Του Μανώλη Κυπραίου
Μετά τον άνεμο του παναραβισμού που σάρωσε τις αραβικές χώρες από τα τέλη της δεκαετίας του ΄50 έως τον πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ το 1973, ένας νέος άνεμος, αυτή τη φορά με αίτημα τη Δημοκρατία, σαρώνει τα κράτη του αραβικού κόσμου.
Η Τυνησία αποτέλεσε την αρχή, συνέχισε η Αίγυπτος, ακολούθησε η Λιβύη, το Μπαχρέιν, η Ιορδανία, η Υεμένη και η Συρία.
Όμως, η εξέλιξη της κατάστασης δεν ήταν τόσο «μαλακή» όσο στην περίπτωση της Τυνησίας, της Αιγύπτου και της Ιορδανίας, όπου οι όποιες αλλαγές έγιναν ουσιαστικά αναίμακτα. Η Λιβύη και η Συρία είναι δύο χώρες όπου τα υπάρχοντα καθεστώτα έχουν ισχυρά εξουσιαστικά θεμέλια και διαθέτουν ισχυρές ένοπλες και παραστρατιωτικές μονάδες που τα στηρίζουν.
Έτσι η αλλαγή που νόμιζαν κάποιοι πως θα έρθει εν ριπεί οφθαλμού και χωρίς να χυθούν ποτάμια αίματος, δεν ήρθε και φυσικά δεν θα έρθει. Αντίθετα μέρα με την μέρα, όπως είχαμε προειδοποιήσει από τις αρχές του περασμένου Ιανουαρίου, η κατάσταση θα περιπλέκεται ολοένα και περισσότερο και θα βυθίζει μέσα σε μια αέναη δίνη χωρίς πυθμένα, τους επίδοξους κυβερνήτες αλλά και τα κράτη με νεοαποικιακές επιδιώξεις.
Λιβύη
Η Λιβύη όπως τελικά αποδείχθηκε, είναι μια δύσκολη υπόθεση. Και φυσικά οι ευρωπαϊκές δυνάμεις που προσπάθησαν και προσπαθούν να διώξουν με τη χρήση βίας τον Μουαμάρ Καντάφι από την εξουσία, δείχνουν πως οδηγούνται σε αδιέξοδο. Σίγουρα όπως έλεγε και ο Καρλ Φον Κλαούσεβιτς, οι ένοπλες δυνάμεις ασκούν πολιτική. Όμως ποια πολιτική ασκείται, όταν οι ένοπλες δυνάμεις επεμβαίνουν χωρίς οργανωμένο πολιτικό σχέδιο; Η ένοπλη εμπλοκή του ΝΑΤΟ πήρε έναν μανδύα ανθρωπιστικής επέμβασης και φυσικά με επιλεγμένη εμπλοκή και βομβαρδισμούς ακριβείας. Το οξύμωρο είναι πως όλα αυτά, έγιναν χωρίς να εξαντληθούν όλες οι προσπάθειες για την εξεύρεση μιας πολιτικής λύσης ή όπως λέγεται: οι «διπλωμάτες δεν “ίδρωσαν” πριν επέμβουν οι στρατιωτικοί».
Το αποτέλεσμα είναι αυτό που βλέπουμε σήμερα στη Λιβύη. Επικρατεί ένα πραγματικό πανδαιμόνιο και οι δυνάμεις του Μουαμάρ Καντάφι, δείχνουν ναι μεν να έχουν πληγεί αλλά παραμένουν ουσιαστικά αρκετά ισχυρές για να αντιμετωπίζουν τους αντικαθεστωτικούς και να διεκδικούν με αξιώσεις την ήττα των αντιπάλων τους στο πεδίο των επιχειρήσεων. Και δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει το γεγονός, πως ο λίβυος ηγέτης προσπαθεί με νύχια και δόντια να μετατρέψει τον εμφύλιο, σε διακρατική σύγκρουση εμπλέκοντας την Τυνησία αρχικά και ίσως την Αίγυπτο ή κάποια γειτονική υποσαχάρια χώρα, ώστε να δημιουργήσει εύρος μετώπου ικανού να καταπιεί στρατηγικά τις επιχειρήσεις του αντιπάλου.
Οι σχεδιαστές και στρατηγιστές του ΝΑΤΟ, υποτίμησαν τις δυνατότητες και κυρίως το σθένος του Μουαμάρ Καντάφι, πιστεύοντας σε μια εύκολη νίκη, λόγω της τεχνολογικής ανωτερότητας τους. Έκαναν όμως το λάθος που χαρακτηρίζει τις αλαζονικές- λόγω ισχύος -χώρες και τώρα είναι αναγκασμένες εκ των πραγμάτων να εμπλακούν ακόμα περισσότερο στη σύγκρουση, αν επιθυμούν να σταματήσουν την προέλαση των δυνάμεων του Μουαμάρ Καντάφι.
Και το αξιοπρόσεκτο είναι πως παρά τα μαθήματα που έχει δώσει η πρόσφατη ιστορία των τελευταίων 40 ετών και τα διδάγματα των πολέμων στην Ινδοκίνα, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Σομαλία και αλλού, όπου η τεχνολογική υπεροχή δεν είναι αρκετή για να αντιμετωπίσει το σθένος ενός λαού να αντισταθεί- ακόμα και αν αυτός κατακτηθεί εδαφικά - ο σχεδιασμός της «υψηλής στρατηγικής» είναι απών επιδεκτικά.
Οι δυνάμεις που μάχονται τον Μουαμάρ Καντάφι θα αργήσουν να επικρατήσουν στα πεδία των επιχειρήσεων. Και η μαζική εμπλοκή χερσαίων δυνάμεων εκ μέρους του ΝΑΤΟ θα είναι αναπόφευκτη, έστω και αν αυτή θα πάρει τη μορφή επιχειρήσεων ειδικών δυνάμεων για την κοινή γνώμη. Η διαχείριση της επόμενης ημέρας θα είναι η δυσκολότερη και η πιο επώδυνη.
Επίλογος
Αυτό πάντως που πρέπει να αναγνωρίσουμε είναι πως η Ουάσιγκτον σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν δρα πιο ήπια στο ζήτημα της Συρίας σε σχέση με την Λιβύη. Όχι πως δεν θα ήθελε να δει το καθεστώς του Μπασάρ Αλ Ασάντ να καταρρέει. Όμως αν καταρρεύσει ίσως είναι περισσότερα αυτά που έχει να χάσει από αυτά που έχει να κερδίσει. Με στρατιωτική εμπλοκή στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Μερική στρατιωτική εμπλοκή στη Λιβύη, με τεράστια εσωτερικά προβλήματα, με μια Κίνα και μια Ρωσία να διεκδικούν επί ίσοις όροις την πρωτοκαθεδρία στον πλανήτη, σίγουρα οι ΗΠΑ δεν θα ήθελαν μια κύρια έκρηξη του ηφαιστείου της Μέσης Ανατολής, του οποίου τη δύναμη των εκρήξεων του γνωρίζουν πλέον και από ιδία πείρα.
Πλέον και οι στενοί σύμμαχοι των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, οι Ισραηλινοί, ούτε να το σκέφτονται δεν θέλουν για μια ενδεχόμενη στρατιωτική επιχείρηση κατά της Συρίας από τους Δυτικούς. Ηδη είχαν προειδοποιήσει για την αστοχία της εμπλοκής στη Λιβύη, τώρα παρατηρούν απογοητευμένοι την πορεία των επιχειρήσεων φοβούμενοι πως αυτές δεν αποδυνάμωσαν αλλά ενίσχυσαν τον Μουαμάρ Καντάφι, καθιστώντας την απομάκρυνσή του δυσκολότερη όσο ποτέ.
Τώρα για την κατάσταση στη Συρία, θεωρούν πως αυτή είναι «εσωτερικό πρόβλημα» του καθεστώτος και τηρούν ίσες αποστάσεις, άσχετα αν οι υπηρεσίες πληροφοριών του εβραϊκού κράτους βρίσκονται σε συναγερμό. Αυτό εξάλλου οφείλει να κάνει και κάθε κράτος που επιθυμεί την επιβίωσή του: να μη το βρει η λαίλαπα απροετοίμαστο.
Και βέβαια για την ελληνική περίπτωση ούτε λόγος να γίνεται. Οι εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στη Μέση Ανατολή, αλλάζουν το γεωπολιτικό χάρτη, τις ισορροπίες και τις συμμαχίες, δεδομένα που θα επηρεάσουν άμεσα τα ελληνικά συμφέροντα για τα επόμενα 40 χρόνια. Στην Αθήνα απλά παρακολουθούμε και απλά περιμένουμε. Και όπως φαίνεται, έτσι απλά θα μας παραμερίσουν ξανά και έτσι απλά πλήρως ηττημένοι και παραγκωνισμένοι, θα τα φορτώσουμε πάλι όλα στον «ξένο δάκτυλο» που θέλει το κακό μας…
Επιστρέφοντας και κλείνοντας αυτό το άρθρο-ανάλυση, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως οι αλλαγές που συντελούνται αυτή τη στιγμή στη Μέση Ανατολή είναι κοσμογονικές αφενός και αφετέρου είναι ένας σύγχρονος Γόρδιος Δεσμός που χρειάζεται να λυθεί και όχι να κοπεί. Η εμπλοκή πρέπει να είναι πολιτική και όχι στρατιωτική. Όχι γιατί είναι αδύνατη ή μη εφικτή, αλλά γιατί είναι αστάθμητη και ακόμη και ένας περιορισμένος πόλεμων σκοπών, μπορεί να εξελιχθεί σε έναν ολοκληρωτικό και απόλυτο πόλεμο, όπου όλοι θα μάχονται εναντίον όλων με όσα μέσα διαθέτουν, με τον πλανήτη να υφίσταται μαζικά τις συνέπειες αυτής της κλιμάκωσης.
Και η ιστορία ως μεγάλος δάσκαλος μας το έχει διδάξει αυτό αρκετές φορές, πως η στρατιωτική εμπλοκή πρέπει να είναι η τελευταία λύση, όταν όλα τα άλλα μέσα έχουν αποτύχει. Και ιδιαίτερα σε τέτοιες ασταθείς γεωπολιτικές περιοχές, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος οι πολιτικοί να υποταχθούν στους στρατιωτικούς. Και οι στρατιωτικοί ξέρουν να πολεμούν για να πετύχουν τους στόχους τους και όχι να διαπραγματεύονται.
Εξάλλου, όπως λέει χαρακτηριστικά και ένα αραβικό σοφικό: «Η Μέση Ανατολή είναι σα μια χαμένη καμήλα στην έρημο. Ενώ όλοι τη θεωρούν νεκρή, αυτή επιβιώνει και φτάνει στον προορισμό της».
ΠΗΓΗ
Μετά τον άνεμο του παναραβισμού που σάρωσε τις αραβικές χώρες από τα τέλη της δεκαετίας του ΄50 έως τον πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ το 1973, ένας νέος άνεμος, αυτή τη φορά με αίτημα τη Δημοκρατία, σαρώνει τα κράτη του αραβικού κόσμου.
Η Τυνησία αποτέλεσε την αρχή, συνέχισε η Αίγυπτος, ακολούθησε η Λιβύη, το Μπαχρέιν, η Ιορδανία, η Υεμένη και η Συρία.
Όμως, η εξέλιξη της κατάστασης δεν ήταν τόσο «μαλακή» όσο στην περίπτωση της Τυνησίας, της Αιγύπτου και της Ιορδανίας, όπου οι όποιες αλλαγές έγιναν ουσιαστικά αναίμακτα. Η Λιβύη και η Συρία είναι δύο χώρες όπου τα υπάρχοντα καθεστώτα έχουν ισχυρά εξουσιαστικά θεμέλια και διαθέτουν ισχυρές ένοπλες και παραστρατιωτικές μονάδες που τα στηρίζουν.
Έτσι η αλλαγή που νόμιζαν κάποιοι πως θα έρθει εν ριπεί οφθαλμού και χωρίς να χυθούν ποτάμια αίματος, δεν ήρθε και φυσικά δεν θα έρθει. Αντίθετα μέρα με την μέρα, όπως είχαμε προειδοποιήσει από τις αρχές του περασμένου Ιανουαρίου, η κατάσταση θα περιπλέκεται ολοένα και περισσότερο και θα βυθίζει μέσα σε μια αέναη δίνη χωρίς πυθμένα, τους επίδοξους κυβερνήτες αλλά και τα κράτη με νεοαποικιακές επιδιώξεις.
Λιβύη
Η Λιβύη όπως τελικά αποδείχθηκε, είναι μια δύσκολη υπόθεση. Και φυσικά οι ευρωπαϊκές δυνάμεις που προσπάθησαν και προσπαθούν να διώξουν με τη χρήση βίας τον Μουαμάρ Καντάφι από την εξουσία, δείχνουν πως οδηγούνται σε αδιέξοδο. Σίγουρα όπως έλεγε και ο Καρλ Φον Κλαούσεβιτς, οι ένοπλες δυνάμεις ασκούν πολιτική. Όμως ποια πολιτική ασκείται, όταν οι ένοπλες δυνάμεις επεμβαίνουν χωρίς οργανωμένο πολιτικό σχέδιο; Η ένοπλη εμπλοκή του ΝΑΤΟ πήρε έναν μανδύα ανθρωπιστικής επέμβασης και φυσικά με επιλεγμένη εμπλοκή και βομβαρδισμούς ακριβείας. Το οξύμωρο είναι πως όλα αυτά, έγιναν χωρίς να εξαντληθούν όλες οι προσπάθειες για την εξεύρεση μιας πολιτικής λύσης ή όπως λέγεται: οι «διπλωμάτες δεν “ίδρωσαν” πριν επέμβουν οι στρατιωτικοί».
Το αποτέλεσμα είναι αυτό που βλέπουμε σήμερα στη Λιβύη. Επικρατεί ένα πραγματικό πανδαιμόνιο και οι δυνάμεις του Μουαμάρ Καντάφι, δείχνουν ναι μεν να έχουν πληγεί αλλά παραμένουν ουσιαστικά αρκετά ισχυρές για να αντιμετωπίζουν τους αντικαθεστωτικούς και να διεκδικούν με αξιώσεις την ήττα των αντιπάλων τους στο πεδίο των επιχειρήσεων. Και δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει το γεγονός, πως ο λίβυος ηγέτης προσπαθεί με νύχια και δόντια να μετατρέψει τον εμφύλιο, σε διακρατική σύγκρουση εμπλέκοντας την Τυνησία αρχικά και ίσως την Αίγυπτο ή κάποια γειτονική υποσαχάρια χώρα, ώστε να δημιουργήσει εύρος μετώπου ικανού να καταπιεί στρατηγικά τις επιχειρήσεις του αντιπάλου.
Οι σχεδιαστές και στρατηγιστές του ΝΑΤΟ, υποτίμησαν τις δυνατότητες και κυρίως το σθένος του Μουαμάρ Καντάφι, πιστεύοντας σε μια εύκολη νίκη, λόγω της τεχνολογικής ανωτερότητας τους. Έκαναν όμως το λάθος που χαρακτηρίζει τις αλαζονικές- λόγω ισχύος -χώρες και τώρα είναι αναγκασμένες εκ των πραγμάτων να εμπλακούν ακόμα περισσότερο στη σύγκρουση, αν επιθυμούν να σταματήσουν την προέλαση των δυνάμεων του Μουαμάρ Καντάφι.
Και το αξιοπρόσεκτο είναι πως παρά τα μαθήματα που έχει δώσει η πρόσφατη ιστορία των τελευταίων 40 ετών και τα διδάγματα των πολέμων στην Ινδοκίνα, το Ιράκ, το Αφγανιστάν, τη Σομαλία και αλλού, όπου η τεχνολογική υπεροχή δεν είναι αρκετή για να αντιμετωπίσει το σθένος ενός λαού να αντισταθεί- ακόμα και αν αυτός κατακτηθεί εδαφικά - ο σχεδιασμός της «υψηλής στρατηγικής» είναι απών επιδεκτικά.
Οι δυνάμεις που μάχονται τον Μουαμάρ Καντάφι θα αργήσουν να επικρατήσουν στα πεδία των επιχειρήσεων. Και η μαζική εμπλοκή χερσαίων δυνάμεων εκ μέρους του ΝΑΤΟ θα είναι αναπόφευκτη, έστω και αν αυτή θα πάρει τη μορφή επιχειρήσεων ειδικών δυνάμεων για την κοινή γνώμη. Η διαχείριση της επόμενης ημέρας θα είναι η δυσκολότερη και η πιο επώδυνη.
Επίλογος
Αυτό πάντως που πρέπει να αναγνωρίσουμε είναι πως η Ουάσιγκτον σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν δρα πιο ήπια στο ζήτημα της Συρίας σε σχέση με την Λιβύη. Όχι πως δεν θα ήθελε να δει το καθεστώς του Μπασάρ Αλ Ασάντ να καταρρέει. Όμως αν καταρρεύσει ίσως είναι περισσότερα αυτά που έχει να χάσει από αυτά που έχει να κερδίσει. Με στρατιωτική εμπλοκή στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Μερική στρατιωτική εμπλοκή στη Λιβύη, με τεράστια εσωτερικά προβλήματα, με μια Κίνα και μια Ρωσία να διεκδικούν επί ίσοις όροις την πρωτοκαθεδρία στον πλανήτη, σίγουρα οι ΗΠΑ δεν θα ήθελαν μια κύρια έκρηξη του ηφαιστείου της Μέσης Ανατολής, του οποίου τη δύναμη των εκρήξεων του γνωρίζουν πλέον και από ιδία πείρα.
Πλέον και οι στενοί σύμμαχοι των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, οι Ισραηλινοί, ούτε να το σκέφτονται δεν θέλουν για μια ενδεχόμενη στρατιωτική επιχείρηση κατά της Συρίας από τους Δυτικούς. Ηδη είχαν προειδοποιήσει για την αστοχία της εμπλοκής στη Λιβύη, τώρα παρατηρούν απογοητευμένοι την πορεία των επιχειρήσεων φοβούμενοι πως αυτές δεν αποδυνάμωσαν αλλά ενίσχυσαν τον Μουαμάρ Καντάφι, καθιστώντας την απομάκρυνσή του δυσκολότερη όσο ποτέ.
Τώρα για την κατάσταση στη Συρία, θεωρούν πως αυτή είναι «εσωτερικό πρόβλημα» του καθεστώτος και τηρούν ίσες αποστάσεις, άσχετα αν οι υπηρεσίες πληροφοριών του εβραϊκού κράτους βρίσκονται σε συναγερμό. Αυτό εξάλλου οφείλει να κάνει και κάθε κράτος που επιθυμεί την επιβίωσή του: να μη το βρει η λαίλαπα απροετοίμαστο.
Και βέβαια για την ελληνική περίπτωση ούτε λόγος να γίνεται. Οι εξελίξεις που λαμβάνουν χώρα στη Μέση Ανατολή, αλλάζουν το γεωπολιτικό χάρτη, τις ισορροπίες και τις συμμαχίες, δεδομένα που θα επηρεάσουν άμεσα τα ελληνικά συμφέροντα για τα επόμενα 40 χρόνια. Στην Αθήνα απλά παρακολουθούμε και απλά περιμένουμε. Και όπως φαίνεται, έτσι απλά θα μας παραμερίσουν ξανά και έτσι απλά πλήρως ηττημένοι και παραγκωνισμένοι, θα τα φορτώσουμε πάλι όλα στον «ξένο δάκτυλο» που θέλει το κακό μας…
Επιστρέφοντας και κλείνοντας αυτό το άρθρο-ανάλυση, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως οι αλλαγές που συντελούνται αυτή τη στιγμή στη Μέση Ανατολή είναι κοσμογονικές αφενός και αφετέρου είναι ένας σύγχρονος Γόρδιος Δεσμός που χρειάζεται να λυθεί και όχι να κοπεί. Η εμπλοκή πρέπει να είναι πολιτική και όχι στρατιωτική. Όχι γιατί είναι αδύνατη ή μη εφικτή, αλλά γιατί είναι αστάθμητη και ακόμη και ένας περιορισμένος πόλεμων σκοπών, μπορεί να εξελιχθεί σε έναν ολοκληρωτικό και απόλυτο πόλεμο, όπου όλοι θα μάχονται εναντίον όλων με όσα μέσα διαθέτουν, με τον πλανήτη να υφίσταται μαζικά τις συνέπειες αυτής της κλιμάκωσης.
Και η ιστορία ως μεγάλος δάσκαλος μας το έχει διδάξει αυτό αρκετές φορές, πως η στρατιωτική εμπλοκή πρέπει να είναι η τελευταία λύση, όταν όλα τα άλλα μέσα έχουν αποτύχει. Και ιδιαίτερα σε τέτοιες ασταθείς γεωπολιτικές περιοχές, ελλοχεύει πάντα ο κίνδυνος οι πολιτικοί να υποταχθούν στους στρατιωτικούς. Και οι στρατιωτικοί ξέρουν να πολεμούν για να πετύχουν τους στόχους τους και όχι να διαπραγματεύονται.
Εξάλλου, όπως λέει χαρακτηριστικά και ένα αραβικό σοφικό: «Η Μέση Ανατολή είναι σα μια χαμένη καμήλα στην έρημο. Ενώ όλοι τη θεωρούν νεκρή, αυτή επιβιώνει και φτάνει στον προορισμό της».
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου