Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών δηλώνει έτοιμος για διάλογο για το Αιγαίο, εμμένει όμως στις σκληρές θέσεις της Αγκυρας τονίζοντας ότι θα πρέπει να μπουν στο τραπέζι όλες οι διαφορές και όχι μόνο η υφαλοκριπίδαΗ οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας «είναι μόνο μία από τις εκκρεμείς διαφορές στο Αιγαίο και η διευθέτησή της, από νομικής σκοπιάς, διασυνδέεται σε μεγάλο βαθμό με άλλες διαφορές».
Τάδε έφη ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου. Στην αποκλειστική συνέντευξή του στο «Βήμα» εν όψει της αυριανής συνάντησής του με τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών κ. Δ. Δρούτσα στην Αγκυρα, ο κ. Νταβούτογλου επισημαίνει ότι η Ελλάδα και η Τουρκία πρέπει να ανεβάσουν ταχύτητα στις σχέσεις τους.
- Τι να περιμένουμε από τη συνάντηση με τον κ. Δρούτσα;
«Η επίσκεψη του κ. Δρούτσα είναι πολύ σημαντική. Επωφελούμενοι αυτής της ευκαιρίας, θα πρέπει να ανεβάσουμε ταχύτητα για περαιτέρω βελτίωση των διμερών σχέσεων. Πρέπει να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Να βρούμε τον δρόμο προς τη σωστή κατεύθυνση. Εχουμε ήδη εγκαθιδρύσει καλούς μηχανισμούς διαλόγου. Πρέπει να διερευνήσουμε πώς θα τους χρησιμοποιήσουμε καλύτερα για να διατηρήσουμε το μομέντουμ. Ελπίζω ότι κατά την επίσκεψη του κ. Δρούτσα θα μπορέσουμε να προετοιμάσουμε το έδαφος για το βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα, συμπεριλαμβανομένου του επόμενου γύρου των διερευνητικών επαφών καθώς και της επίσκεψης του πρωθυπουργού Ερντογάν στην Αθήνα».
- Μετά την άνοδο του ΠαΣοΚ στην εξουσία παρατηρούμε μια νέα ώθηση για προσέγγιση Αθήνας- Αγκυρας. Ποιο είναι το όραμά σας για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις;
«Πριν από μία δεκαετία, χάρη και στις προσωπικές προσπάθειες του κ. Παπανδρέου, επιτεύχθηκαν πολλά για την ελληνοτουρκική προσέγγιση. Διάφοροι μηχανισμοί δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας διαλόγου και συνεργασίας. Σήμερα, με τη νέα κυβέρνηση του ΠαΣοΚ, υπάρχουν υψηλές προσδοκίες για να ανοίξουμε ένα νέο κεφάλαιο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Με μεγάλη μου ευχαρίστηση σημειώνω ότι υπάρχει κοινή θέληση για την επίτευξη αυτού του σκοπού και στις δύο πλευρές. Ωστόσο δεν θα συμμεριζόμουν τις απόψεις που ορίζουν τη σημερινή κατάσταση ως μια “νέα προσέγγιση”. Αυτός ο όρος ανήκει σε κάτι που συνέβη πριν από μία δεκαετία. Πιστεύω ότι σχεδιάζουμε την έναρξη μιας νέας φάσης στις σχέσεις μας με ένα νέο όραμα, προχωρώντας πέρα από αυτή καθαυτή την προσέγγιση. Είμαστε έτοιμοι να ασχοληθούμε και να συζητήσουμε κάθε ζήτημα- διμερές, περιφερειακό ή παγκόσμιο- με σκοπό να ανακαλύψουμε νέες λεωφόρους ώστε να αναπτύξουμε περαιτέρω την ήδη στενή συνεργασία μας».
- Τι μορφή θα μπορούσαν να πάρουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις; Στην επιστολή που έστειλε προς τον κ. Παπανδρέου ο κ. Ερντογάν πρότεινε τη σύσταση ενός υψηλόβαθμου Συμβουλίου Συνεργασίας. Πώς θα λειτουργούσε αυτό;
«Οπως επισημάνατε, ο πρωθυπουργός Ερντογάν πρότεινε τη σύσταση ενός υψηλόβαθμου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Πρόκειται για το νέο μοντέλο στην άσκηση της εξωτερικής μας πολιτικής, από το οποίο έχουμε επωφεληθεί πολύ στην προώθηση των σχέσεών μας με ορισμένους εκ των γειτόνων μας. Ευθυγραμμίζεται επίσης με την εξωτερική πολιτική των μηδενικών προβλημάτων. Κατ΄ ουσίαν, το μοντέλο στοχεύει να συγκεντρώσει μαζί όλους τους υπουργούς με συναφές αντικείμενο και από τις δύο πλευρές, υπό την καθοδήγηση των δύο πρωθυπουργών. Τούτο δημιουργεί μια εντεινόμενη πολιτική βούληση και διευκολύνει το ξεπέρασμα παρατεταμένων προβλημάτων που είναι δύσκολο να λυθούν σε χαμηλότερο επίπεδο. Προσφέρει στους υπουργούς την ευκαιρία να δουν τη γενικότερη εικόνα και δημιουργεί μια αίσθηση “ιδιοκτησίας” της όλης διαδικασίας στα δύο μέρη».
- Οι χώρες μας αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα προβλήματα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, παρά την προθυμία των δύο κυβερνήσεων να προχωρήσουν, συμβάντα όπως η πρόσφατη δραστηριότητα του τουρκικού πολεμικού ναυτικού δημιουργούν αχρείαστη ένταση. Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Υπάρχουν κύκλοι εντός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων που θέλουν να δημιουργήσουν προβλήματα στην κυβέρνηση Ερντογάν;
«Είμαστε αποφασισμένοι να δημιουργήσουμε μια ζώνη ειρήνης, ευημερίας και σταθερότητας με τους γείτονές μας. Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτή την πολιτική. Εχουμε την πολιτική βούληση να βελτιώσουμε τις διμερείς σχέσεις μας. Υπό αυτό το πρίσμα, είμαστε προετοιμασμένοι να βρούμε ειρηνικές λύσεις σε όλες τις διαφορές μας, συμπεριλαμβανομένων αυτών στο Αιγαίο.
Η ανοιχτή θάλασσα αποτελεί σήμερα περίπου το 50% του Αιγαίου Πελάγους. Εφόσον τα πράγματα είναι έτσι, θα πρέπει να είναι μια θάλασσα φιλίας και συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Εχω πληροφορηθεί ότι οι πλόες που πρόσφατα ακολούθησαν τα πολεμικά μας πλοία στο Αιγαίο είναι απολύτως σύμφωνοι με το διεθνές δίκαιο και την εθιμική πρακτική. Μάλιστα, απαντώντας σε ερωτήσεις, υψηλόβαθμοι έλληνες αξιωματούχοι ανακοίνωσαν δημοσίως ότι οι διελεύσεις των τουρκικών πολεμικών πλοίων ακολούθησαν τους κανόνες της αβλαβούς διέλευσης.
Ωστόσο αισθάνομαι ότι υπάρχει μια διαφορετική αντίληψη στην άλλη πλευρά του Αιγαίου. Και πρέπει να σας πω ότι βρίσκω μη εποικοδομητικές και παραπλανητικές τις αναφορές των ελληνικών μέσων ενημέρωσης στο ζήτημα αυτό. Καθώς επιχειρούμε να γυρίσουμε μια νέα σελίδα στις διμερείς σχέσεις, είμαι πεπεισμένος ότι οι δύο χώρες θα έπρεπε να συνεχίσουν να εστιάζουν σε συγκεκριμένες και εποικοδομητικές ιδέες. Οχι να “παραφουσκώνουν” τα πράγματα, κάτι που δεν θα εξυπηρετούσε την τρέχουσα θετική πολιτική ατζέντα».
- Η ελληνική πλευρά υποστηρίζει ότι η μοναδική διαφορά στο Αιγαίο είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Συμφωνείτε με αυτό ή θεωρείτε ότι υπάρχουν και άλλα ζητήματα στην ατζέντα; Θα πρέπει να περιμένουμε την επανενεργοποίηση των διερευνητικών επαφών; Αν ναι, πότε;
«Μακάρι να ήταν μόνο μία. Ωστόσο η οριοθέτηση της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας είναι μόνο μία από τις εκκρεμείς διαφορές στο Αιγαίο. Η διευθέτησή της, από νομικής σκοπιάς, διασυνδέεται πάρα πολύ με άλλες διαφορές που σχετίζονται με τη θαλάσσια δικαιοδοσία. Η Τουρκία συνεχίζει να είναι πλήρως αφοσιωμένη σε καλές γειτονικές σχέσεις και στον σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας και του απαραβιάστου των συνόρων όλων των γειτόνων της, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης. Είμαστε αποφασισμένοι να αναζητήσουμε κάθε οδό για την επίτευξη συνολικής και βιώσιμης επίλυσης όλων των διαφορών και προβλημάτων μεταξύ των δύο χωρών, ειδικά όσων σχετίζονται με το Αιγαίο. Μια πιθανή επίλυση των ζητημάτων αυτών θα ήταν λειτουργική και βιώσιμη εφόσον βασιζόταν σε έναν κοινό παρονομαστή που είναι ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των νομίμων συμφερόντων των δύο χωρών. Με αυτή την πεποίθηση, η Τουρκία είναι έτοιμη να συνεχίσει να εργάζεται με την Ελλάδα για επίλυση των ζητημάτων του Αιγαίου με ειρηνικά μέσα και βάσει του διεθνούς δικαίου. Σκοπεύουμε στην επανενεργοποίηση των διερευνητικών επαφών και ελπίζουμε ο επόμενος γύρος να διεξαχθεί το συντομότερο».
- Είστε γνωστός ως ο «πατέρας» του δόγματος του «στρατηγικού βάθους». Θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε πώς αυτό το δόγμα επηρεάζει την εξωτερική πολιτική του ΑΚΡ;
«Σήμερα έξι είναι οι αρχές που διαμορφώνουν την τουρκική εξωτερική πολιτική. Η πρώτη είναι η επίτευξη ισορροπίας μεταξύ ελευθερίας και ασφαλείας. Δεν επιδιώκουμε ασφάλεια εις βάρος της ελευθερίας- και το αντίστροφο. Επομένως χρειάζεται να βρούμε την κατάλληλη ισορροπία. Δεύτερον, επιδιώκουμε τη στενότερη ολοκλήρωση ανάμεσα στην Τουρκία και στις γύρω από αυτήν χώρες. Ο σκοπός των “μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες” ενισχύει τις προσπάθειές μας για αντιμετώπιση και επίλυση όλων των εξεχόντων περιφερειακών ζητημάτων.
Η τρίτη αρχή είναι φυσική συνέχεια της δεύτερης. Διεξάγουμε αποτελεσματική διπλωματία έναντι των γειτονικών περιοχών με σκοπό να επιτύχουμε τη μέγιστη ενδοπεριφερειακή και διαπεριφερειακή συνεργασία. Για να το επιτύχουμε αυτό, βασίζουμε τις περιφερειακές πολιτικές μας στις αρχές της “ασφάλειας για όλους”, του “πολιτικού διαλόγου”, της “οικονομικής αλληλεξάρτησης” και της “πολιτισμικής αρμονίας και του αμοιβαίου σεβασμού”.
Η τέταρτη αρχή είναι η συμπληρωματικότητα με τους παγκόσμιους δρώντες. Η πέμπτη αρχή είναι η αποτελεσματική χρήση των διεθνών fora και νέες πρωτοβουλίες ώστε να καλλιεργήσουμε δράσεις για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων. Οι αυξανόμενες συνεισφορές μας σε κορυφαίους διεθνείς οργανισμούς, όπως ο ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ και ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης, και οι πρόσφατα καθιερωθείσες σχέσεις μας με την Αφρικανική Ενωση, τον Αραβικό Σύνδεσμο, την Ενωση Κρατών Καραϊβικής και τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών πρέπει να ιδωθούν υπό αυτό το φως.
Βάσει των παραπάνω αρχών, η έκτη και τελευταία είναι η δημιουργία μιας “νέας αντίληψης για την Τουρκία” βασισμένης στη δημόσια διπλωματία. Κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη μέσω μιας διαδικασίας τριμερών συνόδων κορυφής και κοινών οικονομικών σχεδίων. Παρέχουμε ισχυρή υποστήριξη στη σταθερότητα και ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν. Κατά τον ίδιο τρόπο, αναλάβαμε την πρωτοβουλία για την Πλατφόρμα Σταθερότητας και Συνεργασίας του Καυκάσου με σκοπό να προσφέρει τις υπηρεσίες της ως το μοναδικό φόρουμ των χωρών της περιοχής που θα μπορούσε να βοηθήσει στη διευθέτηση περιφερειακών προβλημάτων μέσω διαλόγου.
Η ατζέντα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής δεν περιορίζεται πάντως μόνο σε θέματα σκληρής ασφαλείας. Πασχίζουμε να εγκαινιάσουμε μια καλύτερη παγκόσμια οικονομική δομή μέσω της συμμετοχής μας στο G-20, ενώ ασχολούμαστε στενά με θέματα όπως η μείωση της παγκόσμιας υπερθέρμανσης, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η διασφάλιση βιώσιμων ενεργειακών πόρων, η προώθηση της αρμονίας μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και η επέκταση της βοήθειας σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Η αυξημένη εμπλοκή στις προσπάθειες επίλυσης περιφερειακών και παγκοσμίων ζητημάτων διευρύνει, όπως είναι φυσικό, το “στρατηγικό βάθος” της Τουρκίας. Ωστόσο δεν χρησιμοποιώ αυτόν τον όρο υπό μια στενή γεωπολιτική έννοια, αλλά υπό μια ευρύτερη που συμπεριλαμβάνει γεωοικονομικές και γεωπολιτισμικές πραγματικότητες. Αυτές, απορρέουσες από μια κοινή ιστορία και τις πολιτισμικές συγγένειες που μοιράζεται ένας αριθμός περιοχών στην καρδιά του αφρο-ευρασιατικού εδαφικού όγκου, καθιστούν τόσο επιτακτικό όσο και ευκολότερο για την Τουρκία να απευθυνθεί σε αυτές τις γειτονικές περιοχές αλλά και πέρα από αυτές. Με άλλα λόγια, η απόκτηση στρατηγικού βάθους μάς επιτρέπει να συνδεόμαστε ευκολότερα με σημαντικές χώρες και περιοχές στην περιφέρειά μας όπου δεν είχαμε τόσο εύκολη πρόσβαση στο παρελθόν και να αποκαταστήσουμε μια αίσθηση “φυσικότητας” στις σχέσεις μας».
«Υπάρχει διαφορετική αντίληψη στην άλλη πλευρά του Αιγαίου»
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών αναφερόμενος στο ζήτημα των πρόσφατων κινήσεων του τουρκικού πολεμικού ναυτικού στο Αιγαίο δηλώνει ότι «οι πλόες που πρόσφατα ακολούθησαν τα πολεμικά μας πλοία στο Αιγαίο είναι απολύτως σύμφωνοι με το διεθνές δίκαιο και την εθιμική πρακτική» και επιτίθεται στο ελληνικά μέσα ενημέρωσης εκτιμώντας ότι «παραφούσκωσαν» το ζήτημα. Προσθέτει μάλιστα ότι «υπάρχει μια διαφορετική αντίληψη στην άλλη πλευρά του Αιγαίου»
Τάδε έφη ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου. Στην αποκλειστική συνέντευξή του στο «Βήμα» εν όψει της αυριανής συνάντησής του με τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών κ. Δ. Δρούτσα στην Αγκυρα, ο κ. Νταβούτογλου επισημαίνει ότι η Ελλάδα και η Τουρκία πρέπει να ανεβάσουν ταχύτητα στις σχέσεις τους.
- Τι να περιμένουμε από τη συνάντηση με τον κ. Δρούτσα;
«Η επίσκεψη του κ. Δρούτσα είναι πολύ σημαντική. Επωφελούμενοι αυτής της ευκαιρίας, θα πρέπει να ανεβάσουμε ταχύτητα για περαιτέρω βελτίωση των διμερών σχέσεων. Πρέπει να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων. Να βρούμε τον δρόμο προς τη σωστή κατεύθυνση. Εχουμε ήδη εγκαθιδρύσει καλούς μηχανισμούς διαλόγου. Πρέπει να διερευνήσουμε πώς θα τους χρησιμοποιήσουμε καλύτερα για να διατηρήσουμε το μομέντουμ. Ελπίζω ότι κατά την επίσκεψη του κ. Δρούτσα θα μπορέσουμε να προετοιμάσουμε το έδαφος για το βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα, συμπεριλαμβανομένου του επόμενου γύρου των διερευνητικών επαφών καθώς και της επίσκεψης του πρωθυπουργού Ερντογάν στην Αθήνα».
- Μετά την άνοδο του ΠαΣοΚ στην εξουσία παρατηρούμε μια νέα ώθηση για προσέγγιση Αθήνας- Αγκυρας. Ποιο είναι το όραμά σας για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις;
«Πριν από μία δεκαετία, χάρη και στις προσωπικές προσπάθειες του κ. Παπανδρέου, επιτεύχθηκαν πολλά για την ελληνοτουρκική προσέγγιση. Διάφοροι μηχανισμοί δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας διαλόγου και συνεργασίας. Σήμερα, με τη νέα κυβέρνηση του ΠαΣοΚ, υπάρχουν υψηλές προσδοκίες για να ανοίξουμε ένα νέο κεφάλαιο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Με μεγάλη μου ευχαρίστηση σημειώνω ότι υπάρχει κοινή θέληση για την επίτευξη αυτού του σκοπού και στις δύο πλευρές. Ωστόσο δεν θα συμμεριζόμουν τις απόψεις που ορίζουν τη σημερινή κατάσταση ως μια “νέα προσέγγιση”. Αυτός ο όρος ανήκει σε κάτι που συνέβη πριν από μία δεκαετία. Πιστεύω ότι σχεδιάζουμε την έναρξη μιας νέας φάσης στις σχέσεις μας με ένα νέο όραμα, προχωρώντας πέρα από αυτή καθαυτή την προσέγγιση. Είμαστε έτοιμοι να ασχοληθούμε και να συζητήσουμε κάθε ζήτημα- διμερές, περιφερειακό ή παγκόσμιο- με σκοπό να ανακαλύψουμε νέες λεωφόρους ώστε να αναπτύξουμε περαιτέρω την ήδη στενή συνεργασία μας».
- Τι μορφή θα μπορούσαν να πάρουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις; Στην επιστολή που έστειλε προς τον κ. Παπανδρέου ο κ. Ερντογάν πρότεινε τη σύσταση ενός υψηλόβαθμου Συμβουλίου Συνεργασίας. Πώς θα λειτουργούσε αυτό;
«Οπως επισημάνατε, ο πρωθυπουργός Ερντογάν πρότεινε τη σύσταση ενός υψηλόβαθμου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Πρόκειται για το νέο μοντέλο στην άσκηση της εξωτερικής μας πολιτικής, από το οποίο έχουμε επωφεληθεί πολύ στην προώθηση των σχέσεών μας με ορισμένους εκ των γειτόνων μας. Ευθυγραμμίζεται επίσης με την εξωτερική πολιτική των μηδενικών προβλημάτων. Κατ΄ ουσίαν, το μοντέλο στοχεύει να συγκεντρώσει μαζί όλους τους υπουργούς με συναφές αντικείμενο και από τις δύο πλευρές, υπό την καθοδήγηση των δύο πρωθυπουργών. Τούτο δημιουργεί μια εντεινόμενη πολιτική βούληση και διευκολύνει το ξεπέρασμα παρατεταμένων προβλημάτων που είναι δύσκολο να λυθούν σε χαμηλότερο επίπεδο. Προσφέρει στους υπουργούς την ευκαιρία να δουν τη γενικότερη εικόνα και δημιουργεί μια αίσθηση “ιδιοκτησίας” της όλης διαδικασίας στα δύο μέρη».
- Οι χώρες μας αντιμετωπίζουν συγκεκριμένα προβλήματα στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ωστόσο, παρά την προθυμία των δύο κυβερνήσεων να προχωρήσουν, συμβάντα όπως η πρόσφατη δραστηριότητα του τουρκικού πολεμικού ναυτικού δημιουργούν αχρείαστη ένταση. Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Υπάρχουν κύκλοι εντός των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων που θέλουν να δημιουργήσουν προβλήματα στην κυβέρνηση Ερντογάν;
«Είμαστε αποφασισμένοι να δημιουργήσουμε μια ζώνη ειρήνης, ευημερίας και σταθερότητας με τους γείτονές μας. Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτή την πολιτική. Εχουμε την πολιτική βούληση να βελτιώσουμε τις διμερείς σχέσεις μας. Υπό αυτό το πρίσμα, είμαστε προετοιμασμένοι να βρούμε ειρηνικές λύσεις σε όλες τις διαφορές μας, συμπεριλαμβανομένων αυτών στο Αιγαίο.
Η ανοιχτή θάλασσα αποτελεί σήμερα περίπου το 50% του Αιγαίου Πελάγους. Εφόσον τα πράγματα είναι έτσι, θα πρέπει να είναι μια θάλασσα φιλίας και συνεργασίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Εχω πληροφορηθεί ότι οι πλόες που πρόσφατα ακολούθησαν τα πολεμικά μας πλοία στο Αιγαίο είναι απολύτως σύμφωνοι με το διεθνές δίκαιο και την εθιμική πρακτική. Μάλιστα, απαντώντας σε ερωτήσεις, υψηλόβαθμοι έλληνες αξιωματούχοι ανακοίνωσαν δημοσίως ότι οι διελεύσεις των τουρκικών πολεμικών πλοίων ακολούθησαν τους κανόνες της αβλαβούς διέλευσης.
Ωστόσο αισθάνομαι ότι υπάρχει μια διαφορετική αντίληψη στην άλλη πλευρά του Αιγαίου. Και πρέπει να σας πω ότι βρίσκω μη εποικοδομητικές και παραπλανητικές τις αναφορές των ελληνικών μέσων ενημέρωσης στο ζήτημα αυτό. Καθώς επιχειρούμε να γυρίσουμε μια νέα σελίδα στις διμερείς σχέσεις, είμαι πεπεισμένος ότι οι δύο χώρες θα έπρεπε να συνεχίσουν να εστιάζουν σε συγκεκριμένες και εποικοδομητικές ιδέες. Οχι να “παραφουσκώνουν” τα πράγματα, κάτι που δεν θα εξυπηρετούσε την τρέχουσα θετική πολιτική ατζέντα».
- Η ελληνική πλευρά υποστηρίζει ότι η μοναδική διαφορά στο Αιγαίο είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Συμφωνείτε με αυτό ή θεωρείτε ότι υπάρχουν και άλλα ζητήματα στην ατζέντα; Θα πρέπει να περιμένουμε την επανενεργοποίηση των διερευνητικών επαφών; Αν ναι, πότε;
«Μακάρι να ήταν μόνο μία. Ωστόσο η οριοθέτηση της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας είναι μόνο μία από τις εκκρεμείς διαφορές στο Αιγαίο. Η διευθέτησή της, από νομικής σκοπιάς, διασυνδέεται πάρα πολύ με άλλες διαφορές που σχετίζονται με τη θαλάσσια δικαιοδοσία. Η Τουρκία συνεχίζει να είναι πλήρως αφοσιωμένη σε καλές γειτονικές σχέσεις και στον σεβασμό της εδαφικής ακεραιότητας και του απαραβιάστου των συνόρων όλων των γειτόνων της, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης. Είμαστε αποφασισμένοι να αναζητήσουμε κάθε οδό για την επίτευξη συνολικής και βιώσιμης επίλυσης όλων των διαφορών και προβλημάτων μεταξύ των δύο χωρών, ειδικά όσων σχετίζονται με το Αιγαίο. Μια πιθανή επίλυση των ζητημάτων αυτών θα ήταν λειτουργική και βιώσιμη εφόσον βασιζόταν σε έναν κοινό παρονομαστή που είναι ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των νομίμων συμφερόντων των δύο χωρών. Με αυτή την πεποίθηση, η Τουρκία είναι έτοιμη να συνεχίσει να εργάζεται με την Ελλάδα για επίλυση των ζητημάτων του Αιγαίου με ειρηνικά μέσα και βάσει του διεθνούς δικαίου. Σκοπεύουμε στην επανενεργοποίηση των διερευνητικών επαφών και ελπίζουμε ο επόμενος γύρος να διεξαχθεί το συντομότερο».
- Είστε γνωστός ως ο «πατέρας» του δόγματος του «στρατηγικού βάθους». Θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε πώς αυτό το δόγμα επηρεάζει την εξωτερική πολιτική του ΑΚΡ;
«Σήμερα έξι είναι οι αρχές που διαμορφώνουν την τουρκική εξωτερική πολιτική. Η πρώτη είναι η επίτευξη ισορροπίας μεταξύ ελευθερίας και ασφαλείας. Δεν επιδιώκουμε ασφάλεια εις βάρος της ελευθερίας- και το αντίστροφο. Επομένως χρειάζεται να βρούμε την κατάλληλη ισορροπία. Δεύτερον, επιδιώκουμε τη στενότερη ολοκλήρωση ανάμεσα στην Τουρκία και στις γύρω από αυτήν χώρες. Ο σκοπός των “μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες” ενισχύει τις προσπάθειές μας για αντιμετώπιση και επίλυση όλων των εξεχόντων περιφερειακών ζητημάτων.
Η τρίτη αρχή είναι φυσική συνέχεια της δεύτερης. Διεξάγουμε αποτελεσματική διπλωματία έναντι των γειτονικών περιοχών με σκοπό να επιτύχουμε τη μέγιστη ενδοπεριφερειακή και διαπεριφερειακή συνεργασία. Για να το επιτύχουμε αυτό, βασίζουμε τις περιφερειακές πολιτικές μας στις αρχές της “ασφάλειας για όλους”, του “πολιτικού διαλόγου”, της “οικονομικής αλληλεξάρτησης” και της “πολιτισμικής αρμονίας και του αμοιβαίου σεβασμού”.
Η τέταρτη αρχή είναι η συμπληρωματικότητα με τους παγκόσμιους δρώντες. Η πέμπτη αρχή είναι η αποτελεσματική χρήση των διεθνών fora και νέες πρωτοβουλίες ώστε να καλλιεργήσουμε δράσεις για την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων. Οι αυξανόμενες συνεισφορές μας σε κορυφαίους διεθνείς οργανισμούς, όπως ο ΟΗΕ, το ΝΑΤΟ και ο Οργανισμός Ισλαμικής Διάσκεψης, και οι πρόσφατα καθιερωθείσες σχέσεις μας με την Αφρικανική Ενωση, τον Αραβικό Σύνδεσμο, την Ενωση Κρατών Καραϊβικής και τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών πρέπει να ιδωθούν υπό αυτό το φως.
Βάσει των παραπάνω αρχών, η έκτη και τελευταία είναι η δημιουργία μιας “νέας αντίληψης για την Τουρκία” βασισμένης στη δημόσια διπλωματία. Κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε για να ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη μέσω μιας διαδικασίας τριμερών συνόδων κορυφής και κοινών οικονομικών σχεδίων. Παρέχουμε ισχυρή υποστήριξη στη σταθερότητα και ανοικοδόμηση του Αφγανιστάν. Κατά τον ίδιο τρόπο, αναλάβαμε την πρωτοβουλία για την Πλατφόρμα Σταθερότητας και Συνεργασίας του Καυκάσου με σκοπό να προσφέρει τις υπηρεσίες της ως το μοναδικό φόρουμ των χωρών της περιοχής που θα μπορούσε να βοηθήσει στη διευθέτηση περιφερειακών προβλημάτων μέσω διαλόγου.
Η ατζέντα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής δεν περιορίζεται πάντως μόνο σε θέματα σκληρής ασφαλείας. Πασχίζουμε να εγκαινιάσουμε μια καλύτερη παγκόσμια οικονομική δομή μέσω της συμμετοχής μας στο G-20, ενώ ασχολούμαστε στενά με θέματα όπως η μείωση της παγκόσμιας υπερθέρμανσης, η καταπολέμηση της τρομοκρατίας, η διασφάλιση βιώσιμων ενεργειακών πόρων, η προώθηση της αρμονίας μεταξύ διαφορετικών πολιτισμών και η επέκταση της βοήθειας σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Η αυξημένη εμπλοκή στις προσπάθειες επίλυσης περιφερειακών και παγκοσμίων ζητημάτων διευρύνει, όπως είναι φυσικό, το “στρατηγικό βάθος” της Τουρκίας. Ωστόσο δεν χρησιμοποιώ αυτόν τον όρο υπό μια στενή γεωπολιτική έννοια, αλλά υπό μια ευρύτερη που συμπεριλαμβάνει γεωοικονομικές και γεωπολιτισμικές πραγματικότητες. Αυτές, απορρέουσες από μια κοινή ιστορία και τις πολιτισμικές συγγένειες που μοιράζεται ένας αριθμός περιοχών στην καρδιά του αφρο-ευρασιατικού εδαφικού όγκου, καθιστούν τόσο επιτακτικό όσο και ευκολότερο για την Τουρκία να απευθυνθεί σε αυτές τις γειτονικές περιοχές αλλά και πέρα από αυτές. Με άλλα λόγια, η απόκτηση στρατηγικού βάθους μάς επιτρέπει να συνδεόμαστε ευκολότερα με σημαντικές χώρες και περιοχές στην περιφέρειά μας όπου δεν είχαμε τόσο εύκολη πρόσβαση στο παρελθόν και να αποκαταστήσουμε μια αίσθηση “φυσικότητας” στις σχέσεις μας».
«Υπάρχει διαφορετική αντίληψη στην άλλη πλευρά του Αιγαίου»
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών αναφερόμενος στο ζήτημα των πρόσφατων κινήσεων του τουρκικού πολεμικού ναυτικού στο Αιγαίο δηλώνει ότι «οι πλόες που πρόσφατα ακολούθησαν τα πολεμικά μας πλοία στο Αιγαίο είναι απολύτως σύμφωνοι με το διεθνές δίκαιο και την εθιμική πρακτική» και επιτίθεται στο ελληνικά μέσα ενημέρωσης εκτιμώντας ότι «παραφούσκωσαν» το ζήτημα. Προσθέτει μάλιστα ότι «υπάρχει μια διαφορετική αντίληψη στην άλλη πλευρά του Αιγαίου»
ΝΑΤΟ
ΑπάντησηΔιαγραφήΚήρυξε το Αιγαίο «γκρίζα ζώνη»
Αποκαλυπτική επιστολή του Αμερικάνου διοικητή του Αεροπορικού Στρατηγείου της Σμύρνης προς τον διοικητή του ελληνικού Αρχηγείου Τακτικής Αεροπορίας στη Λάρισα
Σύμφωνα με το ΝΑΤΟ, ολόκληρη η περιοχή του Αιγαίου, μαζί και τα ελληνικά νησιά, αποτελεί πλέον «γκρίζα ζώνη»
Σε ανοιχτό εκβιασμό προχώρησε ο Αμερικανός διοικητής του Αεροπορικού Υποστρατηγείου του ΝΑΤΟ, που εδρεύει στη Σμύρνη, κηρύσσοντας ολόκληρο το Αιγαίο σε «γκρίζα ζώνη», έως ότου γίνουν αποδεκτές οι τουρκικές θέσεις, που υποστηρίζονται από την αμερικανική πλευρά, για τον επιχειρησιακό έλεγχο του Αιγαίου, στο πλαίσιο των προωθούμενων διευθετήσεων γύρω από τη νέα δομή του ΝΑΤΟ.
Συγκεκριμένα, την περασμένη Πέμπτη, ο Αμερικανός διοικητής του Αεροπορικού Στρατηγείου της Σμύρνης, με επιστολή του προς τον διοικητή του ελληνικού ΑΤΑ (Αρχηγείο Τακτικής Αεροπορίας) στη Λάρισα, ο οποίος είναι ταυτόχρονα και διοικητής του ΝΑΤΟικού Κέντρου Αεροπορικών Επιχειρήσεων (του σημερινού CAOC-7, που επίσης εδρεύει στη Λάρισα και υπάγεται στη Σμύρνη), ουσιαστικά κηρύσσει το Αιγαίο σε «ουδέτερη ζώνη», σε ένα είδος «μαύρης τρύπας» για τα ΝΑΤΟικά ραντάρ μέχρι νεοτέρας. Στρώνει έτσι το έδαφος για τις κυοφορούμενες ρυθμίσεις σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων περί δημιουργίας «ζώνης αποφυγής εντάσεων».
Μέρος του περιεχομένου της εν λόγω επιστολής δημοσιεύεται στο χτεσινό φύλλο της εφημερίδας «Αδέσμευτος Τύπος». «Η δικαιολογία που επικαλέστηκε ο Αμερικανός αξιωματούχος από τη Σμύρνη - αναφέρεται στο δημοσίευμα - είναι πως θα είναι "τυφλός" τομέας για το ΝΑΤΟ η συγκεκριμένη περιοχή που εκτείνεται μέχρι την Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο, έως ότου αποσαφηνιστεί ποια χώρα έχει τα κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο (!) και ποιο κράτος θα χαρακτηρίζει τα ίχνη που εμφανίζονται στα ραντάρ που το ελέγχουν (...) Στην παρούσα φάση χαρακτηρίζει ο Αμερικανός αξιωματούχος το Αιγαίο ως ουδέτερη και ευαίσθητη περιοχή».
Η ύπαρξη και το περιεχόμενο της επιστολής επιβεβαιώνονται, αλλά δεν υπήρξε επίσημη αντίδραση από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας.
Προδιαγεγραμμένη πορεία
ΑπάντησηΔιαγραφήΑντικείμενο των ενδονατοϊκών διαβουλεύσεων για το Αιγαίο, είναι ο επιχειρησιακός έλεγχος, για λογαριασμό του ΝΑΤΟ, του εναέριου χώρου ολόκληρου του Αιγαίου, που περιλαμβάνει τόσο τον εναέριο χώρο των ελληνικών νησιών, όσο και τον εναέριο χώρο πάνω από τα διεθνή ύδατα. Δηλαδή, τον στρατηγικής σημασίας για την ελληνική άμυνα θαλάσσιο χώρο (Κεντρικό Αιγαίο) μεταξύ ηπειρωτικής Ελλάδας και ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου (Λέσβος, Χίος, Σάμος κλπ.), χώρος που ταυτίζεται με το χώρο ευθύνης του FIR Αθηνών.
Οι διαβουλεύσεις αυτές γίνονται στο πλαίσιο της εφαρμογής της νέας δομής του ΝΑΤΟ, βασικό χαρακτηριστικό της οποίας είναι η κατάργηση των εθνικών ορίων επιχειρησιακής ευθύνης, δηλαδή η κατάργηση των εθνικών-κρατικών συνόρων μεταξύ των χωρών μελών του ΝΑΤΟ και η καθιέρωση ενιαίου χώρου, ως απόρροια της παγκόσμιας διεύρυνσης των ορίων δράσης του ΝΑΤΟ στο πλαίσιο του νέου ιμπεριαλιστικό δόγματος.
Υπενθυμίζεται ότι με βάση την παραπάνω διαδικασία, βρίσκεται σε εκκρεμότητα το ζήτημα της συγχώνευσης των δύο ΝΑΤΟικών Κέντρων Αεροπορικών Επιχειρήσεων, του CAOC-7 της Λάρισας και του CAOC-6 του Εσκί Σεχίρ της Τουρκίας, σε ένα που έχει συμφωνηθεί να είναι το CAOC-4 στη Λάρισα. Ως χώρος ευθύνης του εν λόγω επιχειρησιακού κέντρου του ΝΑΤΟ έχει οριστεί ο εναέριος χώρος των ΝΑΤΟικών χωρών της περιοχής (Ελλάδας, Τουρκίας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Αλβανίας).
Σημείο τριβής αποτελεί η θέση του διοικητή, καθώς είχε συμφωνηθεί επί κυβέρνησης ΝΔ η εναλλαγή ανά διετία στη θέση αυτή Ελληνα και Τούρκου αξιωματικού, αλλά στην πορεία η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ άνοιξε και πάλι το θέμα αυτό, με αποτέλεσμα να μπουν εμπόδια από την τουρκική πλευρά.
Βέβαια, προϋπόθεση για τη λειτουργία του CAOC-4 της Λάρισας, είναι να έχει εικόνα όλου του εναέριου χώρου που θα καλύπτει, μέσω της διασύνδεσης των ραντάρ επιτήρησης και ελέγχου της Ελλάδας και της Τουρκίας. Για το σκοπό αυτό - της διασύνδεσης των ραντάρ - πραγματοποιούνται επαφές στη Σμύρνη ανά τακτά διαστήματα, μεταξύ αξιωματικών των Γενικών Επιτελείων Αεροπορίας Ελλάδας και Τουρκίας αλλά χωρίς, προς το παρόν, αποτέλεσμα. Να σημειωθεί ότι το θέμα των ορίων επιχειρησιακής ευθύνης δεν υφίσταται πλέον αφού οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ έχουν κατά καιρούς αποδεχθεί τη δημιουργία του ενιαίου ΝΑΤΟικού χώρου.
Προμηνύονται εξελίξεις
Ετσι φθάσαμε στην παρούσα επιστολή του Αμερικανού διοικητή της Σμύρνης, ο οποίος εκβιάζει υπέρ των τουρκικών θέσεων απειλώντας με «γκριζοποίηση» του Αιγαίου, στην ουσία επιβάλλοντάς την, σε ένα μεταβατικό στάδιο προς την πλήρη ΝΑΤΟποίησή του, έως ότου υπάρξει συμφωνία Ελλάδας - Τουρκίας για τα CAOC και την εφαρμογή της νέας δομής.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που υπάρχουν, δεν πρόκειται να υπάρξει τέτοια συμφωνία και κατά συνέπεια αυτό που θα ισχύει, είναι ό,τι περιγράφεται στην επιστολή του αξιωματούχου του ΝΑΤΟ, πράγμα για το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει «βέτο» από την ελληνική πλευρά, καθώς δεν πρόκειται για κάποια ρύθμιση, αλλά για δημιουργία νέων τετελεσμένων σε βάρος των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων.
Δηλαδή, όλο το Αιγαίο, περιλαμβανομένου και του ελληνικού εθνικού χώρου, θα είναι για το ΝΑΤΟ μια «ουδέτερη ζώνη», όπου δε θα εμφανίζονται στα ΝΑΤΟικά ραντάρ τα όσα διαδραματίζονται με τις παράνομες πτήσεις των τουρκικών μαχητικών και τις αντίστοιχες αναχαιτίσεις από ελληνικά μαχητικά αεροσκάφη. Ετσι το ΝΑΤΟ κλείνει τα μάτια απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις και στην ουσία τους δίνει το «πράσινο φως».
Οσο κι αν οι εξελίξεις αυτές αποτελούν ενδονατοϊκές ρυθμίσεις, τα αποτελέσματα που παράγουν εδραιώνουν «ντε φάκτο» ένα καθεστώς για την κυριαρχία στο Αιγαίο σε βάρος των ελληνικών θέσεων. Ταυτόχρονα, προετοιμάζουν το έδαφος για γενικότερες ρυθμίσεις και διευθετήσεις, όπως αυτές που τελευταία έχουν δει το φως της δημοσιότητας περί δημιουργίας «ζώνης αποφυγής της έντασης» στο μισό Αιγαίο, την περιοχή που εκτείνεται ανατολικά του 25ου Μεσημβρινού. Εξάλλου, και τα αναγραφόμενα στην επιστολή του ΝΑΤΟικού διοικητή, όπου περιγράφει το Αιγαίο ως «ουδέτερη και ευαίσθητη» περιοχή, προμηνύουν τέτοιες εξελίξεις.