GuidePedia

0

Ο τρόπος «ενημέρωσης» για την Μέση Ανατολή από τα ΜΜΕ: Το σύνδρομο Τομ και Τζέρι

Eπιμέλεια:  Λεωνίδα Χ. Αποσκίτη 
 
Σε αντίθεση με άλλα διεθνή θέματα, η σύγκρουση του Ισραήλ με τους Παλαιστινίους αποτελεί το αντικείμενο πολυάριθμων άρθρων, θεμάτων και ρεπορτάζ. Το πρόβλημα της κάλυψης από τα ΜΜΕ αυτής της σύγκρουσης δεν είναι συνεπώς ποσοτικό αλλά ποιοτικό. Η αποκρυπτογράφηση του συγκεκριμένου τρόπου κάλυψης μας κάνει να διακρίνουμε τρεις σημαντικές τάσεις που χαρακτηρίζουν τις πληροφορίες σχετικά με την Μέση Ανατολή, όπως μας τις «πασσάρουν» τα κατεστημένα μίντια.
1. Η τέχνη της εξισορρόπησης... μιας ανισόρροπης κατάστασης:
Η πρώτη τάση είναι η μόνιμη εντολή της «ισορροπημένης» αντιμετώπισης της σύγκρουσης. Τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή συγκινούν ιδιαίτερα για πολιτικούς, ιστορικούς και πολιτιστικούς λόγους, και προσλαμβάνονται με βαρύ συναισθηματικό φορτίο, πράγμα που επηρεάζει τον τρόπο που προσπαθούν να τα καλύψουν τα κατεστημένα ΜΜΕ. Γιαυτό και η εντολή για «ουδέτερη» αντιμετώπιση, η οποία μερικές φορές μπορεί να παρομοιαστεί με μια μορφή λογοκρισίας ή αυτολογοκρισίας εκ μέρους ορισμένων δημοσιογράφων και της σύνταξης: η είδηση δεν θα πρέπει να προσβάλει το ένα από τα δύο «στρατόπεδα» και, για το σκοπό αυτό, υιοθετούν μια «ισορροπημένη» θέση.
Αλλά αυτή η κατάσταση δεν εξισορροπείται έτσι για τον απλούστατο λόγο ότι δεν επικρατεί ισορροπημένη κατάσταση μεταξύ του κράτους του Ισραήλ και των Παλαιστινίων. Ενώ υπάρχει μια «σύγκρουση» μεταξύ δύο «μερών», κανείς δεν πρέπει να ξεχνά ότι οι εμπλεκόμενοι είναι, από την μια, ένα ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, αναγνωρισμένο διεθνώς, με ισχυρούς θεσμούς, έναν σύγχρονο και υπερεξοπλισμένο στρατό και, από την άλλη, έναν λαό που ζει υπό κατοχή ή στην εξορία, χωρίς εθνική κυριαρχία και χωρίς ισχυρούς και αυτόνομους θεσμούς.
Η υιοθέτηση μιας δήθεν ισορροπημένης προσέγγισης συνεπώς οδηγεί αναγκαστικά στην απόκρυψη βασικών πτυχών της πραγματικότητας, απλώς και μόνο επειδή δεν υπάρχουν τα ισοδύναμα στο άλλο «στρατόπεδο». Έτσι τα κατεστημένα μίντια προβάλλουν τις στιγμές της ορατής έντασης, χρησιμοποιώντας στρατιωτικούς όρους, «ανταλλαγή πυρών», τα «άτυχα θύματα και των δύο πλευρών» ή, σε μια πρόσφατη περίπτωση, τις «ανταλλαγές κρατουμένων». Αυτό γίνεται για να δείξουν ότι όταν υποφέρει η μια πλευρά, αυτό έχει αντίκτυπο και στην άλλη, και ότι οι στιγμές έντασης ή κατευνασμού συνδέονται με τις αποφάσεις που λαμβάνονται από το ένα ή το άλλο «στρατόπεδο», ή και από τα δύο μαζί.
Συνεπώς, μια τέτοια αντιμετώπιση από τα μέσα ενημέρωσης συσκοτίζει σχεδόν εντελώς την ουσία της καθημερινής ζωής των Παλαιστινίων και ενός από τα κλειδιά της «σύγκρουσης»: του εποικισμού και της στρατιωτικής κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ. Τα ισραηλινά στρατόπεδα και οι οικισμοί στις παλαιστινιακές περιοχές δεν έχουν ισοδύναμο στο Ισραήλ, ούτε τα εκατοντάδες σημεία ελέγχου που είναι διεσπαρμένα στα παλαιστινιακά εδάφη, ούτε το τείχος που υψώθηκε από το Ισραήλ, η επίταξη της γης και οι εξώσεις, οι μαζικές συλλήψεις, οι επιθέσεις από εποίκους...τι να πεί κανείς πιά για την απαγόρευση της κυκλοφορίας, τις οδικές αρτηρίες που απαγορεύονται με βάση εθνικά κριτήρια, κ.λπ.
Αυτή η μεροληπτική κάλυψη, αυτή η «εμμονή με την συμμετρία», στο όνομα της δήθεν ουδετερότητας, έχει ως αποτέλεσμα τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης να προσφέρουν μια διαστρεβλωμένη εικόνα της πραγματικότητας της Μέσης Ανατολής. Το κοινό επομένως χάνει ένα απαραίτητο στοιχείο για την κατανόηση των στοιχείων της συνεχιζόμενης σύγκρουσης μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων. Κατά μείζονα λόγο, με αυτή την πρώτη προκατάληψη συνδέεται και μια δεύτερη, εξίσου καταστροφική με την ποιότητα των πληροφοριών: «Το σύνδρομο Τομ και Τζέρι».
2. Το σύνδρομο Τομ και Τζέρι
Οι Τομ και Τζέρι, διάσημοι χαρακτήρες κινουμένων σχεδίων, βρίσκονται σε συνεχή σύγκρουση. Κυνηγιούνται, χτυπιούνται, στήνουν παγίδες ο ένας στον άλλον, και όταν φαίνεται ότι συμβιβάζονται, στην πραγματικότητα σκαρφίζονται νέα κόλπα για να υποφέρει ο «αντίπαλος». Το ακροατήριο γελά με την καρδιά του, αλλά παραμένει στην άγνοια: δεν ξέρει γιατί μισούν ο ένας τον άλλο, ποτέ δεν τους εξήγησαν γιατί ο Τομ και ο Τζέρι δεν μπορούν να επιτύχουν μια διαρκή εκεχειρία ή μια μόνιμη ειρήνη.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι και τα κατεστημένα μέσα ενημέρωσης, ιδίως τα ραδιοτηλεοπτικά, όταν πρόκειται για την Μέση Ανατολή, προσφέρουν συχνά ενημέρωση αντάξια της σύγκρουσης «Τομ και Τζέρι»: «ξανάρχισε ο κύκλος της βίας», «έσπασε η εκεχειρία», «κορυφώνεται η ένταση», «οι δύο πλευρές υψώνουν τον τόνο», κ.λπ.
Αλλά γιατί αυτοί μισιούνται; Συχνά, το κοινό δεν έχει απάντηση. Πρέπει να αρκεσθεί στην κάλυψη των μέσων ενημέρωσης που εστιάζει στην διαδοχή των γεγονότων, χωρίς να εξηγεί τις βαθύτερες αιτίες ή την δυναμική που έχει αναπτυχθεί στο πρόσφατο ή το απώτερο παρελθόν. Με αποτέλεσμα οι πληροφορίες τις περισσότερες φορές να στερούνται περιεχομένου η να τους λείπει η πολιτική διάσταση, ο ιστορικός παράγων και να φλερτάρουν σταθερά με το ελαφρό.
Έτσι συχνά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δείχνουν στο κοινό το δέντρο και όχι το δάσος. Τα δραματικά γεγονότα και τα θύματα μεταξύ αμάχων προβάλλονται εις βάρος της παρουσίασης και της ανάλυσης των βαθύτερων αιτιών και των εντάσεων σε βάθος χρόνου. Η ψευδο-ισορροπία και το κυνήγι της είδησης  μπορεί να συγκινήσει ίσως το κοινό, αλλά σε καμμία περίπτωση δεν θα το βοηθήσει να κατανοήσει την αληθινή κατάσταση.
3. Δημοσιογράφοι-διπλωμάτες;
Μια τρίτη και τελευταία προκατάληψη είναι η εξής: σχεδόν συστηματικά τα άρθρα ευθυγραμμίζονται με την διπλωματική ατζέντα. Δεν πρόκειται μόνο για την εστίαση ή την προώθηση των αναλύσεων και των προτάσεων της δυτικής διπλωματίας. Συχνά πρόκειται για ταξινόμηση των πληροφοριών, συνειδητά ή όχι, ανάλογα με τις διακυμάνσεις της κακώς ονομαζόμενης «ειρηνευτικής διαδικασίας».
Δύο παραδείγματα είναι ενδεικτικά για την διαδικασία αυτήν. Μόλις το 2002 αρχίζει να εμφανίζεται στα μεγάλα γαλλικά μέσα ενημέρωσης το θέμα της αναγκαίας «μεταρρύθμισης» της Παλαιστινιακής Αρχής. Διαφθορά, ευνοιοκρατία, νεποτισμός, κ.λπ.: το σύστημα «Αραφάτ» ήταν μια πραγματική αποτυχία, και κάθε προοπτική «εξόδου από την σύγκρουση» έπρεπε αναγκαστικά να περάσει μέσα από την μεταρρύθμιση του παλαιστινιακού θεσμικού συστήματος και της εμφάνισης νέων «παικτών». Σύμπτωση; Ακριβώς την περίοδο αυτή οι ΗΠΑ και το Ισραήλ θεωρούν ότι ο Γιάσερ Αραφάτ, παρά το γεγονός ότι ήταν κεντρικός παράγοντας στην «ειρηνευτική διαδικασία», δεν αποτελούσε πλέον αξιόπιστο συνομιλητή και έπρεπε να βγει από το παιχνίδι... (σ.σ. ακολούθησε η προγραμματισμένη εξόντωση του).
Η διαφθορά και η κακοδιαχείρηση της παλαιστινιακής υπόθεσης (πολιτικά και διοικητικά) ήταν κοινό μυστικό για όσους ενδιαφέρονταν έστω και λίγο για το ζήτημα. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 κυκλοφορούσαν πολλές σχετικές εκθέσεις ΜΚΟ ή κοινοβουλευτικών επιτροπών. Οι πληροφορίες αυτές σπάνια μεταδίδονταν και δεν φαινόντουσαν τότε άξιες ιδιαίτερης προσοχής για τα μέσα ενημέρωσης. Η πιο πιθανή εξήγηση είναι ότι τότε, η «ειρηνευτική διαδικασία» στην αρχική της μορφή φαινόταν ως αξιόπιστη προοπτική για τους δυτικούς και ότι δεν έπρεπε να διακινδυνεύσουν την υπονόμευσή της επικρίνοντας ανοιχτά την ηγεσία του Αραφάτ. Όταν άλλαξε η διπλωματική στάση, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, τότε η προσοχή των ΜΜΕ μετατοπίστηκε σταδιακά προς θέματα που προηγουμένως αγνοούσαν.
Δεύτερο παράδειγμα: Ο Μαχμούντ Αμπάς. Ο πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής είναι κι αυτός μια κεντρική φιγούρα της «ειρηνευτικής διαδικασίας». Θεωρείται πιο «μετριοπαθής» και «ρεαλιστής» από τον προκάτοχό του, Γιάσερ Αραφάτ, και όλα αυτά τα χρόνια έχει πάρει εύσημα από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, από δυτικούς ηγέτες ακόμη και από Ισραηλινούς αξιωματούχους. Και ακόμα κι αν η θέση που πήρε στα Ηνωμένα Έθνη έχει δεχθεί πολλή κριτική, συνεχίζει να θεωρείται βασικό στοιχείο ενόψει πιθανών διαπραγματεύσεων.
Αυτός είναι ο χαρακτήρας που παρουσιάζουν τα mainstream μίντια. Αλλά οι πολίτες γνωρίζουν, για παράδειγμα, ότι ο Μαχμούντ Αμπάς προλόγισε το 1983 το βιβλίο του Robert Faurisson για τους θαλάμους αερίων πριν από τη δημοσίευση διδακτορικής διατριβής που περιείχε στοιχεία άρνησης του ολοκαυτώματος; Όχι. Δεν είναι σημαντική αυτή η πληροφορία και δεν αξίζει να ανακοινωθεί; Φανταστείτε, μόνο για μια στιγμή, ότι δεν είναι ο Μαχμούντ Αμπάς, αλλά ένας από τους δύο σημαντικότερους ηγέτες της Χαμάς (ο Χάλεντ Μεσάαλ ή ο Ισμαήλ Χανίγια) που έχει προλογίσει τον Faurisson ή δημοσίευσε μια τέτοια διατριβή. Μπορεί κανείς να φανταστεί ότι οι πληροφορίες αυτές θα έμεναν καιρό κρυφές;
Η υπόθεση, σύμφωνα με την οποία ο Μαχμούντ Αμπάς έχει διαφορετική μεταχείριση λόγω του ενεργητικού ρόλου του, αποδεδειγμένα ή όχι, σε μια διπλωματική λύση που σχεδιάστηκε από τις δυτικές χώρες, είναι πολύ πιθανή. Με δεδομένη την αλλαγή της στάσης των ΜΜΕ απέναντι στον Γιάσερ Αραφάτ, η υπόθεση Αμπάς είναι ακόμα μία από τις πολλές περιπτώσεις επιβεβαίωσης της ευθυγράμμισης, οικειοθελώς ή όχι, των περισσότερων καθεστωτικών μέσων ενημέρωσης με την επικρατούσα αντίληψη της «δημοσιογραφίας του πολέμου». Δεν λέγονται αυτά μόνο για να επικρίνουμε την δυτική πολιτική ή τους Παλαιστίνιους ηγέτες, αλλά να διαπιστώσουμε, για άλλη μια φορά, ότι η δημοσιογραφική αντικειμενικότητα εξαφανίζεται όταν εμπλέκεται η (σ.σ. φιλοϊσραηλινή) διπλωματία.
Βέβαια, υπάρχουν και ορισμένες αξιοσημείωτες εξαιρέσεις που φωτίζουν λίγο αυτή την ζοφερή εικόνα. Σ’ αυτούς περιλαμβάνονται λιγοστοί μόνιμοι ανταποκριτές εντύπων και ραδιοτηλεοπτικών μέσων. Αλλά η εξαίρεση αυτή επιβεβαιώνει τον κανόνα, όπως τον περιγράψαμε παραπάνω. Οι τρεις παγίδες που αναφέρονται εδώ σπάνια αποφεύγονται από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και έτσι άλλο ένα θύμα της σύγκρουσης μεταξύ του Ισραήλ και των Παλαιστινίων είναι η πληροφόρηση.
πηγή

Δημοσίευση σχολίου

 
Top