρούσεων, είναι ίσως το σημαντικότερο ζήτημα. Τα μέλη τους κατά νου πάντα θα πρέπει να έχουν το γεγονός πως επειδή από το διεθνές σύστημα απουσιάζει μια παγκόσμια κυβέρνηση ή μια τέλος πάντων ρυθμιστική εξουσία ισχύει η αρχή της αυτοβοήθειας. Για την ασφάλειά τους αυτοί φέρουν την ευθύνη και κανείς άλλος ενώ ποτέ δεν πρέπει να τους διαφεύγει ότι οι διεθνείς θεσμοί αφορούν την διεθνή τάξη, δηλαδή την συνοριακή οριοθέτηση, και όχι κάποια διεθνή δικαιοσύνη που ορίζει τα σύνορα και την κυριαρχία. Με δεδομένη μάλιστα την δομή και λειτουργία του ΣΑ του ΟΗΕ, η λήψη απόφασης όχι με όρους δικαιοσύνης –ποιος και πως θα ορίσει την δικαιοσύνη στην διεθνή πολιτική; – αλλά με όρους διεθνούς τάξης είναι τις περισσότερες φορές ανέφικτο να επιτευχθεί. Υπενθυμίζεται ότι την επομένη της Τουρκικής εισβολής οι συνεδριάσεις του ΣΑ αποδείχθηκαν άκαρπες λόγω βέτο τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ρωσίας!
Ποιος θα ορίσει τα «δίκαια» όρια ενός Κουρδικού κράτους;
Ako Rasheed / Reutersd
Οι Κούρδοι και κάθε άλλος, λοιπόν, ας μην ελπίζουν στα θαύματα και ας φροντίζουν να διαθέτουν στρατηγική. Και πάλι ο Θουκυδίδης και τα αξιώματά του είναι επίκαιρος. Ποιος θα ορίσει τα «δίκαια» όρια ενός Κουρδικού κράτους, ποιος θα ορίσει αν θα είναι ένα ή περισσότερα κουρδικά κράτη; Ποιοι θα είναι οι σύμμαχοί τους που θα επιβάλουν αυτό που πολλά μέλη του Κουρδικού έθνους αξιώνουν; Η απάντηση είναι: Μόνο η δική τους στρατηγική που απαιτείται να συμπεριλαμβάνει σωστές συναλλαγές με τα άλλα κράτη. Σε διαφορετική περίπτωση πρέπει να γνωρίζουν ότι «η ελπίδα είναι σπάταλη»: ... όσοι (όμως) διατηρούν την ελευθερία τους το χρωστούν στη δύναμή τους». (εδάφιο 103). «Η ελπίδα, παρηγοριά την ώρα του κινδύνου, όσους την έχουν από περίσσια δύναμη κι αν τους βλάψει δεν τους καταστρέφει όσοι όμως, στηριγμένοι πάνω της, τα παίζουν όλα για όλα (γιατί απ’ τη φύση της είναι σπάταλη), μονάχα όταν αποτύχουν την γνωρίζουν».
Ήδη οι Κούρδοι έχουν πικρή πείρα αλλά φαίνεται όχι επαρκή γνώση και επίγνωση της διεθνούς πολιτικής για να μπορέσουν να ενώσουν τα νήματα των αποφάσεών τους για μια κοινή εθνική στρατηγική. Όπως και πολλοί άλλοι συμπεριλαμβανομένων των Ελλήνων σε πολλές περιπτώσεις, δεν λαμβάνουν υπόψη ότι το διεθνές σύστημα είναι αυτορυθμιζόμενο με όρους ισχύος και ότι το δικαστήριο των εθνών είναι η ιστορία. Αυτές οι εκτιμήσεις, υπογραμμίζεται, απορρέουν από αλάνθαστα αξιώματα της διαχρονίας όπως τα περιέγραψε ο Παραδειγματικός Θουκυδίδης και όπως καταμαρτυρούνται καθημερινά. Πάνω σε αυτά εδράζεται η καλή επιστήμη των διεθνών σχέσεων, δηλαδή η μη ιδεολογική. Κοντολογίς, η ανάλυση της διεθνούς πολιτικής απαιτείται να είναι ορθολογιστική, σωστά περιγραφική, αξιολογικά ελεύθερη. Στην συνέχεια ο καθείς κάνει ότι νομίζει σωστό και συμφέρον φέροντας την ευθύνη για τις συνέπειες των αποφάσεών του.
Περιφερειακές δυνάμεις και Περιφερειακοί ηγεμόνες
ASSOCIATED PRESS
Οι Κούρδοι ενώ μάχονται κατά των κρατών εντός των οποίων για ιστορικούς λόγους βρέθηκαν εγκλωβισμένοι δεν φαίνεται να γνωρίζουν επαρκώς τις τυπολογίες των στρατηγικών των ηγεμονικών δυνάμεων. Είναι διαχρονικά περίπου οι ίδιες και τα εκάστοτε λιγότερο ισχυρά κράτη απαιτείται να γνωρίζουν ότι είναι ανελέητες, θανατηφόρες και ενίοτε εξοντωτικές.
Μόνιμη μέριμνά τους είναι μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη να μην εξελιχθεί σε περιφερειακό ηγεμόνα ή μια άλλη ηγεμονική δύναμη να μην ελέγξει πλήρως μια περιφέρεια καθότι αυτό ενδέχεται να της δώσει την δυνατότητα να καταστεί παγκόσμιος ηγεμόνας. Έτσι, μονίμως διαχειρίζονται τις ανακατανομές ισχύος για να επιτυγχάνουν συσχετισμούς που εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα.
Δεν υπάρχει έλεος για το πως μεταχειρίζονται τις τύχες των λιγότερο ισχυρών, των απρόσεκτων και όσων δεν μπορούν να επιβάλουν επαρκές κόστος σε όποιον επιβουλεύεται την επιβίωσή τους. Πάντα υπάρχει αυτή η δυνατότητα της διαχείρισης κόστους / οφέλους όλων των υπολοίπων καθότι ο ορθολογισμός είναι εδραία αρχή των στρατηγικών υπολογισμών κάθε βιώσιμου κράτους και κάθε μεγάλης δύναμης: Δεν προχωρούν σε αποφάσεις και ενέργειες που δημιουργούν μεγαλύτερο κόστος από ότι όφελος.
Ως προς αυτά και πολλά άλλα που αφορούν τις διενέξεις στις περιφέρειες και στην συγκεκριμένη περίπτωση του μέλλοντος των Κούρδων αλλά και των κρατών της αυτής της κρίσιμης ζώνης της Περιμέτρου, ο ενδιαφερόμενος απαιτείται να έχει επίγνωση του γεγονότος ότι οι στρατηγικές συναλλαγές και οι στρατηγικές επανεκτιμήσεις των πραγμάτων μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα είναι οι παράγοντες που ορίζουν τις αποφάσεις βραχυπρόθεσμα. Οι Κούρδοι για λόγους που αναφέρθηκαν στην αρχή φαίνεται να στερούνται μιας ορθολογιστικής εθνικής στρατηγικής που συνεκτιμά διαρκώς δεόντως τις στάσεις και μεταλλάξεις των ηγεμονικών δυνάμεων και των γειτονικών τους κρατών (ή καλύτερα των κρατών εντός των οποίων βρίσκονται).
Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων
Οι προαναφερθείσες στρατηγικές τυπολογίες σύμφωνα με το αριστουργηματικό και εμβληματικό έργο του JohnMearsheimer Η τραγωδία της πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων είναι συνοπτικά η εξής:
Αναχαιτίζοντας ένα αντίπαλο στον τόπο και στον χρόνο –πχ την επικράτηση σε μια περιφέρεια μιας άλλης μεγάλης δύναμης– εκτός από την εναλλαγή συμμαχιών μεταφέρουν το βάρος της αναχαίτησης σε άλλους (εδώ μιας και αποκλείεται οι ΗΠΑ και το Ισραήλ να επιθυμούν ένα μεγάλο και ισχυρό κουρδικό κράτος μήπως μεταφέρουν βάρος στην Τουρκία συνάμα δημιουργούν τις προϋποθέσεις αποδυνάμωσής της και επανάκαμψής της στις Δυτικές συμμαχίες;).
Ακριβώς, μια επίσης στρατηγική διαχρονικά καταμαρτυρούμενη είναι η φανερή ή αθέατη πρόκληση πολέμου για κατατριβή των άλλων, συμπεριλαμβανομένων και στην συγκυρία για την οποία μιλάμε και συμμαχικών κρατών. Έτσι, τεκμηριώνει ο Mearsheimer, μεριμνούν ούτως ώστε να υπάρξει εμπλοκή κάποιου αντιπάλου σε πόλεμο που θα οδηγήσει σε μακροχρόνια κατατριβή και αποδυνάμωση. Τουτέστιν, πιο ρητά για να γίνουν κατανοητές οι ανελέητες λογικές του κρατοκεντρικού διεθνούς συστήματος, εξασθένιση και αποδυνάμωση «εχθρών» και/ή «φίλων» με πρόκληση μακροχρόνιων συρράξεων και πολέμων. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση ήταν ο δεκαετής πόλεμος Ιράν-Ιράκ. Μετά το “Irangate” μάθαμε ότι τόσο οι ΗΠΑ όσο και το Ισραήλ μεριμνούσαν αμφότερα τα κράτη, το Ιράν και το Ιράκ, να έχουν αμφότεροι ισχύ για να κατατρίβονται σε ένα μακροχρόνιο πόλεμο.
Υποθέσεις για την ανοχή των ΗΠΑ απέναντι στην Τουρκία
ASSOCIATED PRESS
Στο σημείο αυτό, θα μπορούσαμε να κάνουμε κάποιος υποθέσεις για το ποιο θα μπορούσε να είναι το σκεπτικό των ΗΠΑ για την ανοχή της εισβολής της Τουρκίας στην Συρία. Στην βάση ακριβώς χάραξης μακροχρόνιων και μεσοπρόθεσμων στρατηγικών που επηρεάζουν τις βραχυχρόνιες στάσεις και αποφάσεις, οι ΗΠΑ ενδέχεται να εκπληρώνουν πολλαπλούς σκοπούς ενίοτε φαινομενικά αντιφατικούς αλλά μακροπρόθεσμα συγκλίνοντες. Η επέμβαση της Τουρκίας στην Συρία όποια κι αν είναι τα κέρδη δεν μπορεί παρά να προκαλεί κατατριβή σε πολλαπλά επίπεδα. Σίγουρα διπλωματική κατατριβή, μιας και αναμενόμενα τα περισσότερα κράτη είναι επικριτικά. Επίσης στρατιωτική κατατριβή αλλά και φθορά, ενδεχομένως, του προέδρου Ερντογάν με τον οποίο οι ΗΠΑ βρίσκονται σε αντιπαράθεση όσον αφορά την προσέγγιση με την Ρωσία. Ως προς αυτό ενδέχεται να είναι και ο μακροπρόθεσμος στρατηγικός σκοπός της Μόσχας. Κατατριβή επίσης των Κούρδων για τους οποίους είναι αμφίβολο αν κάποια μεγάλη δύναμη, όπως ήδη υπαινιχθήκαμε, θα ήθελε ένα ισχυρό και πολυπληθές κουρδικό κράτος στην κρίσιμη αυτή γεωπολιτική ζώνη.
Ενώ θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε στην βάση της ίδιας προβληματικής ότι αν η Τουρκία αποδυναμωθεί και πολύ περισσότερο αποδυναμωθεί ο Ερντογάν, η μεσοπρόθεσμη ρυμούλκηση της Τουρκίας στους Δυτικούς συνασπισμούς θα είναι ευκολότερη, ενδεχομένως υπό μια άλλη ηγεσία. Πάντως, τα «σενάρια» που μόλις περιγράψαμε και ίσως πάρα πολλά άλλα οδηγούν μια μεγάλη δύναμη σε ψυχρές και υπολογιστικές διατυπώσεις εναλλακτικών σεναρίων και εναλλακτικών αποφάσεων εκ των οποίων όπως εξελίσσονται τα πράγματα επιλέγει εκείνη που θεωρείται η πιο συμφέρουσα μεσοπρόθεσμα και κυρίως μακροπρόθεσμα όσον αφορά τις πλανητικές και περιφερειακές ισορροπίες`.
Συνεχίζοντας με την τυπολογία της στρατηγικής των ηγεμονικών δυνάμεων, η αναχαίτιση αντιπάλων ή «αντιπάλων» και η σύναψη τυπικής ή άτυπης διακρατικής συμμαχίας, συντελείται με μυστικά στρατηγικά σχέδια που συμπεριλαμβάνουν αθέατες καθημερινές πρακτικές όπως εκβιασμούς, οικονομικό κόστος, απειλή χρήσης βίας ή εγκατάλειψής του εάν ένα λιγότερο ισχυρό κράτος χρειάζεται να τύχει ενίσχυσης. Μη συνηγορία επίσης για τα συμφέροντα του άλλου κράτους στις συζητήσεις στους διεθνείς θεσμούς, ιδιαίτερα στο Συμβούλιο Ασφαλείας.
Βραχυχρόνιες αποφάσεις και μακροπρόθεσμα συμφέροντα
Οι στρατηγικές των ηγεμονικών δυνάμεων επιδιώκουν να συνδέσουν τις βραχυχρόνιες αποφάσεις και πράξεις με μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα και μακροπρόθεσμους υπολογισμούς για τις ανακατανομές ισχύος και τις ισορροπίες με άλλα μεγάλα κράτη. Αυτοί οι σκοποί εκπληρώνονται με πολλούς τρόπους, μεταξύ των οποίων μέριμνα για γεωπολιτικό και πολιτικό έλεγχο επί των κρατών μιας περιφέρειας. Κανείς μπορεί να δει αυτή την πτυχή στην πολυετή πλέον συζήτηση για την διέλευση των αγωγών ενέργειας της Ανατολικής Μεσογείου προς την Ευρώπη, τον ρόλο της Τουρκίας και την σχέση της με την Ρωσία και την ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από την Ρωσία, κυρίως της Γερμανίας. Παρά το ότι οι ηγεμονικές δυνάμεις συμφέρον έχουν να μεταφέρουν βάρη παρά να εμπλέκονται ευθέως στην ύστατη ανάγκη χρησιμοποιούν οι ίδιες μικρής ή μεγάλης έκτασης χρήση πολεμικής βίας.
Τέλος αλλά όχι το τελευταίο, το «softpower» (ήπια ισχύς, «μαλάκωμα» του στόχου για να τύχει ευκολότερης καταβρόχθισης) είναι από ένα κύριο μέσο στο οπλοστάσιο των ισχυρών κρατών. Με απλά λόγια, με απείρως λιγότερο κόστος μέσω διανοουμένων, μέσων μαζικής επικοινωνίας και «φίλα» προσκείμενων ατόμων με επιρροή επιτυγχάνουν έλεγχο των αποφάσεων και της τύχης άλλων κρατών.
Καταλήγοντας υπογραμμίζουμε ότι γράφοντας τα πιο πάνω κατά νου έχουμε τους Κούρδους που πλήττονται από την Τουρκία με την ανοχή των ΗΠΑ που μόλις πολύ πρόσφατα συνέπλεε μαζί τους στον αγώνα κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας στην Συρία. Ισχύουν πλήρως όμως και καθημερινά για όλα τα κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Προϋπόθεση εκπλήρωσης των εθνικών συμφερόντων και επιβίωσης είναι η κρατική ισχύς, η ανάπτυξη μιας ορθολογιστικής εθνικής στρατηγικής. Αυτό προϋποθέτει η άριστη γνώση των στρατηγικών των μεγάλων δυνάμεων και η ακόμη καλύτερη γνώση και σωστή συνεκτίμηση των περιφερειακών συσχετισμών ισχύος και συμφερόντων.
*Ομ. Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών, Παν/μιο Πειραιώς, Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών
Δημοσίευση σχολίου