του Γιώργου Διονυσόπουλου*
Σκηνικό «αποκάλυψης» στήνεται τις τελευταίες ημέρες στην νοτιοανατολική Μεσόγειο, με τις εξελίξεις τόσο σε διπλωματικό όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο να είναι καταιγιστικές. Σύμφωνα με πληροφορίες, ήδη στην περιοχή κατευθύνεται ένα μέρος του αμερικανικού στόλου του Ατλαντικού, μεταφέροντας ένα σημαντικό αριθμό πεζοναυτών, η έλευση του οποίου εάν συνδυαστεί με τις χθεσινές δηλώσεις του ανωτάτου διοικητή των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Ευρώπη, ναυάρχου Τζέιμς Σταυρίδη, περί πιθανής εμπλοκής του ΝΑΤΟ στη Συρία, δείχνει πως επίκειται άμεση κλιμάκωση της αποσταθεροποίησης στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Η ενίσχυση των αμερικανικών δυνάμεων οπωσδήποτε δεν είναι άσχετη όμως και με το διπλωματικό μαραθώνιο και μάλιστα δε δύο μέτωπα, προς Ευρώπη και Ρωσία, που διεξάγει ήδη η Κύπρος με βασικό διακύβευμα την οικονομική της επιβίωση.
Συνιστώντας επί της ουσίας τις δύο διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος, Λευκωσία και Δαμασκός αποτελούν τροχοπέδη για τα αμερικανικά σχέδια που θέλουν την οριστική αποχώρηση των Ρώσων από τις «θερμές θάλασσες» και τον περιορισμό των στρατιωτικών τους δυνάμεων αποκλειστικά εντός των συνόρων της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης.
Η πραγματικότητα είναι πως μέχρι και πριν λίγες ημέρες οι ΗΠΑ ήταν πολύ κοντά στο να τα καταφέρουν.
Παρά το γεγονός πως το καθεστώς Άσαντ άντεξε σχεδόν δύο ολόκληρα χρόνια στο σφυροκόπημα των αντικαθεστωτικών δυνάμεων που δρουν υπό την ανοχή και βοήθεια της Δύσης, εντούτοις οι πάντες συμφωνούν πως είναι ζήτημα ελάχιστου χρόνου πλέον για να οδηγηθεί στην οριστική του κατάρρευση. Σύμφωνα εξάλλου και με τις δηλώσεις του ναυάρχου Τζέιμς Σταυρίδη, το ΝΑΤΟ έχει ξεκινήσει σχεδιασμούς έκτακτης ανάγκης για μια πιθανή στρατιωτική παρουσία του στη Συρία, ενώ είναι επίσης έτοιμο για εμπλοκή σε περίπτωση που του ζητηθεί, όπως έγινε στην περίπτωση της Λιβύης. «Οι χώρες μέλη της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας εξετάζουν ενεργά την επιλογή προσφοράς βοήθειας στην αντιπολίτευση με έναν τρόπο που να σπάσει τον φαύλο κύκλο που βιώνεται στη Συρία» ανέφερε χαρακτηριστικά ο ανώτατος διοικητής των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Ευρώπη.
Η ενεργοποίηση του ΝΑΤΟ ωστόσο και η ανάληψη, από μέρους του, στρατιωτικού ρόλου στη Συρία απαιτεί, εκτός από τη σύμφωνη γνώμη και των 28 μελών της Συμμαχίας και απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, κάτι που εξαιτίας της συμμετοχής της Ρωσίας στο συγκεκριμένο όργανο δεν είναι και τόσο εύκολο να ληφθεί εκτός και εάν βεβαίως υπάρξουν ανταλλάγματα. Μέχρι στιγμής η Μόσχα διατηρεί στην περιοχή δύο βάσεις. Μία ναυτική στην Ταρσό την οποία μάλλον είναι ζήτημα χρόνου να απολέσει εξαιτίας της επικείμενης επικράτησης των σύριων αντικαθεστωτικών, και μία «λογιστική» βάση στην Λευκωσία μέσω της ισχυρής παρουσίας ρωσικών κεφαλαίων και επενδύσεων στη Μεγαλόνησο. Οι διαπραγματεύσεις των δύο τελευταίων ημερών στη Μόσχα μεταξύ εκπροσώπων της Ε.Ε και Ρώσων κυβερνητικών αξιωματούχων με τη συμμετοχή και Κυπρίων, αφορούν ακριβώς σε αυτά τα ανταλλάγματα. Και εάν το «δόρυ» που πιέζει την Κύπρου εμφανίζεται να είναι το Βερολίνο, στην πραγματικότητα το «χέρι» που το κρατά και το σπρώχνει ανήκει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έτσι εξηγείται άλλωστε και η ηχηρή σιωπή της Ουάσιγκτον για ένα ζήτημα που χτυπά το οικονομικό οικοδόμημα της Δύσης κατευθείαν στην καρδιά του, όπως είναι το κούρεμα των τραπεζικών καταθέσεων.
Όπου υπάρχει δράση όμως υπάρχει και αντίδραση. Από την πλευρά τους οι Ρώσοι, αξιοποιώντας το στρίμωγμα της Κύπρου επιχειρούν να δώσουν στην πολιτική της ηγεσία ένα ελεγχόμενο από τους ίδιους διέξοδο, το οποίο ταυτόχρονα όμως θα αναβαθμίζει τη στρατιωτική τους παρουσία στη Μεσόγειο αποτελώντας μία εναλλακτική λύση στην απώλεια της ναυτικής τους βάσης στην Ταρσό. Στο πλαίσιο αυτό δεν έχουν τόση σημασία οι όροι που θέτει η Μόσχα σε οικονομικό ή ενεργειακό επίπεδο για να προσφέρει την βοήθειά της στη Λευκωσία, όσο τα ανταλλάγματα που ζητάει σε επιχειρησιακό και γεωστρατηγικό επίπεδο τα οποία αφορούν στον ανεφοδιασμό και τη συντήρηση της παρουσίας μίας μόνιμης ρωσικής ναυτικής δύναμης η οποία θα μπορούσε, σε δεύτερη φάση, ακόμη και να ελλιμενίζεται στο νησί.
Μόνο τυχαίο δεν είναι άλλωστε πως μόλις την περασμένη Κυριακή ο διοικητής του ρωσικού ναυτικού ανακοίνωσε την δημιουργία ενός ναυτικού σχηματισμού αποτελούμενο από φρεγάτες, καταδρομικά και σκάφη υποστήριξης, ο οποίος θα πλέει συνεχώς στην περιοχή «προστατεύοντας τα ρωσικά συμφέροντα». Πρόκειται επί της ουσίας για την επανασύσταση, αν και σε σαφώς μικρότερη κλίμακα, της λεγόμενης 5η επιχειρησιακής μοίρας του Σοβιετικού στόλου (διέθετε στην ακμή της περίπου 70 με 80 πολεμικά σκάφη), η οποία καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80 περιπολούσε στη Μεσόγειο έχοντας ως αποστολή να αποτρέψει ενδεχόμενη πυραυλική πυρηνική επίθεση εναντίον της ΕΣΣΔ από τον 6ο Αμερικανικό στόλο, πλοία του οποίου εξακολουθούν και σταθμεύουν μέχρι και σήμερα στη βάση της Σούδας...
πηγή
Δημοσίευση σχολίου