Το 2011 ξεκίνησε με την κλιμάκωση του χρηματιστηριακού πολέμου εναντίον της Ελλάδας, τάση η οποία είχε ξεκινήσει από το ξέσπασμα της Ιρλανδικής κρίσης, περνώντας για άλλη μία φορά κάτω από το μικροσκόπιο αναλυτών και πολιτικών. Την ώρα που τα ελληνικά ΜΜΕ μετέφεραν το μήνυμα πως ήταν οι ελληνικές εκλογές η αιτία της νέας ανόδου των επιτοκίων των κρατικών ομολόγων της Ελλάδας, πριν ακόμη η Ιρλανδική κρίση γίνει διεθνές πρωτοσέλιδο, είχα υποστηρίξει ότι για άλλη μία φορά γινόταν το ίδιο λάθος,
της αντιμετώπισης της ελληνικής κρίσης αποκομμένης από το περιβάλλον μέσα στο οποίο αυτή εντάσσεται και είχα δημοσιεύσει ξεκάθαρα την άποψη πως δεν ήταν οι εκλογές η αιτία της νέας ανόδου των επιτοκίων αλλά το ξέσπασμα μίας δεύτερης ευρωπαϊκής κρίσης, η οποία είχε πυροδοτηθεί από τον πόλεμο Μέρκελ – δανειστών. Αν δε γίνει κατανοητό ότι η ελληνική κρίση είναι πρωτίστως αποτέλεσμα της χρηματιστηριακής / νομισματικής επίθεσης που δέχτηκε και συνεχίζει να δέχεται η Ελλάδα, υπό τη σκιά ενός διεθνούς νομισματικού πολέμου όπου εξυπηρετούνται συμφέροντα πολύ μεγαλύτερα από τα ελληνικά, τότε δεν πρόκειται ποτέ να γίνει κατανοητή η ουσία όσων βιώνουμε τους τελευταίους 14 (τουλάχιστον) μήνες ούτε και θα γίνει εφικτή η εύρεση του δρόμου προς την έξοδο από την κρίση.
Από την πρώτη στιγμή του ξεσπάσματος της ελληνικής κρίσης συμφώνησα με όλους αυτούς που ανέδειξαν τα κακώς κείμενα στην οικονομία της χώρας. Κανείς λογικός άνθρωπος δε μπορεί να διαφωνήσει με την προσπάθεια της διόρθωσης λανθασμένων επιλογών του παρελθόντος και με την προοπτική της ουσιαστικής βελτίωσης της πραγματικής οικονομίας μίας χώρας που βαδίζει στο λάθος δρόμο. Αυτό που προσπάθησα, ωστόσο, να δείξω, ήταν πως αν αναλωθούμε αποκλειστικά και μόνο στις διαχρονικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίες και κοιτάξουμε το ελληνικό πρόβλημα εκ των έσω, δε θα μπορέσουμε να εξηγήσουμε για ποιο λόγο εκδηλώθηκε η ελληνική κρίση, πόσο μάλλον να μπορέσουμε να την καταλάβουμε και να προβλέψουμε την εξέλιξη της ώστε να καταρτίσουμε ένα σωστό πλάνο αντιμετώπισης της.Το 1993 το έλλειμμα της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ της ήταν στο 13,5%, το χρέος της στο 110% του ΑΕΠ και ο πληθωρισμός στο 16%. Τη χρονιά εκείνη η χώρα δέχτηκε μία δυνατή νομισματική επίθεση από τα κεφάλαια που λίγο πριν είχαν γονατίσει ολόκληρη την Ευρώπη. Και όμως, η Τράπεζα της Ελλάδας αντιμετώπισε την επίθεση με αριστοτεχνικό τρόπο αποκαθιστώντας την εμπιστοσύνη των αγορών στη χώρα και στο νόμισμα της χώρας. Στο 2009 διαδραματίστηκε το ίδιο έργο σε επανάληψη. Μόνο που τώρα η Τράπεζα της Ελλάδας δεν είχε πια το νομισματικό έλεγχο στα χέρια της καθώς στις αρχές της δεκαετίας τον είχαμε παραχωρήσει ως χώρα στα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ο θεσμικός ρόλος των Κεντρικών Τραπεζών είναι να υπερασπίζονται τα νομίσματα των κρατών τους και αυτό ακριβώς έπρεπε να κάνει η ΕΚΤ στηρίζοντας την Ελλάδα και αδιαφορώντας για τις προθέσεις και τα πολιτικά παιχνίδια της Γερμανίας, της Γαλλίας ή οποιουδήποτε άλλου.Η ΕΚΤ υποτίθεται ότι είναι ανεξάρτητη και ως τέτοια έπρεπε να έχει δράσει από την πρώτη στιγμή στηρίζοντας το ευρώ, κόντρα σε οποιαδήποτε αντίθετη άποψη. Αλλά αυτό το οποίο αποδεικνύεται είναι ότι η ΕΚΤ δεν είναι τίποτε περισσότερο από την Budensbank σε μεταμφίεση. Και η Ελλάδα βίωσε το πρωτοφανές, να μη μπορεί να προστατέψει το νόμισμα της ούτε στον ελάχιστο βαθμό εξαιτίας της άνανδρης συμπεριφοράς αυτών στους οποίους εμπιστεύτηκε κυριαρχικά της δικαιώματα.
Κατηγορούμε το ΔΝΤ και τις ΗΠΑ, τους τραπεζίτες και τους διεφθαρμένους πολιτικούς μας, ακόμη και τους ίδιους μας τους εαυτούς για τα όσα δεινά συμβαίνουν στη χώρας μας και σε ένα βαθμό έχουμε δίκαιο. Κανείς, όμως, από αυτούς πέρα από τους πολιτικούς, δεν είχε την υποχρέωση που πηγάζει από το θεσμικό του ρόλο να μας προστατέψει στην περίπτωση που θα δεχόμασταν μία νομισματική επίθεση. Η ευθύνη αυτή βαρύνει αποκλειστικά και μόνο την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία απέτυχε να κάνει αυτό το οποίο ο ίδιος ο ρόλος της την υποχρεώνει να πράξει.Βαδίζοντας στις πρώτες ημέρες του 2011, μετά από ένα χρόνο σκληρών δημοσιονομικών μέτρων και ένα πακέτο ‘στήριξης’ που υποτίθεται ότι από κοινού θα είχαν συμβάλλει στην εξασθένιση των πιέσεων στα ελληνικά ομόλογα και στην αποκλιμάκωση των επιτοκίων τους, βλέπουμε τα επιτόκια να σκαρφαλώνουν σε νέα πολυετή υψηλά και το χρηματιστήριο να βουλιάζει σε νέα πολυετή χαμηλά επίπεδα τιμών. Κανείς δε διαφωνεί πως η Ελλάδα πρέπει να βελτιωθεί. Το ζητούμενο είναι να έχει μείνει πάνω της κάτι όρθιο μετά το τέλος του αδυσώπητου πολέμου που δέχεται ώστε να μη χρειαστεί τελικά συνολική ανοικοδόμηση, αντίστοιχη με αυτήν του Ιράκ μετά τον ‘ειρηνικό’ βομβαρδισμό του, από τον οποίο ακόμη δεν έχει συνέλθει. Πάνος Παναγιώτου
χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής
διευθυντής GSTA/EKTA
ΠΗΓΗ
της αντιμετώπισης της ελληνικής κρίσης αποκομμένης από το περιβάλλον μέσα στο οποίο αυτή εντάσσεται και είχα δημοσιεύσει ξεκάθαρα την άποψη πως δεν ήταν οι εκλογές η αιτία της νέας ανόδου των επιτοκίων αλλά το ξέσπασμα μίας δεύτερης ευρωπαϊκής κρίσης, η οποία είχε πυροδοτηθεί από τον πόλεμο Μέρκελ – δανειστών. Αν δε γίνει κατανοητό ότι η ελληνική κρίση είναι πρωτίστως αποτέλεσμα της χρηματιστηριακής / νομισματικής επίθεσης που δέχτηκε και συνεχίζει να δέχεται η Ελλάδα, υπό τη σκιά ενός διεθνούς νομισματικού πολέμου όπου εξυπηρετούνται συμφέροντα πολύ μεγαλύτερα από τα ελληνικά, τότε δεν πρόκειται ποτέ να γίνει κατανοητή η ουσία όσων βιώνουμε τους τελευταίους 14 (τουλάχιστον) μήνες ούτε και θα γίνει εφικτή η εύρεση του δρόμου προς την έξοδο από την κρίση.
Από την πρώτη στιγμή του ξεσπάσματος της ελληνικής κρίσης συμφώνησα με όλους αυτούς που ανέδειξαν τα κακώς κείμενα στην οικονομία της χώρας. Κανείς λογικός άνθρωπος δε μπορεί να διαφωνήσει με την προσπάθεια της διόρθωσης λανθασμένων επιλογών του παρελθόντος και με την προοπτική της ουσιαστικής βελτίωσης της πραγματικής οικονομίας μίας χώρας που βαδίζει στο λάθος δρόμο. Αυτό που προσπάθησα, ωστόσο, να δείξω, ήταν πως αν αναλωθούμε αποκλειστικά και μόνο στις διαχρονικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίες και κοιτάξουμε το ελληνικό πρόβλημα εκ των έσω, δε θα μπορέσουμε να εξηγήσουμε για ποιο λόγο εκδηλώθηκε η ελληνική κρίση, πόσο μάλλον να μπορέσουμε να την καταλάβουμε και να προβλέψουμε την εξέλιξη της ώστε να καταρτίσουμε ένα σωστό πλάνο αντιμετώπισης της.Το 1993 το έλλειμμα της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ της ήταν στο 13,5%, το χρέος της στο 110% του ΑΕΠ και ο πληθωρισμός στο 16%. Τη χρονιά εκείνη η χώρα δέχτηκε μία δυνατή νομισματική επίθεση από τα κεφάλαια που λίγο πριν είχαν γονατίσει ολόκληρη την Ευρώπη. Και όμως, η Τράπεζα της Ελλάδας αντιμετώπισε την επίθεση με αριστοτεχνικό τρόπο αποκαθιστώντας την εμπιστοσύνη των αγορών στη χώρα και στο νόμισμα της χώρας. Στο 2009 διαδραματίστηκε το ίδιο έργο σε επανάληψη. Μόνο που τώρα η Τράπεζα της Ελλάδας δεν είχε πια το νομισματικό έλεγχο στα χέρια της καθώς στις αρχές της δεκαετίας τον είχαμε παραχωρήσει ως χώρα στα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ο θεσμικός ρόλος των Κεντρικών Τραπεζών είναι να υπερασπίζονται τα νομίσματα των κρατών τους και αυτό ακριβώς έπρεπε να κάνει η ΕΚΤ στηρίζοντας την Ελλάδα και αδιαφορώντας για τις προθέσεις και τα πολιτικά παιχνίδια της Γερμανίας, της Γαλλίας ή οποιουδήποτε άλλου.Η ΕΚΤ υποτίθεται ότι είναι ανεξάρτητη και ως τέτοια έπρεπε να έχει δράσει από την πρώτη στιγμή στηρίζοντας το ευρώ, κόντρα σε οποιαδήποτε αντίθετη άποψη. Αλλά αυτό το οποίο αποδεικνύεται είναι ότι η ΕΚΤ δεν είναι τίποτε περισσότερο από την Budensbank σε μεταμφίεση. Και η Ελλάδα βίωσε το πρωτοφανές, να μη μπορεί να προστατέψει το νόμισμα της ούτε στον ελάχιστο βαθμό εξαιτίας της άνανδρης συμπεριφοράς αυτών στους οποίους εμπιστεύτηκε κυριαρχικά της δικαιώματα.
Κατηγορούμε το ΔΝΤ και τις ΗΠΑ, τους τραπεζίτες και τους διεφθαρμένους πολιτικούς μας, ακόμη και τους ίδιους μας τους εαυτούς για τα όσα δεινά συμβαίνουν στη χώρας μας και σε ένα βαθμό έχουμε δίκαιο. Κανείς, όμως, από αυτούς πέρα από τους πολιτικούς, δεν είχε την υποχρέωση που πηγάζει από το θεσμικό του ρόλο να μας προστατέψει στην περίπτωση που θα δεχόμασταν μία νομισματική επίθεση. Η ευθύνη αυτή βαρύνει αποκλειστικά και μόνο την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία απέτυχε να κάνει αυτό το οποίο ο ίδιος ο ρόλος της την υποχρεώνει να πράξει.Βαδίζοντας στις πρώτες ημέρες του 2011, μετά από ένα χρόνο σκληρών δημοσιονομικών μέτρων και ένα πακέτο ‘στήριξης’ που υποτίθεται ότι από κοινού θα είχαν συμβάλλει στην εξασθένιση των πιέσεων στα ελληνικά ομόλογα και στην αποκλιμάκωση των επιτοκίων τους, βλέπουμε τα επιτόκια να σκαρφαλώνουν σε νέα πολυετή υψηλά και το χρηματιστήριο να βουλιάζει σε νέα πολυετή χαμηλά επίπεδα τιμών. Κανείς δε διαφωνεί πως η Ελλάδα πρέπει να βελτιωθεί. Το ζητούμενο είναι να έχει μείνει πάνω της κάτι όρθιο μετά το τέλος του αδυσώπητου πολέμου που δέχεται ώστε να μη χρειαστεί τελικά συνολική ανοικοδόμηση, αντίστοιχη με αυτήν του Ιράκ μετά τον ‘ειρηνικό’ βομβαρδισμό του, από τον οποίο ακόμη δεν έχει συνέλθει. Πάνος Παναγιώτου
χρηματιστηριακός τεχνικός αναλυτής
διευθυντής GSTA/EKTA
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου