Του Ζαχαρία Μίχα
Ο “Εθνικός Ρεπουμπλικανικός Στρατός” της Ρωσίας ανέλαβε την ευθύνη για την βομβιστική επίθεση κατά του καθηγητή Αλεξάντερ Ντούγκιν, ιδεολογικού “πατέρα” του ευρασιανισμού, η οποία άφησε νεκρή την 30χρονη δημοσιογράφο κόρη του. Η τρομοκρατική οργάνωση(;) υπόσχεται ότι θα δούμε περισσότερα στο μέλλον. Πρόκειται για οργάνωση που σκοπό έχει να καταστρέψει τον Πούτιν, όπως υποστήριξε ο Ίλια Πονομάρεφ, πρώην μέλος της ρωσικής Δούμας που έχει καταφύγει στο Κίεβο, όταν είχε κατηγορηθεί ότι συνωμοτούσε εναντίον του Ρώσου προέδρου.
Η υπόθεση της βομβιστικής επίθεσης γίνεται ακόμα πιο περίεργη. Καταρχάς, είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι σε μια χώρα όπως η Ρωσία, με το αυστηρό σύστημα ασφαλείας που διαθέτει το αυταρχικό καθεστώς, είναι δυνατό να ξεπηδήσει μία τέτοια οργάνωση και να πραγματοποιήσει επιτυχώς την πρώτη επίθεσή της. Μοιάζει πιθανότερο να μην πρόκειται για κάποιους αντικαθεστωτικούς, αλλά για επαγγελματίες εκτελεστές, που παραπέμπουν σε μυστικές υπηρεσίες.
Βέβαια, είναι πολύ πρόωρο να εκτιμήσει κανείς ποιοι βρίσκονται πίσω από τον επίσης περίεργο αυτό τίτλο. Το Κίεβο έσπευσε, όπως αναμενόταν, να δηλώσει ότι δεν έχει καμία σχέση με την επίθεση, αλλά ακόμα κι αν έχει δεν θα έλεγε κάτι διαφορετικό. Κάποιοι πιθανότατα θα αποδώσουν την επίθεση στο καθεστώς Πούτιν. Το ερώτημα που εγείρεται σχετικά με αυτό το σενάριο είναι γιατί να δολοφονήσει το καθεστώς τον Ντούγκιν και την κόρη του. Μπορεί να είναι υπερβολή ότι ο εν λόγω ιδεολόγος του ευρασιανισμού είναι σύμβουλος-καθοδηγητής του Ρώσου προέδρου, αλλά επουδενί δεν είναι αντίπαλός του. Πολύ περισσότερο τώρα ο πόλεμος στην Ουκρανία εξωθεί ολοσχερώς τη ρωσική ηγεσία προς τον ευρασιανισμό.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει δημιουργήσει νέα δεδομένα στο ρωσικό σύστημα εξουσίας, ιδιαίτερα μετά την αποτυχία της πρώτης φάσης της εισβολής, η οποία χρεώθηκε στην μυστική υπηρεσία FSB. Ο ανταγωνισμός της FSB με την υπηρεσία κατασκοπείας εξωτερικού SVR και λιγότερο με τη στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών GRU για την πρωτοκαθεδρία στην κοινότητα των μυστικών υπηρεσιών θεωρείται δεδομένη, αλλά από αυτό το σημείο μέχρι να υποθέσουμε ότι η κόρη του Ντούγκιν έπεσε θύμα αυτού του ανταγωνισμού η απόσταση είναι τεράστια.
Ένα άλλο σενάριο είναι ότι ενδεχομένως το καθεστώς να έστησε τη δολοφονία για να μετατοπίσει την προσοχή της ρωσικής κοινής γνώμης από τις πρόσφατες επιτυχείς ουκρανικές επιθέσεις στην Κριμαία και να συσπειρώσει το ρωσικό λαό. Το ενδεχόμενο αυτό θεωρητικά δεν μπορεί να αποκλεισθεί, αλλά μέχρι να υπάρξει έστω κάποια ένδειξη, δεν μπορεί να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Εκτός των άλλων και επειδή η φονική επίθεση μέσα στη Ρωσία συνιστά τραύμα για το κύρος του καθεστώτος σε μία ιδιαιτέρως κρίσιμη συγκυρία.
Ένα άλλο σενάριο είναι η επίθεση να έχει οργανωθεί από ξένη μυστική υπηρεσία με σκοπό να δημιουργήσει την εντύπωση ότι το καθεστώς Πούτιν βάλλεται εκ των έσω, όπως είχαν προεξοφλήσει στην αρχή της ρωσικής εισβολής η Ουάσιγκτον και δυτικοί αξιωματούχοι και ΜΜΕ. Προφανώς, δεν θα εκτελούσαν ποτέ μία τέτοια επίθεση Αμερικανοί ή Ευρωπαίοι μυστικοί πράκτορες, φοβούμενοι τον κίνδυνο σύλληψης, που θα σήμαινε ότι οι ΗΠΑ ή π.χ. η Βρετανία θα εμφανίζονταν σαν κράτη που καταφεύγουν σε τρομοκρατικές μεθόδους.
Δεν μπορεί, ωστόσο, κανείς να αποκλείσει το ενδεχόμενο την βομβιστική επίθεση να πραγματοποίησαν Ουκρανοί με ή χωρίς ξένη καθοδήγηση. Οι Ουκρανοί έχουν το πλεονέκτημα της φυλετικής συγγένειας και της γλώσσας, το οποίο τους επιτρέπει να είναι περνάνε σχετικά απαρατήρητοι στη Ρωσία. Αυτό το ενδεχόμενο, βέβαια, κατ’ ουδένα τρόπο αρκεί για να αποδώσει κανείς ευθύνη στο Κίεβο. Προς το παρόν, η υπόθεση παραμένει για όλους εμάς απολύτως σκοτεινή και ως εκ τούτου μόνο υποθέσεις μπορεί να γίνουν και μάλιστα με κάθε επιφύλαξη, λόγω της πολιτικής ευαισθησίας που έχει η όλη υπόθεση.
Υπενθυμίζουμε ότι ο Ντούγκιν είχε απομακρυνθεί την περίοδο 2013-14 από το πανεπιστήμιο της Μόσχας, σε μια χειρονομία του Πούτιν, σύμφωνα με αναλυτές, προς τον τότε Αμερικανό πρόεδρο Ομπάμα. Βασική επιδίωξη του Ρώσου ηγέτη ήταν τότε να πετύχει την υλοποίηση του “συνεργατικού σεναρίου” στις σχέσεις Μόσχας-Ουάσιγκτον. Να προκύψει δηλαδή ένα στρατηγικό modus vivendi, ένας ελάχιστον κοινός παρονομαστής συνδιαχείρισης των παγκοσμίων υποθέσεων.
Έχοντας εκτοπιστεί από την Κίνα στην τρίτη θέση της άτυπης παγκόσμιας ιεραρχίας ισχύος, η Ρωσία θα κατόρθωνε να παραμείνει αποφασιστικός παράγοντας του διεθνούς συστήματος. Όλα αυτά, ωστόσο, είναι παρελθόν. Τα γεγονότα του 2014, που οδήγησαν στην ανατροπή του προέδρου Γιανουκόβιτς και στην προσάρτηση της Κριμαίας, έχουν, όμως, τινάξει αυτή τη στρατηγική στον αέρα. Στην Ουάσιγκτον όχι μόνο επικράτησε, αλλά και εφαρμόστηκε η ελεγχόμενα συγκρουσιακή στρατηγική των Δημοκρατικών και ειδικά της ομάδας Μπάιντεν, που έχει ειδική σχέση με την Ουκρανία.
Επιστρέφοντας στον Ντούγκιν, δεν είναι λίγες οι φορές που έχει στο παρελθόν αποκαλέσει την προσέγγιση Πούτιν “αφελή”. Από το 2014 και πολύ περισσότερο με τη ρωσική εισβολή, όμως, το Κρεμλίνο βαδίζει ολοσχερώς στον δρόμο που έχει υποδείξει ο Ντούνκιν. Άρα, δεν στέκεται θεωρία περί εξουδετέρωσης έστω και ιδεολογικά ενοχλητικού αντιπάλου. Το αντίθετο συμβαίνει.
Η διαφορά ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, είναι ότι στις ΗΠΑ το “σύστημα” υποσκελίζει τον εκάστοτε πρόεδρο, ο οποίος (με την εξαίρεση του Τραμπ) προσαρμόζεται περισσότερο ή λιγότερο στην υψηλή στρατηγική που έχει εκπονηθεί. Αντίθετα, στη Ρωσία ο Πούτιν είναι εν πολλοίς το “σύστημα”. Κι αν δεν το εκπροσωπεί 100%, το επηρεάζει καθοριστικά, ενώ η εφαρμοσμένη πολιτική της χώρας εξαρτάται από τον ίδιο.
Τι θα κέρδιζε, όμως, το “σύστημα Πούτιν” εάν έστηνε μια τέτοια επιχείρηση; Να τρομοκρατήσει αντιπολιτευόμενους; Δεν το έχει κάνει με άτυπες επιθέσεις εναντίον κάποιων αντικαθεστωτικών; Επιπροσθέτως, το σύνολο των αντικαθεστωτικών είναι φιλοδυτικοί και απεχθάνονται τον Ντούνκιν. Άρα δεν θα έπαιρναν κάποιο μήνυμα από τη δολοφονία του ίδιου και της κόρης του.
Δημοσίευση σχολίου