Μόνο το ΔΝΤ μπορεί να προσφέρει τα χρήματα που χρειάζεται η Τουρκία. Γιατί είναι κρίσιμη η συμφιλίωση με τον Τραμπ και τις ΗΠΑ. Η συμμαχία με τη Ρωσία, η στήριξη της Ε.Ε. και οι μεγάλες προκλήσεις των τραπεζών.
του David Gardner
Η συμφωνία του Τούρκου προέδρου Ταγίπ Ερντογάν με τον Ρώσο ομόλογό του Βλαντιμίρ Πούτιν, η οποία τουλάχιστον θα αναβάλει μια στηριζόμενη από τη Μόσχα επίθεση στην Ιντλίμπ, το τελευταίο προπύργιο των Σύρων ανταρτών, φαίνεται εκ πρώτης όψεως ως μια απάντηση σε ένα από τα πολλά ερωτήματα που αντιμετωπίζει ο Τούρκος πρόεδρος.
Όλα προμηνύουν το ξέσπασμα κρίσης.
Ας ξεκινήσουμε από το πιο προφανές: η Τουρκία είναι αντιμέτωπη με μια έκτακτη οικονομική κατάσταση. Τα αίτια της νομισματικής κρίσης που οδήγησαν τη λίρα σε βουτιά υπήρχαν προτού ο κ. Ερντογάν συγκρουστεί με εντυπωσιακό τρόπο τον περασμένο μήνα με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος ήταν ως τότε τόσο μεγάλος θαυμαστής του Τούρκου ηγέτη, που τον είχε χαιρετίσει εγκάρδια στη σύνοδο του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο.
Το βασισμένο στις κατασκευές και στην κατανάλωση οικονομικό μοντέλο του κ. Ερντογάν ήταν για πολύ καιρό εξαρτημένο από τη φθηνή ξένη πίστωση, η οποία κράτησε την οικονομία σε υπερθέρμανση αλλά τώρα τελειώνει. Η Τουρκία υποφέρει από υψηλό πληθωρισμό (στο 18%), ένα νόμισμα σε ελεύθερη πτώση (το οποίο έχασε το ένα τέταρτο της αξίας του τον περασμένο μήνα αλλά είναι περίπου 40% κάτω έναντι του δολαρίου φέτος) και μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, στο 7% του ΑΕΠ, το οποίο δημιουργεί τον κίνδυνο μιας κρίσης στο ισοζύγιο πληρωμών.
Η κατάρρευση της λίρας σημαίνει πως κορυφαίες επιχειρήσεις και τράπεζες που χρωστούν $295 δισ. σε ξένα δάνεια, τα μισά από τα οποία ωριμάζουν ως τον επόμενο Ιούλιο, κινδυνεύουν με αθέτηση πληρωμών. Η Τουρκία χρειάζεται άμεσα χρήματα.
Η ανάγκη έγινε ακόμα πιο επιτακτική από τον κ. Τραμπ, ο οποίος επιτάχυνε την πτώση της λίρας με την επιβολή κυρώσεων σε Τούρκους υπουργούς και τον διπλασιασμό των δασμών στον τουρκικό χάλυβα και στο αλουμίνιο.
Ακόμα και πριν την εκλογή του κ. Τραμπ είχαν αρχίσει να συσσωρεύονται προβλήματα ανάμεσα στην Άγκυρα και την Ουάσιγκτον. Αυτό που εκτροχίασε την κατάσταση ήταν η φυλάκιση του Άντριου Μπράνσον, ενός Αμερικανού ευαγγελιστή πάστορα τον οποίο η Τουρκία κατηγορεί για συνωμοσία με τους οργανωτές του αποτυχημένου πραξικοπήματος του Ιουλίου 2016. Ο Ερντογάν θεωρεί υπεύθυνο για το πραξικόπημα ένα σκιώδες δίκτυο ισλαμιστών που καθοδηγεί ο Φετουλάχ Γκιουλέν, ένας πρώην σύμμαχος που κατοικεί στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ.
Τον περασμένο μήνα έγινε ξεκάθαρο ότι ο κ. Ερντογάν χρειαζόταν να αποτρέψει τη μετατροπή της νομισματικής κρίσης σε μια οικονομική καταστροφή. Έπρεπε να αυξήσει τα επιτόκια, να βελτιώσει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ και να προωθήσει μια διάσωση. Πρόκειται για κινήσεις πολύ δύσκολες, οι οποίες δημιουργούσαν τον κίνδυνο να πλήξουν την εικόνα ενός ηγέτη που ισχυριζόταν ότι η κρίση είναι μια συνωμοσία της Δύσης με στόχο την πτώση της Τουρκίας και του ιδίου, που αποτελούσε την ενσάρκωση των υπέρμετρων φιλοδοξιών της.
Τα επιτόκια, τα οποία ο κ. Ερντογάν λέει πως αποτελούν «τη μητέρα και τον πατέρα όλων των δεινών», αυξήθηκαν σημαντικά την περασμένη εβδομάδα. Η αύξηση έφερε ένα επικό προεδρικό ξέσπασμα, το οποίο δεν προκάλεσε έκπληξη στους τηλεθεατές που παρακολουθούν κάθε του έκρηξη. Ήταν ένας αντιπερισπασμός.
Η συμφιλίωση με τον κ. Τραμπ είναι το επόμενο βήμα. Είναι κάτι που απαιτεί την απελευθέρωση του κ. Μπράνσον. Αυτό είναι δύσκολο, δεδομένου ότι ο κ. Ερντογάν άφησε να εννοηθεί την προηγούμενη χρονιά πως είναι όμηρος μέχρι την έκδοση του κ. Γκιουλέν. Αλλά μπορεί να έχει δρομολογηθεί (ο εισαγγελέας στην υπόθεση του Μπράνσον μετατέθηκε).
Η πιθανότητα μιας ακόμα εγκάρδιας χειραψίας ανάμεσα στους Ερντογάν και Τραμπ είναι ενδεχομένως ένας από τους λόγους που ο κ. Πούτιν πάγωσε τις εξελίξεις στην Ιντλίμπ. Ο Τούρκος πρόεδρος επιδίωξε να βάλει στον πάγο τη στηριζόμενη από το Ιράν αντεπίθεση του συριακού καθεστώτος, σε σύνοδο στην Τεχεράνη νωρίτερα αυτόν τον μήνα.
Ο κ. Ερντογάν φοβάται μια νέα προσφυγική κρίση, μια τζιχαντιστική αντίδραση κατά της Τουρκίας και την απειλή για δύο τουρκικά προπύργια που έχει εδραιώσει στη βορειο-δυτική Συρία τα τελευταία δύο χρόνια. Ο Ρώσος φίλος του τον αγνόησε, αλλά τώρα φαίνεται πως έχει αλλάξει γνώμη, υπό το φως της πολλά υποσχόμενης ρωγμής στις σχέσεις Τουρκίας-Αμερικής.
Άλλωστε, η Τουρκία, αν και μέλος του ΝΑΤΟ και υποψήφια για ένταξη στην Ε.Ε., είναι το αδύναμο πόδι στο νέο τρίποδο ισχύος στο Λεβάντε που έχει χτίσει η Μόσχα με το Ιράν. Θα ήταν γεωπολιτικά ανώφελο για τη Ρωσία να το αγνοήσει την ώρα της ανάγκης.
Μας μένει η μεγάλη αναχρηματοδότηση του χρέους που θα χρειαστούν οι Τούρκοι δανειστές, ομολογουμένως η μεγαλύτερη πρόκληση για τον κ. Ερντογάν. Έχει κάνει λόγο για «νέους φίλους και συμμάχους» που θα βοηθήσουν την Τουρκία στο πλαίσιο μιας παγκόσμιας συμμαχίας κατά του Τραμπ, μεταξύ των οποίων η Ρωσία, η Κίνα και η Ε.Ε.
Το Κατάρ, ο τελευταίος Άραβας σύμμαχος της Τουρκίας, έχει υποσχεθεί επένδυση 15 δισ. δολαρίων. Η Κίνα υπόσχεται να χρηματοδοτήσει έργο αξίας 3,6 δισ. δολαρίων. Η Ε.Ε., η οποία εξαρτάται από την Τουρκία για τον περιορισμό των προσφυγικών ροών στην Ευρώπη, θα αυξήσει δίχως αμφιβολία τη βοήθεια. Αλλά μόνο το ΔΝΤ μπορεί να προσφέρει τα ποσά που θα χρειαστεί η Τουρκία, αν και αυτό θα σημαίνει και όρους που θα βάλουν τέλος στη στρατηγική της κυβέρνησης Ερντογάν για ανάπτυξη μέσω δανεισμού.
«Πιστεύουμε ότι υπάρχει ένας κρυφός ή μυστικός οργανισμός που προσπαθεί να μας αναγκάσει να συμφωνήσουμε με το ΔΝΤ», λέει ο Μουσταφά Σεντόπ, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κυβερνώντος Κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (AKP). Προβλέπει ότι «αυτό δεν θα συμβεί».
«Η προσφυγή στο ΔΝΤ θα είναι μια μεγάλη πρόκληση» υποστηρίζει ένα στέλεχος του AKP, που υπογραμμίζει την πολιτική επιτυχία του κόμματος στην αποκήρυξη της κηδεμονίας του ταμείου. Αλλά, προσθέτει, είναι μια επιλογή η σιωπηρή της αναγνώριση: «Ο Ερντογάν είναι καλός στο να εξηγεί πράγματα στον λαό».
Και προσθέτει ότι «τώρα χρειαζόμαστε χρήματα».
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου