Ηλιόπουλος Γιώργος
Ακόμα και πριν από την έκρηξη των τιμών στην ενέργεια το 2022, η παγκόσμια διατροφική ανασφάλεια είχε ήδη διογκωθεί, λόγω των μέτρων κατά της πανδημίας, με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών και στα τρόφιμα. Οι συνεχείς και σχεδόν μόνιμες ελλείψεις, έχουν περιθωριοποιήσει εκατομμύρια ανθρώπους που λιμοκτονούν, με τις υψηλές τιμές καυσίμων και τροφίμων να προκαλούν συχνά πολιτική βία και κοινωνική αναταραχή.
Σε Κεϋλάνη, Λίβανο, Περού αναδύονται συνθήκες μεγάλων και βίαιων αναταραχών, η Αίγυπτος και η Τουρκία κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση, υπό την πίεση του αφόρητου κόστους διαβίωσης και της εντεινόμενης διατροφικής ανασφάλειας. Γερμανία και Νορβηγία, δύο από τις πλουσιότερες χώρες της Ευρώπης, πλήττονται επίσης, γεγονός που αυξάνει κατακόρυφα τον κίνδυνο κοινωνικών αναταραχών και εκεί. Σχεδόν το 50% των χωρών στον Δείκτη Κοινωνικής Αναταραχής (Civil Unrest Index-CUI) του διεθνούς οίκου ανάλυσης και μέτρησης κινδύνων VERISK MAPLECOFT, κατηγοριοποιούνται πλέον στην ομάδα υψηλού ή ακραίου κινδύνου, με έναν μεγάλο αριθμό να απειλείται με περαιτέρω επιδείνωση κατά την διάρκεια των επομένων έξι μηνών.
Οι καιρικές συνθήκες, η κρίση της Ουκρανίας και οι ελλείψεις στην παραγωγή λιπασμάτων, αποτελούν προάγγελους μεγάλης κρίσης με ελλείψεις στα τρόφιμα, με τρία βασικά αίτια: Το πρώτο εστιάζεται στο γεγονός ότι με αφετηρία τα τέλη Φεβρουαρίου ο πόλεμος προκαλεί ανατροπές στην διακίνηση λιπασμάτων, που αποτελούν απαραίτητη πηγή συστατικών για τις αγροτικές καλλιέργειες.
Η Ρωσία αποτελεί τον μεγαλύτερο εξαγωγέα αζωτούχων λιπασμάτων και τον δεύτερο σε εξαγωγές φωσφορούχων και καυστικού καλίου (ποτάσας), με την σύμμαχό της Λευκορωσία να συνιστά επίσης έναν από τους μεγάλους παραγωγούς. Οι δύο χώρες κατέχουν το 40% των παγκόσμιων εξαγωγών σε καυστικό κάλιο. Οι κύριοι προορισμοί των ρωσικών εξαγωγών είναι οι Βραζιλία, Ινδία, ΗΠΑ και Κίνα.
Ελλείψεις σε λιπάσματα και τρόφιμα
Πολλές αναπτυσσόμενες οικονομίες (Γκάνα, Γουατεμάλα, Καμερούν, Μογγολία, Ονδούρα και Σενεγάλη) εξαρτώνται σε ασφυκτικό βαθμό από τις ρωσικές εξαγωγές. Επιπλέον, ο πόλεμος εντείνει τις ανατροπές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, επηρεάζοντας αρνητικά την προσφορά, ενώ και οι μεγάλες αποθεματοποιήσεις κομβικών παραγωγών, όπως η Κίνα και οι απότομες αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου, πλήττουν αρνητικά την παραγωγή.
Το δεύτερο αίτιο πηγάζει από τον λιμενικό αποκλεισμό της Ουκρανίας στον Εύξεινο Πόντο από τον ρωσικό στόλο. Αυτός, σε συνδυασμό με τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, επιδεινώνουν την ήδη προβληματική κατάσταση της εφοδιαστικής αλυσίδας, προκαλώντας ισχυρές πληθωριστικές πιέσεις, τα τρόφιμα ακριβαίνουν πολύ. Βασική πηγή του προβλήματος αποτελεί το γεγονός ότι Ουκρανία και Ρωσία κατέχουν το ένα τρίτο της παγκόσμιας προσφοράς σιτηρών, που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή άρτων, ζυμαρικών και πολλών άλλων σκευασμάτων.
Επιπλέον η Ουκρανία παραμένει βασικός παραγωγός αραβοσίτου, κριθής ηλιέλαιου και άλλων φυτικών ελαίων. Λόγω του αποκλεισμού της επί μήνες, η Ουκρανία μειώνει τις εξαγωγές σιτηρών από τα έξι σε δύο εκατομμύρια τόνους μηνιαίως. Μετά από δίμηνες διαπραγματεύσεις πάντως οι εξαγωγές επαναλαμβάνονται, με την προσδοκία να μετριάσουν τις επιπτώσεις της διατροφικής κρίσης.
Πανδημία και κακός καιρός
Το τρίτο αίτιο είναι τα μέτρα κατά της πανδημίας και οι άσχημες καιρικές συνθήκες σε πολλές περιοχές, που εξωθούν στην πείνα ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Το 2021 η Γαλλία εμφανίζει την χαμηλότερη παραγωγή οινικών προϊόντων από το 1957, με απώλειες δύο δισ. δολαρίων στις πωλήσεις. Κύριος ένοχο οι υψηλές θερινές θερμοκρασίες και ευρύτερα οι ακραίες καιρικές συνθήκες.
Η άνοδος της θερμοκρασίας, η ξηρασία και οι πλημμύρες καταστρέφουν καλλιέργειες στην Λατινική Αμερική, την Βόρειο Αμερική, την Ινδία και το Πακιστάν το 2022. Ενδεικτικά οι τιμές του καφέ μεταξύ Απριλίου 2020 και Δεκεμβρίου 2021 αυξήθηκαν κατά 70% μετά από δεινή ξηρασία. Ο πολλαπλασιασμός των επιπτώσεων υποχρέωσε την Παγκόσμια Τράπεζα να εισφέρει $30 δισ. σε εξελισσόμενα και νέα προγράμματα σε τομείς, όπως η γεωργία, η διατροφή, η κοινωνική προστασία, η υδροδότηση και η άρδευση. Παράλληλα από την ένωση περισσοτέρων των 200 ΜΚΟ που συγκροτούν την OXFAM, ανακοινώθηκε πως οι νεκροί από την πείνα στην υδρόγειο ανέρχονται σε ετήσια βάση σε 80 εκατομμύρια, αριθμός αυξημένος κατά 35% από το 2020.
Αυτό οφείλεται κυρίως στις ανατροπές που επέρχονται στις εφοδιαστικές αλυσίδες λόγω των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας που πλήττουν όμως δυσανάλογα τους πληθυσμούς του πλανήτη. Οι ανά τον κόσμο υγειονομικές επιτροπές (με εξαίρεση στην Ευρώπη η Σουηδίας) δεν συμβουλεύονται οικονομέτρες, κοινωνιολόγους και άλλους σχετικούς με την οικονομική δραστηριότητα. Επιπλέον, εμφανίζονται και ανιστόρητοι, λόγω του ότι αγνοούν τις διδαχές της διαχείρισης της ασιατικής γρίπης (1957-59) με 2.500.000 θύματα στον δυτικό κόσμο. Λόγω των συνθηκών της εποχής παραμένει άγνωστος ο αριθμός των θυμάτων σε Κίνα, Ρωσία και χώρες του ανατολικού συνασπισμού.
Ο τότε Αμερικανός πρόεδρος και πρώην στρατάρχης Dwight Eisenhower, υιοθετεί την στρατηγική του γενικού αρχιάτρου Dr. Leroy Burney και του επικεφαλής του στρατιωτικού κέντρου πρόληψης παθήσεων του αναπνευστικού Dr. Maurice Hilleman, που είχαν αντιμετωπίσει την έκρυθμη κατάσταση χωρίς περιοριστικά μέτρα, εισάγοντας μετά από εξάμηνες εντατικές έρευνες ένα νέο εμβόλιο. Η υγειονομική κρίση κόστισε στις ΗΠΑ χάρη στην σώφρονα πολιτική διαχείρισης του Λευκού Οίκου μόλις $2,5 εκατ. (σε τρέχουσες τιμές $25 εκατ.), όταν η πανδημία του 2020 κόστισε συνολικά $8,5 τρισ.
Λειψυδρία και μείωση ενέργειας
Το υψηλό κόστος της ενέργειας σε συνδυασμό με τις μεγάλες ελλείψεις σε λιπάσματα, προκαλεί τρομακτικές ελλείψεις σε τρόφιμα. Η ξηρασία σε ποταμούς, που παρατηρείται και από τους δορυφόρους, πλήττει ανελέητα την Βόρειο Αμερική, την Ευρώπη και την Κίνα, ενώ μόνον στις ΗΠΑ η μείωση των υδάτων στον ποταμό Colorado και στις λίμνες Powell και Mead, προκαλεί λειψυδρία στις πολιτείες Κολοράντο, Νέο Μεξικό, Γιούτα, Γουαϊόμινγκ, Νεβάδα, Αριζόνα και Καλιφόρνια. Η δυναμικότητα μειώνεται στο 27% από το 95% της πληρότητας του 2020, σημειώνοντας σχεδόν πλήρη κατάρρευση, ενώ ένα ανάλογο φαινόμενο πλήττει και τον ποταμό Γιανγκ-Τσε στην Κίνα.
Η Yale Environment 360 του ομώνυμου πανεπιστημίου προειδοποιεί πως η πτώση της στάθμης στους ποταμούς της Ευρώπης, που αποτελούν αρτηρίες επικοινωνίας, ενισχύοντας αποφασιστικά την οικονομική δραστηριότητα, ίσως οδηγεί σε μία επικίνδυνη πραγματικότητα. Με δεδομένο ότι σχεδόν τα δύο τρίτα του πληθυσμού του πλανήτη, δηλαδή τέσσερα δισεκατομμύρια άνθρωποι, υποφέρουν από φαινόμενα λειψυδρίας, τουλάχιστον επί ένα μήνα ανά δωδεκάμηνο, η κατάσταση κρίνεται εκρηκτική.
Το φαινόμενο αναμένεται να πλήξει το 50% του πληθυσμού της Γης από το 2025, προοπτική τρομακτική για πολλούς λόγους, από την στιγμή που η λειψυδρία δεν σημαίνει απλώς έλλειψη νερού. Συνεπάγεται και έλλειμμα ενέργειας και συρρίκνωση της παραγωγής με αποτέλεσμα έλλειψη σε τρόφιμα. Οι επιστήμονες αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν προβλήματα στα είδη διατροφής, στην υδροδότηση και στην παραγωγή ενέργειας σφαιρικά, με την μορφή ενός νέου ενιαίου ζητήματος και όχι με την μορφή μεμονωμένων προβλημάτων.
Αντιμετωπίζεται πλέον ένα πλέγμα παραγωγής τροφίμων, παραγωγής ενέργειας και υδροδότησης, στο οποίο όλοι οι παράμετροι συσχετίζονται και αλληλεξαρτώνται. Οι κλιματολογικές συνθήκες αποτελούν έναν τεράστιο και άνευ προηγουμένου κίνδυνο για την παραγωγή τροφίμων, ενέργειας και οπωσδήποτε για την ομαλή υδροδότηση. Οι ξηρασίες του 2022 παροξύνουν την παγκόσμια ενεργειακή κρίση, αλλά και τις συνέπειες της κρίσης στην Ουκρανία.
Καταστροφική συγκυρία για την Ευρώπη
Η λειψυδρία επιφέρει τρομερά πλήγματα στην λειτουργία των υδροηλεκτρικών σταθμών, αλλά και των υδρόψυκτων πυρηνικών αντιδραστήρων. Ταυτόχρονα, περιορίζουν τις δυνατότητες πλεύσης στους μεγάλους ποταμούς που αποτελούν τις αρτηρίες επικοινωνίας στην Ευρώπη, και προκαλώντας νέες δυσχέρειες στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Η πτώση της υδάτινης στάθμης ποταμών και λιμνών προκαλεί προβλήματα υδροληψίας στους υδρόψυκτους πυρηνικούς αντιδραστήρες της Ελβετίας και ειδικά της Γαλλίας, προκαλώντας δεινά πλήγματα στην παραγωγή ενέργειας, ενώ δεκάδες φορτηγίδες στον Ρήνο κινούνται με απίστευτες καθυστερήσεις, μειώνοντας δραστικά τις παραδόσεις καυσίμων και άνθρακα για εκατομμύρια ανθρώπους.
Για την Ευρώπη δεν υπάρχει χειρότερη συγκυρία στο νέο αιώνα. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν έχει ορατό τέλος, με αποτέλεσμα να προκαλεί δεκάδες ασύμμετρα προβλήματα στους Ευρωπαίους και κρίση κόστους διαβίωσης. Στην Κίνα η μεγάλη ξηρασία στην τεράστια παραγωγική περιφέρεια Sichuan και ο μεγάλος σεισμός που ακολούθησε, τραυμάτισαν την παραγωγή ενέργειας των υδροηλεκτρικών της σταθμών. Το χειρότερο ήρθε με την αναγκαστική αύξηση των εισαγωγών σε άνθρακα για να εξομαλυνθεί η παραγωγή ενέργειας, παρά το γεγονός ότι οι ειδικοί επιμένουν στην διαφοροποίηση του ενεργειακού μείγματος, με στόχο την μείωση των ρύπων. Αυξάνονται έντονα, όμως, οι φωνές που αμφισβητούν τις δυνατότητες των ΑΠΕ να λύσουν τα ενεργειακά προβλήματα.
Τα δεινά της μείωσης των υδάτινων πόρων, των ελλειμμάτων στην ενέργεια και οι καιρικές συνθήκες αναδεικνύουν την χειρότερη δυνατή κρίση σε ό,τι αφορά τα τρόφιμα. Οι ελλείψεις λιπασμάτων, λόγω της εκρηκτικής ανόδου των τιμών του φυσικού αερίου, σε συνδυασμό με τις μειώσεις υδροδότησης, συρρικνώνουν την αγροτική παραγωγή. Οι πένθιμες προγνώσεις παραλείπουν δυστυχώς να τονίσουν την άμεση διασύνδεση των κάποτε μεμονωμένων προβλημάτων και να εστιάσουν στις δυνατότητες αξιοποίησης συνεργειών, ικανών να προσφέρουν μακροπρόθεσμες βιώσιμες λύσεις. Αντίθετα εφαρμόζονται αποσπασματικά μέτρα, που εμποδίζουν τους ανθρώπους να δουν τη μεγάλη εικόνα. Περιθωριοποιείται έτσι το γεγονός ότι οι φυσικοί πόροι του πλανήτη δεν είναι απεριόριστοι, αλλά πεπερασμένοι και γι’ αυτό απαιτούν αλλαγή διαχείρισης.
Δημοσίευση σχολίου