Στις επόμενες διαπραγματεύσεις, στη μία μεριά του τραπεζιού θα κάθεται το ΔΝΤ, υποστηρίζοντας τους δανειστές, ενώ στην άλλη η κυβέρνηση, η οποία δεν θα έχει κανέναν με το μέρος της: ούτε τον κυπριακό λαό, ούτε την Ευρώπη, ούτε τη Ρωσία – δυστυχώς
“Μετά τη μάχη της Κρήτης στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, έχουμε σήμερα τη μάχη της Κύπρου στον 3ο Παγκόσμιο -ενεργειακό και συναλλαγματικό αυτή τη φορά, οικονομικό γενικότερα. Πολύ φοβάμαι, ειδικά όσον αφορά τους απλούς Γερμανούς Πολίτες, οι οποίοι υπέφεραν περισσότερο από όλους μας στο παρελθόν ότι, ο πλανήτης δεν θα αντέξει ξανά ένα 4ο Ράιχ και μία πρωσική Γερμανία - υποδουλώνοντας την για πάντα” (G.Rap).
Άρθρο
Όπως φαίνεται μέχρι στιγμής, θα έχουμε μία «συλλογική συνθηκολόγηση» της Κύπρου – γεγονός που σημαίνει πως όταν το Κοινοβούλιο της ψήφισε υπερήφανα την αντίθεση του στη δήμευση των καταθέσεων, καθώς επίσης στην «εισβολή» της Τρόικας, δεν είχε σκεφθεί τα επόμενα βήματα.
Με δεδομένο τώρα το ότι επιβάλλεται η (δήθεν) γερμανική θέση, σύμφωνα με την οποία δεν θα πρέπει να «φορολογηθούν» τα ποσά κάτω των 100.000 €, αυτό που απομένει είναι η «κατάσχεση» ενός μεγάλου μέρους των υπολοίπων καταθέσεων – οι οποίες, εάν υπολογίζονται σωστά στα 24 δις €, «απαιτούν» συντελεστή δήμευσης ίσο με το 25%, αφού η Κύπρος υποχρεούται να συνεισφέρει στο πακέτο «διάσωσης» της περί τα 5,8 δις €. Δημιουργούνται λοιπόν τρία «δεδικασμένα» για την «σοβιετικού τύπου» σημερινή Ευρωζώνη:
(α) Η «τιμωρία» των πλουσίων καταθετών, ειδικά των «Ρώσων», μέσω ειδικής παρακράτησης των καταθέσεων τους – εάν βέβαια μπορούν να χαρακτηρισθούν πλούσιοι, όλοι όσοι έχουν αποταμιεύσει πάνω από 100.000 € (ενώ θα ενταθεί η παγκόσμια σύρραξη, λόγω της «επίθεσης» στις καταθέσεις της Ρωσίας). Εάν δε οι καταθέσεις άνω των 100.000 € δεσμευθούν, για ένα απεριόριστο διάστημα, θα έχουμε έναν ακόμη νεωτερισμό.
(β) Ο έλεγχος της ελεύθερης διακίνησης των κεφαλαίων, αφού οι κυπριακές τράπεζες θα έχουν όριο αναλήψεων, όταν ανοίξουν τις «πόρτες» τους και
(γ) Το ξαφνικό, αυθαίρετο κλείσιμο τραπεζών για ένα μη ορισμένο χρονικό διάστημα, εάν το αποφασίσει η ηγεσία της Ευρωζώνης – η Γερμανία δηλαδή, με τη βοήθεια της ΕΚΤ και της «εκβιαστικής» διακοπής παροχής ρευστότητας (αφού οι χώρες της Ευρωζώνης δεν έχουν ουσιαστικά δικές τους κεντρικές τράπεζες, νομισματική πολιτική κλπ.).
Επειδή δεν πρόκειται φυσικά εδώ για αποφάσεις της Κύπρου αλλά, αντίθετα, για αποφάσεις της Ευρωζώνης, έχουμε την άποψη ότι, τόσο οι μεγάλοι επενδυτές, όσο και οι μικροί καταθέτες, θα λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους στο μέλλον τα παραπάνω «δεδικασμένα» – αφενός μεν όσον αφορά τις επενδύσεις τους (μετοχές τραπεζών, ομόλογα κλπ.), αφετέρου την ασφάλεια των χρημάτων τους.
Στα πλαίσια αυτά, θεωρούμε πιθανή τη αποφυγή των ευρωπαϊκών τραπεζών εκ μέρους τους ή, τουλάχιστον, την αύξηση της «ευαισθησίας» τους στο μέλλον, σε ειδήσεις ή απλές διαδόσεις, οι οποίες θα αφορούν τράπεζες και κράτη – κάτι που σίγουρα θα προβληματίσει χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία κλπ.
Αυτό σημαίνει με τη σειρά του ότι, δεν μπορεί παρά να έχει αυξηθεί σημαντικά το ρίσκο πολλαπλών «τραπεζικών επιθέσεων» (bank run) σε πολλές χώρες της Ευρωζώνης – γεγονός που πολύ δύσκολα μπορούμε να γνωρίζουμε σε ποιες καταστάσεις θα μας οδηγήσει, με τις ηγεμονικές βλέψεις της πρωσικής Γερμανίας να αυξάνονται γεωμετρικά.
Επίσης συμπεραίνεται ότι, η πίστη στο ευρώ και στην Ευρωζώνη, μετά την άθλια συμπεριφορά της στην Κύπρο, έχει υποστεί σοβαρότατες «ρωγμές» – οι οποίες δεν «υπηρετούν» σίγουρα ούτε το κοινό νόμισμα, αλλά ούτε και την «ιδέα» μίας ενωμένης Ευρώπης των πολιτών της.
Από την άλλη πλευρά τώρα, παραμένει «αιωρούμενο» το ερώτημα, για ποιο λόγιο ακριβώς είναι υποχρεωμένη να δανεισθεί η Κύπρος 17 δις €, από τις χώρες της Ευρώπης – πόσο μάλλον όταν οι καταθέσεις των πολιτών της ανέρχονται στα 40 δις €, με τα οποία θα μπορούσε να οργανωθεί ένας εσωτερικός δανεισμός (εθνικά ομόλογα), χωρίς να υπάρχει ανάγκη προσφυγής της σε οποιονδήποτε μηχανισμό «διάσωσης» (όπως θα έπρεπε να είχε κάνει η Ελλάδα το 2009).
Περαιτέρω, εξ όσων τουλάχιστον έχουν ανακοινωθεί, τα 11 δις € περίπου θα διατεθούν για την ανακεφαλαιοποίηση του χρεοκοπημένου τραπεζικού της συστήματος – αν και πολύ δύσκολα μπορεί να κατανοήσει κανείς πως είναι δυνατόν, πως τα κατάφερε δηλαδή να χρεοκοπήσει ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα, έστω υπερμεγέθες («όγκου» 152 δις €), όταν απέναντι του ευρίσκονται καταθέσεις 68 δις €.
Ανεξάρτητα από αυτό, καθώς επίσης από το ότι η Εκκλησία της Κύπρου έχει τοποθετήσει το σύνολο σχεδόν των περιουσιακών της στοιχείων σε μία τράπεζα (κατέχει το 29% της Ελληνικής), η συνολική αξία του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Κύπρου είναι σήμερα μόλις περί τα 500 εκ. € – έχει λοιπόν σχεδόν καταρρεύσει.
Χωρίς να κρίνουμε την αξία αυτή, η Κύπρος έχει αποφασίσει να διασώσει τις αξίας 500 εκ. € τράπεζες της, «δαπανώντας» 11 δις € από τα χρήματα των φορολογουμένων πολιτών της – δηλαδή, με ένα ποσόν που υπερβαίνει το εικοσαπλάσιο της «τιμής» τους (ενώ δεν γνωρίζουμε εάν είναι αρκετό), όταν τόσο το οικονομικό μοντέλο, όσο και τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της χρηματοπιστωτικής της «βιομηχανίας», έχουν πάψει πια να υπάρχουν (έχουν στην κυριολεξία πεθάνει).
«Για να προστατεύσει τις καταθέσεις των πολιτών της, ύψους περί τα 40 δις €», θα μπορούσε να απαντήσει κανείς. Όμως, αφενός μεν οι καταθέσεις αυτές, έως τα 100.000 €, είναι εγγυημένες από την Ευρώπη (ότι και αν σημαίνει αυτή η εγγύηση), αφετέρου θα χανόταν ένα μικρό μόνο μέρος τους, εάν επιλεγόταν η «διεκπεραίωση» των τραπεζών κατά το παράδειγμα της Ισλανδίας (καλές και κακές τράπεζες, όλες οι καταθέσεις στις καλές, κρατικοποίηση τους κοκ.).
Κατά την άποψη πολλών λοιπόν, πρόκειται για την απόλυτη ανοησία – πόσο μάλλον όταν η διάσωση αυτή, όπου ουσιαστικά απλά «κρατιέται ο ήδη πνιγμένος από τα μαλλιά, για να μη βυθιστεί στο νερό», θα εκτοξεύσει το δημόσιο χρέος της Κύπρου πάνω από το 140% του ΑΕΠ της, σε σχέση με το 80,9% του 2012 (πηγή: CIA).
Φυσικά θα είναι αναμφίβολα ένα μη βιώσιμο χρέος, το οποίο θα συνεχίσει να αυξάνεται, αφενός μεν από την προβλεπόμενη ύφεση, αφετέρου από πολλούς άλλους παράγοντες (ανεργία, κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων, εξαθλίωση κλπ.). Παράλληλα, θα «πρέπει» να εκποιηθούν οι κερδοφόρες, οι στρατηγικές και οι κοινωφελείς δημόσιες επιχειρήσεις της Κύπρου, θα καταλυθεί η εθνική της κυριαρχία, ενώ θα λεηλατηθεί ο υπόγειος πλούτος της – χωρίς όλα αυτά να ωφελήσουν ιδιαίτερα τους πολίτες της.
Ουσιαστικά λοιπόν, η κυβέρνηση της Κύπρου σχεδιάζει να διασώσει κάποιους καταθέτες των τραπεζών, θυσιάζοντας όλους τους υπόλοιπους πολίτες της, καθώς επίσης την ίδια τη χώρα – αφού δεν πρόκειται να αποφύγει τη χρεοκοπία, εκτός εάν διαγραφεί μεγάλο μέρος του δημοσίου χρέους της (γεγονός που φυσικά γνωρίζουν τόσο οι επενδυτές, όσο και οι διεθνείς δανειστές, οι οποίοι θα αποφεύγουν μελλοντικά τη χώρα όπως «ο διάβολος το λιβάνι»).
Ένα επόμενο ερώτημα είναι το ποιος μηχανισμός διάσωσης της Ευρωζώνης θα χρησιμοποιηθεί για την ανακεφαλαιοποίηση των κυπριακών τραπεζών – εάν υποθέσουμε ότι, η κυβέρνηση του νησιού θα επιλέξει τελικά αυτόν τον «τρόπο αυτοκτονίας», αργού θανάτου καλύτερα.
Η καλύτερη επιλογή για την Κύπρο είναι αναμφίβολα η «χρήση» του ESM – η απ’ ευθείας χρηματοδότηση των τραπεζών δηλαδή, χωρίς να επιβαρυνθεί το δημόσιο χρέος της. Κάτι τέτοιο όμως δεν προβλέπεται να συμβεί – αφού αφενός μεν πρόκειται για ένα ζημιογόνο εγχείρημα, το οποίο θα απέφευγε το ESM, αφετέρου θα απαιτούσε κάτι αντίστοιχο η Ισπανία, η Ιταλία, η Ελλάδα κοκ., οπότε ο μηχανισμός θα κατέρρεε.
Το «κουτί της Πανδώρας» άνοιξε λοιπόν στην Κύπρο, με ευθύνη τόσο της Γερμανίας, όσο και της κυβέρνησης του νησιού, η οποία δεν θέλει να δεχθεί το αυτονόητο: το ότι δηλαδή, μετά τους εσφαλμένους χειρισμούς της (ρωσική επένδυση στο Μαρί, κατάσχεση τραπεζικών καταθέσεων κλπ.), η Κύπρος, ως χρηματοπιστωτικό κέντρο, ανήκει πλέον στην Ιστορία – ότι κυριολεκτικά «δολοφονήθηκε».
Δυστυχώς για τους Πολίτες η σωστή λύση, η «διεκπεραίωση» δηλαδή των υπερχρεωμένων και μόνο τραπεζών, περίπου κατά το παράδειγμα της Ισλανδίας, δεν επιλέχθηκε τελικά – ενώ ουσιαστικά θυσιάστηκαν χωρίς κανένα λόγο.
Ολοκληρώνοντας, υπενθυμίζουμε τη σύγκριση με την Ισλανδία, από την ανάλυση μας «Κύπρος, κρίση και εκβιασμός» – παραθέτοντας τον Πίνακα Ι, ο οποίος αποτυπώνει τα μεγέθη των δύο χωρών σε δολάρια το 2011:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Οικονομικοί δείκτες της Κύπρου και της Ισλανδίας το 2011 (προβλέψεις), σε δις $
Δείκτες |
Κύπρος
|
Ισλανδία
|
ΑΕΠ |
24,95
|
14,05
|
Ρυθμός ανάπτυξης |
0,5%
|
3,1%
|
Γεωργία/ΑΕΠ |
2,4%
|
5,4%
|
Βιομηχανία/ΑΕΠ |
16,5%
|
24,7%
|
Υπηρεσίες/ΑΕΠ |
81,1%
|
69,9%
|
Εργαζόμενοι |
414.100
|
175.700
|
Ανεργία |
7,71%
|
7,4%
|
Έλλειμμα προϋπολογισμού |
-6,5%
|
-4,4%
|
Δημόσιο χρέος/ΑΕΠ |
65,8%
|
128,3%
|
Εξαγωγές |
2,16
|
5,3
|
Εισαγωγές |
8,03
|
4,5
|
Εμπορικό έλλειμμα/πλεόνασμα |
-5,87
|
0,80
|
Εμπορικό έλλειμμα/ΑΕΠ |
-23,53%
|
5,69%
|
Εξωτερικό χρέος |
35,87
|
124,5
|
Εξωτερικό χρέος/ΑΕΠ |
143,7%
|
886,1%
|
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται καθαρά από τον Πίνακα Ι, το μεγάλο πρόβλημα της Κύπρου ήταν το εμπορικό έλλειμμα (πλεόνασμα η Ισλανδία), σε σχέση με το ΑΕΠ – με τη γεωμετρική αύξηση του δημοσίου και εξωτερικού χρέους της Ισλανδίας, λόγω της υπερχρέωσης των τραπεζών της, να δείχνει το δρόμο που θα οδηγηθεί η Κύπρος, η οποία πάσχει (επί πλέον) από την ίδια ασθένεια.
Η «ειδοποιός» διαφορά φυσικά μεταξύ των δύο χωρών, η οποία αποδείχθηκε μοιραία για το νησί μας, είναι αφενός μεν το νόμισμα, αφετέρου η συμμετοχή της Κύπρου στην Ευρωζώνη, σε συνδυασμό με τη «γεωπολιτική» της θέση – αφού η Ισλανδία, σε μία σχετικά ουδέτερη γεωγραφική ζώνη, είχε την (επώδυνη) δυνατότητα υποτίμησης του νομίσματος της, καθώς επίσης την ανεξαρτησία, αλλά και το θάρρος, να αρνηθεί μέχρι τέλους την ανάληψη των τραπεζικών χρεών από τους Πολίτες της (αν και συνυπολογίζονται ακόμη στα εξωτερικά χρέη της).
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Το μέλλον των πολιτών της Κύπρου θα είναι μάλλον εφιαλτικό – αφού, ότι και αν τελικά αποφασιστεί για τους καταθέτες, στις επόμενες διαπραγματεύσεις στη μία μεριά του τραπεζιού θα κάθεται το ΔΝΤ, το οποίο θα υποστηρίζει τους δανειστές του νησιού, ενώ στην άλλη η κυβέρνηση, η οποία δεν θα έχει κανέναν με το μέρος της: ούτε τον κυπριακό λαό, ούτε την Ευρώπη, ούτε τη Ρωσία.
Δυστυχώς, το πολύπαθο νησί βρέθηκε απροετοίμαστο «στο μάτι του κυκλώνα» – έχοντας πλέον να επιλέξει μεταξύ της Σκύλλας και της Χάρυβδης, όπως κάποτε (αλλά και σήμερα ακόμη) η Ελλάδα.
Φυσικά ευχόμαστε και ελπίζουμε να καταφέρουν να επιβιώσουν οι πολίτες της στην καταιγίδα που αναμένεται να πλήξει με μανία όχι μόνο την Κύπρο, αλλά ολόκληρη την Ευρωζώνη – «ευχές» που ισχύουν επίσης για την πατρίδα μας, η οποία συνεχίζει δυστυχώς να «προδίδει» τους φίλους της, καθώς επίσης να «άγεται και να φέρεται» από τους δανειστές της, αποτελώντας πλέον προτεκτοράτο τους.
ΥΓ: Η στρατηγική της αναβολής (στην Κύπρο σήμερα, για παραδειγματισμό – στην Ελλάδα από το 2010 και εντεύθεν, στην Πορτογαλία, στην Ιρλανδία κοκ.).
“Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια «αντιλαϊκή» απόφαση (όπως για παράδειγμα η πολιτική λιτότητας, η εκποίηση των δημοσίων επιχειρήσεων, το κούρεμα των καταθέσεων, η φοροεπιδρομή στα ακίνητα κλπ.), είναι να την παρουσιάσει κανείς ως «οδυνηρή μεν, αλλά αναγκαία» – αποσπώντας την συναίνεση του κοινού στο παρόν, για την εφαρμογή της στο μέλλον. Η αιτία είναι το ότι, είναι πάντοτε πιο εύκολο να αποδεχθεί κάποιος αντί μιας άμεσης θυσίας, μια μελλοντική – πριν από όλα, επειδή η προσπάθεια δεν πρέπει να καταβληθεί άμεσα.
Στη συνέχεια, επειδή το «κοινό» έχει πάντα την τάση να ελπίζει με αφέλεια ότι, «όλα θα πάνε καλύτερα αύριο», καθώς επίσης πως μπορεί, τελικά, να αποφύγει τη θυσία που του ζήτησαν, συμβιβάζεται και συνθηκολογεί.
Φυσικά, μια τέτοια τεχνική αφήνει στο «λαό» ένα κάποιο χρονικό διάστημα, έτσι ώστε οι Πολίτες να συνηθίσουν στην ιδέα της αλλαγής και να την αποδεχθούν «μοιρολατρικά» – όταν κριθεί ότι έφθασε το πλήρωμα του χρόνου για την (εκ)τέλεσή της”.
Ο κ. Βασίλης Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου