Tου Σταυρου Λυγερου
Πριν από ένα χρόνο, ακολουθώντας την πεπατημένη, ο Γιώργος Παπανδρέου είχε προεκλογικά εξαγγείλει ολιγομελές κυβερνητικό σχήμα. Σε αντίθεση με τους προκατόχους του, τήρησε την υπόσχεσή του. Η συνέπειά του, όμως, σ’ αυτό το επίπεδο κόστισε σε αποτελεσματικότητα. Η ολιγομελής κυβέρνηση είναι ένα στερεότυπο που ακούγεται ευχάριστα στα αυτιά της κοινής γνώμης. Κανείς δεν έχει κάνει τον κόπο να εξηγήσει για ποιο λόγο το κυβερνητικό σχήμα πρέπει να είναι ολιγομελές. Πολλοί ταυτίζουν το ολιγομελές με την ευελιξία. Η ταύτιση αυτή, όμως, είναι λογική αυθαιρεσία.
Σε αντίθεση με την κατάσταση που επικρατεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η δημόσια διοίκηση στην Ελλάδα είναι δομημένη κατά τρόπο που την καθιστά υπερβολικά εξαρτημένη από τον εκάστοτε κυβερνητικό μηχανισμό. Οι υπουργοί υποτίθεται ότι έχουν αποστολή να ασκούν την πολιτική διεύθυνση των κρατικών μηχανισμών, δηλαδή να σχεδιάζουν, να επιλέγουν πολιτικές και να εποπτεύουν την εφαρμογή τους. Στην πραγματικότητα, όμως, λειτουργούν και σαν «υπεργενικοί» διευθυντές.
Η πρακτική αυτή έχει ευνουχίσει τη δημόσια διοίκηση, επιτείνοντας την αναποτελεσματικότητά της. Την έχει εθίσει σε έναν ευθυνόφοβο και γραφειοκρατικό τρόπο λειτουργίας. Για να λύσει προβλήματα χρειάζεται να την καθοδηγεί ένα επαρκές κυβερνητικό σχήμα με επεξεργασμένο σχέδιο, ισχυρή πολιτική βούληση και δυνατότητες καθημερινής εποπτείας. Πρόβλημα δεν είναι οι πολλοί υπουργοί. Πρόβλημα είναι ότι δεν πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις. Πρόβλημα είναι ότι κατά κανόνα η πολιτική ηγεσία σε κάθε υπουργείο δεν λειτουργεί ως ενιαίο επιτελείο, αλλά σαν -περισσότερο ή λιγότερο- ανταγωνιζόμενα φέουδα. Πρόβλημα είναι ότι παρά τις εκτεταμένες συναρμοδιότητες δεν υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός συντονισμού των υπουργών και επίλυσης των μεταξύ τους διαφορών.
Η τεχνητή διάσπαση και συγκόλληση υπουργείων, που επέβαλε ο Γιώργος Παπανδρέου τον περασμένο Οκτώβριο, περισσότερο δημιούργησε παρά έλυσε προβλήματα. Για την ακρίβεια προκάλεσε σχετικό χάος σε μία περίοδο οξύτατης κρίσης, που έπρεπε η κυβερνητική μηχανή να εργαστεί γρήγορα και αποτελεσματικά. Επιπροσθέτως, είναι βαθιά αντιθεσμικό να δημιουργούνται υπερυπουργεία με βάση τα πρόσωπα. Ακραίο παράδειγμα είναι η υπαγωγή της ποντοπόρου ναυτιλίας στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη! Η τάση συγκέντρωσης όσο το δυνατόν περισσότερων αρμοδιοτήτων είναι αλάνθαστο σημάδι εξουσιολαγνείας και «φεουδαλικής» οργάνωσης του κυβερνητικού μηχανισμού. Η πείρα αποδεικνύει ότι για να διακριθεί ένας υπουργός δεν έχει ανάγκη πολλές αρμοδιότητες. Η τάση συγκέντρωσης πολλών αρμοδιοτήτων συχνά βραχυκυκλώνει ακόμα και ικανούς πολιτικούς.
Η πολιτική διεύθυνση του ελληνικού κρατικού μηχανισμού απαιτεί αριθμητικά επαρκές κυβερνητικό σχήμα, το οποίο, όμως, πρέπει να συντονίζεται και να ελέγχεται αποτελεσματικά. Τον ρόλο αυτόν τον παίζει ο πρωθυπουργός, επικουρούμενος από το επιτελείο του ή και από 2-3 αντιπροέδρους (ή υπουργούς Επικρατείας), οι οποίοι έχουν θεσμική αρμοδιότητα ελέγχου και συντονισμού σε ισάριθμους κύκλους υπουργείων.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Πριν από ένα χρόνο, ακολουθώντας την πεπατημένη, ο Γιώργος Παπανδρέου είχε προεκλογικά εξαγγείλει ολιγομελές κυβερνητικό σχήμα. Σε αντίθεση με τους προκατόχους του, τήρησε την υπόσχεσή του. Η συνέπειά του, όμως, σ’ αυτό το επίπεδο κόστισε σε αποτελεσματικότητα. Η ολιγομελής κυβέρνηση είναι ένα στερεότυπο που ακούγεται ευχάριστα στα αυτιά της κοινής γνώμης. Κανείς δεν έχει κάνει τον κόπο να εξηγήσει για ποιο λόγο το κυβερνητικό σχήμα πρέπει να είναι ολιγομελές. Πολλοί ταυτίζουν το ολιγομελές με την ευελιξία. Η ταύτιση αυτή, όμως, είναι λογική αυθαιρεσία.
Σε αντίθεση με την κατάσταση που επικρατεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η δημόσια διοίκηση στην Ελλάδα είναι δομημένη κατά τρόπο που την καθιστά υπερβολικά εξαρτημένη από τον εκάστοτε κυβερνητικό μηχανισμό. Οι υπουργοί υποτίθεται ότι έχουν αποστολή να ασκούν την πολιτική διεύθυνση των κρατικών μηχανισμών, δηλαδή να σχεδιάζουν, να επιλέγουν πολιτικές και να εποπτεύουν την εφαρμογή τους. Στην πραγματικότητα, όμως, λειτουργούν και σαν «υπεργενικοί» διευθυντές.
Η πρακτική αυτή έχει ευνουχίσει τη δημόσια διοίκηση, επιτείνοντας την αναποτελεσματικότητά της. Την έχει εθίσει σε έναν ευθυνόφοβο και γραφειοκρατικό τρόπο λειτουργίας. Για να λύσει προβλήματα χρειάζεται να την καθοδηγεί ένα επαρκές κυβερνητικό σχήμα με επεξεργασμένο σχέδιο, ισχυρή πολιτική βούληση και δυνατότητες καθημερινής εποπτείας. Πρόβλημα δεν είναι οι πολλοί υπουργοί. Πρόβλημα είναι ότι δεν πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις. Πρόβλημα είναι ότι κατά κανόνα η πολιτική ηγεσία σε κάθε υπουργείο δεν λειτουργεί ως ενιαίο επιτελείο, αλλά σαν -περισσότερο ή λιγότερο- ανταγωνιζόμενα φέουδα. Πρόβλημα είναι ότι παρά τις εκτεταμένες συναρμοδιότητες δεν υπάρχει αποτελεσματικός μηχανισμός συντονισμού των υπουργών και επίλυσης των μεταξύ τους διαφορών.
Η τεχνητή διάσπαση και συγκόλληση υπουργείων, που επέβαλε ο Γιώργος Παπανδρέου τον περασμένο Οκτώβριο, περισσότερο δημιούργησε παρά έλυσε προβλήματα. Για την ακρίβεια προκάλεσε σχετικό χάος σε μία περίοδο οξύτατης κρίσης, που έπρεπε η κυβερνητική μηχανή να εργαστεί γρήγορα και αποτελεσματικά. Επιπροσθέτως, είναι βαθιά αντιθεσμικό να δημιουργούνται υπερυπουργεία με βάση τα πρόσωπα. Ακραίο παράδειγμα είναι η υπαγωγή της ποντοπόρου ναυτιλίας στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη! Η τάση συγκέντρωσης όσο το δυνατόν περισσότερων αρμοδιοτήτων είναι αλάνθαστο σημάδι εξουσιολαγνείας και «φεουδαλικής» οργάνωσης του κυβερνητικού μηχανισμού. Η πείρα αποδεικνύει ότι για να διακριθεί ένας υπουργός δεν έχει ανάγκη πολλές αρμοδιότητες. Η τάση συγκέντρωσης πολλών αρμοδιοτήτων συχνά βραχυκυκλώνει ακόμα και ικανούς πολιτικούς.
Η πολιτική διεύθυνση του ελληνικού κρατικού μηχανισμού απαιτεί αριθμητικά επαρκές κυβερνητικό σχήμα, το οποίο, όμως, πρέπει να συντονίζεται και να ελέγχεται αποτελεσματικά. Τον ρόλο αυτόν τον παίζει ο πρωθυπουργός, επικουρούμενος από το επιτελείο του ή και από 2-3 αντιπροέδρους (ή υπουργούς Επικρατείας), οι οποίοι έχουν θεσμική αρμοδιότητα ελέγχου και συντονισμού σε ισάριθμους κύκλους υπουργείων.
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Δημοσίευση σχολίου