Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης
Όλες οι ενδείξεις και οι πληροφορίες που έχουμε στην διάθεσή μας, υποδεικνύουν ότι το 2017 πιθανότατα θα είναι το έτος λήξης του κράτους των Σκοπίων με την σημερινή του μορφή και κρατική υπόσταση.
Βεβαίως αυτή η εξέλιξη δεν προέκυψε ξαφνικά, αλλά είναι το αποτέλεσμα των εσωτερικών αντιφάσεων και διεργασιών, που ταλανίζουν το κατασκεύασμα αυτό από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας του.
Είναι πλέον κοινός τόπος σήμερα, ότι το σκοπιανό κράτος προέκυψε από τις επιδιώξεις ξένων κέντρων αποφάσεων, τα οποία την εποχή της ανακήρυξής του (24-1-1991) έκριναν ότι η δημιουργία του εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους στην περιοχή και ως εκ τούτου επέλεξαν να το στηρίξουν, αγνοώντας προκλητικά τις όποιες αντιρρήσεις των γειτονικών χωρών (Ελλάδος, Γιουγκοσλαβίας, Αλβανίας, Βουλγαρίας), οι οποίες εξ άλλου ήσαν ελάχιστες.
Το βασικό πρόβλημα των Σκοπίων υπήρξε από την αρχή η αντιπαλότητα μεταξύ του σλαβικού πληθυσμού και των αλβανικής εθνικής συνείδησης κατοίκων, γεγονός που οδήγησε στην εξέγερση των Αλβανών το 2001 και τις αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ ένοπλων αλβανικών σχηματισμών του Εθνικού Απελευθερωτικού Στρατού (NLA) και στρατιωτικών δυνάμεων των Σκοπίων. Υπήρξε αποφασιστική παρέμβαση νατοϊκών δυνάμεων και οι αντίπαλες δυνάμεις οδηγήθηκαν, μετά από έντονες πιέσεις του ξένου παράγοντα προς τις δύο πλευρές, στην λεγόμενη Συμφωνία-πλαίσιο της Αχρίδας που υπεγράφη στις 13-8-2001. Το σκοπιανό προτεκτοράτο διασώθηκε την τελευταία στιγμή.
Με την άνοδο στην εξουσία του κόμματος ΒΜΡΟ του Ν. Γκρουέφσκι μετά την εκλογική του νίκη στις 5 Ιουλίου 2006 η προκλητικότητα των Σκοπίων κλιμακούμενη έφθασε σε παροξυσμό με τις πλάτες όχι μόνον της Ε.Ε. και των Η.Π.Α αλλά και της Τουρκίας, η οποία καλλιέργησε μεθοδικά στενές σχέσεις με τα Σκόπια.
Το επίσημο ελληνικό κράτος πλην σπανίων εξαιρέσεων (εμπάργκο 1994-95) τηρούσε όλα αυτά τα χρόνια μια εντελώς παθητική στάση που έφθανε στα όρια του ενδοτισμού, με αποτέλεσμα οι Σκοπιανοί να αποθρασύνονται.
Οι εξελίξεις όμως στο εσωτερικό των Σκοπίων έδειχναν ότι το εγχείρημα της δημιουργίας κρατικής οντότητας ήταν θνησιγενές εξ αρχής, όπως απέδειξαν για άλλη μια φορά τα γεγονότα: Η ανακήρυξη στις 18 Οκτωβρίου 2014 της Δημοκρατίας της Ιλλυρίδος, παρά τις πιέσεις που δέχθηκαν οι Αλβανοί των Σκοπίων να την ματαιώσουν, επέτεινε την αστάθεια και την αβεβαιότητα για το μέλλον
Φαίνεται όμως ότι οι διεθνείς εξελίξεις και η διαφαινόμενη αλλαγή πολιτικής και συσχετισμών δυνάμεων τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις ΗΠΑ, δεν προοιωνίζουν κάτι το καλό για την μακροημέρευση αυτού του τεχνητού κατασκευάσματος εξωβαλκανικών δυνάμεων. Οι περιπετειώδεις εκλογές του Δεκεμβρίου 2016 με το αμφίρροπο αποτέλεσμα άνοιξαν τον ασκό του Αιόλου και πιθανότατα να οδηγήσουν στο τέλος του, αυτό το προβληματικό μόρφωμα.
Από την αρχή της νέας χρονιάς οι εξελίξεις άρχισαν να επιταχύνονται. Με δηλώσεις του στις 7 Φεβρουαρίου 2017 ο Αμερικανός Βουλευτής και Πρόεδρος της Υποεπιτροπής του Αμερικανικού Κογκρέσου για θέματα Ευρώπης Ντάνα Ροραμπάχερ εξέφρασε την άποψη ότι το κράτος των Σκοπίων είναι αποτυχημένο και πρέπει να διχοτομηθεί. Πρότεινε μάλιστα το δυτικό τμήμα, που κατοικείται κυρίως από Αλβανούς, να ενωθεί με το Κόσσοβο (όπου το 90% του πληθυσμού είναι Αλβανοί) και το ανατολικό τμήμα, στο οποίο κατοικούν κυρίως οι Σλάβοι (αυτοαποκαλούμενοι «Μακεδόνες») να ενωθεί με τη Βουλγαρία.
Άφησε δε ανοικτό το ενδεχόμενο να αναμειχθούν στη διανομή των εδαφών και άλλες γειτονικές χώρες. Ο ίδιος επανήλθε μετά από λίγες ημέρες με σχόλια σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης και απάντησε στη διαμαρτυρία του Νίκολα Ντιμιτρόφ, πρώην Πρέσβεως της ΠΓΔΜ στην Ολλανδία και στις ΗΠΑ εκφράζοντας την άποψη ότι τα Βαλκάνια δεν έχουν σταθεροποιηθεί και ότι τα Σκόπια πρέπει να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Τσέχων και των Σλοβάκων που διέλυσαν την ενιαία Τσεχοσλοβακία και ίδρυσαν νέα κράτη.
Τα ίδια σενάρια για το μέλλον των Σκοπίων είχε αναφέρει και ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ προ δύο ετών. Μιλώντας στις 20-5-2015 στην Άνω Βουλή της χώρας του, είπε ότι υπάρχουν σκέψεις να προταθεί στο κράτος των Σκοπίων να καταστεί μία χαλαρή ομοσπονδία με καντόνια ή να διχοτομηθεί μεταξύ Αλβανών και Βουλγάρων.
Στις 27 Φεβρουαρίου 2017 ιδιαίτερα ανήσυχος φθάνει στα Σκόπια ο ειδικός απεσταλμένος του ΝΑΤΟ Γιοχάνες Χαν ο οποίος ανακοίνωσε ότι «η Συμμαχία ζητάει να διευθετηθεί το ζήτημα της κυβέρνησης και η πολιτική αστάθεια που μαστίζει τη χώρα» αναφερόμενος στο συνταγματικό αδιέξοδο που δημιουργήθηκε λόγω της άρνησης του προέδρου των Σκοπίων Γκιόργκε Ιβάνοφ (μαριονέτα του Γκρούεφσκι) να δώσει εντολή για σχηματισμό νέας κυβέρνησης στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία που προέκυψε μετά την συμφωνία του (ορκισμένου εχθρού του Γκρούεφσκι) Ζόραν Ζάεφ, επικεφαλής του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος των Σκοπίων (SDSM) με τα αλβανικά κόμματα, αλλά δεν εισακούσθηκε.
Ο Ζάεφ διαθέτει 67 βουλευτές πλέον (49 δικοί του και 18 Αλβανοί) στην σκοπιανή βουλή σε σύνολο 120, άρα σαφή πλειοψηφία.
Στις 2 Μαρτίου 2017 έφθασε εσπευσμένα στα Σκόπια η επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης Φεντερίκα Μογκερίνι για διαβουλεύσεις, ώστε να τερματισθεί η ακυβερνησία, αλλά και το συνταγματικό πραξικόπημα. Μετά τις άκαρπες συζητήσεις που είχε με τον Ιβάνοφ, δήλωσε στις 3 Μαρτίου 2017 ότι ο σκοπιανός πρόεδρος πρέπει να αναθεωρήσει την απόφασή του και να πράξει αυτό που απαιτεί το σύνταγμα της χώρας. Προειδοποίησε μάλιστα δημοσίως ότι «η χώρα βρίσκεται εκ νέου στα πρόθυρα αποσταθεροποίησης».
Την περασμένη Τρίτη 7 Μαρτίου ο πρόεδρος Ιβάνοφ απέστειλε σε πολλούς ξένους ομολόγους του επιστολή όπου επιχειρεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, ισχυριζόμενος ότι «οι διεκδικήσεις των αλβανικών κομμάτων απειλούν την υπόσταση» της χώρας. Παράλληλα ο Γκρούεφσκι εξαπέλυσε διαδηλώσεις «για την ενότητα του Κράτους», που περιορίστηκαν μόνον στην πρωτεύουσα, στο Νεγκότινο και στο Καβαντάρτσι.
Όπως προκύπτει από την ανάλυση των δεδομένων και της σημερινής πραγματικότητας, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί πρόσφατα, το σκοπιανό κατασκεύασμα αντιμετωπίζει δύο ενδεχόμενα:
Να εξαναγκαστούν οι Σλάβοι των Σκοπίων να ικανοποιήσουν σταδιακά τα βασικά αιτήματα των αλβανικής καταγωγής κατοίκων της χώρας οι οποίοι απαιτούν να αναγνωρισθούν ως ισότιμη εθνότητα της χώρας, δηλ. αναγνώριση της αλβανικής ως επίσημης γλώσσας του κράτους παράλληλα με την σκοπιανή, διδασκαλία της στα σχολεία, ίδρυση αλβανόφωνου Πανεπιστημίου, ισοτιμία στην επιλογή των ανωτάτων στελεχών στρατού και αστυνομίας και κυρίως εναλλαγή στις θέσεις του Προέδρου Δημοκρατίας και Πρωθυπουργού (Αλβανός-Σλάβος και Σλάβος-Αλβανός αντίστοιχα).
Αυτό συνεπάγεται ουσιαστικά στην κατάργηση της σημερινής κρατικής υπόστασης της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» και την επανίδρυσή της με την μορφή Ομοσπονδίας, με άγνωστη ονομασία. Και τούτο διότι το νέο κράτος ως συνισταμένη μεταξύ της αλβανικής «Δημοκρατίας της Ιλλυρίδος» και της «Σλαβικής Δημοκρατίας» του υπόλοιπου τμήματος των Σκοπίων εκ των πραγμάτων δεν θα μπορεί να εξακολουθεί να ονομάζεται «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Ο Ζόραν Ζάεφ πάντως φαίνεται διατεθειμένος να κινηθεί προς αυτήν την κατεύθυνση.
Σε περίπτωση που ο πρόεδρος Ιβάνοφ προχωρήσει αυθαίρετα σε προκήρυξη νέων εκλογών οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες και είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επικρατήσει χάος. Στην εκδοχή αυτήν αρχίζουν πλέον οι συζητήσεις για τον διαμελισμό των Σκοπίων. Ποιοι θα διεκδικήσουν μερίδιο; Πρωτίστως οι Αλβανοί, οι οποίοι έχουν την αμέριστη υποστήριξη του Προέδρου Τραμπ.
Το τμήμα που θα αποσπάσουν (γύρω στο 25%) είτε θα ενωθεί με το Κόσσοβο, είτε θα παραμείνει ως αυτόνομη περιοχή υπό την υψηλή επικυριαρχία της Αλβανίας. Υπάρχει και η σκέψη το βόρειο κομμάτι να προσαρτηθεί στο Κόσσοβο και το νότιο στο αλβανικό κράτος.
Το ανατολικό τμήμα των Σκοπίων θα προσαρτηθεί στην Βουλγαρία (γύρω στο 35%) και οι κάτοικοι θα ανακτήσουν έτσι την παλιά εθνοτική τους υπόσταση. Είναι περισσότερο από βέβαιον ότι οι Σέρβοι δεν θα παραμείνουν αμέτοχοι στην διανομή των εδαφών (για πολλούς λόγους) και θα διεκδικήσουν ειδικότερα το βόρειο τμήμα των Σκοπίων (περίπου 20-25%) όπου κατοικούν σερβικοί πληθυσμοί.
Η Ελλάδα έχει όλα τα νόμιμα δικαιώματα να διεκδικήσει την πεδιάδα της Πελαγονίας (περιοχή Μοναστηρίου-Βιτώλια) και την περιοχή Γευγελής-Δοϊράνης δηλ. τα εδάφη (20-15%) νοτίως της νοητής γραμμής Αχρίδα-Περλεπές-Στρώμνιτσα μέχρι τα σημερινά ελληνο-βουλγαρικά σύνορα, λόγω της ύπαρξης ακόμα και σήμερα ελληνικών πληθυσμών.
Υπενθυμίζουμε την ομολογία του πρώην Προέδρου των Σκοπίων Κίρο Γκλιγκόρωφ στην τσεχική εφημερίδα Cesky Denik (10 Ιουνίου του 1993) για μειονότητα τουλάχιστον 100.000 Ελλήνων στην περιοχή των Σκοπίων.
Τα σενάρια πάντως για διαμελισμό των Σκοπίων ήσαν γνωστά στους σκοπιανούς ιθύνοντες από καιρό, αλλά επαναπαύονταν στην πολλαπλά εκδηλούμενη στήριξη των ΗΠΑ την οποία θεωρούσαν δεδομένη και διαχρονική. Η παρακάτω προπαγανδιστική αφίσα που κυκλοφορούσαν σκοπιανοί είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική:
Αναγράφει τα εξής: «Έτσι την βλέπω εγώ» με χάρτη της «μεγάλης Μακεδονίας» και από κάτω «Έτσι την βλέπουν οι εχθροί» (με χάρτη των υποτιθέμενων εδαφικών διεκδικήσεων των γύρω κρατών) και καταλήγει με το σύνθημα «Η Μακεδονία στους Μακεδόνες». Τελικά ο κάτω χάρτης ίσως αποδειχθεί προφητικός!
Ποια θα πρέπει λοιπόν να είναι η πρέπουσα ελληνική στάση στην περίπτωση του διαμελισμού των Σκοπίων; Δυστυχώς το πιθανότερο είναι το πολιτικό σύστημα να ακολουθήσει την γνωστή τακτική που καλλιεργήθηκε/προπαγανδίστηκε για πολλά χρόνια και που περιγράφεται από τις λέξεις ενδοτισμός, υποχωρητικότητα, ηττοπάθεια, φοβικότητα.
Όπως μάλιστα είχα γράψει παλιότερα:
«…Οι ανίκανες και εθνικά επικίνδυνες κυβερνήσεις της χώρας μας των τελευταίων δεκαετιών, έχοντας υιοθετήσει το ανιστόρητο και αφελές δόγμα εξωτερικής πολιτικής «Η Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτε, αλλά και δεν παραχωρεί τίποτε», εισέπραξαν όχι μόνον τον γενικό καγχασμό και την περιφρόνηση των μεγάλων δυνάμεων, αλλά έδωσαν το σύνθημα για την διεκδίκηση ακόμα και από κράτη-οπερέτες (Σκόπια, Αλβανία) τμημάτων του ελλαδικού χώρου.
Σημειολογικά, όπως μου εξήγησε πριν από χρόνια ένας φίλος μου στο εξωτερικό, λάτρης της χώρας μας και του ελληνικού πολιτισμού, αυτή η έκφραση γίνεται αντιληπτή από τον οποιοδήποτε ξένο παράγοντα, πολιτικό, διπλωμάτη, στρατιωτικό κ.λπ. ότι η Ελλάδα έχοντας αποσπάσει από τους γείτονές της εδάφη που δεν της ανήκαν και τα οποία κάλυψαν το μέγιστο των επιδιώξεών της, αρνείται να τα επιστρέψει και αυτός είναι ο λόγος που κραυγάζει ότι «δεν παραχωρεί τίποτε».
Σήμερα όμως, που ζούμε σε μια «εποχή συνεννόησης και αλληλοκατανόησης μεταξύ των λαών», αυτή η στάση της Ελλάδος κρίνεται ως απαράδεκτη και επιτέλους πρέπει οι Έλληνες να βάλουν «λίγο νερό στο κρασί τους» και να καθήσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να μη επιδεικνύουν αυτήν την αδιάλλακτη στάση.
Νομίζω ότι κάτω από αυτό το απόλυτα λογικό πρίσμα για τους ξένους, σε σχέση με το βλακώδες δόγμα της εξωτερικής μας πολιτικής, γίνεται εύκολα αντιληπτό το γιατί όλα αυτά περί ιστορικών δικαιωμάτων κ.λπ., κ.λπ. ακούγονται στο εξωτερικό ως ύποπτα και θεωρούνται «ελληνικές πονηριές» από τον μέσο πολίτη κάθε χώρας, ο οποίος βέβαια δεν είναι υποχρεωμένος να γνωρίζει όλες τις λεπτομέρειες της ελληνικής ιστορίας και που δεν τον ενδιαφέρουν κιόλας.
Ακολουθώντας την απλή λογική και την αφειδώς διοχετευόμενη προπαγάνδα των γειτόνων μας από Πανεπιστημιακούς, «Ιστορικούς», από «Ερευνητικά Ιδρύματα», «Ινστιτούτα» κ.λπ. πείθεται εύκολα ότι επιτέλους κάτι πρέπει να επιστρέψουν οι άπληστοι Έλληνες…».
Ομολογώ ότι δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος γι αυτά που έρχονται, αν και δεν αποκλείω το απρόβλεπτο της συμπεριφοράς των νεοελλήνων που μπορεί για κάποιο λόγο να ξεσηκωθούν μαζικά και να υποχρεώσουν την όποια κυβέρνηση υπάρχει τότε να διεκδικήσει τα αυτονόητα.
Ίδωμεν…
Δημοσίευση σχολίου