Γρίβας Κώστας
Από τα γεγονότα του Έβρου στις αρχές του 2020 και μετά έχουμε μπει σε μια νέα περίοδο στην ελληνοτουρκική αντιπαράθεση. Πλέον η απειλή για τη σταθερότητα του συστήματος δεν είναι κάποιο τουρκικό πολεμικό επεισόδιο που θα στοχεύει στην επίτευξη περιορισμένων σκοπών. Αντιθέτως, πληθαίνουν οι ενδείξεις πως επιλογή της Τουρκίας είναι να συρρικνώσει και απαξιώσει την Ελλάδα ως χώρα για να μετατρέψει το Αιγαίο και τη Θράκη σε περιοχές ασαφούς εθνικής κυριαρχίας, στις οποίες εν συνεχεία θα επιβάλει την κυριαρχία της. Αυτό υπηρετεί ο υβριδικός πόλεμος που διεξάγει εναντίον της Ελλάδας τα τελευταία χρόνια.
Υπό μία έννοια, ο υβριδικός πόλεμος είναι ο οδοστρωτήρας που “ισιώνει το έδαφος” έτσι ώστε μετά να μπορεί η Τουρκία να προχωρήσει στη γεωπολιτική επιχωμάτωση της “Γαλάζιας Πατρίδας”, προεκτείνοντας τον εαυτό της προς το Αιγαίο, την Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και τη Θράκη. Με άλλα λόγια, η Τουρκία έχει εξαπολύσει εναντίον της Ελλάδας έναν ολοκληρωτικό υβριδικό πόλεμο. Για να τον αντιμετωπίσουμε επιτυχώς πρέπει να προσαρμοστούμε σε αυτό το δεδομένο. Η αντίδρασή μας πρέπει να είναι όσο αποφασιστική ήταν στον Έβρο πριν δυόμιση χρόνια.
Μπορεί η Τουρκία να έχασε εκείνη τη μάχη, αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει εγκαταλείψει την πολιτική εργαλειοποίηση των παράνομων μεταναστών. Μπορεί από τότε να μην οργάνωσε κάτι αντίστοιχο, αλλά όλο και “σπρώχνει” παράνομους μετανάστες προς τα νησιά, ποντάροντας και στη δράση των διαφόρων ΜΚΟ, οι οποίες κατά κανόνα δρουν σαν πέμπτη φάλαγγα σ’ αυτό το ζήτημα.
Μιλώντας γενικότερα, η Ελλάδα δεν πρέπει απλώς να αντιδρά μηχανικά στις τουρκικές επιθέσεις. Σε αυτήν την περίπτωση, η Τουρκία, ακόμη και να αποτυγχάνει, όπως απέτυχε στον Έβρο, θα προχωρά χωρίς αξιόλογο πολιτικό κόστος στην επόμενη κίνησή της. Μάλιστα θα το κάνει έχοντας αντλήσει πολύτιμα διδάγματα και κάποια στιγμή θα επιβάλει τη θέλησή της. Με άλλα λόγια, πρέπει να αναλάβουμε την πρωτοβουλία και να αλλάξουμε τους κανόνες του παιχνιδιού.
Ο υβριδικός πόλεμος είναι εδώ
Άποψη του υπογράφοντος είναι ότι ο υβριδικός πόλεμος που διεξάγει η Τουρκία εναντίον της Ελλάδας, πρέπει να αντιμετωπιστεί με δραστικά μέτρα, ακόμα κι αν αυτά χρησιμοποιηθούν από την Άγκυρα ως πρόσχημα για πολεμικές απειλές ή ακόμα και για πολεμικές ενέργειες. Η μέχρι τώρα κυρίαρχη ανησυχία στην Ελλάδα είναι αν η Τουρκία σχεδιάζει θερμό επεισόδιο. Όμως, πρέπει να κατανοήσουμε ότι αυτό που αντιμετωπίζουμε τα τελευταία χρόνια είναι πολύ ευρύτερο και πιο επικίνδυνο από ένα θερμό επεισόδιο.
Το ζητούμενο είναι να φρενάρουμε την Τουρκία, αντιστρέφοντας την κατάσταση που αυτή έχει δημιουργήσει, ασκώντας εξαναγκαστική διπλωματία με την απειλή χρήσης και στρατιωτικής βίας. Αντί, λοιπόν, η Ελλάδα να εμφανίζεται ότι φοβάται και να προσπαθεί να κατευνάσει την Άγκυρα για να μην ολισθήσουμε σε πολεμικό επεισόδιο, πρέπει να χαράξει σαφείς κόκκινες γραμμές, για την υπεράσπιση των οποίων, όμως, πρέπει να είναι ξεκάθαρη η πολιτική βούληση. Για την περίπτωση ισχύει η ιστορική ρήση του Γεωργίου Παπανδρέου ότι “εάν η Τουρκία ανοίξει την πύλη του φρενοκομείου, η Ελλάδα δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να τη διαβεί”.
Όσον αφορά τις αιτιάσεις του τύπου “μόνον ένας πόλεμος μάς έλειπε τώρα”, η απάντηση είναι απλή και ιστορικά επιβεβαιωμένη πολλάκις: Η Ελλάδα δεν επιδιώκει τον πόλεμο, αλλά μόνο εάν είναι αποφασισμένη να φτάσει μέχρι και στον πόλεμο για να υπερασπίσει τον εαυτό της έχει ελπίδες να τον αποτρέψει. Ας μην ξεχνάμε ότι η εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Τουρκίας είναι δυνάμει ασταθής, λόγω του εμφυλιοπολεμικού κλίματος του καθεστώτος Ερντογάν με την αντιπολίτευση, το οποίο και παροξύνεται εν όψει των κρίσιμων προεδρικών εκλογών του 2023. Εκτός αυτού, οι τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις αντιμετωπίζουν πάρα πολλά προβλήματα.
Με άλλα λόγια, μπορεί η Τουρκία να έχει πλεονεκτήματα, αλλά είναι και πιο εύθραυστη γεωπολιτική οντότητα από ό,τι η Ελλάδα. Γι’ αυτό έχει περισσότερους λόγους να φοβάται μια πολεμική σύγκρουση, η οποία θα έχει αβέβαιη κατάληξη, αλλά σίγουρα θα επιφέρει καταστροφές και στις δύο πλευρές. Στην πραγματικότητα, όμως, το δίλημμα για τους Έλληνες δεν είναι “πόλεμος ή ειρήνη;” Το δίλημμα είναι “αντίσταση ή υποταγή”.
Ενεργητική αποτροπή
Όπως αναφέραμε πιο πάνω, είναι πλέον εμφανές ότι δεν βρισκόμαστε απλώς σε κάποια αντιπαράθεση με την Τουρκία, η οποία την προκαλεί για επιτύχει περιορισμένους δικούς της εθνικούς στόχους. Αντιθέτως, φαίνεται πως η Τουρκία έχει επιλέξει να προκαλέσει μεγάλης κλίμακας ακρωτηριασμό στην Ελλάδα κι αυτό εντάσσεται στην ευρύτερη στρατηγική της να επεκτείνει τον εαυτό της με βάση το δόγμα της “Γαλάζιας Παρτίδας”. Ας θυμηθούμε και τις αποκαλυπτικές για τις προθέσεις του σχετικές δηλώσεις του Ερντογάν.
Δεν είναι σαφές εάν η Άγκυρα έχει ήδη αποφασίσει να προκαλέσει ελληνοτουρκικό πόλεμο στο χρόνο και τον τόπο που θα κρίνει ότι την ευνοεί. Η Αθήνα, ωστόσο, οφείλει να είναι προετοιμασμένη για κάθε ενδεχόμενο. Και πάντως οφείλει να μην αφήσει τους Τούρκους να στήσουν σκηνικό πολέμου όπου και όποτε θεωρήσουν ότι τους συμφέρει. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, μια “ενεργητική αποτροπή” που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να αμυνθεί, χωρίς να διστάζει και να αναλάβει την πρωτοβουλία των κινήσεων στον ήδη διεξαγόμενο υβριδικό πόλεμο που έχει εξαπολύσει η Τουρκία.
Στο πλαίσιο αυτό και για να περιοριστούν οι πιθανότητες πολεμικής σύγκρουσης, η Ελλάδα οφείλει να ασκήσει νόμιμα δικαιώματά της, όπως η επέκταση των χωρικών υδάτων της, όπως της επιτρέπει το Δίκαιο της Θάλασσας. Με τον τρόπο αυτό, λοιπόν, θα ακυρώσει την εξαναγκαστική διπλωματία της Άγκυρας, όπως κωδικοποιείται και στο περιβόητο casus belli. Εάν γινόταν η επέκταση και μάλιστα με έξυπνα μεθοδευμένο τρόπο, το δίλημμα θα το είχαν οι Τούρκοι, οι οποίοι κατά πάσα πιθανότητα θα αντιδρούσαν όχι με πόλεμο, αλλά στέλνοντας ένα πολεμικό πλοίο τους στα επτά μίλια από ελληνική ακτή για να μας ξαναπετάξουν το μπαλάκι. Για την αντιμετώπιση μίας τέτοιας ενέργειας, όμως, υπάρχουν χειρισμοί…
Δημοσίευση σχολίου