Κομβικό σημείο και σημαντικός διάδρομος διέλευσης ενεργειακών πόρων μεταξύ της Κασπίας, της Ευρώπης, Ασίας και Μέσης ανατολής, αλλά και θέατρο ανεπίλυτων εθνικών διενέξεων, η περιοχή της Μαύρης Θάλασσας συγκαταλέγεται πια στις περιοχές υψηλής προτεραιότητας στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική.
Η Μαύρη θάλασσα,μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα,αποτελούσε εσωτερική θάλασσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά την εξάπλωση της Ρωσικής αυτοκρατορίας και στη συνέχεια την εδραίωση της ΕΣΣΔ και την γενικότερη επέκτασή της στην περιοχή,το status εξαρτιόταν από την αντιπαράθεσή της Μόσχας με την Οθωμανική Αυτοκρατορία στην αρχή και την Τουρκία στη συνέχεια.
Με τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου η Τουρκία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ, ενώ Ρουμανία και Βουλγαρία εντάχθηκαν στον Οργανισμό του Συμφώνου της Βαρσοβίας, του οποίου ηγείτο η Σοβιετική Ένωση. Αυτή η αντιπαράθεση των δύο πόλων είχε καθιερώσει μια σχετική ισορροπία της γεωπολιτικής κατάστασης. Η περιοχή της Μαύρης θάλασσας ήταν μακριά από το προσκήνιο της διεθνούς πολιτικής.
Μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ
Τις τελευταίες δυο δεκαετίες η γεωπολιτική κατάσταση στη Μαύρη θάλασσα περιπλέχθηκε σημαντικά. Πρώτον, κατέρρευσε το «σοσιαλιστικό σύστημα» και στην περιοχή εμφανίστηκαν νέοι «παίκτες». Η Γεωργία και η Ουκρανία, μια από τις μεγαλύτερες χώρες της Ευρώπης. Η Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένης και της Κριμαίας, καταλαμβάνει το 37,5% του μήκους της ακτογραμμής, ενώ η Ρωσία μόνο το 10,9%. Τα άλλα νέα κράτη, η Μολδαβία, η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν, αν και τυπικά δεν έχουν πρόσβαση στη θάλασσα, ιστορικά όμως είναι στενά συνδεδεμένα με τις χώρες της περιοχής της Μαύρης θάλασσας και αναμφισβήτητα εντάσσονται σε αυτή.
Σήμερα η περιοχή περιλαμβάνει μια σειρά από χώρες, οι οποίες διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους σε πληθυσμό, σε οικονομικό και στρατιωτικό-πολιτικό δυναμικό. Οι χώρες της Μ. θάλασσας, στο εσωτερικό τους είναι εξαιρετικά ανομοιογενείς σε εθνολογική και θρησκευτική σύνθεση. Ο γνωστός αμερικανός αναλυτής γεωπολιτικής, Saul Cohen, είχε επισημάνει ότι μια τέτοια κατάσταση οδηγεί σε ανταγωνισμό τις δυνάμεις με τη μεγαλύτερη επιρροή, με στόχο την ηγεμονία. Παράλληλα, ο συσχετισμός στο επίπεδο ανάπτυξης μεταξύ των χωρών μεταβάλλεται διαρκώς.
Πλούσιοι και φτωχοί
Στην ομάδα των ηγετικών χωρών εξακολουθούν να βρίσκονται η Ρωσία και η Τουρκία. Οι φτωχότερες χώρες της περιοχής της Μ. θάλασσας είναι -όπως και δέκα χρόνια πριν- η Γεωργία, η Αρμενία και η Μολδαβία. Την ίδια ώρα, το Αζερμπαϊτζάν χάρη στα έσοδά του από το πετρέλαιο πραγματοποίησε σημαντικό άλμα. Αντίθετα, η Ουκρανία «υποβιβάστηκε» στο επίπεδο των αουτσάιντερ και υστέρησε πολύ από τους δυτικούς γείτονές της (εκτός από τη Μολδαβία).
Εθνικές διενέξεις
Δεύτερον, η γεωπολιτική κατάσταση στην περιοχή της Μ. θάλασσας περιπλέχθηκε εξαιτίας της εσωτερικής αδυναμίας των νέων εθνικών «παικτών» και των ανεπίλυτων διεθνών διενέξεων. Στην περιοχή υπάρχουν τέσσερα μη αναγνωρισμένα ή μερικώς αναγνωρισμένα κράτη τα οποία βρίσκονται στον πρώην σοβιετικό χώρο. Η Μολδαβική Δημοκρατία της Υπερδνειστερίας, η Αμπχαζία, η Νότια Οσετία και το Ναγκόρνο Καραμπάχ. Στις διενέξεις γύρω από αυτές, άμεσα ή έμμεσα εμπλέκονται επτά κράτη της περιοχής, δηλαδή η Γεωργία, η Μολδαβία, η Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, η Ρωσία, η Ουκρανία και η Ρουμανία. Η επίδραση της εσωτερικής πολιτικής αστάθειας στη γεωπολιτική κατάσταση στην περιοχή της Μ. θάλασσας φαίνεται καθαρά από το παράδειγμα της Ουκρανίας, η οποία βιώνει σήμερα τη βαθύτερη πολιτική κρίση της την τελευταία δεκαετία.
Ενεργειακοί πόροι
Τρίτον, η παγκοσμιοποίηση έκανε τα όρια της περιοχής της Μ. θάλασσας λιγότερο διακριτά, και τα διεύρυνε, ενώ προσέλκυσε στα θέματα που την αφορούν μη περιφερειακούς και μη κρατικούς παράγοντες, όπως πολυεθνικές εταιρίες, εθνικά κινήματα και κοινότητες προσφύγων. Το αποτέλεσμα είναι η Μ. θάλασσα να συγκαταλέγεται τώρα στις περιοχές υψηλής προτεραιότητας στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική.
Το αντικειμενικό αίτιο αυτής της διαδικασίας είναι η ανακάλυψη πλούσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Κασπία θάλασσα, στο Καζακστάν και στην Κεντρική Ασία. Το έδαφος της περιοχής διαπερνά σήμερα ένας σημαντικός διάδρομος διέλευσης ενεργειακών πόρων μεταξύ της περιοχής της Κασπίας, της Ευρώπης και άλλων περιοχών του κόσμου, γεγονός που επιτρέπει να γίνει λόγος για τη διαμόρφωση μιας ενιαίας περιοχής την οποία συνθέτουνΚασπία και Μαύρη θάλασσα. Το Καζακστάν, οι χώρες της Κεντρικής Ασίας και η Κίνα, εμπλέκονται όλο και περισσότερο στα τεκταινόμενα στη συγκεκριμένη περιοχή.
Διέλευση αγαθών
Η διέλευση αγαθών κατέστη για πολλές χώρες της περιοχής μια από τις βασικότερες κινητήριες δυνάμεις ανάπτυξης, σημαντικότατη πηγή σκληρού νομίσματος και παράγοντας δημιουργίας σύγχρονων επικοινωνιών. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις χώρες της περιοχής για επενδύσεις και για κατασκευή στο έδαφός τους αγωγών και τερματικών σταθμών, όξυνε τη μάχη για την πρωτοκαθεδρία. Μια άλλη σημαντική παράμετρος ήταν η έξοδος πολλών περιοχών από την παραδοσιακή απομόνωση. Σύντομα μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, εξαλείφθηκε το μονοπώλιο της Ρωσίας στη μεταφορά ενεργειακών πόρων από την περιοχή της Κασπίας και την Κεντρική Ασία, οι οποίες απέκτησαν νέες προσβάσεις στην Κίνα και στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού.
ΝΑΤΟ και ΕΕ
Ταυτόχρονα με την ανακάλυψη νέων πηγών υδρογονανθράκων, αυξήθηκε κατακόρυφα το ενδιαφέρον των κορυφαίων διεθνών μη περιφερειακών παραγόντων, δηλαδή των ΗΠΑ και της ΕΕ. Οι ΗΠΑ υποστήριξαν έντονα το αίτημα της Γεωργίας και της Ουκρανίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ, μια επιδίωξη όμως που αξιολογήθηκε από τη Μόσχα σαν σοβαρότατη απειλή για την εθνική της ασφάλεια. Για την Αμερική, η περιοχή της Μ. θάλασσας και ο Νότιος Καύκασος παίζουν επίσης στρατηγικό ρόλο και σε σχέση με τα συμφέροντά της στην Εγγύς και Μέση Ανατολή, με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, με την αντιμετώπιση του φονταμενταλιστικού καθεστώτος στο Ιράν. Σημαντικά μετέβαλε το ισοζύγιο ισχύος στη λεκάνη της Μ. θάλασσας η ένταξη στο ΝΑΤΟ της Ρουμανίας και Βουλγαρίας.
Επίσης, για πολλές χώρες της περιοχής είναι ελκυστική και η μακρινή προοπτική της ένταξης στην ΕΕ. Εδώ και πολλά χρόνια επιχειρεί να γίνει δεκτή στην ΕΕ η Τουρκία. Τον στρατηγικό στόχο της ένταξης στην ΕΕ έχουν θέσει η Ουκρανία και η Μολδαβία. Η ευρωπαϊκή διπλωματία βασίζεται στη χρήση των οικονομικών μοχλών και της «ήπιας ισχύος», υποστηρίζοντας μέσω των ΜΚΟ τις διαδικασίες εκδημοκρατισμού, συμμετέχοντας στη διευθέτηση των διενέξεων που σχετίζονται με τα μη αναγνωρισμένα κράτη. Ωστόσο, η Ρωσία αντιμετωπίζει με άκρα επιφυλακτικότητα την περαιτέρω διεθνοποίηση των θεμάτων που αφορούν τα κράτη της περιοχής.
Πολιτικές ζυμώσεις
Τα σύνορα της Μ. θάλασσας είναι ένα προϊόν πολιτικών ζυμώσεων. Η εμφάνιση τέτοιων περιοχών είναι επίσης αναμφίβολα το αποτέλεσμα της ενίσχυσης των πολύπλευρων σχέσεων μεταξύ μιας ομάδας χωρών που συνορεύουν μεταξύ τους ή τις συνδέει ο θαλάσσιος χώρος. Η διαμόρφωση των σχέσεων συχνά προηγείται της εντατικοποίησηςτου πολιτικού διαλόγου ή της εδραίωσης του επίσημου στάτους της εκάστοτε περιοχής.
ΟΣΕΠ
Εν τω μεταξύ, σήμερα τα όρια της περιοχής της Μ. θάλασσας έχουν οριοθετηθεί με τη σύσταση το 1992 του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας του Ευξείνου Πόντου, ο οποίος περιλαμβάνει 12 κράτη. Ο ΟΣΕΠ δεν ένωσε μόνο τις χώρες που έχουν άμεση πρόσβαση στη Μαύρη θάλασσα, αλλά και το Αζερμπαϊτζάν, την Αρμενία, τη Μολδαβία, την Αλβανία, την Ελλάδα και τη Σερβία. Παρά τις συγκεκριμένες επιτυχίες του ΟΣΕΠ, για τις χώρες που συμπεριλήφθηκαν σε αυτόν, οι σχέσεις με τα έξωθεν «κέντρα ισχύος» -προς το παρόν- είναι κατά κανόνα πολύ σημαντικότερες από τις περιφερειακές.
*Ο Βλαντίμιρ Κόλοσοφ είναι καθηγητής, διδάκτορας γεωγραφικών επιστημών, επικεφαλής του Κέντρου γεωπολιτικών μελετών του Ινστιτούτου Γεωγραφίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών. Είναι επίτιμος διδάκτορας του γαλλικού πανεπιστημίου της Χάβρης, καθώς και πρόεδρος της Διεθνούς Γεωγραφικής Ένωσης.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου